Κλείσιμο σε 10 δευτερόλεπτα..
Κλείσιμο
Κλείσιμο σε 10 δευτερόλεπτα..
Κλείσιμο

Sugar for the Pill: «Κάθε φορά που γράφουμε ένα νέο δίσκο, καλούμαστε να βουτήξουμε βαθιά μέσα μας»

Η Vana Rose, ανοίγει μια χαραμάδα στον κόσμο των Sugar For The Pill, ξεδιπλώνοντας όλη τη φιλοσοφία του άλμπουμ LUV, που γράφτηκε σαν εσωτερικό ταξίδι και που στις 29 Νοεμβρίου ετοιμάζεται για την πρώτη του ζωντανή ανάσα στη σκηνή του Death Disco.

Photos: ©Niki Topouslidou

Sugar for the Pill

Οι Sugar For The Pill διαθέτουν πλέον την ωριμότητα μιας μπάντας που έχει κάνει χιλιόμετρα, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Μετά τις εμφανίσεις τους σε Ευρώπη και Αμερική, μας χάρισαν έναν δίσκο που μοιάζει σαν να γράφτηκε μέσα σε δωμάτια ξενοδοχείων, σε backstage γεμάτα θόρυβο, σε βραδινές διαδρομές με το βαν ή σε στιγμές που η σιωπή και η οικειότητα συναντιούνται με τον ίδιο τρόπο που το φως συναντά τη σκιά. 

Το LUV, που κυκλοφόρησε ψηφιακά στις 23 Μαΐου 2025 και σε δύο εκδόσεις έγχρωμου βινυλίου στις 20 Ιουνίου 2025, είναι ένας δίσκος φτιαγμένος από μνήμες, απώλειες, τρυφερά ρήγματα και μικρές αναλαμπές που σου αλλάζουν τη μέρα χωρίς να το καταλάβεις. Οι συνεργασίες τους στη δημιουργία αυτού του άλμπουμ, έχουν συνθέσει ένα ολοκληρωμένο, αισθητικά δεμένο σύμπαν, στο οποίο η μπάντα τοποθετεί τον ακροατή, όχι απλώς απέναντι από τον δίσκο, αλλά μέσα του, σαν να περπατά σε ένα πεδίο όπου κάθε ήχος είναι και μια μικρή, προσωπική εξομολόγηση. 

Αυτό το σύμπαν θα ζωντανέψει για πρώτη φορά ολόκληρο στη σκηνή του Death Disco, το Σάββατο 29 Νοεμβρίου 2025, σε μια εμφάνιση που οι ίδιοι περιγράφουν ως μετάβαση από την εσωτερικότητα του studio στη σωματική ενέργεια του live. Μαζί τους, οι The Model Spy -ηλεκτρονικοί, ρομαντικοί, σκοτεινά φωτεινοί. Με αφορμή την παρουσίαση, κάναμε μία κουβέντα με τη Vana Rose για όλα τα στοιχεία που δένουν τη μπάντα και τα ταξίδια που έφεραν τους Sugar for the Pill εδώ που είναι σήμερα. 

Sugar for the Pill

Vana, το άλμπουμ LUV περιγράφεται ως «ένα ταξίδι στον κόσμο της αγάπης, της μοναξιάς, της απώλειας, της ομορφιάς και του ρήγματος όπου το φως συναντά τη σκιά». 

Το LUV όντως περιγράφεται ως ένα ταξίδι μέσα σε κόσμους που συχνά μοιάζουν αντιφατικοί. Άλλωστε αυτή δεν είναι και η ουσία της ανθρώπινης εμπειρίας; Το φως και το σκοτάδι συνυπάρχουν, συμπληρώνουν το ένα το άλλο. Όπως λέει και ο Tom Smith, «δεν υπάρχει τίποτα στο σκοτάδι που να μην μπορείς να βρεις και στο φως». Αυτή είναι η αρμονία που υπάρχει στο σύμπαν, ακόμα κι όταν εμείς νιώθουμε χαμένοι μέσα στις αντιθέσεις.

