
Υπάρχουν καλλιτέχνες που γεννήθηκαν για τη σκηνή, για να δίνουν φωνή σε όσα νιώθουμε και δεν λέμε. Η Βασιλική Μιχαλοπούλου είναι μία από αυτούς. Με μια ερμηνεία που κουβαλάει το μπρίο της Τσανακλίδου, την αυθεντικότητα της Εσκενάζυ και τη σύγχρονη ματιά της Winehouse, η Βασιλική ήρθε για να μείνει.
Η Βασιλική έχει ένα δικό της μουσικό ύφος, που ακροβατεί ανάμεσα στο ρυθμικό και το εσωστρεφές, με επιρροές από τον Φοίβο Δεληβοριά και τον Γιάννη Αγγελάκα, τον Θανάση Παπακωνσταντίνου και τον Αλκίνοο Ιωαννίδη, έως τον Γιώργο Ζαμπέτα και τον Goran Bregovic. Μέσα από τη χαρακτηριστική της ερμηνεία και τον ξεχωριστό ήχο της μπάντας της, μπορεί να σε καθηλώσει όχι μόνο με έντεχνες και ροκ μπαλάντες και χορευτικές ρούμπες, αλλά και με ζεϊμπέκικα και τραγούδια με παραδοσιακά στοιχεία.
Η μουσική μπήκε στη ζωή της σχεδόν τυχαία, όταν κατά τη διάρκεια ενός αυτοσχεδιασμού σε θεατρική ομάδα, η φωνή της αποκάλυψε αυτό που πάντα ήταν γραφτό να γίνει: τραγουδίστρια. Από τότε, η πορεία της ήταν μονόδρομος. Σπούδασε μουσική, βρέθηκε στις σκηνές της πόλης και τώρα, έπειτα από χρόνια live και αναζητήσεων, κρατά στα χέρια της το πρώτο της προσωπικό άλμπουμ, Ενδεχόμενα, σε μουσική και στίχους του Γιώργου Καψάσκη, σε παραγωγή του Δημήτρη Σιάμπου.
Ο δίσκος είναι ένα μουσικό κολάζ από διαφορετικά ηχοχρώματα και το τραγούδι "Είναι Κρίμα", που προηγήθηκε της κυκλοφορίας του άλμπουμ, αγαπήθηκε αμέσως. Κάναμε μία κουβέντα με αφορμή το άλμπουμ και την εμφάνισή της στον Σταυρό του Νότου, λίγο πριν μας ταξιδέψει την Παρασκευή το βράδυ στο δικό της μουσικό σύμπαν. Εκεί, όπου θα παρουσιάσει τα τραγούδια του άλμπουμ της μαζί με επιλεγμένες διασκευές, με τη συνοδεία μιας δυνατής μπάντας: Αλέξης Στενάκης (πλήκτρα), Τάσος Γιαννούτσος (κιθάρα), Γιώργος Κάστανος (πνευστά), Χρήστος Χλιούρας (τύμπανα) και Αλέξης Νασσάτι (μπάσο).
Η ίδια μιλά για τις μουσικές της επιρροές σαν συλλέκτης εμπειριών. Από τη Χαρούλα Αλεξίου και τη Μαρίκα Νίνου, μέχρι τον Θανάση Παπακωνσταντίνου και τον Goran Bregovic, αν κάτι χαρακτηρίζει την ταυτότητά της, είναι η ελευθερία των ειδών και των ήχων. «Δεν θέλω να περιορίζομαι, θέλω να νιώθω ότι μπορώ να εκφράσω όσα έχω μέσα μου με οποιονδήποτε τρόπο μου ταιριάζει», τονίζει. «Οι συναυλίες μου είναι συμπυκνωμένη αληθινή ζωή. Θέλω να κάνω τον κόσμο να γελάσει, να συγκινηθεί, να θυμηθεί, να ταξιδέψει. Να νιώσει».

