Πρόσφατα οι
εκδόσεις Μεταίχμιο λάνσαραν μια σειρά βιβλίων γνωστών συγγραφέων με πετυχημένη πορεία στην ελληνική αγορά σε μικρό μέγεθος και μικρές τιμές, τα λεγόμενα «βιβλία τσέπης», γνωστά στο εξωτερικό, όπου κυκλοφορούν ευρέως εδώ και χρόνια σημειώνοντας μάλιστα υψηλές πωλήσεις. Από τις αρχές του 19
ου αιώνα εμφανίστηκαν κάποια δείγματα paperback εκδόσεων που στόχο είχαν ένα φθηνότερο βιβλίο (με μαλακό εξώφυλλο). Το 1931 ο γερμανικός εκδοτικός οίκος Albatross Books επεξεργάστηκε και διασκεύασε την εμφάνιση των paperback εκδόσεων. Το ξέσπασμα όμως του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου άφησε το πείραμα ανολοκλήρωτο. Το 1935 οι βρετανικές εκδόσεις Penguin υιοθέτησαν πολλές από τις καινοτομίες του Albatross Books, συμπεριλαμβάνοντας ένα διακριτό λογότυπο και χρωματιστά εξώφυλλα για κάθε είδος βιβλίου. Με αυτό τον νέο σχεδιασμό επανέκδωσαν δέκα τίτλους τους, τυπώνοντας ένα εκατομμύριο βιβλία. Το 1939 για πρώτη φορά στην Αμερική σχεδιάστηκαν και κυκλοφόρησαν paperback εκδόσεις σε σχήμα τσέπης από το Pocket Books του Simon & Schuster, ένα γεγονός που έφερε επανάσταση στην εκδοτική βιομηχανία.
Ο
Νώντας Παπαγεωργίου, επικεφαλής του εκδοτικού οίκου Μεταίχμιο, μας εξήγησε γιατί οι αναγνώστες φαίνονται πλέον ώριμοι να αποδεχτούν ό,τι γίνεται εδώ και χρόνια στο εξωτερικό:
«Πριν ένα περίπου μήνα κάναμε καμπάνια και είδαμε ότι συζητήθηκε θετικά από τα social media η πρωτοβουλία μας να κυκλοφορήσουμε βιβλία τσέπης. Πήραμε 10 μπεστ-σέλερ μυθιστορήματα, κυρίως αστυνομικά, αλλά και λογοτεχνικά ξένων και δύο Ελλήνων συγγραφέων: Jo Nesbo, Gillian Flynn, Patricia Highsmith, Pedro Juan Gutierrez, Ian Rankin, Arne Dahl, P. C. Cast & Kristin Cast, Πέτρος Τατσόπουλος, Χίλντα Παπαδημητρίου και τα βγάλαμε σε εκδόσεις pocket, σε πολύ φθηνή τιμή των 5.5 έως 6.6 ευρώ. Δώσαμε αρκετά βιβλία για να τα δει ο κόσμος και να μας πει τη γνώμη του. Λάβαμε ενθουσιώδη σχόλια και υπάρχει μεγάλη αναμονή για τα επόμενα που θα βγουν. Το ευέλικτο μέγεθος σε εκατοστά προδιαγραφών βιβλίου τσέπης άρεσε πάρα πολύ. Η γραμματοσειρά είναι ευανάγνωστη, το χαρτί ανθεκτικό, αλλά και ελαφρύ. Λείπουν τα μεγάλα περιθώρια γύρω από το κείμενο, χωρίς όμως η έλλειψη αυτή να αφαιρεί κάτι από τη γοητευτική πλοκή. Η σελίδα χωρίς να φαίνεται έχει σχεδόν την ίδια χωρητικότητα. Το φθινόπωρο θα βγάλουμε και νέα ομάδα, αλλά θέλουμε πρώτα να δούμε πώς θα πάνε αυτά για να δούμε τι είδους βιβλία προτιμάει το κοινό. Τα αστυνομικά; Τα λογοτεχνικά; Έχουμε πολλούς τίτλους που νομίζουμε ότι ταιριάζουν στο μέγεθος pocket».
