Τσικνοπέμπτη με επιρροές Πεντερέτσκι στη Στέγη Γραμμάτων Και Τεχνών (
μη λέμε τώρα για ήχο, μεγαλεία κλπ τα πάντα στη θέση τους, αρκεί να μην τα αναζητάμε σε συνθήκες ροκενρολ βέβαια, εκεί θέλεις την υπόγα του Αν). Ποδόσφαιρο, μπάσκετ, κοψίδια και ‘πολυμεσικά έργα’ σε ένα παράδοξο πάνελ επιλογών. Διαμαρτυρόμαστε συνήθως για τα ροκ ιβέντ που δεν κινάνε στην ώρα τους, αλλά εξαιτίας αυτής της έλλειψης ασυνέπειας έχασα το β’ ημίχρονο του ΠΑΟΚ-Μπενφίκα την Πέμπτη το βράδυ (δεν έχασα και τίποτε δηλαδή). Στο sports café επί της Συγγρού είχα την αίσθηση ότι οι γκαρσόνες ήταν περισσότερες από τους θαμώνες και στη Μικρή Σκηνή της Στέγης ότι οι ταξιθέτριες περισσότερες από τους ακροατές. Αλλά, ΟΚ, τελικά, μαζευτήκαμε αρκετοί (όχι και πολλοί).
Το πρώτο δεκαπεντάλεπτο ήταν άκρως εντυπωσιακό, με τους
Maze Ensemble σε πλήρη σύνθεση, την σύνθεση του Κυριακίδη υπό τον τίτλο ‘Arrest’ σε πλήρη αρμονία παράνοιας και ελέγχου και εν γένει την αίσθηση ότι η βραδιά δεν θα κυλήσει δύστροπα και απωθητικά για τους ακροατές. Τα πολυμέσα και τα παραδοσιακά όργανα, τα οποία εξαρχής προσεγγίστηκαν με μη παραδοσιακό τρόπο, έδειξαν ότι όλα θα κυλήσουν στα κόκκινα, όπερ και αυτό ήταν που ζητούσα.
Στη συνέχεια ως ακροατής ένιωσα κάπου να απωθούμαι όμως, καθώς τα επόμενα δύο δεκαπεντάλεπτα σε εμένα τουλάχιστον φάνηκαν παραπάνω δύστροπα από ό,τι μπορώ να αντέξω σε μια ζωντανή εμφάνιση. Το ίδιο άκουσα να λέει στο διάλειμμα και ένας συμπαθής κύριος μεγάλης ηλικίας, που ομολόγησε (στην παρέα του, εγώ κρυφάκουγα) ότι δεν έχει τη σχετική γνώση για να κατανοήσει πλήρως, αλλά «τον παρακολουθούμε πάντα τον Κυριακίδη». Αυτό το τελευταίο μου φάνηκε αρκετά καλλιτεχνικά αριστοκρατικό και με συγκίνησε και όταν είπε και κάτι για τα χρόνια του στο Κολέγιο Αθηνών, ένιωσα και μια ταξική διαφορά ομολογώ.
Ομοίως ομολογώ ότι στο
ημίχρονο διάλειμμα σκέφτηκα να πάρω την άνοδο (της Συγγρού) για την Ηλιούπολη, αλλά τελικά ορθά έπραξα και δεν το έκανα.
