Κλείσιμο σε 10 δευτερόλεπτα..
Κλείσιμο
Κλείσιμο σε 10 δευτερόλεπτα..
Κλείσιμο

Όθων Ηλιόπουλος: «Αντί οι αστυνομικοί να δίνουν κλήσεις για το εάν κάνει κάποιος βόλτα μερικά μέτρα παραπάνω, θα προτιμούσα να έκαναν τεστ για την παρουσία του ιού»

Ο καθηγητής Ογκολογίας & Γενετικής στην Ιατρική Σχολή του Harvard μίλησε στον Νίκο Ερηνάκη από το Ινστιτούτο ΕΝΑ.

Facebook

Για τα χαρακτηριστικά και την αντιμετώπιση του νέου κορονοϊού (Covid-19), τις πανδημίες και την προέλευσή τους, τη σημασία των ισχυρών δημόσιων συστημάτων υγείας, τα μέτρα και τις δημόσιες πολιτικές στην Ελλάδα, καθώς και για τις ευπαθείς ομάδες και τον κίνδυνο κοινωνικού στιγματισμού, εν καιρώ υγειονομικής κρίσης, μίλησε στο Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ ο Καθηγητής Ογκολογίας & Γενετικής στην Ιατρική Σχολή του Harvard Όθων Ηλιόπουλος.

Στη συνέντευξη, που παραχώρησε στον Επιστημονικό Διευθυντή του ΕΝΑ Νίκο Ερηνάκη, ο κ. Ηλιόπουλος -ο οποίος είναι μέλος του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου του ΕΝΑ– μιλώντας σχετικά με την πανδημία Covid-19 υπογράμμισε ότι η ανθρωπότητα τα τελευταία χρόνια έχει αποτύχει στο να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά συνθήκες καταστροφών ή μεγάλων κοινωνικών πιέσεων (φυσικές καταστροφές, επιδημίες κ.ά.). «Αυτή η πανδημία που έχει προκύψει μάλλον θα μας δημιουργήσει ένα τόσο έντονο συναίσθημα, ώστε -ελπίζω- στο μέλλον να μπορέσουν να δρομολογηθούν κάποιες δομές προστασίας με πολύ καλύτερο τρόπο. Κάνουμε crash test (σ.σ. stress test) στις τράπεζες, δεν έχουμε κάνει ποτέ όμως crash test σε σύστημα υγείας» ανέφερε χαρακτηριστικά.

Προτεραιότητα η προστασία του πληθυσμού

«Ο λόγος που έχουμε παραμελήσει όλες αυτές τις προληπτικές προσπάθειες είναι ότι τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα με την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού και με την παγκοσμιοποίηση, έχουν προταχθεί και έχουν έρθει στο προσκήνιο άλλες προτεραιότητες, οι οποίες δεν έχουν να κάνουν με την κοινωνική προστασία» υπογράμμισε, για να προσθέσει: «Δεν υποφέρουμε όλοι το ίδιο με την πανδημία. Υπάρχουν σαφέστατα επιδημιολογικά στοιχεία, σύμφωνα με τα οποία, τα στρώματα χαμηλής οικονομικής στάθμης έχουν πολύ μεγαλύτερη θνητότητα».

Ο Καθηγητής της Ιατρικής Σχολής του Χάρβαρντ τόνισε ότι «ως κοινωνία θα πρέπει να αναδιατάξουμε τις προτεραιότητές μας προς την κατεύθυνση της προστασίας του πληθυσμού» και ευχήθηκε «αυτή η επώδυνη κρίση να μας οδηγήσει στην επανεξέταση, με πολλή προσοχή και ειλικρίνεια, του βαθμού πολιτικής προστασίας, καθώς και στην αποκατάσταση της αποτελεσματικότητας μηχανισμών και στη δημιουργία νέων».