Πώς μεταφράζετε αυτή τη διπλή εικόνα (φωτός/σκιάς) στη μουσική και στους στίχους σας και ποια ήταν η πιο απαιτητική στιγμή κατά τη δημιουργία αυτής της αντίθεσης; 

Προσπαθήσαμε να αποτυπώσουμε τόσο μουσικά όσο και στιχουργικά αυτή τη σύγκλιση, μέσα από συνεχείς εναλλαγές. Σε ορισμένα κομμάτια χρησιμοποιήσαμε διαυγείς φωνητικές γραμμές σε άλλα πιο “θαμμένες”, σχεδόν εξομολογητικές στιγμές. Οι στίχοι ακολουθούν την ίδια λογική. Όπως είναι και η ίδια η ζωή, μια συνεχής συνδιαλλαγή ανάμεσα σε ό,τι μας πληγώνει και σε ό,τι μας κρατά όρθιους. Ίσως το πιο απαιτητικό κομμάτι στη δημιουργία του δίσκου να ήταν αυτή η προσωπική, ψυχική κατάθεση. Κάθε φορά που γράφουμε ένα νέο δίσκο, καλούμαστε να βουτήξουμε βαθιά μέσα μας, να αναμετρηθούμε με τους δικούς μας δαίμονες ή να ξαναγγίξουμε μνήμες όμορφες, αλλά χαμένες στο παρελθόν. Είναι μια διαδικασία που μπορεί να γίνει επώδυνη, γιατί απαιτεί αλήθεια, ευαλωτότητα και τόλμη. Ταυτόχρονα όμως είναι και λυτρωτική. Κάπως έτσι γεννήθηκε το LUV ως μια διαδρομή ανάμεσα στο φως και στη σκιά, όπου καθεμία από τις δύο πλευρές φωτίζει την άλλη. 

Το LUV είναι το sophomore άλμπουμ σας και κυκλοφόρησε τόσο ψηφιακά όσο και σε έγχρωμο βινύλιο με τη συνεργασία των Shelflife Records (ΗΠΑ) και Make Me Happy Records (Ελλάδα). Πόσο σημαντικό είναι για εσάς το φυσικό format (βινύλιο) σε σχέση με την ψηφιακή κυκλοφορία και τι θέλετε να προσφέρει η εκδοχή βινυλίου στον ακροατή, ίσως κάτι που δεν καταφέρνει η ψηφιακή έκδοση; 

Είμαστε ένθερμοι υποστηρικτές του βινυλίου και γενικότερα του φυσικού format. Υπάρχει μια ολόκληρη ιεροτελεστία στο να βάλεις τη βελόνα στο πικάπ, να επιλέξεις το κομμάτι που θέλεις να ακούσεις, ακόμη και να ακούσεις τον ελάχιστο θόρυβο από τη σκόνη στη βελόνα. Όλα αυτά έχουν μια ομορφιά που θεωρούμε πως σε φέρνει πιο κοντά στον καλλιτέχνη, είναι μια εμπειρία μοναδική και βιωματική. Η ψηφιακή μορφή, φυσικά, ταξιδεύει πολύ πιο γρήγορα και φτάνει άμεσα παντού, όμως παραμένει κάπως πιο απρόσωπη. Το βινύλιο, αντιθέτως, απαιτεί χώρο και χρόνο και γι’ αυτό ίσως προσφέρει μια πιο ουσιαστική σύνδεση με τη μουσική. Επιπλέον, για εμάς κάθε εξώφυλλο βινυλίου είναι και ένα αυτόνομο κομμάτι τέχνης. Τα δικά μας φέρουν την υπογραφή της βραβευμένης ομάδας Typical Organization. Το Wanderlust έχει ήδη τιμηθεί με πρώτο γραφιστικό βραβείο και πιστεύουμε ακράδαντα ότι και το εξώφυλλο του LUV θα διακριθεί. Επηρεασμένοι κάπου ανάμεσα στον μινιμαλισμό του Marusan Kakushikaku και τη γεωμετρική πειθαρχία του Paul Renner, δημιούργησαν ένα εξώφυλλο που αντανακλά την ιδέα πως η μορφή και το χρώμα χρειάζονται κενό για να γεννήσουν πληρότητα, όπως το φως που περνά μέσα από ανθισμένες κερασιές. Ο συμβολισμός αυτός συνδέεται άμεσα με τις αντιθέσεις που διατρέχουν ολόκληρο τον δίσκο όπως είπαμε νωρίτερα. Για εμάς κάθε στοιχείο -η μουσική, το εξώφυλλο, οι σιωπές, τα χρώματα- είναι μέρος της ίδιας αφήγησης και έχουν ιδιαίτερο συμβολισμό. 

