«Αν ξεκινήσεις δηλώνοντας “καλησπέρα σας, είμαστε ένας νέος εκδοτικός οίκος που θα βγάλει πρώτο του τίτλο ένα κείμενο του Επίκτητου”, δεν είμαι πολύ σίγουρη για το αποτέλεσμα». Έχει περάσει ένας μήνας από την ημέρα που η Ελευθερία εγκαταστάθηκε στα ράφια των βιβλιοπωλείων και η Μαριλένα Καραμολέγκου, στην οποία ανήκει η προηγούμενη πρόταση, μπορεί να είναι σίγουρη ότι τα 1000 αντίτυπα της α’ έκδοσης εξαντλήθηκαν σε χρόνο ρεκόρ, η δεύτερη ήδη κυκλοφορεί, ενώ το βιβλίο έχει βρεθεί και στην κορυφή σε λίστες με ευπώλητα από αυτές που δημοσιεύουν οι κυριακάτικες εφημερίδες κι ακόμα κι αν είναι αποσπασματικές, σίγουρα λειτουργούν ενθαρρυντικά για εγχειρήματα σαν το Δώμα.
«Το Δώμα έχει φιλοδοξίες. Αρκετές θα λέγαμε. Κυριότερη φιλοδοξία του όμως είναι να απευθυνθεί σε μια γενιά Ελλήνων, τη νεότερη γενιά, η οποία θα θελήσει να βελτιώσει το μορφωτικό της επίπεδο από προσωπική της ανάγκη και όχι από εξωτερική παρότρυνση. Μ’ αυτονομία και μ’ απαιτήσεις. Αυτή η γενιά, πιστεύουμε, θα διεκδικήσει πνευματικά προϊόντα υψηλού επιπέδου, χωρίς να διστάζει να ομολογήσει τις πνευματικές της ελλείψεις. Και όσα θα διεκδικήσει θα θελήσει να της δοθούν με τρόπο ειλικρινή και ανεπιτήδευτο. Θα διεκδικήσει ποιότητα χωρίς σοβαροφάνεια. Σε αυτή την ομάδα ανθρώπων απευθυνόμαστε πρωτίστως και σε αυτή την απαίτηση θέλουμε να ανταποκριθούμε. Δίχως τίποτα περιττό, τίποτα στολισμένο. Μία καταστατική δωρικότητα τόσο σε επίπεδο περιεχομένου όσο και σε επίπεδο αισθητικής είναι η βασική αρχή του Δώματος».
Αυτή είναι η περιγραφή αποστολής του νέου αθηναϊκού εκδοτικού οίκου που στήθηκε, κυριολεκτικά, σε ένα δώμα 18 τετραγωνικών που βρίσκεται μια ανηφόρα μακριά από το Α’ Νεκροταφείο και διαθέτει μια υπέροχη αθηναϊκή θέα . Η Μαριλένα Καραμολέγκου είχε μακρά θητεία στο δημιουργικό μεγάλων διαφημιστικών εταιρειών μέχρι να αποφασίσει να αλλάξει πορεία και να εργαστεί στις στιβαρές Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης. Εκεί βρήκε στη θέση του αναπληρωτή διευθυντή τον Θάνο Σαμαρτζή, το μυαλό πίσω από τον εξαιρετικά ενδιαφέροντα και πλουραλιστικό κατάλογο που παρουσίασαν οι ΠΕΚ τα τελευταία χρόνια.
Αποφάσισαν να κάνουν το επόμενο βήμα μόνοι τους. Έχοντας τον πλήρη έλεγχο του εκδοτικού προγράμματος, της παραγωγικής διαδικασίας, του μείγματος μάρκετινγκ, των πάντων. Και φυσικά την πλήρη ευθύνη. Όχι ασυνήθιστη ιστορία τα χρόνια της κρίσης. Σίγουρα όχι συνηθισμένη, όμως, στον πολύπαθο χώρο του βιβλίου. «“Γιατί τώρα;”, μας λένε όσοι άκουσαν πως ξεκινήσαμε μέσα σε αυτή τη συγκυρία της Αθήνας του 2017. Μα τώρα ζούμε! Μετά θα είναι πολύ αργά… Όταν ξεκινάς ένα νέο εκδοτικό οίκο, οι αντιδράσεις μπορεί να ποικίλουν. Από τρόμο μέχρι συμπάθεια, συνοδευόμενη από μια ελαφρά δόση οίκτου, από αδιαφορία μέχρι σαρκασμό, το “πού πάτε να μπλέξετε” ήταν η πιο λάιτ εκδοχή των αντιδράσεων. Μερικές φορές αισθανόμασταν αποκαρδιωτική την παραίτηση των ανθρώπων – “αν κάτι είναι δύσκολο, άστο καλύτερα”», για όσους ξέρουν την εσωτερική δύναμη με την οποία η Μαριλένα Καραμολέγκου έχει αντιμετωπίσει σοβαρότερα ζητήματα, αυτή δεν είναι παρά μια τυπική απάντησή της.
