Κλείσιμο σε 10 δευτερόλεπτα..
Κλείσιμο
Κλείσιμο σε 10 δευτερόλεπτα..
Κλείσιμο

Η Geike Arnaert τον Απρίλιο στην Ελλάδα με τους Hooverphonic: «Ήταν απλώς η στιγμή να ξανασυνδεθούμε»

Με το “Mad About You” να είναι ακόμα κολλημένο σε μυαλά και ραδιόφωνα, το άλμπουμ Magnificent Tree κλείνει 25 χρόνια και οι Hooverphonic θα το γιορτάσουν μαζί μας με δύο συναυλίες.

Hooverphonic

Όσο και να αλλάζουν τα μουσικά γούστα, κάποιες μπάντες μένουν σταθερά στο παρασκήνιο της ζωής σου. Οι Hooverphonic είναι μια από αυτές και αναμφίβολα η Geike Arnaert, η φωνή που στιγμάτισε τις πιο δυνατές τους στιγμές.

Από το 1995 που ξεκίνησαν στη Φλάνδρα του Βελγίου, μέχρι σήμερα, έχουν περάσει από διάφορες φάσεις: από την trip-hop ατμόσφαιρα του A New Stereophonic Sound Spectacular, στην πιο pop εποχή των 00s, και από εκεί στην κινηματογραφική μπαρόκ ενορχήστρωση που τους καθιέρωσε διεθνώς. Μέσα σε όλα αυτά, η Geike μπήκε το ’97 και, κάπου εκεί, ο ήχος τους βρήκε τη φωνή του. Και αυτό γιατί η Geike δεν τραγουδούσε απλώς, έφτιαχνε το mood. 

Το The Magnificent Tree, το πέμπτο τους άλμπουμ, κυκλοφόρησε το 2000 και ήταν σαν να ξεκλείδωσε κάτι. Με το “Mad About You” ως σούπερ χιτ (το οποίο παραμένει ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα tracks της ευρωπαϊκής pop των 00s) και κομμάτια όπως τα “Vinegar & Salt”, “Out of Sight” και “Jackie Cane” να ακολουθούν, έφτιαξαν έναν δίσκο που δημιούργησε τη δική του ατμόσφαιρα. Και με αυτό το άλμπουμ, οι Hooverphonic πέρασαν στην ιστορία. 

Η Geike, όμως, δεν έμεινε για πάντα. Το 2008 αποχώρησε για να κυνηγήσει σόλο πορεία, αφήνοντας πίσω της ένα μεγάλο, αγαπημένο κεφάλαιο. Οι Hooverphonic συνέχισαν με άλλες φωνές -Noémie Wolfs, Luka Cruysberghs- αλλά εκείνη η μαγεία, αυτό το “κάτι” στο στήσιμο των τραγουδιών, έμοιαζε δύσκολο να επαναληφθεί. Μέχρι το 2020.

Hooverphonic

Η επιστροφή της Geike ανακοινώθηκε ξαφνικά, χωρίς φανφάρες. Ήρθε απλά, στην ώρα της. Η ίδια λέει πως όλα ξεκίνησαν από ένα τηλεφώνημα. Μαζί συμμετείχαν και στη Eurovision του 2021 με το “The Wrong Place”, συνεχίζοντας από εκεί που είχαν μείνει, με στυλ, χιούμορ και μουσική ταυτότητα που δεν μοιάζει με καμία άλλη.

Οι Hooverphonic μάς έχουν επισκεφτεί αρκετές φορές τα προηγούμενα χρόνια και όπως μου λέει και η ίδια, δεν ξεχνάει με τίποτα την Αθήνα. Μία φορά είχε χάσει τη φωνή της, είχε πυρετό, ένιωσε ότι δεν θα τα καταφέρει, αλλά το κοινό τραγουδούσε κάθε λέξη και την έσωσε. Όπως είναι φυσικό λοιπόν, η Ελλάδα δεν λείπει ούτε φέτος από το πλάνο τους.

Στις 16 Απριλίου στη Θεσσαλονίκη (Principal Club Theater) και στις 17 Απριλίου στην Αθήνα (Fuzz Live Music Club), οι Hooverphonic επιστρέφουν με αφορμή τα 25 χρόνια από την κυκλοφορία του The Magnificent Tree, με full μπάντα, κουαρτέτο εγχόρδων και ένα setlist που θα ενώνει το τότε με το τώρα.

