Κλείσιμο σε 10 δευτερόλεπτα..
Κλείσιμο
Κλείσιμο σε 10 δευτερόλεπτα..
Κλείσιμο

Ελληνική Oικονομία Mετά την Πανδημία: Πάλι, μια από τα ίδια;

Όπως και να τα πάμε σε άλλους τομείς, στην οικονομία φαίνεται να μένουμε στην ίδια τάξη. Πώς τα καταφέρνουμε έτσι και τι μπορούμε να κάνουμε για να σπάσουμε αυτό το μοτίβο; Του Ανδρέα Καρίτζη.

Μαρία Αντωνάτου, Money Bubbles

Η Ελλάδα τα πήγε σχετικά καλά μέσα στην πανδημία, περιορίζοντας την εξάπλωση του ιού. Αποφύγαμε τους πολλούς θανάτους και την υπερφόρτιση του δημόσιου συστήματος υγείας. Τώρα, στη μετά-την-καραντίνα εποχή, τώρα που το ερώτημα είναι τι κάνουμε με τις οικονομικές συνέπειες και πώς παίρνει μπροστά μια οικονομία μετά από ένα τέτοιο συμβάν, η Ελλάδα βρίσκεται αντιμέτωπη, για άλλη μια φορά, με μια ασφυκτική κατάσταση.

Σχεδόν όλες οι προβλέψεις συγκλίνουν ότι η ελληνική οικονομία θα πληγεί άσχημα από την οικονομική ύφεση λόγω πανδημίας. Η Ευρωπαϊκή επιτροπή προβλέπει ότι η Ελλάδα θα έχει τη μεγαλύτερη ύφεση στην Ε.Ε. (-9,7%) το 2020. Η δε ανάκαμψη το 2021 εκτιμάται ότι θα καλύψει το 50% (ΔΝΤ) ως το 80% (Ευρωπαϊκή Επιτροπή) των απωλειών του 2020.

Και αν αυτές οι προβλέψεις φαίνονται ζοφερές, ας έχουμε στο μυαλό μας ότι οι «υποθέσεις» στις οποίες βασίζονται είναι οι θετικότερες δυνατές. Οι ίδιες προβλέψεις κάνουν λόγο για ύφεση 3% με 3,5% του παγκόσμιου ΑΕΠ το 2020 και 7,4% του ΑΕΠ της Ε.Ε. Αυτές οι προβλέψεις δεν ενσωματώνουν μια σειρά από παραμέτρους, οι οποίες όμως κάθε άλλο παρά απίθανες είναι σε περιπτώσεις κρίσεων παγκόσμιας εμβέλειας όπως η πανδημία.

Για παράδειγμα, υποθέτουν ότι δεν θα υπάρξει δεύτερο κύμα της πανδημίας εντός του 2020. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο αναμένεται να διπλασιάσει τουλάχιστον την παγκόσμια ύφεση, ενώ η επέκταση της υγειονομικής κρίσης στο 2021 αναμένεται να έχει δραματικές επιπτώσεις. Αντί για ανάκαμψη το 2021 που θα μείωνε τις υφεσιακές πιέσεις του 2020, το παγκόσμιο ΑΕΠ θα συρρικνωθεί περαιτέρω, εντείνοντας τις πιέσεις σε δομικά στοιχεία της παγκοσμιοποίησης όπως τη γνωρίσαμε μέχρι σήμερα.

Τα προβλεπτικά μοντέλα δεν μπορούν να ενσωματώσουν τις συνέπειες που προκύπτουν από την αποδιάρθρωση των παγκόσμιων αλυσίδων αξίας και τις αλλαγές στην καταναλωτική συμπεριφορά μετά από τόσο ισχυρά σοκ όπως το lockdown σχεδόν όλων των οικονομιών του πλανήτη. Η μείωση της παραγωγικότητας, του ρίσκου και η τάση αποταμίευσης δημιουργούν επιπρόσθετους λόγους για ισχνή ανάκαμψη το επόμενο διάστημα.

Αυτά είναι κακά νέα για την Ελλάδα, καθώς η εξωστρέφεια από τη μια κι ο τουρισμός και η προσέλκυση επενδύσεων από την άλλη θεωρήθηκαν οι καταλληλότεροι άξονες για την ανάκαμψη μετά από τα μνημόνια. Τα παραπάνω προϋποθέτουν έντονη διεθνή εμπορική δραστηριότητα κι απρόσκοπτες μετακινήσεις, δύο παράμετροι που άλλαξε άρδην η πανδημία. Η αναμενόμενη αναθεώρηση ή κι εγκατάλειψη επενδυτικών σχεδίων και η προβλεπόμενη εξασθένιση της εξωτερικής ζήτησης καθιστούν σαφές ότι η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας δεν μπορεί να στηριχθεί πλέον κατά κύριο λόγο στην εξωστρέφεια και την προσέλκυση ανθρώπων και κεφαλαίων από το εξωτερικό.     