Sugar for the Pill

Αν έπρεπε να διαλέξετε ένα αντικείμενο που να συμβολίζει το LUV, κάτι τελείως καθημερινό, τύπου αναπτήρας, παλιό εισιτήριο, ή κουτί από κινέζικο take-away, ποιο θα ήταν και γιατί; 

Θα διαλέγαμε ένα boarding pass που γράφει Athens-New York. Ήταν το πρώτο μας υπερατλαντικό ταξίδι ως μπάντα και, με ένα τρόπο, συμπυκνώνει όλη την εμπειρία που κουβαλά αυτός ο δίσκος. Το LUV είναι γεμάτο συναισθήματα, αγάπη και ιστορίες που εισπράξαμε σε εκείνη την περιοδεία· εικόνες, μέρη και στιγμές που αγαπήσαμε βαθιά. Είναι το soundtrack όλων όσων ζήσαμε στα ταξίδια μας αυτά. «Dreamers of the Lower East Side», όπως λέει ο στίχος μας και όπως λέμε και μεταξύ μας. Οπότε ναι, ένα απλό boarding pass είναι για εμάς το απόλυτο αντικείμενο, σύμβολο του LUV. Μια φυσική συνέχεια του Wanderlust, ένα εισιτήριο προς όλα όσα ονειρευτήκαμε και όλα όσα έγιναν πραγματικότητα.

Το τραγούδι “Komorebi” αναφέρεται σε έννοιες όπως «fear», «prey», «hunter» και ένταση μέσα στη σχέση. Πώς συνδέεται ο τίτλος «Komorebi» (ιαπωνικός όρος που δηλώνει το φως που «πεισματικά» διαπερνά τα φύλλα των δέντρων) με το περιεχόμενο του τραγουδιού σας; 

Το “Komorebi” περιγράφει μια κακοποιητική σχέση εξάρτησης, όπου το θύμα συχνά δεν αντιλαμβάνεται ότι είναι θύμα. Νιώθει μια παράξενη «ασφάλεια» δίπλα στον κακοποιητή του και, όσο κι αν πληγώνεται, και φοβάται «fear», δυσκολεύεται να φύγει. Η φράση «You start to wonder why you love your hunter?» είναι ακριβώς αυτή η στιγμή συνειδητοποίησης το πρώτο, καθοριστικό βήμα προς τη λύτρωση. Κανένα θύμα δεν πρέπει να φοβάται να ζητήσει βοήθεια. Και κάπου εκεί έρχεται ο τίτλος Komorebi, το φως που καταφέρνει πεισματικά να διαπερνά τα φύλλα των δέντρων. Για εμάς συμβολίζει την ελπίδα που βρίσκει μικρές χαραμάδες για να εισχωρήσει, ακόμη και μέσα στο πιο σκοτεινό τοπίο. Είναι η υπενθύμιση πως, όσο δύσκολη κι αν είναι η πραγματικότητα, υπάρχει πάντα ένα φως που μπορεί να σε οδηγήσει σε ασφαλές σημείο.