Βασιλική, πότε και πώς μπήκε το τραγούδι στη ζωή σου; Υπήρξε μια στιγμή που είπες «αυτό θέλω να κάνω»; Ανέκαθεν φανταζόμουν και ήθελα τον εαυτό μου μέσα σε ένα καλλιτεχνικό επάγγελμα! Η μουσική μπήκε στη ζωή μου στα φοιτητικά μου χρόνια, όταν ήμουν μέλος της θεατρικής ομάδας «Δρυς». Εκεί, στο πλαίσιο ενός αυτοσχεδιασμού, μου βγήκε να τραγουδήσω. Από τη συνθήκη που δημιουργήθηκε αισθάνθηκα πως «κάτι συνέβαινε» και έτσι οι φίλοι μου με παρότρυναν να ασχοληθώ πιο ενεργά. Γράφτηκα λοιπόν στο Ωδείο, όπου άνοιξε για μένα ένας μαγικός κόσμος. Αμέσως αισθάνθηκα ότι ήθελα να το ακολουθήσω! Έτσι ξεκίνησα τα live μου και τη φωνητική. Σταδιακά, βρέθηκα σε μία συγκυρία όπου, τα live μου είχαν μεγαλώσει οργανικά, επομένως γίνονταν και πιο συχνά και ταυτόχρονα είχα στα χέρια μου επτά πρωτότυπα κομμάτια στα οποία πίστεψα πολύ, γραμμένα από τον Γιώργο Καψάσκη, για να ξεκινήσω τη δισκογραφία μου. Είχα μια ευκαιρία να προσπαθήσω για αυτό που αγαπούσα!
Η φωνή σου έχει ένα ιδιαίτερο χρώμα που κινείται με άνεση ανάμεσα στο λαϊκό, το έντεχνο και το ρεμπέτικο. Ποιοι καλλιτέχνες σε έχουν επηρεάσει περισσότερο; Είναι πάρα πολλοί, γιατί πάντα μου άρεσε να ψάχνω και να παρατηρώ φωνές, τόσο από το ελληνικό όσο και το ξένο ρεπερτόριο. Εντάξει, δεν γίνεται να είναι εκτός η Αλεξίου, η Βιτάλη, η Γαλάνη. Μια πολύ βαθιά αδυναμία έχω στην Τάνια Τσανακλίδου, πολύ ιδιαίτερη και σαρωτική ερμηνευτικά. Έχω μελετήσει πολύ τη Ρόζα Εσκενάζυ, τη Μαρίκα Νίνου, με γοητεύει πολύ η Φλέρυ Νταντωνάκη και η Νατάσα Μποφίλιου από τις σύγχρονες τραγουδίστριες. Από το ξένο ρεπερτόριο λατρεύω την Amy Winehouse, την Beth Hart, το φωνητικό τέρας Beyonce, τη Florence, από παλιές ξένες τραγουδίστριες την Ella Fitzgerald... Μπορώ να γράφω ασταμάτητα. Μου αρέσει πολύ να παρατηρώ φωνές, ανδρικές και γυναικείες, από όλες τις εποχές. Αυτό που με απασχολεί είναι, όχι να τις μιμηθώ, αλλά παρατηρώντας, να ξεκλειδώσω σε εμένα δυνατότητες και τον δικό μου ήχο.
Υπάρχουν δίσκοι που θεωρείς «σχολείο» για εσένα, που έλιωσες στο άκουσμα και επηρέασαν τον τρόπο που τραγουδάς; Πάρα πολλοί! Χαρακτηριστικά και ενδεικτικά, μου έρχονται στο μυαλό οι εξής δύο: «Τάνια Τσανακλίδου – 2 χρόνια Μετρό». Λατρεύω την Τάνια Τσανακλίδου ερμηνευτικά. Είναι χείμαρρος και σε αυτόν το δίσκο νομίζω είναι στα καλύτερά της. Από τον Μάνο Χατζιδάκι και τα Κραουνακικά της, μέχρι βαριά λαϊκά, αλλά και με ηλεκτρονικό ήχο από το δίσκο της με το Μιχάλη Δέλτα. Έπειτα, το live «Μάλαμας – Αλεξίου – Ιωαννίδης στον Λυκαβηττό» είναι ένας δίσκος που έχω ακούσει αμέτρητες φορές. Τα τραγούδια που ειπώθηκαν εκείνη τη βραδιά είναι ένα κι ένα, οι ερμηνείες αξέχαστες. Δίσκος ορόσημο για μένα.
Πώς διαμορφώνεις το ρεπερτόριο μιας παράστασης; Έχω πάντα υπ’ όψιν μου αυτό που θέλω να πω, το μήνυμα που θέλω να περάσω και στη συνέχεια την ροή του ρεπερτορίου. Οι συναυλίες μου θέλω να είναι ένα δίωρο συμπυκνωμένης «αληθινής ζωής». Και η αληθινή ζωή έχει τα πάντα, γέλιο και δάκρυ, γλέντι αλλά και προβληματισμό. Έπειτα με ενδιαφέρει να με αντιπροσωπεύει το ρεπερτόριο. Στα πρώτα μου live που ήθελα να πατήσω στα πόδια μου και να συστηθώ, διάλεγα κομμάτια που αντιπροσωπεύουν τα ακούσματά μου, τις μουσικές αποσκευές μου, εκσυγχρονίζοντας τον ήχο τους μέσα από τις διασκευές που κάνουμε με την μπάντα μου.