Αν είχες κάποτε το “Eden” και το “2 Wicky” σε mixtape ή αν έλιωνες με το “Mad About You” όταν έπαιζε στο ραδιόφωνο στις δύο τα ξημερώματα, σίγουρα δεν θέλεις να τους χάσεις. Αν πάλι τους γνωρίζεις τώρα, είναι η κατάλληλη στιγμή να τους δεις live γιατί αυτή την ατμόσφαιρα πρέπει να τη μοιράζεσαι.

Λίγο πριν τις δύο εμφανίσεις τους, η Geike μού μίλησε για όλα αυτά που έχει μοιραστεί στο παρελθόν αλλά και που την ενώνουν και πάλι με το συγκρότημα.

Hooverphonic

Ποιες ήταν οι πρώτες σου εντυπώσεις όταν μπήκες στους Hooverphonic και πώς επηρέασε η δυναμική της μπάντας την καλλιτεχνική σου έκφραση εκείνη την περίοδο; Ήταν λίγο σαν όνειρο, υποθέτω. Ένα όνειρο που γινόταν πραγματικότητα. Έμοιαζε με τεράστιο βήμα προς τα πάνω και ταυτόχρονα, μέσα στην εφηβική μου αλαζονεία, ένιωθα και σαν κάτι σχεδόν αυτονόητο που θα μου συνέβαινε. Πάντα ήθελα να κάνω το τραγούδι επάγγελμά μου και δεν είχα σκεφτεί ποτέ τίποτα άλλο. Η επαγγελματική ατμόσφαιρα ήταν, βέβαια, τρομακτική στην αρχή. Μέχρι τότε, με επαινούσαν για τη σχετικά πιο βαθιά χροιά της φωνής μου και, παρόλο που και η μπάντα το εκτιμούσε αυτό, χρειαζόταν να τραγουδήσω με τρόπους που δεν είχα ποτέ επιχειρήσει. Οι αιθέριες, ονειρικές φωνές του πρώτου άλμπουμ αλλά και τα demos του δεύτερου, που είχαν γραφτεί για τη Liesje... ήταν κάτι πολύ διαφορετικό από όσα είχα συνηθίσει. Μου άρεσε που με προκαλούσε αυτό το στυλ, αλλά με έφερε αντιμέτωπη με αρκετές ανασφάλειες. Με δίδαξε ταπεινότητα απέναντι στη δουλειά.

Το άλμπουμ The Magnificent Tree αποτέλεσε σταθμό στην καριέρα των Hooverphonic. Πώς αντικατοπτριζόταν η δημιουργική σας χημεία στη διαδικασία παραγωγής του άλμπουμ; Ήταν μια περίεργη περίοδος, με πολλές αλλαγές. Πρώτα απ’ όλα, είχαμε αποχαιρετήσει τον Frank Duchêne. Ξαφνικά, μείναμε οι τρεις μας και περνούσαμε πάρα πολύ χρόνο μαζί τότε — τόσο σε συναυλίες, όσο και στο γράψιμο και τις ηχογραφήσεις. Θυμάμαι το σπίτι που έμενε τότε ο Alex. Ήταν το πρώτο άλμπουμ που γράφτηκε για τη δική μου φωνή, οπότε υπήρχε χώρος για πειραματισμούς. Δεν νομίζω ότι κάνω το ίδιο πράγμα δύο φορές μέσα στο άλμπουμ. Κάθε κομμάτι απαιτούσε διαφορετική προσέγγιση. Ήταν τόσο διασκεδαστικό να παίζουμε με αυτό! Και δεν ακουγόταν πάντα καλό στα δικά μου αυτιά, αλλά αυτό δεν είχε σημασία. Υπηρετούσα τη μπάντα και τα τραγούδια και μάθαινα τόσα για το πώς μπορώ να χρησιμοποιώ αυτό το όργανο -τη φωνή.

Το τραγούδι “Mad About You” θεωρείται πια διαχρονικό κλασικό. Περίμενες ποτέ να γνωρίσει τέτοια επιτυχία; Τι σημαίνει για σένα σήμερα; Φυσικά δεν μπορείς να προβλέψεις ή να περιμένεις κάτι τέτοιο. Αλλά υπήρχε σίγουρα μια συγκίνηση, μια ένταση, αμέσως μετά που είχα ηχογραφήσει το demo. Ήταν αυτό το "κάτι έχει αυτό το τραγούδι". Και όταν το παίξαμε σε κόσμο, υπήρξαν έντονες αντιδράσεις — τόσο θετικές όσο και αρνητικές. Άγγιζε κάτι μέσα τους. Δεν ξέρω πώς συνεχίζει να μου δίνει όσα μου δίνει... Υπάρχει κάτι μεγαλοπρεπές σε αυτό, κάτι που με κάνει να θέλω να γονατίσω μπροστά του καμιά φορά.