Η αναγκαιότητα ενός ισχυρού δημόσιου συστήματος υγείας

«Χρειαζόμαστε ένα δημόσιο σύστημα υγείας» ανέφερε στη συνέχεια ο κ. Ηλιόπουλος επισημαίνοντας ότι ο μόνος τρόπος για τη διαχείριση μιας τέτοιας υγειονομικής κρίσης είναι ένα οργανωμένο δημόσιο σύστημα υγείας. «Ο κορονοϊός πρέπει να μας αφήσει μία μεγαλύτερη συμπάθεια, φροντίδα και τρυφερότητα γι’ αυτό που θέλαμε να “διαλύσουμε” τα προηγούμενα χρόνια, το δημόσιο σύστημα υγείας, το οποίο υποτίθεται ότι δεν ήταν αποτελεσματικό» είπε, σημειώνοντας ότι η ιδιωτική πρωτοβουλία -που δεν θα πρέπει παράγει ψευδώς ανάγκες με στόχο κέρδος, όπως σημείωσε- θα πρέπει να ενταχθεί και να εξυπηρετήσει το σχεδιασμό της Πολιτείας σε σχέση με τη Δημόσια Υγεία.

Ο κ. Ηλιόπουλος τάχθηκε υπέρ της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, λέγοντας ότι «η πρώτη βαθμίδα ενός δημόσιου συστήματος υγείας θα πρέπει να είναι η γεωγραφική και υπηρεσιακή κατανομή της χώρας σε συγκεκριμένες περιοχές και ένα εκτεταμένο πρωτοβάθμιο σύστημα υγείας». Συμπλήρωσε ότι «φεύγοντας από αυτή την κρίση θα πρέπει να ενισχύσουμε τη δημόσιο σύστημα υγείας, εξηγώντας ότι θα πρέπει να πρόκειται για ενίσχυση με χρήματα, με θέσεις εργασίας και βελτιστοποίηση των πόρων, μέσα από επιχειρησιακό σχεδιασμό.

Η θνητότητα του ιού συνδέεται με τα συστήματα υγείας & τις κοινωνικές ανισότητες

Ο κ. Ηλιόπουλος μίλησε για τη θνητότητα του κορωνοϊού συνδέοντάς την με σειρά παραγόντων, με το σύστημα υγείας να αποτελεί έναν σημαντικό εξ αυτών. «Όλοι μιλάμε για τη θνητότητα από τον ιό. Δεν καθορίζεται μόνο από τον ιό και μόνο από τον ασθενή, δηλαδή από το εάν έχει υποκείμενα προβλήματα υγείας. Συνδέεται και με άλλους παράγοντες, περιβαλλοντικούς, με τη δυνατότητα ενός συστήματος υγείας να απορροφήσει οξέα περιστατικά (κλίνες ΜΕΘ, αλλά και νοσηλευτές, ιατρικό δυναμικό το πώς είναι κατανεμημένα νοσοκομεία ώστε να διασφαλίζουν εύκολη πρόσβαση στα άτομα της περιφέρειας)» ανέφερε, συνδέοντας τη θνητότητα και με τη (χαμηλή) κοινωνικοοικονομική στάθμη, με μνεία στις περιθωριοποιημένες ομάδες και στους ανασφάλιστους πολίτες.

«Η Βόρεια Ιταλία ήταν μια περιοχή στην οποία είχαν υποδιπλασιαστεί οι γιατροί στο σύστημα υγείας και η κυβέρνηση Σαλβίνι είχε κόψει 50% τις παροχές στη δημόσια υγεία. Μια περιοχή στην οποία το δημόσιο σύστημα υγείας είχε αποδιαρθρωθεί και η παροχή υγείας βασιζόταν σε ιδιωτικές υπηρεσίες», οι οποίες δραστηριοποιούνταν κυρίως σε διαγνωστικές εξετάσεις και εγχειρήσεις, οι οποίες είναι πιο κερδοφόρες.

Πρόσθεσε, επίσης, ότι η υψηλού επιπέδου ατμοσφαιρική ρύπανση (με αναφορά στη Γουχάν τη Κίνας και στη Βόρεια Ιταλία) ενδεχομένως να συνδέεται με τη θνητότητα του κορωνοϊού.