Ενώ η ατμόσφαιρα της μουσικής σας κινείται στον χώρο του shoegaze / dream pop, διατηρείτε και indie / post-punk revival στοιχεία. Ποιες είναι οι προκλήσεις όταν συνδυάζετε δύο (ή περισσότερα) αισθητικά «ρεύματα» μέσα στον ίδιο δίσκο ώστε να μη χαθεί η συνοχή και πως αποφασίσατε σε κάθε κομμάτι σε ποια κατεύθυνση θα «γέρνει» ο ήχος; 

Ο δίσκος όντως συνδυάζει shoegaze, dream pop, indie και post-punk revival στοιχεία, αισθητικά όμως διατηρεί μια πολύ καθαρή ομοιομορφία. Έχουμε πλέον την εμπειρία να μπορούμε να κρατάμε τις ισορροπίες, αλλά αυτός είναι και ο ρόλος της παραγωγής. Ο  Jordan Lawlor με τον Alex Bolpasis έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στο να δημιουργήσουν έναν ενιαίο ηχητικό κόσμο, μέσα στον οποίο μπορούν να συνυπάρχουν διαφορετικά «ρεύματα» χωρίς να χάνεται η ταυτότητα του δίσκου. Δεν λειτουργούμε με κάποια αυστηρή κατεύθυνση ή με προκαθορισμένο πλάνο. Η δημιουργία μας είναι πάντα μια πολύ αυθόρμητη διαδικασία. Γράφουμε όπως νιώθουμε εκείνη τη στιγμή και αφήνουμε τη μουσική να μας οδηγήσει, όχι το αντίστροφο. Τα ακούσματά μας, οι επιρροές και όλα όσα μας έχουν διαμορφώσει είναι ήδη καταγεγραμμένα μέσα μας, οπότε αναδύονται φυσικά, χωρίς πρόθεση.

Sugar for the Pill

Η συνεργασία με τον Jordan Lawlor από τους M83 φέρνει ένα cinematic βάθος στη μίξη. Τι μάθατε από αυτόν για τον χειρισμό του “space” μέσα σε ένα κομμάτι και πώς μεταφράζεται αυτό στο δικό σας soundscape; 

Η συνεργασία μας με τον Jordan Lawlor από τους M83 ήταν πραγματικά ουσιαστική. Είναι ένας πολυοργανίστας με μεγάλη εμπειρία, αλλά και πολύ απλός και συνεργάσιμος άνθρωπος, κάτι που έκανε όλη τη διαδικασία εύκολη και δημιουργική. Ο τρόπος που τοποθέτησε τις φωνές, synths και layers στο στερεοφωνικό πεδίο έφερε μια καθαρότητα και ένα βάθος που χρειαζόταν ο ήχος μας. Αυτό φάνηκε ξεκάθαρα και στο “Rigel”. Η διάσταση που έδωσε στη φωνή, ανέβασε το κομμάτι εκεί ακριβώς που θέλαμε. Η παρουσία του πρόσθεσε ένα πιο dreamy, ατμοσφαιρικό στοιχείο, το οποίο ταίριαξε απόλυτα με το ύφος του LUV. Σίγουρα πήραμε πολλά από αυτή τη συνεργασία και τον ευχαριστούμε πολύ που ήταν συνεχώς δίπλα μας όπως και ο Alex Bolpasis , o φίλος και υπέροχος συνεργάτης  μας. Το LUV είναι ένα συλλογικό  αποτέλεσμα και πίστεψε μας όλα τα μέρη δούλεψαν πολύ και πολύ οργανωμένα.

