
Η ιστορία των πολιτικών εξεγέρσεων, των αναταράξεων, της αντίστασης και των βίαιων καταστολών της -στο πέρασμα του χρόνου- βρίθει από περιπτώσεις που προκαλούν ακραία συναισθήματα, τα οποία εκτείνονται από το δέος και τον φόβο, μέχρι τον θαυμασμό. Και, βέβαια, μία εξέγερση δεν είναι μόνο μια κίνηση αντίστασης, αλλά και μία πράξη διάχυτη από συμβολισμούς, ένα ιστορικό παράδειγμα που αποτελεί μόνιμη πηγή έμπνευσης.
Όπως όταν πριν από δύο χιλιάδες χρόνια, εξεγέρθηκαν οι καταπιεσμένοι δούλοι υπό την ηγεσία του Σπάρτακου. Το μεγαλείο και η ευημερία της Ρώμης στηρίζονταν στην εργασία των δούλων ή των ελευθέρων που είχαν περιέλθει στη φτώχεια. Και οι δούλοι πάλευαν ενάντια σε μια διάρθρωση της κοινωνίας που είχε μετατρέψει την ελευθερία σε προνόμιο των ιδιοκτητών τους. Ήταν μία από τις πιο ισχυρές εξεγέρσεις της ιστορίας. Πάνω απ' όλα, όμως, με αυτήν την εξέγερση οι δούλοι έγιναν ένα σύμβολο του αγώνα των κάθε λογής καταπιεσμένων.
Όταν εκδόθηκε το 1930 το περίφημο έργο του Ισπανού διανοητή Χοσέ Ορτέγα ι Γκασέτ (1883-1955) «Η εξέγερση των μαζών», η μελέτη των εξεγέρσεων θα εκλεπτυνόταν εξαιρετικά. Κατ' εξοχήν φιλόσοφος της εποχής του δημιούργησε ένα έργο που διαρθρώνεται στη βάση μιας μεγαλοφυούς σύλληψης: ότι τελείωσε η πρωτοκαθεδρία των ελίτ! Και παρατήρησε πως το σημαντικότερο γεγονός της σύγχρονης εποχής είναι η εξέγερση των μαζών. Η έλευση, δηλαδή, στο προσκήνιο όλου εκείνου του πλήθους που μέχρι τότε ήταν κρυμμένο στο βάθος της ιστορικής σκηνής.
Ο συγγραφέας σκιαγραφεί τον μέσο άνθρωπο που χωρίς σκοπό, παρασύρεται απλώς από το ρεύμα. Υπάρχουν, ωστόσο, οι φωτισμένες μειοψηφίες, οι εκλεκτοί που ενεργούν από δράση και όχι από απλή αντίδραση και οι οποίοι εκπέμπουν ένα μήνυμα αισιοδοξίας: ολοένα και περισσότερες συνειδήσεις -λέει ο Ορτέγα ι Γκασέτ- αφυπνίζονται από τον λήθαργο της αδιαφορίας.
Η υπόθεση Ν'Γκούστρο
Μετάφραση: Σταύρος Παπασταύρου
Εκδόσεις: Άγρα
Σελίδες: 280
Αναμφίβολα, μία τεράστιας ιστορικής και συμβολικής σημασίας μαζική εξέγερση ήταν εκείνη που ξέσπασε τον Μάη του '68 στη Γαλλία. Τα γεγονότα ξεκίνησαν από κινητοποιήσεις των Γάλλων φοιτητών, επεκτάθηκαν με γενική απεργία των εργατών και τελικά οδήγησαν σε πολιτική και κοινωνική κρίση, που άρχισε να παίρνει διαστάσεις επανάστασης και οδήγησε στη διάλυση της Γαλλικής Εθνοσυνέλευσης και την προκήρυξη εκλογών από τον τότε πρόεδρο Σαρλ Ντε Γκωλ.
