
Ο Π.Ι.Ε.Β. (Ποιητής / Ισορροπιστής / Επισκέπτης Βοτανικού) είναι από εκείνες τις περιπτώσεις καλλιτεχνών που δεν περιγράφονται εύκολα. Γεννημένος και μεγαλωμένος σε μια Αθήνα που αλλάζει πιο γρήγορα απ’ όσο προλαβαίνει να καταλάβει κανείς, άρχισε να γράφει το 2008, στα 18 του, την περίοδο που δοκιμάζονταν τα πάντα: αξίες, όρια και το ποιος τελικά «τα καταφέρνει». Από τα πρώτα χρόνια δούλευε ασταμάτητα, σε δουλειές του ποδαριού, σε θέσεις που δεν είχαν καμία σχέση με την τέχνη, για να στηρίξει την ανάγκη του να γράφει.
Μετά από μια δεκαετία ωμής δουλειάς, live, slam, παράστασης και συγγραφής, κατάφερε στα 29 του να αρχίσει να ζει από την τέχνη του. Σήμερα, στα 35, αποτελεί έναν από τους πιο αναγνωρίσιμους εκπροσώπους της σύγχρονης ελληνικής spoken-word σκηνής, ενώ ανήκει στον πυρήνα του The Bad Poetry Social Club, της συλλογικότητας που έχει δώσει νέα ζωή στο performance poetry στην Ελλάδα.
Το DETROIT, που κυκλοφόρησε από την Inner Ear (ψηφιακά τον Απρίλιο, σε βινύλιο τον Ιούνιο), είναι η πιο ολοκληρωμένη μουσική του πρόταση: μια σύμπραξη 50-50 με τον Viktoras στη σύνθεση και την παραγωγή, όπου η ποίηση, η τρυφερότητα και ο θυμός του Π.Ι.Ε.Β. μπλέκονται με darkwave, electropunk και drum’n’bass. Ένας δίσκος που «δεν έχει άρωμα Αθήνας, βρωμάει Αθήνα», όπως λέει ο ίδιος.
Η επίσημη παρουσίαση στις 21 Νοεμβρίου στο ΠΛΥΦΑ θα είναι μια conceptual performance μίας ώρας στον εξωτερικό χώρο, με σπασμένα περιπολικά, οδοφράγματα, καπνούς, laser και industrial sound design και στη συνέχεια ένα δίωρο live με τον Viktoras, τον Νικηφόρο Nugent (Kepler Is Free), τον Sativa (Λόγος Τιμής) και μια σειρά εκλεκτών καλεσμένων: Pan Pan, TURBOFLOW3000, VASSILINA, Kalliopi Mitropoulou, Μάκη Παπασημακόπουλο και μέλη του The Bad Poetry Social Club (MFS – Vina Sergi – A. Epitheti – Fâné). Κάναμε μία κουβέντα για το live αλλά και για το DETROIT, που όπως λέει ο ίδιος: “Δεν έχει άρωμα Αθήνας, βρωμάει Αθήνα”.

VICTORAS & Π.Ι.Ε.Β.
Στην παραγωγή του άλμπουμ DETROIT συνεργάζεσαι με τον Viktoras στη μουσική, και το χαρακτήρισες «50-50» μουσική και spoken word ώστε «να μην κυριαρχεί η απαγγελία της ποίησης έναντι της μουσικής». Πώς ήταν η συνεργασία σας και ποιες ήταν οι πιο «δύσκολες» ισορροπίες που αντιμετωπίσατε στο στούντιο;
Δεν αντιμετωπίσαμε καμία απολύτως δυσκολία, πρώτον γιατί γνωριζόμαστε χρόνια και δεύτερον γιατί βρισκόμασταν ακριβώς στη φάση που το τελευταίο πράγμα που θέλαμε ήταν ένα πρότζεκτ με δυσκολίες. Με εμπιστεύτηκε και τον εμπιστεύτηκα. Αυτό είναι το δύσκολο της εποχής, γι’ αυτό συναντάμε δυσκολίες, δεν εμπιστευόμαστε κανέναν. Ζούμε στο μέτα-κόβιντ έρα και θέλουμε δουλειά, υπομονή και δρόμο για να ''ξαναβρεθούμε''. Δεν πιστεύουμε σε τίποτα και δεν μιλάω για χριστιανική πίστη, μιλάω για κάτι πολύ παραπάνω, πιο βαθύ και πιο προσωπικό. Η συνεργασία μας λοιπόν ήταν αυτό που πρότεινα να είναι στον Viktora. Ένα αξέχαστο σεξ με κάποιον άγνωστο, κάπου που κινδυνεύεις να σε δει κόσμος. Είχε κάβλα, με ''β'', κάτι που λείπει από την εποχή.
