Γεννήθηκε στις 7 Δεκέμβρη του 1988 στο Crystal Palace του Νότιου Λονδίνου (από γονείς με καταγωγή από την Γκάνα), αλλά μεγάλωσε βόρεια, στα μέρη της Florence Dugdale και του John Keats, στο μελαγχολικό Edmonton, που εκείνα τα χρόνια χαρακτηριζόταν από έντονες κοινωνικές αντιθέσεις – ένα μέρος κλειστοφοβικό για ένα παιδί που του αρέσει να ονειρεύεται. Ο ίδιος λέει ότι ήταν «μοναχικός από επιλογή, κλεισμένος τις περισσότερες ώρες στο σπίτι». Σιγά σιγά έμαθε να παίζει μόνος του πιάνο και να ζωγραφίζει βάζοντας λέξεις σε χαρτί.
Φτωχός από χρήματα αλλά πλούσιος σε όνειρα «δραπετεύει» στο Παρίσι. Αλλά κι εκεί συνεχίζει να ζει στην σκοτεινή μεριά της πόλης. Άστεγος, περνάει χρόνια παίζοντας μουσική στους δρόμους, τα υπόγεια και τους διαδρόμους του μετρό, σε ταπεινά μπαρ και άθλια ξενοδοχεία. Ώσπου ένα βράδυ σαν όλα τ’ άλλα, έτυχε να τον ακούσει ο σωστός περαστικός και η ζωή του «ξυπόλητου τροβαδούρου», να αλλάξει για πάντα. Δύο χρόνια μετά, και με τα ανά τον κόσμο Μέσα να συμφωνούν ότι η φωνή του μοιάζει με την ιδανική διασταύρωση της Nina Simone με τον Antony Hegarty, έφτασε επιτέλους η στιγμή της κυκλοφορίας του πολυαναμενόμενου πρώτου δίσκου του (είχαν προηγηθεί δύο EP) At least for now. Η Popaganda τον συνάντησε στα παρασκήνια του Gazarte, όπου εμφανίστηκε ζωντανά λίγες μέρες πριν το τέλος του 2014.
Πες μου το πιο σημαντικό πράγμα που έμαθες στα δύσκολα χρόνια σου στην πόλη του φωτός. Γεννήθηκα μόνος, μεγάλωσα μόνος, θα πεθάνω μόνος. Δεν υπάρχει χρόνος για παράπονα. Μόνο πάθος για αυτό που κάνεις και τη ζωή!
Παίζεις πάρα πολλά όργανα, πιάνο, keyboard, μπάσο, ντραμς. Αν το κάθε ένα από αυτά ήταν άνθρωπος τι φύλο και τι χαρακτήρα θα είχε; Θα ήταν όλοι άνθρωποι. Χωρίς διακρίσεις σε φύλο, ράτσα, ηλικία, ελεύθερα πνεύματα που κάνουν ότι θέλουν, εκφράζονται όπως θέλουν.
Σε διάφορες συνεντεύξεις σου μέχρι σήμερα χρησιμοποιείς συχνά τη λέξη τιμιότητα για να περιγράψεις τον τρόπο που παίζεις. Τι σημαίνει λοιπον για σένα; Είναι δύσκολο να το εξηγήσω, είναι κάτι που νιώθω ότι βρίσκεται στην καρδιά και την ψυχή μου. Θέλω να πιστεύω ότι την βαθιά μέσα τους έτσι είναι όλοι οι άνθρωποι...
Θεωρείς τον εαυτό σου περισσότερο μουσικό ή ποιητή; Θα έλεγα «music poet». Αλλά δεν έχει και τόση σημασία, απλώς εμπνέομαι από όσα συμβαίνουν στη ζωή μου για να γράψω στίχους και μουσική – και τα δύο ταυτόχρονα, γεννιούνται μαζί. Και απλώς ελπίζω σε 10 χρόνια να είμαι πολύ καλύτερος, άλλωστε θα είμαι ακόμη νέος!
Τι σε κάνει πιο ευτυχισμένο; Να είσαι ερωτευμένος ή να βλέπεις τον κόσμο να συναρπάζεται από τα τραγούδια σου; Εννοείται να βλέπω τους ανθρώπους να συγκινούνται από εμένα.
Σου περνάει ποτέ από το μυαλό πόσο διαφορετική θα ήταν η ζωή σου αν δεν σε είχαν «ανακαλύψει» στο Παρίσι; Κανείς καλλιτέχνης δεν μπορεί να εξελιχθεί επαγγελματικά χωρίς την βοήθεια των «μηχανών» του μουσικού μάρκετινγκ, είναι αυτοί οι άνθρωποι που έχουν την γνώση και τον τρόπο όχι να σε κάνουν καλύτερο μουσικό αλλά να σε συνδέσουν με τον κόσμο.
Ακούγοντας το ντεμπούτο σου, πρέπει να σου πω ότι για κάποιο λόγο σκέφτηκα πως είναι τέλειο σάουντρακ για τα ποιήματα του Paul Verlaine. Τέλος πάντων, υπάρχει κάποιο πρόσωπο που θα ήθελες να του αφιερώσεις το δίσκο; Πολύ καλή ερώτηση! Το αφιερώνω στην προηγούμενη κοπέλα μου (σ.σ. αρνείται να μου πει το όνομά της) που ήταν η καλύτερή μου φίλη, μοναδική σε αξία πηγή έμπνευσης. Ήταν για μένα τα πάντα σε εποχές που τα πέρναγα πολύ δύσκολα. Α και ακριβώς επειδή τα πέρναγα δύσκολα, το αφιερώνω και στο Ίδρυμα Villa Lena μία Μη Κερδοσκοπική Οργάνωση που βοηθάει νέους καλλιτέχνες από όλο τον κόσμο να βρουν τον δρόμο τους και να εξελιχθούν.
Και κάτι τελευταίο. Ποιος χαρακτήρας βιβλίου σου ταιριάζει περισσότερο; O Γιάννης Αγιάννης του Ουγκώ, ο Τριστάνος του Chaucer ή ο Candide του Βολταίρου; Δύσκολα μου βάζεις...Κανείς τους. Θα έλεγα η Jerry από το Tom και Jerry . Γιατί είναι αθώα, έξυπνη, γλυκιά. Και πάντα τα καταφέρνει.
Το At Least for Now κυκλοφορεί από τη Virgin EMI.