Δεν είναι λίγοι οι φιλόσοφοι και ιστορικοί που έχουν υποστηρίξει ότι η σπουδαιότητα της εξέγερσης ήταν τέτοια, επειδή ήταν μια παλλαϊκή εξέγερση - άνευ φυλετικών, πολιτιστικών, ηλικιακών και κοινωνικών διακρίσεων. Εάν η εξέγερση του Μάη του ’68 στο Παρίσι συμβολίζει τη λαϊκή επαναστατική διάθεση μιας ολόκληρης εποχής, που ξεκινάει με τους αγώνες κατά της αποικιοκρατίας, τα κινήματα για πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα, τις αντιπολεμικές διαδηλώσεις, τότε ένα είναι βέβαιο: ότι όχι μόνο άσκησε τεράστια επίδραση σε παγκόσμια κλίμακα, αλλά άφησε το αποτύπωμά του στις εξελίξεις που δρομολογήθηκαν και διαπότισε το συλλογικό υποσυνείδητο με την ιδέα της επαναστατικότητας – κάτι που θα περνούσε και στους επιγόνους της πύρινης δεκαετίας του '70.
Το μυθιστόρημα του Ζαν-Πατρίκ Μανσέτ «Η υπόθεση Ν'Γκούστρο» είναι ό,τι πιο απαισιόδοξο έγραψε ο δημιουργός του neopolar, Ζαν-Πατρίκ Μανσέτ. Απογοητευμένος από τις πολιτικές εξελίξεις που ακολούθησαν τον Μάη του ’68, ενδιαφέρεται κυρίως να ρίξει φως στην πραγματικότητα της Πέμπτης Δημοκρατίας του Ντε Γκωλ – στην τεχνοκρατική της απανθρωπιά, στον εμπορευματικό της φετιχισμό, στην υπόγεια βία της, όπως σημειώνει ο συγγραφέας.
Κεντρικός χαρακτήρας του μυθιστορήματος είναι ο κακός, αυθάδης, αφελής, περιστασιακά σαδιστής, τυχοδιώκτης, νεαρός Ανρί Μπυτρόν, ο οποίος ηχογραφεί την ιστορία της ζωής του σε μαγνητοταινία προτού τον βρει ο θάνατος: ένας θάνατος που χαρακτηρίζεται ως αυτοκτονία από τους δολοφόνους του Γάλλους μυστικούς πράκτορες, που αναγκαστικά αποσιωπούν το ρόλο τους -και το ρόλο του Μπυτρόν- στην απαγωγή, στο βασανισμό και το φόνο ενός εξέχοντα ηγέτη της αντίστασης, από μια τριτοκοσμική αφρικανική χώρα, στη δίνη ενός μεταποικιακού εμφύλιου πολέμου.
Εδώ η τέχνη, αντιγράφει τη ζωή: Η «Υπόθεση Ν' Γκούστρο» είναι μια ελαφρώς συγκαλυμμένη αναδιήγηση της απαγωγής και δολοφονίας του Μεχντί Μπεν Μπαρκά, ριζοσπαστικού αντιπάλου του βασιλιά Χασάν Β΄ του Μαρόκου, που συνέβη το 1965. Πρόκειται απλώς για το σκηνικό μιας προσωπογραφίας, γραμμένης από τον Ζαν-Πατρίκ Μανσέτ σε πρώτο πρόσωπο (με κάποιους απόηχους από το μυθιστόρημα του Τζιμ Τόμσον «Ο δολοφόνος μέσα μου») - ενός ανθρώπου που στερείται την ικανότητα να δει τον εαυτό του όπως είναι πραγματικά, σαν επίδοξο μηδενιστή δηλαδή, που δεν έχει καν τη δύναμη να εξελιχθεί σε ολοκληρωμένο φασίστα.
Οι χαρακτήρες του Μανσέτ, άντρες και γυναίκες, έχουν καταστραφεί εντελώς από τον καπιταλισμό και τις ψεύτικες υποσχέσεις της δημοκρατίας. Ο αναγνώστης αντιλαμβάνεται συνεχώς τις μεγάλες δυνάμεις που δρουν πίσω από την κύρια πλοκή, διαμορφώνοντας τον κάθε χαρακτήρα ξεχωριστά, αλλά και τις μεταξύ τους σχέσεις. Ο συγγραφέας δεν καταδικάζει τους χαρακτήρες του περισσότερο ή λιγότερο απ' όσο τους καταδικάζει η κοινωνία.