Είναι διαφορετικό να τραγουδάς σε μια μικρότερη, πιο «ζεστή» μουσική σκηνή απ’ ό,τι σε μεγαλύτερους χώρους; Τι σου αρέσει περισσότερο; Αγαπώ και τα δύο εξίσου πολύ. Έχω κάνει live σε μικρά μαγαζάκια των 40 ατόμων και τώρα έχουμε τη χαρά να παίζουμε στον Σταυρό του Νότου που φιλοξενεί μεγάλο αριθμό ακροατών. Το καθένα έχει τη χάρη του. Η μικρότερη σκηνή έχει τη ζεστασιά της παρέας, στην πραγματικότητα είσαι ένα με τους ακροατές. Όμως η ενέργεια της μεγάλης σκηνής και του πολύ κόσμου είναι μια μαγική συνθήκη, όπου οι πολλοί καταφέρνουν να συντονιστούν και να εναρμονιστούν. Λατρεύω και τα δύο και θα εξακολουθήσω ανάλογα με τη συνθήκη που θέλω κάθε φορά να δημιουργήσω, να τα κάνω!
Πώς διαλέγεις ένα τραγούδι για να το πεις; Σίγουρα με ενδιαφέρει να με εκφράζει ο στίχος, η θεματική του. Να μιλάει για αυτά που θέλω να πω, αυτά που νιώθω, σε συνδυασμό με μια μουσική που θα με συγκινεί και θα εξυπηρετεί το νόημα αυτών του λόγου, είτε αυτό είναι κάτι πιο εσωστρεφές, είτε κάτι πιο ρυθμικό, είτε κάτι πιο καταγγελτικό. Με ενδιαφέρει πολύ, μέσα από κάθε τραγούδι να εξερευνώ ένα διαφορετικό συναίσθημα, μια κοινωνική ανησυχία. Θεωρώ πως έχει μεγάλη ουσία, ιδίως σήμερα, να επιλέγει κανείς τραγούδια που θίγουν ζητήματα τόσο συναισθηματικά, όσο και κοινωνικά με ειλικρίνεια και αυθεντικότητα. Ζούμε σε μια πολύ καλουπωμένη και ταυτόχρονα σκληρή εποχή, επομένως αναζητώ τραγούδια με άμεσο, αυθεντικό, ακόμα και αιχμηρό λόγο για αυτά που με απασχολούν.
Αναφέρεις ότι ακούς πολλά και διαφορετικά είδη μουσικής, από pop και rock μέχρι ρεμπέτικα και παραδοσιακά. Πώς επηρεάζουν αυτές οι επιρροές τη δική σου μουσική ταυτότητα; Νομίζω πως όλα μαζί συνδιαμορφώνουν αυτό που είμαι. Και αυτό γιατί από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου ανήκω βαθιά σε όλα αυτά τα ακούσματα. Από τα ρεμπέτικα, λαϊκά και παραδοσιακά που άκουγα με την οικογένειά μου, την pop, rock και blues μουσική που άκουγα μόνη μου, το έντεχνο ρεπερτόριο που αγαπώ πολύ. Το international folk, τα ανατολίτικα. Ακούω πάρα πολλά χρόνια διαφορετικά είδη μουσικής και το καθένα ποτίζει κάτι διαφορετικό μέσα μου. Ψάχνοντας να βρω τη «δική μου» φωνή, κράτησα πολλά από αυτά τα διαφορετικά στοιχεία τα οποία, νομίζω πως αν κανείς ακούσει την δουλειά μου και δισκογραφικά και ζωντανά, θα τα εντοπίσει. Μπορεί παραδείγματος χάριν να διασκευάσουμε με blues ενορχήστρωση ένα παλιό λαϊκό κομμάτι ή με ροκ ενορχήστρωση ένα κλασικό ρεμπέτικο. Ή να διατηρώ κάποια γυρίσματα που μπορεί να έχω ακούσει σε παλιά σμυρναίικα, κοκ. Αυτό που θα ήθελα πολύ είναι να βρίσκω πώς να εκφράσω με τον δικό μου τρόπο τις πολλές διαφορετικές επιρροές που έχω.