Η με κάθε τρόπο στήριξη της εγχώριας ζήτησης αποτελεί κρίσιμη προϋπόθεση για να ανασχεθούν οι υφεσιακές τάσεις σε πρώτο χρόνο και για να αναχαιτιστεί ένα ακόμη πλήγμα στον κοινωνικό ιστό μέσα από ένα νέο κύκλο κλεισίματος επιχειρήσεων, αύξησης της ανεργίας και πτώσης των εισοδημάτων. Όμως, οι παγιωμένες πολιτικές και το θεσμικό πλαίσιο σε ευρωπαϊκό επίπεδο δεν έχουν σχεδιαστεί για μια τόσο ισχυρή στήριξη της εγχώριας κατανάλωσης και την παροχή ρευστότητας σε μια περίοδο έντονων επισφαλειών σε όλους σχεδόν τους κλάδους της οικονομίας.        

Για να κάνουμε ταμείο: η εξωστρέφεια προς ένα εύρωστο διεθνές εμπορικό περιβάλλον δεν παίζει ως βασιλική οδός για την ανάκαμψη. Από την άλλη, λόγω του νεοφιλελεύθερου ζήλου των προηγούμενων δεκαετιών, δεν διαθέτουμε μηχανισμούς και εργαλεία για μια άμεση και γενναία στήριξη της εγχώριας παραγωγής και κατανάλωσης.

Συνεπώς, δύο είναι τα πεδία που θα κριθεί η τύχη της ελληνικής οικονομίας. Το ένα είναι η εξεύρεση εργαλείων και πόρων για την άμεση στήριξη της εγχώριας οικονομίας σε ένα περιβάλλον γενικευμένης ύφεσης ώστε να μην μας γονατίσουν οικονομικά οι άμεσες συνέπειες από το lockdown. Το δεύτερο είναι η διαμόρφωση ενός πιο μακροχρόνιου, ολοκληρωμένου σχεδιασμού για την οικονομική και παραγωγική αναδιάρθρωση προς την κατεύθυνση διαμόρφωσης μιας βιώσιμης και πιο ανθεκτικής οικονομίας ενόψει και του ενδεχόμενου νέων διεθνών κρίσεων.

Βιωσιμότητα και ανθεκτικότητα αποτελούν πλέον κρίσιμες παραμέτρους για το νέο σχέδιο για την ανάκαμψη μετά την πανδημία. Για παράδειγμα, μια νέα γενιά υποδομών και παραγωγικών μονάδων που έχουν συμπεριλάβει στον σχεδιασμό τους τις κλιματικές πιέσεις και απειλές θα βελτιώσει την ανθεκτικότητα της ελληνικής οικονομίας. Παραγωγικά κυκλώματα και αλυσίδες αξίας που εστιάζουν στις ενδογενείς ανάγκες και δυνατότητες και ενσωματώνουν την οικονομία στη χρήση των πόρων και την επαναχρησιμοποίηση θα αυξήσουν τη βιωσιμότητα της οικονομίας.

Οι παγιωμένες πολιτικές και το θεσμικό πλαίσιο σε ευρωπαϊκό επίπεδο δεν έχουν σχεδιαστεί για μια τόσο ισχυρή στήριξη της εγχώριας κατανάλωσης και την παροχή ρευστότητας σε μια περίοδο έντονων επισφαλειών σε όλους σχεδόν τους κλάδους της οικονομίας.

Για να τα καταφέρουμε με τα μικρότερα δυνατά παρατράγουδα – γιατί μεγάλη ανεργία, λιτότητα και οικονομική στασιμότητα σε ένα περιβάλλον περιορισμών και γενικότερης ανασφάλειας δημιουργούν ένα εκρηκτικό μίγμα – πρέπει οι πολίτες να νιώσουμε ότι το πολιτικό προσωπικό της χώρας έχει αντιληφθεί τη σοβαρότητα της κατάστασης. Τα ερωτήματα και οι προκλήσεις που προκύπτουν και στα δύο επίπεδα είναι μεγάλες. Η εξεύρεση λύσεων θα γίνεται αναγκαστικά εν πλω και σε πολύ δύσκολες συνθήκες.

Ας μην βιαστούμε να θεωρήσουμε ότι οι παραδοσιακές πολιτικές προσεγγίσεις μπορούν να δώσουν εύκολες και γρήγορες λύσεις. Επίσης, είναι πιο εύκολο να εντοπίζουμε την ανεπάρκεια των προτάσεων των άλλων. Όμως σήμερα δεν φτάνουν προτάσεις που απλά φαίνονται καλύτερες από των άλλων, αλλά χρειάζονται λύσεις που πραγματικά μπορούν να αναχαιτίσουν τις αρνητικές συνέπειες της αστάθειας που φαίνεται ότι θα επικρατεί για πολύ καιρό γύρω μας. Με άλλα λόγια, δεν αρκεί η σχετική (εν πολλοίς επικοινωνιακή) υπεροχή προγραμματικών θέσεων έναντι αυτών των πολιτικών αντιπάλων. Χρειαζόμαστε καλά σχεδιασμένες πολιτικές για την πραγματική επίλυση δύσκολων προβλημάτων.

Αυτή είναι τελικά η μεγαλύτερη πολιτική πρόκληση στη μετά την πανδημία εποχή.   

Ο Ανδρέας Καρίτζης είναι σύμβουλος επικοινωνίας και τεχνολογίας

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΑΠΟ ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΑ
NEWS
Save