Έχω παίξει βιολί και ξέρω φίλε. Στις αλάνες εδώ που τα λέμε και σε κάτι άχαρα Σάββατα σε ορχήστρες λοβοτομημένων ωδείων προ αιώνων, αλλά κάτι κατέχω από δοξάρι, που λένε και οι τύποι στις κερκίδες για τη μπάλα. Και η σχεδόν μισή ώρα κατά την οποία η
Barbara Luneburg διένυε ολομόναχη τη σκηνή από τη μία άκρη στην άλλη (καλά δεν ήταν και χαώδης), αλλάζοντας βιολιά και προσεγγίσεις επ’ αυτών μίλησαν στην ψυχή μου. Και παρότι ήταν φανερό ότι έχει και τεχνική, εν τούτοις όταν το βιολί αντιμετωπίζεται απεξαρτημένο από την εντύπωση που προκαλεί η τεχνική αρτιότητα στη χρήση του, θεωρώ ότι έρχεται ένα βήμα πιο κοντά στη μουσική του σήμερα. Και αυτό συνέβη και με το ‘RE- Mad Masters’, την εξαιρετική σύνθεση του Κυριακίδη, που ανέδειξε το ρόλο του οργάνου στο σύγχρονο και ανήσυχο ήχο, αλλά και στον τρόπο που αυτή αποδόθηκε, με ορμή και χωρίς άγχος, με νεύρο, αλλά χωρίς ίχνος επιτήδευσης.
Το μισάωρο αυτό κατέληξε προς το τέλος του να μεταφέρει το αισθητικό αντίστοιχο ενός ακραίου punk ή metal δρώμενου στον ακροατή του. Και κάπου εκεί θυμήθηκα ότι η αφορμή (αλλά τελικά και η αιτία που συνεχίζει να διατηρείται), που ασχολήθηκα με τον Κυριακίδη είναι η σχέση του με τους Ολλανδούς πάνκηδες
The Ex (που είναι οι αγαπημένοι μου πάνκηδες κάθε εποχής και τόπου).
Ομοίως εξαιρετικό το τέλος της βραδιάς, με όλους τους Maze Ensemble και πάλι επί σκηνής και εναλλάξ κάθε συμμετέχοντα να σολάρει στην κεντρική θέση της σκηνής (
ΟΚ, η βιολίστρια ουσιαστικά αναπαύονταν πλάι στο πιάνο- α... ο πιανίστας τρομερός τύπος, που χτύπαγε ενίοτε και τις χορδές του οργάνου ή τα σφυράκια απευθείας, χωρίς τη μεσολάβηση των πλήκτρων, και έκανε διάφορα ωραία γενικά). Ο «πνευστός» είχαμε ήδη διαπιστώσει ότι είτε στο κλαρινέτο, είτε στις διάφορες εκδοχές σαξοφώνου δεν αφήνει περιθώριο αμφιβολίας, συνεπώς ήταν ο κιθαρίστας που μέσα από ηχητικές εγκοπές που εκτόξευε ο
Κυριακίδης από ψηλά μας άφησε αυτή τη φορά άφωνους. ΟΚ! Η βραδιά εξελίχτηκε ιδανικά ακόμη και για εμάς τους σχετικά αδαείς, είτε απόφοιτους Κολεγίων, είτε περαστικούς ωδείων που δεν αποφοίτησαν ποτέ.
Η βραδιά τελείωσε και μαζί της έλαβε τέλος και ο συνήθης φόβος σε κάτι τέτοιου είδους μουσικές περιστάσεις, να μην χειροκροτήσεις ενώ το κομμάτι δεν έχει τελειώσει ακόμη (υπήρξαν αρκετές πονηρές παύσεις). Ο Κυριακίδης είχε εμφανιστεί μία μόνο φορά στη σκηνή με το ipad του και σε όλη τη διάρκεια δημιουργούσε ηλεκτρονικά ακριβώς πίσω από τα κεφάλια μας. Στο τέλος ανέβηκε και πάλι και δικαίως καταχειροκροτήθηκε, όπως και όλοι οι υπόλοιποι. Ακολούθησε συζήτηση, αλλά αυτή τη φορά δεν ακολούθησα. Δεν ξέρω αν υπήρχαν κάποιοι σαν κι εμένα που τους έλειψε ο Andy Moor, αλλά ξέρω ότι στο Six d.o.g.s. σε κάποιους είχε περισσέψει ο Γιάννης Κυριακίδης, έτσι δεν είναι;