
Εδώ και σχεδόν τρεις δεκαετίες, ο Γουές Άντερσον δημιουργεί ένα δικό του είδος από comfort films: κάθε νέα κυκλοφορία, μεγάλου ή μικρού μήκους, εγγυάται μια συγκεκριμένη συναισθηματική δόση που εντοπίζεται πίσω από τα περίτεχνα σκηνικά και το λεπτομερή κόσμο που χτίζει ο φημισμένος σκηνοθέτης για τους μελαγχολικούς, ανήσυχους χαρακτήρες του.
Στο Φοινικικό Σχέδιο, που μόλις πριν μια εβδομάδα διεκδίκησε το Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβάλ Καννών, ο Άντερσον δημιούργησε ένα ρόλο ειδικά για τον Μπενίσιο Ντελ Τόρο, εκείνο του μεγιστάνα Ζα-ζα Κόρντα που αντιμετωπίζει το τέλος της ζωής του και βλέπει την «επιχειρηματική» του κληρονομιά ως μέσο για να συμφιλιωθεί με την αποξενωμένη του κόρη, Λίζελ. Την υποδύεται η Μία Θρίπλετον, κόρη της Κέιτ Γουίνσλετ, σε μια πνευματώδη ερμηνεία που την κάνει να ξεχωρίζει ως λιγότερο αναγνωρίσιμη ανάμεσα σε ένα καστ διασήμων: Τομ Χανκς, Σκάρλετ Γιόχανσον, Μάικλ Σέρα, Μπράιαν Κράνστον, Μπένεντικτ Κάμπερμπατς και Τζέφρι Ράιτ είναι μόνο λίγα από τα ονόματα που παρελαύνουν από το τελευταίο οικοδόμημα του Άντερσον, τόσο φιλόδοξο όσο και τρυφερό.
Με αφορμή την παγκόσμια πρεμιέρα της ταινίας στις αίθουσες, η Popaganda παρακολούθησε μια συνέντευξη Τύπου του βραβευμένου με Όσκαρ σκηνοθέτη, στην οποία μίλησε για την έμπνευση του κεντρικού χαρακτήρα, το εντυπωσιακό καστ και επιχείρησε να δώσει τη δική του ερμηνεία για το τι τελικά σημαίνει η ιστορία που επινόησε.
Γουές, είχες πει ότι όλα ξεκίνησαν όταν μιλούσες με τον Μπενίσιο στο Φεστιβάλ Καννών για τη Γαλλική Αποστολή, και είχες μια εικόνα του να στέκεται εκεί φορώντας κοστούμι. Επίσης, είχες αναφέρει ότι η ιστορία βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στον πεθερό σου, που είχε ζήσει μια μυστηριώδη ζωή, σχεδόν σαν διεθνής άνθρωπος του μυστηρίου. Πώς ενώθηκαν αυτά τα δύο για να προκύψει η ιστορία της ταινίας;
Δεν θα έλεγα ότι ήταν ένας διεθνής άνθρωπος του μυστηρίου. Όταν παρουσιάζαμε τη Γαλλική Αποστολή στις Κάννες, είπα στον Μπενίσιο: "Έχω κάτι που ίσως σιγοβράζει". Είχα, λοιπόν, την ιδέα ενός ευρωπαίου μεγιστάνα, κάποιου που θα έβλεπες σε ταινία του Αντονιόνι. Και φανταζόμουν ότι υποφέρει, ότι έχει σωματικό πόνο. Αυτή ήταν η εικόνα: ένας άνδρας που δεν πεθαίνει με τίποτα. Και φοράει ένα πανάκριβο ρολόι. Κάτι τέτοιο. Αλλά με τον καιρό, άρχισε να συγχωνεύεται με τον πεθερό μου, τον πατέρα της συζύγου μου, τον Φουάντ, που ήταν μηχανικός και επιχειρηματίας με διάφορα πρότζεκτ σε διάφορα μέρη. Ήταν ένας ευγενικός, θερμός άνθρωπος, αλλά ταυτόχρονα πολύ επιβλητικός. Και είχε όλη του την επιχείρηση μέσα σε κουτιά παπουτσιών. Της τα εξήγησε όλα σε κάποια φάση, γιατί ήθελε να ξέρει τι έχει σε περίπτωση που δεν τα κατάφερνε. Και η αντίδρασή της ήταν όπως [της Λίζελ] στην ταινία.