Σε συνέντευξή σου έχεις πει: «φοβάμαι μη γίνει το spoken word η νέα Dubai chocolate». Πώς συνδυάζεται αυτός ο φόβος με το γεγονός ότι το DETROIT επιχειρεί να ενσωματώσει το spoken word σε dance/club ιδιώματα;
Αυτό το είπα με έμπνευση μία ανησυχία που είχε κάποτε ο Λάμπρος Φισφής για το stand up, είχε πει πως φοβόταν μην γίνει το stand up frozen yogurt, όλοι το φάνε πολύ, μπουκώσουν και έπειτα το σιχαθούν και το ξεχάσουν. Αυτό φοβάμαι ανά στιγμές και εγώ για την προφορική ποίηση (spoken word - slam poetry), από την στιγμή πλέον που πολλοί άνθρωποι το κάνουν και πολλοί το παρακολουθούν και που κάθε μέρα το instagram μου πετάει έναν νέο ''ποιητή''. Το DETROIT δεν έχει καμία σχέση, είναι μία εντελώς νέα πρόταση για το spoken και αυτό προσπαθώ κάθε φορά να είναι κάθε δίσκος μου.

Με ποιον τρόπο η πόλη -και ειδικά η Αθήνα- λειτουργεί ως χαρακτήρας μέσα στο άλμπουμ;
Από αναφορές σε δρόμους της μέχρι τις συνήθειες μου που είναι ανθρώπου που κατοικεί σε μεγάλο αστικό κέντρο και από τον ήχο που την εκφράζει περισσότερο αυτή την στιγμή έως τις ανησυχίες και τα όνειρα όσων ανθρώπων ρισκάρουν και στοιβάζονται σε αυτή την πόλη που δεν μας λέει ποτέ ''όχι'' αλλά δεν μας χωράει όλους πραγματικά. Ο δίσκος δεν έχει άρωμα Αθήνας, βρωμάει Αθήνα.
Το live στο ΠΛΥΦΑ θα είναι ένα «concept live album presentation» με performance, σκηνογραφία και συνολικό σκηνικό που θυμίζει ένα αθηναϊκό μυθιστόρημα επιβίωσης. Πώς διαμορφώνεις εσύ και η ομάδα σου το «σκηνικό» για το κοινό ώστε να βιώσει αυτό το concept αντί απλώς «ένα live»;
Το teaser δίνει μία πολύ καλή γεύση του τι ακριβώς θα συμβεί, γιατί όσα δείχνει όντως θα συμβούν. Είναι μια ιδέα και έναν σύμπαν που δουλεύουμε με τον εικαστικό The Krank τρία χρόνια. Ήταν κάτι δύσκολο και στην εκτέλεση αλλά και στην ολοκλήρωση της σύλληψης του και σίγουρα πολύ ακριβό. Και ήρθε η στιγμή να ρισκάρω και να το κάνουμε ανεξάρτητα, όπως πάντα. Έχουν βάλει πολλοί άνθρωποι πλάτη, από την οργάνωση και την εκτέλεση παραγωγής έως την παρουσίαση ζωντανά των κομματιών και είμαι ευγνώμων σε καθένα. ξεχωριστά. Μπαίνοντας λοιπόν στον εξωτερικό χώρου του ΠΛΥΦΑ μόλις ανοίξουν οι πόρτες θα συναντήσετε αυτό ακριβώς που είπες, μια σκηνή από ένα αθηναϊκό μυθιστόρημα επιβίωσης, ένα σπασμένο και λιωμένο περιπολικό, οδοφράγματα, ανθρώπους που έχουν καπνογόνα, λέιζερ και μπουκάλια, ανθρώπους να κόβουν σίδερα με τροχό, έναν γερανό και τρακαρισμένα αμάξια, μέσα σε καπνούς και έντονο industrial sound design. Αυτό θα διαρκέσει μία ώρα περίπου ώστε να καταλήξουμε στον εσωτερικό χώρο όπου εγώ, ο Viktoras, ο Νικηφόρος Nugent (Kepler is Free) στα keys και ο Sativa (Λόγος Τιμής) στα decks που θα είναι μέσα σε ένα τεμαχισμένο περιπολικό, μαζί με όλους τους guests θα παίξουμε τον δίσκο και παλιότερα μου κομμάτια για περίπου δύο ώρες.