Το έργο εντάσσεται στο κύκλο των πρώτων μυθιστορημάτων του Mανσέτ (για την ακρίβεια, είναι το πρώτο και διαθέτει έντονο πολιτικό χρώμα, αλλά και μία πλοκή που είναι σαφώς πιο κοντά στο θρίλερ απ’ ό,τι στο αστυνομικό. Προηγουμένως, ο Γάλλος συγγραφέας είχε ήδη αποκτήσει μία πλούσια προσωπική πολιτική εμπειρία έχοντας περάσει από όλους τους αριστερούς ή και ακροαριστερούς σχηματισμούς που ανθούσαν τη δεκαετία του 1960 στη Γαλλία – μία εμπειρία που σε αυτό το μυθιστόρημα γίνεται μία εξαιρετική (και εύφλεκτη) πρώτη ύλη. Αλίμονο, όμως! Μια εκρηκτική ύλη, που μπορεί να σκάσει στα μούτρα ολονών…
ΒΙΒΛΙΑ ΣΤΗ ΒΙΤΡΙΝΑ
Η χρονιά που μιλήσαμε με τη θάλασσα
Μετάφραση: Μαρία Παλαιολόγου
Εκδόσεις: Διόπτρα
Σελίδες: 270
Ένα μικρό νησί που δεν το δείχνουν καν οι χάρτες. Μια παλιά συμφωνία με τον διάβολο, ένα νεκροταφείο χωρίς νεκρούς και μια ταβέρνα σε ένα εγκαταλειμμένο πλοίο, όπου όλο το χωριό μαζεύεται για να μοιραστεί θρύλους και ιστορίες - ανάμεσά τους την ιστορία των δίδυμων αδερφών Γκαρσές, που ο ένας διάλεξε να μην αφήσει ποτέ το νησί κι ο άλλος έφυγε για να δει τον κόσμο. Το μυθιστόρημα ξεκινά όταν ο ένας από τους δύο, αυτός που έφυγε κάποτε με βάρκα, επιστρέφει μ’ ένα μικρό αεροπλάνο, και παγιδεύεται στο νησί για τις τέσσερις εποχές μιας χρονιάς με πανδημία. Ολόκληρο το νησί, κάθε γωνιά, κάθε κάτοικός του, γίνεται μια φωνή που λέει την ιστορία τους, καθώς τα δυο αδέρφια προσπαθούν να επικοινωνήσουν, να θυμηθούν, να πενθήσουν και να γιορτάσουν μαζί το παρελθόν. Ο Χιλιανός συγγραφέας Αντρές Μοντέρο, αφηγείται μια ιστορία μαγική που ξεπροβάλλει σαν νησί μέσα στη θάλασσα του χρόνου και της μνήμης.
Το αγόρι από τη θάλασσα
Μετάφραση: Ιωάννα Ηλιάδη
Εκδόσεις: Μεταίχμιο
Σελίδες: 472
Ιρλανδία, 1973. Σε μια παραλία, κοντά σε ένα ψαροχώρι, εντοπίζεται ένα μωρό. Το αγοράκι γοητεύει αμέσως τη μικρή δεμένη κοινότητα και εξακολουθεί να τη συναρπάζει ακόμα και όταν μεγαλώνει και γίνεται ένας παράξενος νεαρός άντρας. Κανείς δεν μπορεί να καταλάβει ακριβώς τον Μπρένταν Μπόναρ - έτσι ονομάζει το παιδί ο Άμπροουζ, ο ψαράς που το υιοθετεί. Αυτή η απόφαση του Άμπροουζ, παρότι γεννιέται από αγάπη, θα προκαλέσει ρήγματα στην οικογένειά του. Και θα υποχρεώσει τον Μπρένταν, που δυσκολεύεται να μιλήσει για τα συναισθήματά του και νιώθει πιο άνετα στη θάλασσα παρά στη στεριά, να προσπαθήσει να καταλάβει τον εαυτό του και όσους αγαπά. Το «Αγόρι από τη θάλασσα» είναι η ιστορία μιας οικογένειας αλλά και μιας ολόκληρης κοινότητας, η οποία αρχίζει με την άφιξη και τελειώνει με την αναχώρηση αυτού του αλλόκοτου αγοριού. Παρακολουθούμε τις καλές και τις κακές στιγμές των Μπόναρ και του χωριού ανά τα χρόνια, καθώς οι δυνάμεις της παγκόσμιας οικονομίας και του εκσυγχρονισμού της εμπορικής αλιείας αλλάζουν ολοκληρωτικά τον τρόπο ζωής τους. Και, καθώς ο κόσμος γύρω τους αλλάζει συνεχώς, το μυστήριο της καταγωγής του «αγοριού από τη θάλασσα», τους τραβάει όλους προς μια εκπληκτική, θυελλώδη μοίρα. Αστείο και ταυτόχρονα συγκινητικό, είναι ένα θαυμαστό μυθιστόρημα από μια σημαντική νέα φωνή της ιρλανδικής λογοτεχνίας.