«Η εμπειρία μέχρι τώρα υποδεικνύει την αναγκαιότητα του δημόσιου συστήματος υγείας και ελπίζω η Ευρώπη, βγαίνοντας από αυτήν την κρίση, να επαναπροσδιορίσει τη δημόσια υγεία ως στόχο μέσα σε αυτό το πλαίσιο μιας καινούριας ματιάς στις κοινωνικές παροχές» συμπέρανε.

Τα διαγνωστικά τεστ μονόδρομος για στοχευμένες επεμβάσεις πολιτικής

Μιλώντας για την Ελλάδα, ο Όθων Ηλιόπουλος ότι «δεν υποφέραμε πολύ από θύματα στη χώρα» χαρακτηρίζοντας ως σωστή την αρχική αντίδραση να περιορίσουμε τη μετακίνηση του πληθυσμού. «Ήταν όμως και μια επιλογή. Νομίζω ότι κάναμε επιλογή που διάλεξε η Ευρώπη. Τα κράτη της Ευρώπης, όμως, συνδύασαν αυτόν τον περιορισμό με ένα εκτεταμένο δίκτυο δοκιμασιών ελέγχου (τεστ) για τον ιό» διευκρίνισε στη συνέχεια.

«Παρά την επίταξη κάποιων ιδιωτικών Μονάδων Εντατικής Θεραπείας δε νομίζω ότι ανασκευάσαμε δραστικά την απορροφητική μας ικανότητα σε περιστατικά στο δημόσιο σύστημα υγείας» τόνισε. Επισήμανε ότι η ύπαρξη των τεστ (για εντοπισμό του ιού και αντισωμάτων) «είναι ο μόνος συνδυασμός που θα μας επιτρέψει, ανοίγοντας, να κάνουμε στοχευμένες επεμβάσεις επιδημιολογικής πολιτικής. Θα μπορούσαμε να είχαμε δώσει πολύ μεγαλύτερη βαρύτητα στο να έχουμε αυτά τα τεστ, είτε να τα έχουμε κατασκευάσει είτε να τα έχουμε εισάγει από το εξωτερικό. Η εναλλακτική τακτική θα ήταν να κάνουμε εκτεταμένους ελέγχους στον πληθυσμό που θα βοηθούσε να απομονώσουμε επιλεκτικά τους ανθρώπους που έχουν προσβληθεί και έχουν έρθει σε επαφή (σ.σ. με νοσούντες), γεγονός που θα μας επέτρεπε μία πολύ μεγαλύτερη κινητικότητα». Ο Καθηγητής της Ιατρικής Σχολής του Harvard ανέφερε ακόμη ότι «είχαμε ένα δημόσιο σύστημα υγείας το οποίο δεν είχε αποδιαρθρωθεί όπως σε άλλα κράτη», παρά τις ελλείψεις του και το ότι χρειάστηκαν προσλήψεις γιατρών και άνοιγμα θεραπευτικών μονάδων.

Οι παρανοήσεις για το ενδεχόμενο δεύτερου «κύματος»

«Η τραυματική εμπειρία από τον κορωνοϊό έχει ενισχυθεί από ένα συνδυασμό τρομολαγνείας, υπερβολικού φόβου και πιθανώς μίας εθνοψυχολογίας συνωμοσιών ή θυματοποίησης» σχολίασε. «Με ενοχλεί όταν μιλάμε για δεύτερο “κύμα”· ο κορονοϊός δεν είναι αναγκασμένος να συμπεριφερθεί όπως η ισπανική γρίπη. Η φυματίωση δεν είχε πρώτο και δεύτερο “κύμα”» ανέφερε, προσθέτοντας ότι η ιδέα του δεύτερου «κύματος» έχει ενισχυθεί από μια παραφιλολογία ότι δεν υπάρχει ανοσία – επισημαίνοντας τα επιστημονικά δεδομένα που διαψεύδουν το ενδεχόμενο επαναλοίμωξης από κορωνοϊό. Ταυτόχρονα, σημείωσε ότι δεν υπάρχουν επιστημονικά δεδομένα ότι ο ιός μεταλλάσσεται δραστικά και ταχύτατα, καθώς δεν αναμένονται δραστικές αλλαγές στο γενετικό υλικό του.