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Θα υπάρχει και συμμετοχή πολλών καλεσμένων και ετερόκλητων ανθρώπων της σκηνής (π.χ. TURBOFLOW3000, VASSILINA, Kalliopi Mitropoulou, Μάκης Παπασημακόπουλος) και swirl ανάμεσα σε darkwave, electropunk, drum ’n’ bass. Πώς επιλέχθηκαν αυτοί οι συνεργάτες, και ποιο είναι το κοινό νήμα που τους συνδέει με την αισθητική του άλμπουμ;
Το βασικό είναι ότι όλοι είναι άνθρωποι που εκτιμούμε πολύ καλλιτεχνικά και σαν ανθρώπους φυσικά, και εγώ και ο Viktoras. Φτιάχνοντας τα κομμάτια, ένα-ένα, ερχόταν και κούμπωνε ο καθένας ή καθεμία. Μπορεί κάτι που είχαμε στα χέρια μας από κάποιον σαν δείγμα να ήταν αφορμή να ξεκινήσει μια μουσική ο Βικ ή στιχουργικά και ερμηνευτικά να είχα εγώ μια ανάγκη για συνύπαρξη σε κάποιο κομμάτι. Το να μην ταιριάζουν φαινομενικά κάποια κομμάτια ενός παζλ ή να ''μην γίνεται'' τέλος πάντων να υπάρξουν καν για να ταιριάξουν, είναι μια θεματική που με ιντριγκάρει κάθε φορά να δω αν τελικά ισχύει. Και μόνο έτσι έχουμε κάτι νέο και ενδιαφέρον κατά την γνώμη μου, από την τέχνη, μέχρι τη ζωή.
Το θέμα «πτώσης» και «επιβίωσης» φαίνεται να διατρέχει το άλμπουμ. Πώς σχετίζεται αυτή η θεματική με τη δική σου πορεία ως καλλιτέχνη ή/και ως πολίτη της Αθήνας;
Την πτώση εντός ή εκτός εισαγωγικών δεν την βλέπω κάπου, εκτός αν αναφέρεσαι στο ''Τελευταίο τανγκό στην Αθήνα'' που τελικά δεν πέφτω στις γραμμές, χεχε. Όσο για την επιβίωση είναι κάτι που αφορά το 80 τα 100 των κατοίκων νομίζω. Είμαι καλλιτέχνης στην Ελλάδα. Στην Ελλάδα που για πολλούς είναι ντροπή να ''πουλάς'' την τέχνη σου και να θες να ζήσεις από αυτήν λες και όλα τα άλλα είναι δωρεάν, στην Ελλάδα που υποβαθμίζει κάθε μέρα, με κάθε τρόπο τους καλλιτέχνες (μέχρι να αποφασιστεί ότι είσαι κάτι) ας πούμε υποβαθμίζοντας τα πτυχία των ηθοποιών και μειώνοντας διαρκώς τους πόρους για τις καλλιτεχνικές σχολές έως και τις επιχορηγήσεις. Στην Ελλάδα που είσαι καλλιτέχνης και όλοι θα βρουν αστείο να σε ρωτήσουν σε ποιο μπαρ δουλεύεις. Δουλεύω πίστεψε με όλη την μέρα κυριολεκτικά για να βγάλω ότι βγάζει ένα μέσος άνθρωπος σε 8 ώρες. Ναι, είναι θεματική μου η επιβίωση, γιατί έχει χρειαστεί να δουλέψω από την παιδική μου ηλικία και γιατί μετά από 10 χρόνια πολύ σκληρής δουλειάς κατάφερα στα 29 μου (τώρα είμαι 35) να αρχίζω να βιοπορίζομαι από την τέχνη μου, (και όχι δεν φτάνει μονάχα να το αγαπάς) και με στεναχωρεί που πολλοί ακόμη άνθρωποι, λιγότερο ή περισσότερο ταλαντούχοι από εμένα, δεν έχουν για τσιγάρα αυτή την στιγμή. Είναι μαλακία.