Δύο άνθρωποι, λοιπόν, ένας σκύλος και η Αθήνα στο πιάτο. Μοιάζει με το ιδανικό σενάριο για start-up sitcom, αλλά η καθημερινότητα προσγειώνει. Έχει γραφειοκρατία, δημόσιες υπηρεσίες, χονδρέμπορες, προμηθευτές, μεσάζοντες, κάθε λογής μικρά ή μεγάλα ζητήματα που παρουσιάζονται καθημερινά. «Το όραμα βάζει στη θέση τους όσα είναι δευτερεύοντα. Αρκεί να το πιστεύεις αυτό. Ο αγώνας δεν κερδίζεται αν δεν έχεις την ελευθερία να επιθυμήσεις με την ψυχή σου τη νίκη, χωρίς να κρύβεις απ’ τον εαυτό σου το κόστος μιας πιθανής αποτυχίας».
Ο Επίκτητος ήταν σκλάβος. Όταν κέρδισε την ελευθερία του, έχοντας ήδη παρακολουθήσει μαθήματα φιλοσοφίας, πήγε διωγμένος από τη Ρώμη στη Νικόπολη της Πρέβεζας και γύρω στο 100 μ.Χ. ίδρυσε σχολή φιλοσοφίας. Παρότι δεν έγραψε ποτέ τίποτα, όπως άλλωστε ο Σωκράτης, θεωρείται θεμελιωτής της στωικής φιλοσοφίας. Η βασική του αρχή συμπυκνώνεται στη φράση «ανέχου και απέχου» («να έχεις υπομονή και αντοχή») και υπάρχουν διάφορα ανέκδοτα περιστατικά από τον βίο του που φαίνεται να την απηχούν. Το έργο του καταγράφηκε και διασώθηκε από τον μαθητή του Αρριανό.
Πώς έφτασε, σχεδόν 2000 χρόνια μετά, να είναι το πρώτο «βιβλίο στην Αθήνα» των εκδόσεων Δώμα; «Τυχαία! Πέσαμε πάνω του χωρίς να το περιμένουμε και βγήκε πρώτο, κόντρα στους αρχικούς σχεδιασμούς μας. Είναι ένα εξαιρετικό, ένα σπάνιο κείμενο, και ταίριαζε απόλυτα στην εκδοτική μας λογική. Δεν κρύβουμε όμως πως ο τίτλος του ήρθε και κούμπωσε υπέροχα συμβολικά ως έναρξη σε ένα νέο προσωπικό εγχείρημα». Στις διάφορες συνεντεύξεις-παρουσιάσεις της παρθενικής τους έκδοσης στέκονται ιδιαίτερα στην «επικαιρότητα» του βιβλίου, στο πώς μπορεί να λειτουργήσει ως εφόδιο για να αντιληφθεί κανείς, ας πούμε, τις διαπροσωπικές σχέσεις στην ψηφιακή εποχή.Τους ζητάω να συνοψίσουν σε μια φράση ή σε ένα απόσπασμα τη σημασία που μπορεί να έχει να διαβάσει κανείς σήμερα την Ελευθερία.
«Ο καθένας πουλά τον εαυτό του σ’ άλλη τιμή» (σελ. 85). Αυτό μας φαίνεται κάπως επίκαιρο.