Όταν έφυγες από τους Hooverphonic το 2008, τι πήρες μαζί σου καλλιτεχνικά και πώς επηρέασε την πορεία σου ως σόλο καλλιτέχνιδα; Όπως μια οικογενειακή ιστορία, την κουβαλάς παντού. Η επιρροή της είναι αδιαμφισβήτητη. Αλλά δεν έχω ορίσει επακριβώς τι ακριβώς πήρα μαζί μου, πέρα από την εξέλιξή μου ως τραγουδίστρια και performer. Έχω την ανάγκη να λέω ιστορίες -αυτό μου άρεσε πολύ να το κάνω στους Hooverphonic. Το προσωπικό μου πρότζεκτ είναι απλώς πιο κοντά στη δική μου εμπειρία.

Αναπολώντας τα πρώτα σου χρόνια με τους Hooverphonic, ποια στιγμή θα έλεγες ότι ήταν η πιο καθοριστική ή αξέχαστη εκείνης της εποχής; Υπάρχει μια αλυσίδα στιγμών που ήταν σημαντικές, αλλά για μένα η στιγμή που συνειδητοποίησα ότι η επιτυχία που είχαμε σε περιοδεία και ηχογραφήσεις δεν ήταν τίποτα μπροστά σ’ αυτό που θα ακολουθούσε όταν απογειώθηκε το “Mad About You”. Ταξίδια παντού, τηλεοπτικές εμφανίσεις...

Η επιστροφή σου στους Hooverphonic το 2020 ξάφνιασε και ενθουσίασε πολλούς. Τι έκανε εκείνη τη χρονική στιγμή την κατάλληλη για επανένωση; Απλώς ένιωθα ότι είναι σωστό! Ήταν η κατάλληλη στιγμή γιατί με έκανε να νιώθω όμορφα το ότι ξανασυνδεθήκαμε. Η ιδέα να ξαναβρεθούμε δεν μου προκαλούσε αμηχανία -κάτι που λίγα χρόνια νωρίτερα, θα μου φαινόταν αδιανόητο. Για το σόλο άλμπουμ μου συμμετείχα σε ένα τηλεοπτικό σόου· μια τραγουδίστρια, η Emma Bale, ήθελε να πει ένα τραγούδι των Hooverphonic. Διάλεξε το Eden και ήθελα να σιγουρευτώ ότι ο Alex ήξερε πως δεν προσπαθούσα να "εκμεταλλευτώ" το όνομα "Hooverphonic", οπότε τον πήρα τηλέφωνο για να το ξεκαθαρίσω. Μιλήσαμε για τα πρότζεκτ μας, για τη ζωή μας. Λίγες εβδομάδες μετά με κάλεσε πίσω και με ρώτησε αν με ενδιέφερε να συμμετάσχω σε μέρος της περιοδείας για το The Magnificent Tree, που τότε έκλεινε 20 χρόνια. Μου φάνηκε σωστό και μετά το ένα έφερε το άλλο... (Ο covid τότε, βέβαια, χάλασε εκείνο το εορταστικό πλάνο.)

Hooverphonic

Ποια είναι η σχέση σου με τη νοσταλγία όταν ερμηνεύεις τα παλιά τραγούδια των Hooverphonic; Τα βλέπεις αλλιώς τώρα; Δεν θα το έλεγα νοσταλγία, γιατί δεν θα ήθελα απαραίτητα να επιστρέψω σε εκείνη την εποχή. Αλλά υπάρχει κάτι σε αυτά τα τραγούδια από την πρώτη εποχή των Hooverphonic που είναι ταυτόχρονα τόσο όμορφα, φρέσκα και οικεία. Είμαι η ίδια γυναίκα, αλλά με εμπειρίες που τότε δεν είχα. Βλέπω τη ζωή αλλιώς, αλλά μπορώ ακόμα να τα φέρω κοντά μου όταν τα τραγουδώ. Οι πρόβες ήταν σκέτη απόλαυση. Ο κόσμος έχει αλλάξει πολύ από τις πρώτες μέρες των Hooverphonic. 