VICTORAS & Π.Ι.Ε.Β.
Το live στο ΠΛΥΦΑ λαμβάνει χώρα σε μια περίοδο όπου το alternative/underground τοπίο στην Αθήνα αλλάζει, clubs κλείνουν, χώροι μετακινούνται, κοινό εξελίσσεται. Πώς βλέπεις τη σκηνή και ποιος ρόλος πιστεύεις ότι έχει ένας καλλιτέχνης όπως εσύ μέσα σ’ αυτή τη
«μετάβαση»;
Δεν νιώθω κομμάτι καμίας σκηνής και αμφιβάλλω αν το κοινό εξελίσσεται. Είμαι μέλος του The Bad Poetry Social Club που είναι η οικογένειά μου και κάνω στην τέχνη αυτό που πιστεύω και αυτό μου είναι αρκετό. Φυσικά, έχω φίλους από το ραπ μέχρι την indie, από το undreground μέχρι το mainstream φάσμα τους και θα συνεχίσω να συνεργάζομαι με όλους τους όταν το νιώθω. Όμως το βασικότερο είναι να μπορώ με τον άλλο να πιώ ένα ποτό, όλα τα άλλα έρχονται μετά. Η Αθήνα αλλάζει εδώ και χρόνια, τώρα απλά γίνεται εξόφθαλμα, που όλα πουλήθηκαν και αγοράστηκαν για να γίνουν ερμπιενμπι. Δεν ξέρω ποιος είναι ο ρόλος κάθε καλλιτέχνη, αυτό πρέπει να το βρει μόνος του. Εμένα μου αρέσει να κάνω αυτοκριτική, να λέω όσα δεν θέλουμε να ακούσουμε και να φωτίζω γωνίες που είναι καιρό σκοτεινές. Όσο για το κοινό νομίζω πως κάνει το ίδιο που έκανε πάντα, απλά πιο συντηρητικά λόγω κακών οικονομικών. Καταναλώνει. Επειδή είμαι και εγώ κοινό φυσικά, προσπαθώ να δείχνω μεγάλη αντίσταση σε αυτό.
Η deluxe edition του DETROIT περιέχει έξτρα κομμάτια. Τι σημαίνει για σένα η έννοια της «έκτασης» σε ένα έργο ποίησης και μουσικής;
Είχαμε και άλλο. Να μην το δώσουμε;
Στα κείμενά σου συχνά υπάρχει μια λεπτή γραμμή ανάμεσα στη σκληρότητα και την τρυφερότητα. Στην πραγματική ζωή, πότε νιώθεις ότι είσαι πιο κοντά στο ένα και πότε στο άλλο; Και πώς αυτή η εσωτερική ταλάντωση σε διαμορφώνει ως καλλιτέχνη αλλά και ως άνθρωπο;
Υπάρχει και χαίρομαι πολύ που την βλέπεις, όπως υπάρχει και χιούμορ, που συχνά δεν είναι διακριτό και προσπαθώ να το κάνω να γίνει. Όμως επίτρεψε μου το υπόλοιπο της απάντησης να το κρατήσω για εμένα. Σε ευχαριστώ.
Ποια είναι η «μία φράση» που θα ήθελες να ακούσει το κοινό και να κρατήσει στο μυαλό του στο live και πώς αυτή η φράση συνδέεται με τη γενικότερη έννοια του DETROIT όπως το σκέφτηκες;
Είναι ο τελευταίος στίχος από το πρώτο κομμάτι, το SAEIO (R.I.P.), ο οποίος είναι και γραμμένος με το χέρι στο οπισθόφυλλο του βινυλίου: “Εκείνοι που έρχονται από το τίποτα, έχει περισσότερη πλάκα όταν τα παίρνουν όλα, γιατί τα ρίσκαραν όλα, γιατί δεν είχαν να χάσουν πραγματικά τίποτα”. Μου θυμίζει το 2008 που ξεκίνησα να γράφω, τα όνειρα μου και όσους αγάπησα και συνάντησα στο ταξίδι ως εδώ. Και κυρίως μου φέρνει στο μυαλό παιδιά που τους είπαν ''δεν μπορείς'', ''θα πεθάνεις'', ''θα ξεφτιλιστείς'' και εκείνα μπόρεσαν και έζησαν και μάλιστα με αξιοπρέπεια.