Η πρώτη σειρά του Δώματος ονομάζεται «ΤΑ ΣΤΟΙΧΕΙΩΔΗ». Περιλαμβάνει «τα απολύτως βασικά αναγνώσματα ―σύμφωνα με τη γνώμη μας― του ανθρώπου που διεκδικεί μια πλουσιότερη κατανόηση της ζωής του και του κόσμου γύρω του. Σε αυτή τη σειρά ο αναγνώστης θα βρει φιλοσοφία χτισμένη γύρω από ένα βασικό ερώτημα: τι κάνει μια ζωή ν’ αξίζει να τη ζήσεις. Από το 2018 θα διευρύνουμε τη θεματολογία μας και θα πάμε σε θέματα τεχνολογίας, περιβάλλοντος, πολιτικής, οικονομίας κ.α. Η παραγωγή μας θα είναι σταθερή, δυναμική και θα προσπαθήσουμε να διατηρήσει το στοιχείο της έκπληξης τόσο στην επιλογή των κειμένων όσο και στην προσέγγιση».
Κι εδώ ερχόμαστε στο πιο ενδιαφέρον στοιχείο αυτών των νέων αθηναϊκών εκδόσεων. Μια διαφορετική προσέγγιση πάνω στα φιλοσοφικά κείμενα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας που θα τα κάνει να μην προκαλούν ούτε τρόμο από την χωροχρονική απόσταση, αλλά ούτε και χασμουρητά από τη βαρεμάρα. «Δεν θεωρούμε πως απευθυνόμαστε σε ένα niche κοινό, όσο περίεργο κι αν ακούγεται. Η Ελευθερία του Επίκτητου διαβάζεται με ευκολία τόσο από έναν ακαδημαϊκό, όσο και από κάποιον που δεν έχει ξαναδιαβάσει φιλοσοφία ποτέ του. Η μετάφραση στοχεύει ακριβώς σε αυτό. Να αναδείξει το πόσο προσιτά είναι στην ουσία τους αυτά τα κείμενα αν τα κοιτάξεις με ειλικρίνεια και ανοιχτή καρδιά. Υψηλό περιεχόμενο, πλήρως κατανοητό. Υπάρχει συνήθως η ιδέα πως για να διαβάσεις αυτά τα κείμενα πρέπει πρώτα να είσαι μορφωμένος. Στο Δώμα πιστεύουμε, αντίθετα, πως μορφωμένος γίνεσαι διαβάζοντας τα κείμενα αυτά».
Τι σημαίνει «μετάφραση σε απλή γλώσσα»; Απάντά ο Θάνος Σαμαρτζής που υπογράφει και την αντίστοιχη στην Ελευθερία. «Μετάφραση σε απλή γλώσσα από μόνο του δεν σημαίνει πολλά. Γίνεται ζητούμενο εφόσον το πρωτότυπο είναι γραμμένο σε απλή γλώσσα. Αν το πρωτότυπο είναι γραμμένο απλά κι εσύ το μεταφράσεις εξεζητημένα, το 'χεις προδώσει. Από κει και πέρα η γενική υφολογική μας γραμμή εκφράζει μια θεμελιωδέστερη άποψη: ανάμεσα σε δυο λέξεις ή εκφράσεις, αν η μια είναι πιο πεζή κι η άλλη πιο υψιπετής, εμείς θα προτιμήσουμε σχεδόν πάντα την πιο πεζή. Αυτό κάνει τα κείμενα να πατάνε καλύτερα στα πόδια τους. Σε μια χώρα αποβλακωμένη από την αισθηματολογία και την πολλή “ατμόσφαιρα”, η πεζότητα και η εκφραστική ξηρότητα έχει κατά τη γνώμη μας αναζωογονητικό αποτέλεσμα.
Αυτό που θέλουμε σε κάθε περίπτωση να διευκρινίσουμε είναι ότι σκοπός μας δεν είναι να μεταφράσουμε “απλά”, αλλά να μεταφράσουμε σωστά. Και για να μεταφράσεις σωστά, πρέπει πρώτα απ’ όλα να καταλαβαίνεις με σιγουριά τι λέει το πρωτότυπο. Αν έχεις αυτή την εσωτερική ασφάλεια ότι ξέρεις τι λέει το κείμενο, τότε κατά κανόνα θα μπορέσεις να εκφραστείς με απλότητα. Η εκζήτηση κι η μπερδεψούρα προκύπτουν συνήθως εξαιτίας της αμφιθυμίας του μεταφραστή όσον αφορά το τι ακριβώς εννοεί το κείμενο. Τη δική του αμφιθυμία προβάλλει στο μεταφραζόμενο».
