
Αν και οι απαρχές της ανάγονται στον 19ο αιώνα, με επιρροές από το αγγλοσαξονικό και γαλλικό μυθιστόρημα μυστηρίου, η ισπανική αστυνομική λογοτεχνία άρχισε να αποκτά ιδιαίτερη ταυτότητα μεταπολεμικά, κυρίως έπειτα από το τέλος της δικτατορίας του Φράνκο. Από τη δεκαετία του 1970 και μετά, το αστυνομικό μυθιστόρημα στην Ισπανία γίνεται φορέας κοινωνικής κριτικής, καταγγελίας και αναστοχασμού εκείνης της μεταβατικής περιόδου προς τη δημοκρατία. Οι συγγραφείς του, αξιοποιούν το έγκλημα όχι μόνο ως αφηγηματικό μηχανισμό, αλλά και ως μέσον για να αναδείξουν τη διαφθορά, την ανισότητα και τη διάβρωση των θεσμών.
Ο πρώτος ανανεωτής του είδους είναι ο Μανουέλ Βάθκεθ Μονταλμπάν (1939- 2003), ο δημιουργός του περίφημου ντετέκτιβ Πέπε Καρβάλιο. Στην ουσία, κατάφερε μόνος του να επανεφεύρει το αστυνομικό μυθιστόρημα αναμειγνύοντας το θρίλερ, την κατασκοπεία και το σασπένς με τις πολιτικές και κοινωνικές παραμέτρους της εποχής του.
Ακολουθώντας τη γραμμή Μονταλμπάν, η νέα γενιά των Ισπανών συγγραφέων εγκαταλείπει την παραδοσιακή φιγούρα του ιδιοφυούς ντετέκτιβ και στρέφεται σε πιο ρεαλιστικούς χαρακτήρες – συχνά, αντιηρωικούς. Και αυτό, φυσικά, δεν είναι τυχαία επιλογή, αφού στο πρόσωπό τους καθρεφτίζονται οι αντιφάσεις μιας κοινωνίας που προσπαθεί να επουλώσει τα τραύματα της ιστορίας της.
Στο πλαίσιο αυτό, ο Αλέξις Ραβέλο (1971-2023) από τα Κανάρια Νησιά, έφερε στην αφήγηση μυστηρίου το νησιωτικό υπόβαθρο, τη μικροαστική και εργατική καθημερινότητα και τη σκιαγράφηση κοινωνικών αντιθέσεων. Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της προσέγγισής του, είναι από τη μία η αφήγηση που πατάει στις κλασικές φόρμες του νουάρ και από την άλλη, η τοποθέτηση της δράσης σε ένα συγκεκριμένο περιβάλλον –στο Λας Πάλμας ντε Γκραν Κανάρια- με τις συγκρούσεις, τις οικονομικές κρίσεις, τις δημόσιες ανομίες και τον αγώνα των απλών ανθρώπων για επιβίωση.

Πέθανε με το πάσο σου
Μετάφραση: Κρίτων Ηλιόπουλος
Εκδόσεις: Τόπος
Σελίδες:342
Το πρώτο του αστυνομικό μυθιστόρημα με ήρωα τον Ελάδιο Μονρόι -το 2006- τον έκανε διάσημο εν μία νυκτί. Σε αυτό, ένας εξηντάρης συνταξιούχος ναυτικός που κάνει «δουλειές κάτω από το τραπέζι» για να συμπληρώνει τη σύνταξή του, μπλέκει σε μια σοβαρή υπόθεση που ξεπερνάει κατά πολύ τις αρχικές του προθέσεις. Η πλοκή διαδραματίζεται στο 2004, λίγο πριν σκάσει η φούσκα του χρηματιστηρίου, καταστραφεί η μεσαία τάξη και αποκαλυφθούν τα τεράστια σκάνδαλα διαφθοράς που είχαν διαβρώσει την ισπανική κοινωνία.