Όταν γράφετε, έχετε ήδη στο μυαλό σας συγκεκριμένους ηθοποιούς; [σ.σ. Το σενάριο της ταινίας το υπογράφει ο Άντερσον με το συχνό συνεργάτη του, Ρόμαν Κόπολα.]
Ναι. Το ρόλο της Σκάρλετ τον είχαμε σκεφτεί για εκείνη από την αρχή. Το ίδιο με τον Μπράιαν και τον Τομ Χανκς — οι χαρακτήρες προέκυψαν εν μέρει σκεπτόμενοι εκείνους. Και φυσικά του Μπενίσιο. Πολλούς ρόλους τους "κλείνουμε" καθώς γράφουμε. Και, συνήθως, μόλις έχουμε την ιδέα, στέλνω email.
Πώς συνέλαβες τη σκηνή των τίτλων αρχής με το μπάνιο και πώς τη γυρίσατε;
Ήξερα ότι αυτή η μουσική ταίριαζε στο χαρακτήρα. Στο σενάριο νομίζω είχα γράψει ότι είναι σε μια μπανιέρα, περιτριγυρισμένος από ανθρώπους. Αλλά η σκηνή εξελίχθηκε και νομίζω ότι η εμπειρία του είναι πιο ενδιαφέρουσα. Η μουσική είναι μεγάλο μέρος αυτού. Παίζαμε τη μουσική, αλλά τα γυρίσματα γίνονταν σε 90 καρέ το δευτερόλεπτο, οπότε δεν συγχρονίζονταν πραγματικά κι αυτό σε μπέρδευε. Έπρεπε να κινούνται όλα γρήγορα, αλλιώς η αργή κίνηση γίνεται βαρετή.
Απλώς το ξανακάναμε.
Πώς βοηθούν τα κοστούμια τους ηθοποιούς να μπουν στους χαρακτήρες τους;
Θυμάμαι ότι όταν κάναμε αυτή την πρόβα στο Λονδίνο, [η Μία και ο Μάικλ] άρχισαν να μοιάζουν με τους χαρακτήρες, δηλαδή, τα κοστούμια έχουν τη σημασία τους — σε έναν βαθμό.
Είναι κάτι με το οποίο δουλεύουν οι ηθοποιοί. Είναι μέρος αυτού που βλέπει το κοινό στην ταινία. Δεν σημαίνει ότι η ταινία γίνεται για τα κοστούμια. Αλλά όταν αυτοί οι δύο άνθρωποι φόρεσαν τα κοστούμια τους μαζί, ένιωσα ότι ήταν οι χαρακτήρες. Ήταν η στιγμή που είπα: "Εντάξει, κάπως έτσι θα είναι η ταινία. Είναι καλό αυτό. Αυτοί οι δύο θα λειτουργήσουν καλά μαζί.” Μια χαρτοπετσέτα είναι ένα κομμάτι ύφασμα. Οποιοδήποτε ύφασμα. Το θέμα είναι πώς θα το ράψεις.
Ποια είναι η βαθύτερη θεματική της ταινίας για σένα;
Όταν ολοκληρώθηκε η ταινία, σκέφτηκα ότι μερικές φορές συνειδητοποιείς τι είχες στο μυαλό σου μόνο αφού το δεις τελειωμένο. Το είπα στον ατζέντη μου και μου είπε: "Είναι προφανές. Πώς δεν το κατάλαβες;" Για μένα δεν ήταν προφανές. Νομίζω ότι όλη αυτή η αποστολή που αναλαμβάνει ο πρωταγωνιστής, καθώς αντιμετωπίζει το θάνατο ξανά και ξανά, είναι στην πραγματικότητα ένας μηχανισμός επανασύνδεσης με την κόρη του. Νομίζει ότι απλώς της αναθέτει τη διαδοχή, αλλά είναι μια τελετουργία επανασύνδεσης. Και από αυτή την άποψη, το σχέδιο πετυχαίνει. Τα καταφέρνει. Και ίσως είναι καλύτερο για τον κόσμο αν κάποιοι άνθρωποι σαν το χαρακτήρα μας, τον Κόρντα, λειτουργούν σε μικρότερη, πιο τοπική κλίμακα. Μπορούμε να το πούμε για πολλούς ανθρώπους αυτό. Πολλοί κάνουν τεράστια πράγματα και θα ήταν καλύτερο να έκαναν μικρότερα. Δεν χρειάζεται να το κάνουν για όλους μας. Θα αρκούσε να το έκαναν [για να ωφεληθεί] μια μικρή ομάδα. Και αυτό θα ήταν καλό.