Γεννημένος στις Βρυξέλλες από Ιάπωνα πατέρα και Ελληνίδα μητέρα, ο διεθνούς εμβέλειας βιολονίστας Νώε Ινούι είναι ένας καλλιτέχνης με πολλές επιρροές. Στις 13 & 14 Δεκεμβρίου, συμπράττει με την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών στο Κοντσέρτο για βιολί του Μπετόβεν, μια σύνθεση για την ερμηνεία της οποίας έχει επαινεθεί από τους New York Times.
Λίγο πριν τη διπλή εμφάνισή του στην Αθήνα και την Καλαμάτα, μιλά για τις πολυπολιτισμικές του καταβολές, τις «αθέατες» μουσικές δυσκολίες και όσα του επιτρέπουν να ατενίζει το μέλλον με αισιοδοξία.
Πρόκειται να ερμηνεύσετε τον, σύμφωνα με πολλούς, “Παρθενώνα” του βιολιστικού ρεπερτορίου, το Κοντσέρτο του Μπετόβεν. Πόσο εύκολο είναι να βρει κανείς τη δική του “φωνή” μέσα από έργα τόσο διάσημα και πολυερμηνευμένα;
Θεωρώ ότι η προσωπική «φωνή» δεν είναι κάτι που αναζητάς, αλλά κάτι που σου συμβαίνει. Η ανάγκη να «χρωματίσεις» ή να «εκφέρεις» με έναν συγκεκριμένο τρόπο μπορεί φυσικά να συνοδεύεται από ένα σκεπτικό, αλλά προηγείται μια πρωταρχική αναγκαιότητα που καθοδηγεί έναν αληθινό μουσικό - οπότε προσπαθώ να συνδυάσω και τα δύο με τον πιο φυσικό τρόπο.
Για ερμηνεία σας στο Κοντσέρτο του Μπετόβεν, σας έχουν επαινέσει οι New York Times. Τι σημαίνει για εσάς προσωπικά το έργο;
Το Κοντσέρτο του Μπετόβεν είναι ένα από τα έργα που έχω ερμηνεύσει περισσότερο σε συναυλίες με ορχήστρες. Πιστεύω ότι η ομορφιά αυτού του Κοντσέρτου προσφέρει μια λυτρωτική αίσθηση στους ανθρώπους. Είναι ένα τόσο αγνό και ξεκάθαρο έργο, που μόνο η ακρόασή του είναι αναζωογονητική.
Παρόλο που το κοντσέρτο δεν βασίζεται σε εντυπωσιακά δεξιοτεχνικά “πυροτεχνήματα” όπως άλλα κοντσέρτα, παραμένει εξαιρετικά απαιτητικό. Ποιες θεωρείτε ως τις πιο λεπτές τεχνικές δυσκολίες του;
Αυτή είναι μια κλασική ερώτηση σχετικά με το συγκεκριμένο κονσέρτο: νομίζω ότι γενικά στους ανθρώπους αρέσει να κατατάσσουν τα πράγματα ανάλογα με τη δυσκολία τους. Μετά από αρκετά χρόνια εμπειρίας, πιστεύω πως ό,τι είναι πιο εύκολο έχει περισσότερες δυσκολίες σε σχέση με τα τεχνικά απαιτητικά έργα. Το πιο απλό παράδειγμα είναι μια ανοιχτή χορδή στο βιολί. Η χάρη της κίνησης, η καθαρότητα του ήχου, η αντίληψη του σώματός μας ενώ την εκτελούμε. Όλες αυτές οι απλές τεχνικές που συνδυάζουν τη διαυγή γραφή του κοντσέρτου του Μπετόβεν μπορεί να του προσδώσουν μια πιο απαιτητική πτυχή, αλλά εγώ προσωπικά νιώθω σαν στο σπίτι μου σε αυτές τις περιπτώσεις.
Ο βαθύς, εσωτερικός χαρακτήρας του Κοντσέρτου εμπόδισε την αναγνώριση του έργου για χρόνια. Θεωρείτε ότι πρόκειται για μια δημιουργία που διαφέρει από τις υπόλοιπες του συνθέτη ως προς το ύφος;
Σύμφωνα με ορισμένες πηγές, ο ίδιος ο Μπετόβεν δεν ήταν πολύ καλός στα έγχορδα. Η έμπνευση (αντιγραφή του) από τους ζωντανούς βιολιστές συνθέτες της εποχής του όπως οι Clement, Viotti, Kreutzer είναι ο κύριος λόγος που η συγκεκριμένη σύνθεση διαφέρει. Όπως, όμως κάνουν όλοι οι μεγάλοι συνθέτες, εισήγαγε στοιχεία και τα έκανε προσωπικά σε ένα βαθμό που αποδεικνύεται και από την αναγνώριση του έργου σε όλη την ιστορία.
Μόνο το πρώτο μέρος του Κοντσέρτου, διαρκεί περισσότερο από αντίστοιχα κοντσέρτα της εποχής του. Πώς διατηρείται η τεχνική ακρίβεια καθόλη τη διάρκεια ενός τόσο μακροσκελούς έργου;
Υπάρχει μόνο μια απάντηση σε αυτή την ερώτηση: με μελέτη.