Υπάρχει ψωμί εδώ, έδαφος για μεγάλη συζήτηση. Οι δύο εκδότες του Δώματος βρίσκονται στη μέση της τέταρτης δεκαετίας της ζωής τους, ανήκουν σε μια γενιά που έχει μια πλήρως συμπλεγματική (μη) σχέση με την αρχαία ελληνική γραμματεία, με την αρχαιότητα γενικότερα. Ποστάρει με μια αμήχανη υπερηφάνεια φιλτραρισμένη την Ακρόπολη στο Instagram, μπορεί να «διεκδικεί» και τα Ελγίνεια, διεκτραγωδεί την αρχαιοελληνική πολιτιστική υπεροχή έναντι των «ξένων» και, άθελα, παραχωρεί το «δικαίωμα χρήσης» της σε συνήθεις ύποπτους εθνικιστές, υπερπατριώτες, φασίστες κτλ.
«Απ’ όλους τους λαούς της Ευρώπης, οι Έλληνες ίσως να έχουν τη φτωχότερη σχέση με την αρχαιότητα. Υπάρχει ένας τοίχος που εμποδίζει την ψυχική επαφή, κι ο τοίχος αυτός είναι η νεοελληνική παιδεία. Οι Έλληνες τη σέβονται την αρχαιότητα, αλλά δεν την αγαπούν. Δεν την αγαπούν, αλλά ούτε και την αντιπαθούν. Δεν έχουν κανένα γνήσιο συναίσθημα απέναντί της. Η αρχαιότητα βρίσκεται γι’ αυτούς σε μια μυστική ζώνη, απρόσιτη, ιερή, δηλαδή τελικά αδιάφορη.
Το Δώμα θέλει να σπάσει αυτό το πέπλο της ιερότητας και να αναδείξει τα κείμενα όπως αυτά πραγματικά είναι, τουλάχιστον κατά τη γνώμη μας: απλά, φωτεινά, ξεκάθαρα, ζωηρά, παιχνιδιάρικα. Θέλουμε να αποβάλουμε τα διάφορα παραφερνάλια, τα ανόητα αυτά τσουμπλέκια που συνήθως συνοδεύουνε τ’ αρχαία κείμενα, και τα τοποθετούν τελικά σ’ ένα καθεστώς απομόνωσης, και να τα δείξουμε με τρόπο όσο το δυνατό πιο ευθύ κι απέριττο.
Το πρόβλημα με την αρχαιότητα κατά βάση γεννιέται από μια αίσθηση υποχρέωσης κι ευγνωμοσύνης που θεωρούμε ότι έχουμε απέναντί της, επειδή είμαστε Έλληνες. Θεωρούμε ότι η αρχαιότητα μάς δίνει κύρος και μας καθιστά αξιοσέβαστους σαν λαό. Κι αυτό δημιουργεί μια αίσθηση χρέους, ότι δηλαδή οφείλουμε να την αγαπήσουμε. Όμως η αγάπη δεν γεννιέται από υποχρέωση. Κι επειδή το ξέρουμε ότι δεν την αγαπάμε, μολονότι θα έπρεπε, αισθανόμαστε τελικά ντροπή. Η στάση των Ελλήνων απέναντι στην αρχαιότητα είναι μια στάση δουλική. Θα ήταν απελευθερωτικό, ωστόσο, να συνειδητοποιήσουμε ότι, ευτυχώς, η αρχαιότητα δεν μας χρειάζεται, ότι δεν μας έχει ανάγκη».
- η Ιλιάδα
- η Οδύσσεια
- ο Θουκυδίδης
- ο Αίσωπος
- οποιοσδήποτε από τους πρώιμους διαλόγους του Πλάτωνα.