Εδώ, ο Ελάδιο Μονρόι αναλαμβάνει μια αποστολή για χάρη της πρώην συζύγου του. Η Άνα Μαρία, παντρεμένη πλέον με τον Ερνέστο Γκαρσία Μεδίνα, επιτυχημένο επιχειρηματία και ανερχόμενο πολιτικό, ζητά βοήθεια από τον Μονρόι όταν την εκβιάζει κάποιος που έχει στην κατοχή του βίντεο της ίδιας και του συζύγου της σε ερωτικό τρίο με μια πόρνη. Από εκείνη τη στιγμή η ως τότε ήσυχη ζωή του Μονρόι παγιδεύεται σε μια σειρά απρόβλεπτων, βίαιων γεγονότων, όπου κανείς δεν είναι πλέον ασφαλής. Η αφήγηση, υπηρετεί εξαιρετικά το νουάρ: υπάρχει η συμπεγής υπόθεση, οι χαρακτήρες των περιθωριακών στοιχείων, η μετατόπιση της δραστηριότητας προς το ασαφές όριο μεταξύ νόμου και παρανομίας και, ταυτόχρονα, η βαθιά κοινωνική ανάγνωση της κρίσης.
Στο επόμενο μυθιστόρημά του με τίτλο «Μόνο τους πεθαμένους», ο Μονρόι αναλαμβάνει και πάλι μια υπόθεση που φαίνεται απλή –η εξαφάνιση ενός ατόμου– αλλά γρήγορα αποδεικνύεται ότι τον υπερβαίνει. Και ακολουθεί, το εξαίρετο «Οι σκληροί δεν διαβάζουν ποίηση», όπου για άλλη μία φορά ο συνταξιούχος ναυτικός Ελάδιο Μονρόι βρίσκεται μπλεγμένος σε μια σκοτεινή πλεκτάνη, η οποία φέρνει στο φως ορισμένες από τις αδικίες ενός συστήματος που κάνει ό,τι μπορεί για να τις κουκουλώσει.
Η υπόθεση ξεκινά από ένα αλλόκοτο ζευγάρι, τη Μελάνια Εσκουδέρο και τον δικηγόρο Αλφρέδο Σουάρες Σμιθ, για να ανοίξει και να περιλάβει ένα σκαλιστό κουτί συναισθηματικής αξίας, την ερωμένη κάποιου μακαρίτη πολυεκατομμυριούχου και έναν επικίνδυνο άντρα που κουβαλά πάντοτε μαζί του ένα βιβλίο με ποιήματα! Εδώ, ο Ραβέλο βρίσκει τα πατήματά με αυτοπεποίθηση του: μια λεπτή ισορροπία ανάμεσα στο μυστήριο και την κοινωνική κριτική, με ευρηματικό χιούμορ και λεπτή ειρωνεία.
Και φτάνουμε στο καλύτερο μυθιστόρημα του πρόωρα χαμένου Ισπανού συγγραφέα: το «Πέθανε με το πάσο σου». Η υπόθεση ξεκινάει με έναν φαινομενικά απλό θάνατο: ο γιος ενός ηλικιωμένου αυτοκτονεί, και ο Μονρόι αναλαμβάνει να ρίξει μια ματιά - μόνο που η επίσημη εκδοχή αποδεικνύεται ανεπαρκής. Επιπλέον, δεν θα αργήσει να διαπιστώσει ότι από πίσω ελλοχεύουν πολλά κρυμμένα ένοχα μυστικά.
Κάπως έτσι, εν έτει 2012, την ώρα που ξεσπούν μεγάλα σκάνδαλα στην Ισπανία (η οποία βρίσκεται στα πρόθυρα της χρεοκοπίας) και ενώ χιλιάδες διαδηλωτές πλημμυρίζουν τους δρόμους και τις πλατείες, ο πρώην ναυτικός με χώρο δράσης την πρωτεύουσα των Καναρίων Νήσων, δεν διστάζει να αναστατώσει τους πάντες, απειλώντας να ξεσκεπάσει σκοτεινά μυστικά ισχυρών ανθρώπων.
O Αλέξις Ραβέλο αναδεικνύει -για ακόμη μία φορά- υποδειγματικά το εύρος και τα όρια της αστυνομικής λογοτεχνίας. «Το κείμενο δεν είναι παρά μόνο σκέτη γραφή, έως ότου η ματιά του αναγνώστη το κάνει λογοτεχνία», είχε πει κάποτε ο συγγραφέας, ο οποίος πίστευε απόλυτα στη σημασία του κοινωνικού ρόλου της λογοτεχνίας. Άλλωστε, όπως και στη περίπτωση του Μονταλμπάν, έτσι και σε αυτήν του Ραβέλο, η αστυνομική λογοτεχνία οφείλει να αποτυπώνει και να ιχνηλατεί τις εκάστοτε κοινωνικές παραμέτρους της.