Είστε μισός Έλληνας και μισός Ιάπωνας, ενώ έχετε σπουδάσει στο Βέλγιο, στη Γερμανία και την Γαλλία. Τι αντίκτυπο είχαν πάνω σας όλες αυτές οι διαφορετικές πολιτισμικές επιρροές;
Πάντα είχα επίγνωση αυτής της πολυμορφίας αλλά κυρίως το θεωρούσα κάτι το φυσιολογικό. Τα τελευταία χρόνια μόνο έχω συνειδητοποιήσει τον πλούτο της και αρχίζω να πιστεύω ότι είναι το αντίδοτο σε πολλά από τα σημερινά παγκόσμια προβλήματα. Ο σημαντικότερος αντίκτυπος που είχε πάνω μου ήταν να μάθω να βγάζω το καλύτερο από οποιαδήποτε κουλτούρα και να την ενσωματώνω.
Έχετε αναφέρει ότι αισθάνεστε ως πατρίδα σας την Ευρώπη. Ποια χαρακτηριστικά πιστεύετε ότι έχει η συγκεκριμένη ταυτότητα;
Εμείς οι Ευρωπαίοι δίνουμε μεγάλη αξία στην τοπική αίσθηση του «ανήκειν». Αυτό συμβάλλει στη δημιουργικότητα, αλλά δημιουργεί χάσμα όταν οδηγείται στα άκρα. Πράγματι, πάντα προσδιορίζω τον εαυτό μου ως Ευρωπαίο γιατί αισθάνομαι βαθιά συνδεδεμένος με αυτή την ήπειρο. Προκειμένου να χτίσουμε έναν ειρηνικό κόσμο για την επόμενη γενιά, πρέπει να είμαστε ενωμένοι στις διαφορές μας. Πρέπει λοιπόν να τολμήσουμε να διακηρύξουμε την ενότητά μας.
Πώς βιώνετε τη διαδικασία μιας ηχογράφησης; Σε τι διαφέρει από μια συναυλία;
Οι τεχνολογίες της ηχογράφησης εξελίσσονται μέρα με τη μέρα. Προσπαθώ να φέρνω την ηχογράφηση όσο πιο κοντά γίνεται στη συναυλιακή εμπειρία ακόμη κι αν αυτό μοιάζει αδύνατο. Είναι λυπηρό να υπάρχει μεγάλο χάσμα μεταξύ των ηχογραφήσεων και της ζωντανής μουσικής. Πιστεύω ότι σε έναν μουσικό δεν πρέπει να υποδεικνύεται το πώς θα λειτουργήσει σε μια ηχογράφηση. Οι διορθώσεις πρέπει να γίνονται μόνο σε μικρό βαθμό και η «μουσική ανάσα» να διατηρείται όσο το δυνατόν περισσότερο.
Έχετε πει πως θεωρείτε ότι η ηγεσία δεν είναι δουλειά ενός μόνο ανθρώπου. Σε μια ορχήστρα, πιστεύετε ότι υπάρχει το περιθώριο για προσωπική καλλιτεχνική έκφραση;
Δεν θυμάμαι το πλαίσιο μέσα στο οποίο έδωσα αυτή την απάντηση, αλλά είναι κάτι που θα ξαναέλεγα. Θα προσέθετα, ακόμη, ότι η εμπιστοσύνη είναι το στοιχείο που κάνει μια συνεργασία να ξεχωρίζει. Υπάρχει σίγουρα χώρος για προσωπική καλλιτεχνική έκφραση σε μια ορχήστρα. Ένας καλός μαέστρος δεν είναι δικτάτορας, το ίδιο ισχύει και για τους κορυφαίους μουσικούς. Η δομή μιας ορχήστρας μπορεί να είναι παραπλανητική για το κοινό (ακόμα και για τους μουσικούς), αλλά η ηγεσία είναι μια έξυπνη εναλλαγή ρόλων.
Μελετάτε τις αναγνώσεις άλλων βιολονιστών πάνω σε έργα που ερμηνεύετε; Υπάρχει κάποιος σολίστ που σας έχει επηρεάσει ιδιαίτερα;
Αυτός είναι σίγουρα ένας πολύ ωραίος τρόπος για να αντλείς έμπνευση και νέες ιδέες, κάτι που έκανα σε μεγάλο βαθμό όταν ήμουν νεότερος. Πλέον, προσπαθώ να προσεγγίζω τα νέα έργα μόνος μου στην αρχή και στη συνέχεια να εξερευνώ κι άλλες ερμηνείες. Με συγκινεί ιδιαίτερα η λεπτή εκφραστικότητα του Nathan Milstein, καθώς και το μαγικό παίξιμο του David Oistrach.
Ποια είναι η αγαπημένη σας τέχνη εκτός της μουσικής;
Αμφιταλαντεύομαι ανάμεσα στη ζωγραφική και τη γλυπτική, αλλά είμαι γιος ζωγράφου οπότε τείνω προς αυτή την κατεύθυνση.
Όταν ξεκινούσατε τα πρώτα σας επαγγελματικά βήματα, ποιες ήταν οι προσδοκίες σας; Πλέον, κατά πόσον αυτές οι προσδοκίες έχουν υλοποιηθεί;
Δεν ξέρω πώς να απαντήσω σε αυτή την ερώτηση. Θυμάμαι όταν με ρώτησαν πού βλέπω τον εαυτό μου σε δέκα χρόνια και απάντησα το ίδιο. Δεν είμαι καριερίστας, αλλά με ενδιαφέρει να γίνομαι καλύτερος μουσικός και άνθρωπος. Πιστεύω αυτή η προσέγγιση με έχει κάνει να παραμείνω στο χώρο και μου επιτρέπει ακόμη να ατενίζω το μέλλον με χαρά και αισιοδοξία.