Στο Δώμα είναι, μοιραία, όλα χειροποίητα. Από τον σχεδιασμό των εξωφύλλων και την αισθητική πρόταση ως την επικοινωνία και την προώθηση. Το εξώφυλλο της α’ έκδοσης είναι έργο του εικαστικού Γιώργου Μακρή που τύπωσε σε 10 μέρες, 1.000 αντίτυπα, ένα-ένα στο χέρι, μέσα σε ένα μικρό ατελιέ στα Εξάρχεια. Όλα αριθμημένα, εξαντλήθηκαν σε 15 μέρες! Και η β΄ έκδοση, έγινε ανάγλυφη με θερμοτυπία για να μπορεί και πάλι να έχει λευκό μελάνι ― χρώμα που δεν τυπώνεται με το συνηθισμένο offset τρόπο. «Δε θέλουμε να κάνουμε εξεζητημένες εκδόσεις, ακριβώς το αντίθετο. Η αισθητική πρόταση δε γίνεται για να καταλήξει το βιβλίο σε μία βιτρίνα ως συλλεκτικό αντικείμενο. Τα βιβλία μας φτιάχνονται με φροντίδα αλλά και με ανεμελιά. Εμείς παίζουμε, φτιάχνοντας τα βιβλία μας. Το διασκεδάζουμε δηλαδή. Και δεν αποκλείουμε κανέναν. Ούτε αυτόν που θα τα διαβάσει και θα τσακίσει τις σελίδες τους, ούτε εκείνον που θα τα φυλάξει προσεγμένα για τη συλλογή του».
Υπάρχει συνήθως η ιδέα πως για να διαβάσεις αυτά τα κείμενα πρέπει πρώτα να είσαι μορφωμένος. Στο Δώμα πιστεύουμε, αντίθετα, πως μορφωμένος γίνεσαι διαβάζοντας τα κείμενα αυτά».
Το Δώμα το γνωρίσαμε μέσα από μια σελίδα στο Facebook που πια αριθμεί σχεδόν 6500 μέλη μέσα μόλις 3-4 μήνες. Χωρίς βαρύγδουπες ανακοινώσεις, αλλά με μερικά βίντεο και αποσπάσματα που λειτούργησαν ως teasers παρουσιάζοντας κατά το δυνατόν τη συνολική φιλοσοφία του εγχειρήματος. Το αποτέλεσμα αυτής της «καμπάνιας» δικαίωσε απόλυτα το, αρχικά αινιγματικό, χαμηλό προφίλ της. «Αποφασίσαμε να παρουσιάσουμε πώς δημιουργείς έναν εκδοτικό οίκο από το μηδέν και στη συνέχεια να επιτρέψουμε στον κόσμο να γνωρίσει περιεχόμενο από τον πρώτο τίτλο, πριν του αποκαλύψουμε περισσότερα, και μόνο στο τέλος της διαδρομής κάναμε τα αποκαλυπτήρια του συγγραφέα. Αποφασίσαμε δηλαδή να δώσουμε στον αναγνώστη τη δυνατότητα να διαβάσει περιεχόμενο ελεύθερα, απαλλαγμένος από το “βάρος” που δημιουργεί το άκουσμα του ονόματος ενός αρχαίου. Είναι αξιοσημείωτο πως τα μηνύματα που δεχόμασταν συνήθως ζητούσαν πληροφορίες για τα αποσπάσματα θεωρώντας πως πρόκειται για ένα βιβλίο που έχει γραφτεί σήμερα.
Και πάνω από όλα μιλήσαμε με ειλικρίνεια. Είναι ξεκάθαρο πως ο κόσμος πλέον χρειάζεται αληθινές ιστορίες. Ιστορίες στις οποίες μπορεί να πάρει μέρος, ιστορίες με τις οποίες μπορεί να ταυτιστεί ή να εμπνευστεί».
Με τον Επίκτητο να αναδεικνύεται ως το εκδοτικό success story του καλοκαιριού του 2017, στο Δώμα ετοιμάζουν την επόμενη κυκλοφορία για τον Σεπτέμβριο, έχουν προγραμματίσει τις επόμενες (σε μια αναλογία περίπου ένα βιβλίο κάθε μήνα), αλλά τα χείλη τους είναι σφραγισμένα όταν ζητάμε ανακοινώσεις. Το εύρος πάντως θα είναι μεγάλο, τέτοιο ώστε να χωράει από τον Πλάτωνα ως τον Τολστόι...