Και, πράγματι, ο μυστηριώδης κόσμος του συγγραφέα είναι πολλά περισσότερα από την αναζήτηση ενός ενόχου. Με την βία και τη διαφθορά να πρωταγωνιστούν σε ένα πρώτο επίπεδο, πρόκειται επίσης για έναν κόσμο σε παρακμή, όπου οι άνθρωποι χάνουν την ταυτότητά τους, οι μύθοι καταρρέουν. Και οι χαρακτήρες του Ραβέλο είναι καταδικασμένοι να ακροβατούν ανάμεσα στην ελπίδα και τη διάψευση, την ειρωνεία και τη νοσταλγία, απέναντι στον κυνισμό και την απληστία μιας ολόκληρης εποχής που δεν λέει να παρέλθει - της εποχής της δικής μας...
ΒΙΒΛΙΑ ΣΤΗ ΒΙΤΡΙΝΑ

Ιντερμέτζο
Μετάφραση: Μυρτώ Καλοφωλιά
Εκδόσεις: Πατάκη
Σελίδες: 576
Πέρα από το γεγονός ότι είναι αδέλφια, ο Πίτερ και ο Ίβαν Κούμπεκ ελάχιστα κοινά φαίνεται να έχουν μεταξύ τους. Ο Πίτερ είναι δικηγόρος στο Δουβλίνο, τριαντάρης, επιτυχημένος, άξιος και φαινομενικά άτρωτος. Όμως, μετά τον θάνατο του πατέρα τους, χρειάζεται υπνωτικά για να κοιμηθεί και πασχίζει να διαχειριστεί τη σχέση του με δύο πολύ διαφορετικές γυναίκες – την παντοτινή πρώτη του αγάπη, τη Σύλβια, και τη Ναόμι, μια φοιτήτρια που αντιμετωπίζει τη ζωή σαν μια μεγάλη φάρσα. Ο Ίβαν είναι επαγγελματίας σκακιστής, είκοσι δύο ετών. Πάντα θεωρούσε τον εαυτό του κοινωνικά αδέξιο, μοναχικό, το αντίθετο από τον γοητευτικό και δημοφιλή μεγάλο του αδελφό. Διανύοντας τις πρώτες εβδομάδες του πένθους, ο Ίβαν γνωρίζει τη μεγαλύτερή του Μάργκαρετ, που κουβαλά το δικό της ταραχώδες παρελθόν, και συνδέονται ακαριαία και έντονα. Το μυθιστόρημα αποτυπώνει με ευαισθησία και διεισδυτικότητα τον επώδυνο στάδιο του πένθους, αλλά και της σεξουαλική και ηθική περιπλοκότητα όταν οι σχέσεις παρεκκλίνουν από τα αναμενόμενα, οι ταυτότητες δοκιμάζονται και οι επιθυμίες συγκρούονται με ενοχές.

Νύχτα, νύχτα πολύ…
Εκδόσεις: Πόλις
Σελίδες: 80
Ο συγγραφέας αναδεικνύει το θέμα της αδράνειας των βασικών λειτουργιών της ύπαρξης, της έλλειψης της ελπίδας για «αληθινό ξημέρωμα», και της εντεινόμενης απομάκρυνσης από το χρόνο που κυλά. Σε αυτό το έργο, η νύχτα δεν είναι απλώς έλλειψη φωτός, αλλά μια αναπόδραστη κατάσταση. Για αναγνώστες που ενδιαφέρονται για μια λογοτεχνία που εστιάζει στη συναισθηματική ακινησία, την εσωτερική μετακίνηση και τη χρήση της μορφής για να εξετάσει την ύπαρξη, το βιβλίο αυτό είναι μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα επιλογή. Το ύφος του κειμένου μοιάζει ποιητικό, μεταφορικό και εσωστρεφές –περισσότερο μια λογοτεχνική ανάδυση της νύχτας ως κατάσταση ψυχική, υπαρξιακή και κοινωνική. Ο Τέλλος Φίλης αξιοποιεί τη νυχτερινή ατμόσφαιρα για να μιλήσει για την καθημερινότητα, τα «εγκαύματα της ζωής», τη σιωπηλή παθητικότητα που συχνά αποφεύγουμε να διατυπώσουμε.