O κ.Παπαγεωργίου εμβάθυνε ακόμα περισσότερο στην αλλαγή νοοτροπίας που έχουν επιφέρει οι νέες συνθήκες στην εκδοτική αγορά, αλλά και οι νέες συνήθειες του αναγνωστικού κοινού, οι οποίες θα μπορέσουν μελλοντικά να στηρίξουν την προσπάθεια για τα βιβλία τσέπης:
«Πιστεύω ότι θα ακολουθήσουν και άλλοι εκδότες αν το ζητάει η αγορά. Μακάρι να επιβεβαιωθεί ότι είναι σωστή αυτή η εκτίμηση και να αναπτυχθεί ως τάση γιατί είναι κρίμα να αγοράζουν οι άνθρωποι βιβλία σε πολύ υψηλή τιμή. Διότι υπήρχε πάντα η λογική στην Ελλάδα ότι το βιβλίο είναι ένα αντικείμενο που δεν πρέπει να το πειράζουμε, πρέπει να το έχουμε στο σαλόνι και ιδανικά να ταιριάζει με το χρώμα του ξύλου. Όμως, το βιβλίο είναι για να το διαβάζουμε, μετά να το χαρίζουμε και να έχει πάνω του τα ίχνη της χρήσης. Επίσης, το αγαπημένο μας βιβλίο μπορεί να μας ακολουθήσει παντού: στο μετρό, στο λεωφορείο, στο αεροπλάνο, στο τρένο, στο πλοίο, στην παραλία, στον δρόμο. Τώρα που είναι πιο ώριμες οι συνθήκες και οι νέοι άνθρωποι έχουν εξοικιωθεί με τις ξένες, κυρίως αγγλικές, pocket εκδόσεις, μπορούν να εκτιμήσουν κάτι τέτοιο. Για παράδειγμα, πριν την κρίση δεν ήταν κριτήριο η τιμή στην αγορά του βιβλίου. Έδινε κάποιος 15 ευρώ για να έχει ένα μεγάλο βιβλίο. Θυμάμαι που είχαμε κάνει κάτι παρόμοιο στο παρελθόν με κάπως διαφορετικό φορμάτ. Είχαμε ένα βιβλίο του Μάνου Ελευθερίου και στην κανονική τιμή με 18 ευρώ και σε έκδοση μικρή με 6 ευρώ. Ο κόσμος προτιμούσε εκείνο με τα 18 ευρώ ενώ ήταν το ίδιο. Θεωρούσε το φθηνό βιβλίο ευτελές, δεν το αξίωνε. Είχε όμως και τα χρήματα να αγοράσει το ακριβό, δεν πιεζόταν οικονομικά όπως τώρα. Ο φίλος του βιβλίου θα προτιμήσει να αγοράσει 2-3 βιβλία, φθηνότερα και σε μικρότερο μέγεθος. Αν υπάρξει μια τέτοια συνολική ανταπόκριση θα ενθαρρύνει και μας και άλλους εκδότες να συνεχίσουν την κυκλοφορία των βιβλίων τσέπης.»
Με γουστόζικο τρόπο η
Χίλντα Παπαδημητρίου διαφημίζει με κείμενό της τα βολικά και ελκυστικά βιβλία τσέπης του εκδοτικού οίκου, βάζοντας τον ήρωά της Χάρη Νικολόπουλο να τα περιεργάζεται νοερά, έχοντας ξεχωρίσει το σχήμα τους πάνω σε κάποιο τραπέζι, αρκετά μακριά από τη θέση που κάθεται στο καφέ: «Τι καινούργιο γκάτζετ είναι τούτο! απόρησε ο Χάρης,ο οποίος συχνά ένιωθε τεχνολογικά παλαιολιθικός. Από τις διαστάσεις του, αυτό το πράγμα δεν δείχνει για cd ούτε για μικρό tablet. Λες να είναι κανένα κινητό υψηλής τεχνολογίας, απ’ αυτά που σου φτιάχνουν καφέ και σου τον σερβίρουν με κουλουράκια; Ή μήπως είναι μηχανή ανάγνωσης, σαν αυτά τα kindle; Ό,τι κι αν είναι, θέλω κι εγώ ένα τέτοιο!»
Ο
Πέτρος Τατσόπουλος τονίζει με τη σειρά του ότι το βιβλίο τσέπης είναι η χαρά κάθε βιβλιοφάγου: «Το προνόμιο να κυκλοφορώ μ’ ένα βιβλίο στην κωλότσεπη δεν ήταν μονάχα μια βολική και φτηνή λύση – για ανθρώπους σαν κι εμένα που δεν θεωρούν καμία ώρα ακατάλληλη για να διαβάσουν. Ένιωθα ταυτόχρονα πως είχα στην κατοχή μου ένα μυστικό όπλο. Όχι, δεν υπήρχε περίπτωση να βαρεθώ ή να μιζεριάσω. Ακόμα και στη μέση ενός πάρτι που πήγε στραβά ή μιας διαδρομής που τράβηξε δυσάρεστα σε μάκρος, εγώ θα έβγαζα από την κωλότσεπη το μυστικό μου όπλο, θα φορούσα το σκάφανδρο και θα βυθιζόμουν σε άλλους κόσμους, εκεί όπου δεν υφίσταται πλήξη, ο χρόνος κυλάει ανεπαίσθητα και το μοναδικό σου άγχος συνδέεται με τις σελίδες που λιγοστεύουν. Εκεί όπου δεν θέλεις το ταξίδι να τελειώσει».
Περισσότερες πληροφορίες εδώ.