Έχεις βρεθεί σε στιγμές που ένιωσες ότι τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα και σκέφτηκες να κάνεις πίσω; Πολλές φορές. Η πραγματικότητα είναι δύσκολη και σκληρή. Ιδίως για έναν νέο καλλιτέχνη που ο βιοπορισμός δεν είναι αυτονόητος από την αρχή της δουλειάς του και ταυτόχρονα επιμελείται 100 διαφορετικά πράγματα, από τη μουσική μέχρι τις συμφωνίες με το μαγαζί που θα παίξει. Δεν θέλω όμως με τίποτα να πω ότι κάνω πίσω. Ναι, έρχονται δύσκολες στιγμές, αλλά επικρατεί η θέληση να κάνω αυτό που αγαπώ πολύ. Επιμένω να σκέφτομαι ψύχραιμα και να ψάχνω τρόπους να τροφοδοτήσω την δουλειά μου. Μόλις τελειώνει ένα project, να ξεκινάω το επόμενο. Έχω μεγάλο πείσμα να μην τα παρατήσω, να φτάσω εκεί που θέλω να πάω. Αλλιώς δεν έχει νόημα. Πιστεύω πως κανείς πρέπει να παλεύει για να ζήσει όπως έχει ονειρευτεί!
Το κοινό στην Ελλάδα δείχνει αφοσίωση στους καλλιτέχνες που αγαπά, αλλά και μια τάση να «βαφτίζει» εφήμερες επιτυχίες. Τι πιστεύεις ότι χρειάζεται για να έχει μία διαδρομή διάρκεια; Πιστεύω πως χρειάζεται συνέπεια και αυθεντικότητα. Να ξέρεις πού θέλεις να πας και με ποιον τρόπο. Η σκληρή δουλειά είναι σταθερός παράγοντας. Νομίζω πως όταν κάποιος δεν κοροϊδεύει τον ακροατή του και δεν εγκαταλείπει τον στόχο του, πηγαίνει μόνο ψηλότερα και με ουσιαστικό τρόπο. Είναι παραδείγματος χάριν μεγάλο μου όνειρο να καταφέρω στα χρόνια να μείνω συνεπής στον τρόπο που αντιλαμβάνομαι την μουσική και αυτά που θέλω να πω μέσα από αυτήν. Φυσικά να πειραματιστώ, να δοκιμάσω, είδη και μορφές τέχνης πάνω σε αυτό που κάνω, αλλά με συνέπεια στο «ποια είμαι», να μην αλλοιωθώ.
Πώς βλέπεις το ελληνικό τραγούδι αυτή την περίοδο; Υπάρχουν νέα πράγματα που σε εμπνέουν ή που ξεχωρίζεις; Νομίζω πως πάντα υπάρχουν φωνές και δημιουργοί με μεγάλο ταλέντο. Εμένα προσωπικά και ιδίως από συνομηλίκους μου, μου αρέσει πάρα πολύ η φωνή και η δισκογραφία της Νεφέλης Φασούλη, τα Καλογεράκια, η Μυρτώ Βασιλείου, ο Απόστολος Κίτσος, η Νίνα Μαζάνη. Ο Δημήτρης Μπάκουλης είναι ένας φοβερά ταλαντούχος δημιουργός και ερμηνευτής. Οι Σκιαδαρέσες είναι genius καλλιτέχνιδες. Η Σεμέλη Παπαβασιλείου έχει μαγική φωνή. Η Εύα Πολιτάκη κάνει υπέροχα live. Η Μαρία Κουτσουρλή επίσης. Όλα αυτά είναι παιδιά που παρακολουθώ και ακούω την δισκογραφία τους, πηγαίνω στα live τους και πολλές φορές με εμπνέει όχι μόνο ο τρόπος τους, αλλά και η ύπαρξη τους. Ότι παρά την δυσκολία της εποχής, κάνουν ωραίες συναυλίες καλά τραγούδια.
Είσαι άνθρωπος που παρακολουθεί τις τάσεις στη μουσική; Πιστεύεις ότι υπάρχει χώρος για το καλό τραγούδι, πέρα από τις πλατφόρμες και τα viral trends; Θεωρώ πως στο ευρύ κοινό το καλό τραγούδι περνάει μια κρίση, αλλά όχι ότι δεν έχει χώρο. Γι αυτό και υπάρχουν και όλοι οι καλλιτέχνες της ηλικίας μου που ανέφερα και πάνε και πολύ καλά. Φυσικά όμως πρέπει και εμείς ως κοινό να τους ψάχνουμε και να τους στηρίζουμε. Υπάρχει πάρα πολύ ταλέντο στο χώρο, πολλές εμπνευσμένες καλλιτεχνικές στιγμές, τραγούδια που θίγουν την εποχή και τα ζητήματα που μας απασχολούν. Επίσης δεν θεωρώ ότι αναγκαστικά τα viral trends δεν αφορούν το καλό τραγούδι. Υπάρχουν πολλά καλά τραγούδια που έγιναν viral όπως το «Νερό στη βάρκα» και τα «Τακούνια για καρφιά», το δεύτερο δε θίγοντας ένα ματωμένο κοινωνικό ζήτημα, τη βία κατά των γυναικών. Επομένως πιστεύω ότι δεν πρέπει να χάνουμε το θάρρος μας. Υπάρχει καλό τραγούδι και πρέπει να το προβάλλουμε, να μιλάμε για αυτό και να το αναπαράγουμε.