«Μπορεί να έχουμε αύξηση περιστατικών από τη στιγμή που επιτρέπουμε στον κόσμο να επανέλθει στον κοινωνικό και εργασιακό χώρο και ενδεχομένως αύξηση των θανάτων» προειδοποίησε. Ωστόσο, επισήμανε ότι «δεν έχουμε πλέον την αντοχή να μείνουμε στα σπίτια μας διότι αυτό έχει τεράστιες οικονομικές, κοινωνικές, ψυχολογικές επιπτώσεις». Έχουμε μπροστά μας δύο βασικές επιλογές, σύμφωνα με τον κ. Ηλιόπουλο: Πρώτον, να περιμένουμε πότε και εάν βγει το εμβόλιο, θέτοντας για τον επόμενο χρόνο τη δραστηριότητά μας υπό περιορισμό. Δεύτερον, την ανοσία του πληθυσμού, με σταδιακή απελευθέρωση της κινητικότητας και επαφών.

Το άνοιγμα να συνδεθεί με τη βελτίωση του επιδημιολογικού χάρτη της χώρας

Θα πρέπει να προσπαθήσουμε να κρατήσουμε τα κρούσματα σε χαμηλό επίπεδο με στοχευμένες επιδημιολογικές παρεμβάσεις, ανέφερε, κάνοντας λόγο για ευρείας κλίμακας δοκιμασίες ελέγχου για το ποιοι είναι φορείς του ιού με επιλεγμένα στρατηγικά επίπεδα (υγειονομικό προσωπικό, εργαζόμενοι σε χώρους μεγάλης πυκνότητας πληθυσμού όπως π.χ. αεροδρόμια). «Αντί οι αστυνομικοί να δίνουν κλήσεις για το εάν κάνει κάποιος βόλτα μερικά μέτρα παραπάνω ή αν μετακινείται στο εξοχικό του, θα προτιμούσα να έκαναν τεστ για την παρουσία του ιού, έτσι θα είχαμε έναν καλύτερο επιδημιολογικό χάρτη της χώρας».

Σύμφωνα με τον κ. Ηλιόπουλο, «δεν ξέρουμε πόσοι πολίτες έχουν αντισώματα αυτή τη στιγμή, δεν ξέρουμε ποιοι είναι οι κόμβοι αναπαραγωγής του ιού. Το άνοιγμα της κοινωνίας θα πρέπει να είναι άμεσα συνδεδεμένο με τη βελτίωση του επιδημιολογικού χάρτη της χώρας».

Ο κ. Ηλιόπουλος τόνισε ότι «οι αποφάσεις δε βασίζονται σε πολύπλοκα μοντέλα, αλλά σε κοινή λογική, αλλά θα πρέπει να υπάρχουν δεδομένα για να διαμορφώσουμε αυτή την πολιτική. Να ρίξουμε το βάρος μας στις διαδικασίες ελέγχου για ιό και αντισώματα» καλώντας το κυβερνητικό επιτελείο και το σύστημα υγείας να τα θέσουν ως προτεραιότητες.

Απαραίτητος ο επαναπροσδιορισμός της σχέσης του ανθρώπου με τη φύση

Σχετικά με την προέλευση ασθενειών όπως ο Covid-19, ο κ. Ηλιόπουλος, αρνούμενος τις συνωμοσιολογικές προσεγγίσεις, επισήμανε ότι «έχει αλλάξει η σχέση μας με τη φύση και νομίζω ότι ο κορονοϊός είναι μία ακόμη ένδειξη ότι πληρώνουμε τις συνέπειες». Και πρόσθεσε ότι «τα νομοσχέδια και οι νόμοι περιβαλλοντικής πολιτικής δεν είναι μία πολυτέλεια που αντιστρατεύεται την “ανάπτυξη” εάν αυτή μας φέρει στην επόμενη πανδημία. Είναι αναγκαίες παρεμβάσεις ώστε να μειώσουμε τις συνέπειες που θα πληρώσουμε από την παρέμβασή μας στη φύση. Έχουμε διαταράξει τη φύση καιρός να αποκαταστήσουμε την ισορροπία».