Η ξυπόλητη των Αθηνών
Εκδόσεις: Δίοπτρα
Σελίδες: 402
Αθήνα, 1902. Η Λάουρα Αλφιέρι, κοντέσα του Μονρεάλε της Σικελίας και απόγονος των Χρυσολωράδων του Βυζαντίου, μια γυναίκα απαράμιλλης ομορφιάς, αναγκάζεται να παντρευτεί τον ταπεινής καταγωγής αλλά ζάπλουτο Ζακυνθινό, Φίλιππο Ρώμα. Τον αποκαλεί με θυμό «καρβουνιάρη» και «ανορθόγραφο βάτραχο», μια και ο γάμος γίνεται για να σώσει την οικογένειά της από την οικονομική καταστροφή. Όμως, δίχως να το καταλάβει, ο βάτραχος θα μεταμορφωθεί σταδιακά σε πρίγκιπα μέσα στην καρδιά της... Η Φιλομήλα Λαπατά μας χαρίζει τις ιστορίες ενός πλήθους αξέχαστων ηρώων: από την Κατίγκω Χρυσολωρά και την αδερφή της Μαργιόλα, τον ψυχίατρο και καθηγητή του Πανεπιστημίου της Αθήνας Αριστείδη Μπαλτατζή, τον κόντε Φραγκίσκο Αλφιέρι, τη θεία Κοκόνα Κρυσταλλένια και άλλα πρόσωπα, ανυποψίαστους κληρονόμους της μνήμης, στους οποίους η συγγραφέας δίνει ζωή με μια γλώσσα έντονη, γεμάτη ήχους, φωνές και χρώματα. Ένα μυθιστόρημα με φόντο την κοσμοπολίτικη Αθήνα της Μπελ Επόκ. Μια ιστορία για μια θυσία που προκαλεί ένα μεγάλο πείσμα και έναν μεγάλο έρωτα. Και όλα αυτά, με σκηνικό μία σειρά από ίντριγκες, μίση και πάθη - μικρές ζωές και μεγάλα πεπρωμένα.
Το Αβαείο του Νορθάνγκερ
Μετάφραση: Αργυρώ Μαντόγλου
Εκδόσεις: Μίνωας
Σελίδες: 296
Η νεαρή, καλόκαρδη και αφελής Κάθριν Μόρλαντ, γεμάτη προσδοκίες και νεανικές φαντασιώσεις, βιώνει για πρώτη φορά τις χαρές της κοσμικής κοινωνίας. Είναι κατενθουσιασμένη με τις νέες γνωριμίες της: τη φιλάρεσκη Ιζαμπέλα, που μοιράζεται μαζί της την ίδια αγάπη για τη γοτθική μυθοπλασία, και τα εκλεπτυσμένα αδέλφια Χένρι και Έλενορ Τίλνι, που την προσκαλούν στο μυστηριώδες σπίτι του πατέρα τους, το Αβαείο του Νορθάνγκερ. Εκεί, επηρεασμένη από τα μυθιστορήματα μυστηρίου και τις γοτθικές ιστορίες τρόμου, θα ανακαλύψει σταδιακά τη διαφορά ανάμεσα στη φαντασία και την πραγματικότητα. Η Τζέιν Ώστεν είναι μια από τις πιο σημαντικές και δημοφιλείς μυθιστοριογράφους της αγγλικής λογοτεχνίας, ενώ οι ήρωές της παραμένουν διαχρονικοί και επίκαιροι 250 χρόνια από τη γέννησή της! Στο πιο νεανικό και αισιόδοξο από τα έργα της, «Το Αβαείο του Νορθάνγκερ», το οποίο δημοσιεύτηκε μετά τον θάνατό της, το 1817, αποδεικνύει τη δεξιοτεχνία της στη λογοτεχνία των ηθών και την ικανότητά της να μιλάει για την ανθρώπινη φύση και την αγωνία του νεανικού έρωτα με ειλικρίνεια, χιούμορ και μια εκπληκτική διαχρονικότητα. Πρόκειται για ένα έργο που συνδυάζει την καυστικότητα με τη φρεσκάδα της νεότητας, την κοινωνική παρατήρηση με τη σάτιρα του λογοτεχνικού ρομαντισμού, αποτελώντας ένα από τα πιο ευχάριστα και ανατρεπτικά μυθιστορήματά της.