Πώς έχουν επηρεάσει τα παγκόσμια ή προσωπικά γεγονότα τη θεματολογία που θέλεις να εξερευνήσεις σήμερα στη μουσική σου; Πάντα υπήρχε μια συνείδηση, αλλά οι Hooverphonic δεν ήταν ποτέ πολιτικοί, θέλαμε να προσφέρουμε στον κόσμο μια αίσθηση ομορφιάς, μια απόδραση. Τώρα πια δεν μπορούμε να αποστρέψουμε το βλέμμα. Το Fake is the New Dope ήταν το πρώτο άλμπουμ στο οποίο επιτρέψαμε σε τραγούδια όπως το “The Night is Long”, το “Don’t Think” και φυσικά το ομότιτλο, να εκφράσουν μια μορφή κριτικής ή -για μένα τουλάχιστον- αμφιβολίας για το πού βρισκόμαστε. Όσο κι αν ένιωθα οργή για τις αδικίες στον κόσμο, ποτέ δεν είχα νιώσει την απειλή του πολέμου ή δεν είχα δει την αξία της ανθρώπινης ζωής να μειώνεται τόσο. Ως Βέλγοι είχαμε καλομάθει, προστατευμένοι από κάποιες πραγματικότητες. Οπότε ναι, το παίρνω μαζί μου στη σκηνή. Προσπαθώντας πάντα να δημιουργήσω έναν όμορφο, διασκεδαστικό χώρο, στον οποίο να μπορούμε να νιώσουμε καλά.

Τι ελπίζεις να μεταδώσεις τόσο στους παλιούς όσο και στους νέους ακροατές μέσα από τη σημερινή σου δουλειά με τους Hooverphonic; Ό,τι ελπίζει κάθε μουσικός, υποθέτω: να συνοδεύει η μουσική μας τους ανθρώπους με τρόπους που να σημαίνουν κάτι γι’ αυτούς.

Έχεις εμφανιστεί πολλές φορές στην Ελλάδα όλα αυτά τα χρόνια. Πώς συγκρίνεται το ελληνικό κοινό με τα υπόλοιπα και τι σου έχει μείνει από την ενέργειά του; Το μόνο που θυμάμαι σίγουρα είναι πόσο το απολάμβανα με το ελληνικό κοινό. Θα μπορώ να πω πιο συγκεκριμένα πράγματα μετά τα live την άνοιξη. Αν το προσπαθήσω τώρα, θα λέω απλώς γενικότητες και δεν θα είμαι ειλικρινής. Θέλω να τραγουδήσω για σας και να ξαναθυμηθώ πώς ήταν. Θα σου πω μετά, εντάξει; ;)

Υπάρχουν συγκεκριμένες αναμνήσεις από συναυλίες στην Ελλάδα που κρατάς στην καρδιά σου; Επειδή τότε δεν παίζαμε σε άλλες κοντινές χώρες, έπρεπε να πετάξουμε για Ελλάδα -δεν μπορούσαμε να πάμε με το λεωφορείο- οπότε οι συναυλίες στην Ελλάδα ήταν πάντα στο τέλος της περιοδείας, τον χειμώνα. Φυσικά, κουρασμένοι και μέσα στην εποχή των ιώσεων, αρρώσταινα και έχανα τη φωνή μου. Ένας γιατρός μού έκανε μία ένεση με κάτι που είμαι σίγουρη ότι ήταν για άλογα. Θυμάμαι στην Αθήνα, το κοινό τραγουδούσε σχεδόν κάθε τραγούδι μαζί μου και με κράτησε όρθια μέχρι το τέλος. Μπορεί να ήταν το φάρμακο, μπορεί να ήταν ο πυρετός, αλλά στη διάρκεια του “Vinegar and Salt” ερωτεύτηκα απόλυτα όλο τον κόσμο μέσα στο club.

Οι Έλληνες fans έχουν ιδιαίτερη αδυναμία στον κινηματογραφικό και συναισθηματικό ήχο των Hooverphonic. Πώς επηρεάζει ο ενθουσιασμός τους την αίσθηση που έχεις όταν παίζεις εδώ; Απλώς μας κάνει να ανυπομονούμε να έρθουμε. Υπάρχει ενθουσιασμός σε όλη τη μπάντα για την επιστροφή στην Ελλάδα.

Εισιτήρια: more.com 

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΑΠΟ ΜΟΥΣΙΚΗ : ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
NEWS
Save