Οι ευπαθείς ομάδες ως κοινωνική επιλογή

Ο κ. Ηλιόπουλος υπογράμμισε ότι «οι ευπαθείς ομάδες αντανακλούν κοινωνικές επιλογές» τονίζοντας ότι «στα περιθώρια της κοινωνίας έχουμε ευπαθείς ομάδες είτε λέγονται φυλακές είτε προσφυγικοί καταυλισμοί είτε καταυλισμοί Ρομά. Δεν είναι υποδεέστερες μορφές ζωής και η κοινωνική επιλογή να έχουμε τις δομές αυτές δημιουργεί τις ευπαθείς ομάδες». Συνέχισε λέγοντας ότι «έχουμε μία παραπάνω ευθύνη να προφυλάξουμε τις ευπαθείς ομάδες αυτές, γιατί όπως και στη φύση, η ύπαρξή τους θα “εκδικηθεί” και την υπόλοιπη κοινωνία που δεν βρίσκεται στο περιθώριο». Για τους ηλικιωμένους ανθρώπους ανέφερε ότι μεγάλο κανάλι τροφοδοσίας του ιού και θνητότητας στο εξωτερικό ήταν η κοινωνική επιλογή των γηροκομείων. «Μέρος της προστασίας στην Ελλάδα είναι ότι η τρίτη ηλικία δε βρίσκεται τόσο στα γηροκομεία και σε οικισμούς όπου ζουν όλοι μαζί, αλλά μαζί με την οικογένεια» ανέφερε και κατέληξε: «Κάθε κοινωνική επιλογή που κάνουμε είτε σωφρονιστική είτε οργάνωσης της κοινωνίας μας είτε εκπαιδευτική έρχεται να συμβάλλει, να απαλύνει, να ενισχύσει την πανδημία αυτή».

Κοινωνικός στιγματισμός & αστυνόμευση του περίγυρου

«Φοβάμαι πολύ τον κοινωνικό στιγματισμό και την αλλοίωση που θα επέλθει στις διαπροσωπικές σχέσεις» τόνισε, κάνοντας λόγο για φαινόμενα συμπεριφοράς που βασίζονται σε συμβολισμό και όχι σε επιστημονικά δεδομένα. «Υπάρχει ενίσχυση της κοινωνικής “αστυνόμευσης” στον περίγυρό μας, προς τους ανθρώπους που φαίνεται ότι παρεμβαίνουν στο συμβολισμό της συμπεριφοράς («δε φοράω μάσκα ενώ βαδίζω μόνος μου στο δρόμο»). Αυτός ο φόβος δημιουργεί μία αταβιστική αντίδραση που προέρχεται από την ανάγκη της προσωπικής προστασίας, η οποία μπορεί να πάρει παράλογες διαστάσεις. Μπορεί να δημιουργήσει και πολιτικές αποφάσεις ή κοινωνικές συνθήκες άδικες και αρνητικές για συγκεκριμένες ομάδες ανθρώπων. Όσο παρατείνεται ο περιορισμός αυξάνεται σε ένταση και σε εκδήλωση» είπε ακόμη.

Τέλος, τόνισε ότι κίνδυνος είναι μεγάλος για συγκεκριμένες ομάδες (υπερήλικες και άνθρωποι με χρόνια νοσήματα) οι οποίες θα πρέπει να παραμείνουν προφυλαγμένες και στις συνθήκες της επανένταξης στην κοινωνία.

Ena Institute 

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΑΠΟ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
NEWS
Save