Ο καθρέφτης και το φως
Μετάφραση: Καρολίνα Μέρμηγκα
Εκδόσεις: Ψυχογιός
Σελίδες: 1200
Μάιος 1536. Η Ανν Μπολίν είναι νεκρή. Καθώς το άψυχο κορμί της μεταφέρεται προς ταφή μέσα σε μια ξύλινη κασέλα, ο Κρόμγουελ αναδεικνύεται θριαμβευτής και συνεχίζει την άνοδό του προς την εξουσία και τα πλούτη, ενώ ο Ερρίκος Η΄ απολαμβάνει μέρες ευτυχίας με την τρίτη βασίλισσά του, την Τζέιν Σίμορ. Ο Κρόμγουελ δεν έχει από πίσω του ούτε κάποια σπουδαία οικογένεια ούτε προσωπικό στρατό. Παρά τις εξεγέρσεις στο βασίλειο, τους προδότες να συνωμοτούν και την απειλή μιας εισβολής, ολόκληρη η Αγγλία βρίσκεται στα πόδια του, ώριμη για καινοτομίες και θρησκευτικές μεταρρυθμίσεις. Ωστόσο οι εχθροί του κρύβονται στις σκιές, και το αναπόφευκτο ερώτημα παραμένει: για πόσο καιρό μπορεί να επιβιώσει κάποιος κάτω από το σκληρό βλέμμα του Ερρίκου; Η Χίλαρι Μαντέλ ολοκληρώνει με θριαμβευτικό τρόπο την πορεία του Κρόμγουελ από έναν αυτοδημιούργητο άνδρα στην πιο επιδραστική προσωπικότητα της εποχής του. Γεμάτος πάθος και ενέργεια, είναι ένας χαρακτήρας περίπλοκος και αλησμόνητος: πολιτικός και δολοπλόκος, σύζυγος και πατέρας, ένας άνθρωπος που αψήφησε και καθόρισε την εποχή του.

Η ανθρώπινη φωνή
Μετάφραση: Λίζυ Τσιριμώκου
Εκδόσεις: Άγρα
Σελίδες: 56
Μια γυναίκα, σε ένα ακατάστατο δωμάτιο, τηλεφωνεί στον εραστή της ο οποίος μόλις την άφησε για κάποια άλλη. Με αφετηρία αυτή την κοινότοπη ιστορία, ο Ζαν Κοκτώ έγραψε μια μονόπρακτη σύντομη τραγωδία – έναν παράξενο «μονόλογο δύο φωνών», μιας που μιλάει και μιας που σιωπά, στον οποίο το τηλέφωνο έχει κεντρικό ρόλο. «Παλιά», έγραψε ο Κοκτώ, «βλέπαμε ο ένας τον άλλον. Μπορούσαμε να χάσουμε το μυαλό μας, να ξεχάσουμε τις υποσχέσεις μας, να ρισκάρουμε το αδύνατο, να μεταπείσουμε τους λατρεμένους μας αγκαλιάζοντάς τους, να κρεμαστούμε πάνω τους για να μη φύγουν. Ένα βλέμμα μπορούσε να αλλάξει τα πάντα. Αλλά με αυτή τη συσκευή, πάει, ό,τι είναι να τελειώσει τέλειωσε». Το έργο παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 1930 στην Comédie-Française από την Μπερτ Μποβύ. διασκευάστηκε για τον κινηματογράφο από τον Ρομπέρτο Ροσσελίνι με πρωταγωνίστρια την Άννα Μανιάνι (1948), από τον Πέδρο Αλμοδόβαρ με πρωταγωνίστρια την Τίλντα Σουίντον (2020), και για την τηλεόραση από τον Τεντ Κότσεφ με την Ίνγκριντ Μπέργκμαν (1967). Στην Ελλάδα, διάσημες είναι οι ερμηνείες της Έλλης Λαμπέτη - το 1949 η πρώτη, το 1978 η τελευταία.