
Θυμάστε που σας έλεγα πριν από λίγες μέρες, ότι όποιος δεν πάει στο live των Βρετανών Fat Dog στο Ρομάντσο, καλό είναι να μετανιώσει αυτή την απόφαση; Ε, μια χαρά σας τα έλεγα, γιατί αν το fomo είχε πρόσωπο, θα ήταν ακριβώς αυτή η συναυλιακή παράλειψη.
Μπορεί ο κόσμος να μη γέμισε ασφυκτικά τον χώρο (ίσως φταίει ότι παράλληλα στο Σύνταγμα ήταν σε εξέλιξη η συναυλία αλληλεγγύης για τα Τέμπη), αλλά ήταν εκεί, είχαν έρθει πολύ στοχευμένα. Δεν είχαν χαθεί στον δρόμο, δεν έτυχε να περάσουν τυχαία, έφτασαν νωρίς για να δουν το support act, να ακονίσουν τα αυτιά τους και να ανεβάσουν τα επίπεδα αδρεναλίνης πριν σκάσει η καταιγίδα.



Ο XVIV έστησε ένα μινιμαλιστικό, σκοτεινό rave με βαριά μπάσα και στοιχειωτικά φωνητικά, σαν ηλεκτρονικό punk που πάλλεται μέσα σε βιομηχανικό θόρυβο. Σχεδόν απόκοσμος, έδωσε ένα set που έμοιαζε περισσότερο με υπνωτική τελετουργία παρά με live εμφάνιση. I like, I like a lot.



XVIV
Και μετά ανέβηκαν στη σκηνή οι Fat Dog, που το να τους περιγράψεις σε εκείνους που δεν τους έχουν δει ποτέ ζωντανά, είναι σαν να προσπαθείς να εξηγήσεις μια κρίση πανικού σε κάποιον που δεν έχει νιώσει ποτέ ταχυπαλμία. Από τη στιγμή που θα ακουστεί η πρώτη νότα, ξεκινάει το χάος. Ο ήχος τους και η ενέργειά τους, θα σε τραβήξουν μέσα σε μια δίνη από techno, punk, EDM, post-punk και μιας αλλοπρόσαλλης, σχεδόν θεατρικής οργής που μοιάζει να βγήκε από σκηνές του Clockwork Orange.


Μα πού πας με την κάλτσα βρε αγάπη στο κοινό;



Δεν θυμάμαι πώς βρέθηκε πάνω στον Joe Love. Λογικά ούτε η ίδια.

Και ένα βαλσάκι

“King Of The Slugs”, “Wither”, “Running”, “Peace Song”, μερικά από τα τραγούδια που μας έβαλαν στην πρίζα και κάπως έτσι, ένα ήρεμο βράδυ στο Ρομάντσο, μετατράπηκε σε ένα ηλεκτροσόκ σε μορφή live set.
Άσε που κάτι μου λέει ότι θα τους ξαναδούμε σύντομα και πολύ τους θέλω σε καλοκαιρινό φεστιβάλ. Το είπα.