Αν μπορούσες να συνεργαστείς με έναν Έλληνα ή ξένο καλλιτέχνη που θαυμάζεις, ποιος θα ήταν και γιατί; Θα ήθελα πάρα πολύ να βρεθώ σε μια δουλειά με τον Αλκίνοο Ιωαννίδη. Τον λατρεύω! Τους στίχους, τη μουσική, τις ενορχηστρώσεις του, τη φωνή του. Είναι τεράστιος καλλιτέχνης. Και τον θεωρώ και έναν από τους πιο αυθεντικούς και συνεπείς ανθρώπους μέσα στο χώρο της τέχνης, ως προσωπικότητα. Όταν όλες αυτές τις αξίες, την ευαισθησία και τα μηνύματα που εντοπίζεις στη δουλειά ενός καλλιτέχνη, μπορείς να τα εντοπίσεις και στον τρόπο ζωής του, τότε δεν έχεις απλά να κάνεις με έναν ωραίο δημιουργό. Είναι μεγάλο κεφάλαιο στη μουσική μας.
Έχεις δηλώσει ότι το πιο πολύτιμο χαρακτηριστικό σε έναν άνθρωπο είναι η ευγενική ψυχή. Πώς μεταφράζεται αυτή η αξία στη μουσική σου και στις συνεργασίες σου; Η αξία αυτή είναι μέσα σε κάθε πτυχή της δουλειάς μου. Από τον τρόπο που θα τραγουδήσω γιατί αυτό το μήνυμα θέλω να περάσω μέχρι τους ανθρώπους με τους οποίους συνεργάζομαι. Από τους μουσικούς, μέχρι τους συνεργάτες μου στην επικοινωνία και τη δισκογραφική εταιρία μου. Δεν μπορώ να λειτουργήσω διαφορετικά. Νιώθω ότι με μουδιάζει ο αγενής, ο κακόβουλος άνθρωπος. Θέλω να νιώθω εμπιστοσύνη για να απελευθερώνομαι και να κάνω καλά τη δουλειά μου. Ευτυχώς είμαι τυχερή και από νωρίς βρήκα και κράτησα κοντά μου ανθρώπους που με στήριξαν πολύ και δουλεύουμε με καλή συνεννόηση και αμοιβαία εκτίμηση.
Αν έπρεπε να περιγράψεις τη διαδρομή σου μέχρι τώρα με έναν στίχο, ποιος θα ήταν αυτός; «Πόνταρα σε ‘σενα κι έπαιξα τα ρέστα μου»! Είμαι άνθρωπος που επενδύει σε αυτά που πιστεύει και επιμένει μέχρι να εκπληρωθούν!
Τι θα ήθελες να μείνει πίσω από σένα στο ελληνικό τραγούδι, όταν κοιτάξεις τη διαδρομή σου σε βάθος χρόνου; Θα ‘θελα να μείνουν καλά τραγούδια, ωραίες δουλειές με ευαισθησία, με τσαγανό, με μπρίο, με αυθεντικότητα και ειλικρίνεια. Να μπορεί κάποιος να αντιληφθεί και να πει ότι τραγούδησα με την ψυχή μου και έβαλα μεράκι στις δουλειές που ανέλαβα.
Μετά την επιτυχία του πρώτου σου άλμπουμ και τις ζωντανές εμφανίσεις, ποια είναι τα σχέδιά σου για το μέλλον; Υπάρχουν νέες συνεργασίες ή μουσικά πρότζεκτ που μπορούμε να περιμένουμε; Σίγουρα θα ήθελα πολύ να προσθέσω και άλλες εμφανίσεις και μάλιστα να «ταξιδέψουμε» με την μπάντα μου και εκτός Αττικής και ήδη είμαστε στη διαδικασία κανονίσματος! Το επόμενο project που ετοιμάζουμε τώρα είναι το video clip για το τραγούδι «Ενδεχόμενα» για το οποίο ανυπομονώ.