Στη live παρουσίαση του LUV στη σκηνή του Death Disco θα παίξετε για πρώτη φορά ολόκληρο το άλμπουμ ζωντανά. Πώς προσεγγίζετε το challenge της μετάβασης από studio ηχογράφηση σε live απόδοση; Υπάρχουν κομμάτια που αλλάζουν σημαντικά όταν «μεταφέρονται» live και ποια είναι αυτά; 

Ανυπομονούμε πραγματικά να παρουσιάσουμε ολόκληρο το LUV ζωντανά στο Death Disco. Το live για εμάς έχει μια άλλη μαγεία, βγαίνει η ενέργεια, η αλήθεια και η ψυχή μας με τρόπο που καμία studio ηχογράφηση δεν μπορεί να αποτυπώσει. Η μετάβαση από το studio στη σκηνή ήταν μια πρόκληση, αλλά ευχάριστη. Θέλαμε να κρατήσουμε την ατμόσφαιρα του άλμπουμ, ενώ ταυτόχρονα να αφήσουμε τα κομμάτια να «ανασάνουν» όπως πρέπει σε μια live συνθήκη. Δεν αλλάξαμε κανένα τραγούδι δραστικά, αλλά κάναμε μικρές προσαρμογές, όπως για παράδειγμα, σε κάποια οι εισαγωγές ανοίγουν περισσότερο, άλλα δεν κλείνουν τόσο απότομα και σε μερικά δώσαμε λίγο παραπάνω χώρο στην ατμόσφαιρα. Αυτές οι λεπτομέρειες κάνουν τη ζωντανή εκδοχή να ακούγεται πιο όμορφη και πιο συναισθηματική. Ήδη από τις πρόβες νιώθουμε ότι τα κομμάτια «ανεβαίνουν» όταν τα παίζουμε live. Και φυσικά, όταν προστεθεί και η ενέργεια του κόσμου από κάτω, όλα παίρνουν μια εντελώς νέα διάσταση.

Sugar for the Pill

Αν έπρεπε να περιγράψετε τη «σωματική» εμπειρία που θέλετε να ζήσει το κοινό στο live της 29ης Νοεμβρίου (όχι απλώς «να ακούσει» αλλά «να αισθανθεί» κάτι) μια σκηνή, μια αίσθηση, μια εικόνα, ποια θα ήταν αυτή; 

Αν έπρεπε να περιγράψουμε τη σωματική εμπειρία που θέλουμε να ζήσει το κοινό, θα λέγαμε ότι μοιάζει με το άγγιγμα ενός δροσερού ανέμου την αυγή, τη στιγμή που ο κόσμος ξυπνά και ο ουρανός γεμίζει απαλές αποχρώσεις, σαν να φωτίζεται αργά από το πρώτο φως της ημέρας. Είναι μια αίσθηση ηρεμίας, ανανέωσης και προσμονής ταυτόχρονα. Στο live της 29ης Νοεμβρίου θέλουμε οι άνθρωποι να μην ακούνε απλώς τη μουσική, αλλά να την αισθάνονται, να τη μοιράζονται, να γίνονται μέρος της ίδιας εμπειρίας.

Στις εμφανίσεις σας στο εξωτερικό, τι παρατηρήσατε ως τη μεγαλύτερη διαφορά στην ανταπόκριση του κοινού σε σχέση με την εγχώρια σκηνή της Αθήνας και πώς σας έχει επηρεάσει αυτό ως συγκρότημα;

Στο εξωτερικό το indie κοινό είναι πολυπληθέστερο και δεν διστάζει να ταξιδέψει χιλιόμετρα για ένα live. Για παράδειγμα στη Νέα Υόρκη και στο Λονδίνο όταν παίξαμε, άνθρωποι ήρθαν από άλλες πόλεις μόνο για να μας δουν, καταλαβαίνεις πόσο συγκινητικό και τιμητικό ήταν για εμάς. Στην Ελλάδα το κοινό είναι σίγουρα πιο συγκεντρωμένο στην Αθήνα και οι χώροι για live πιο περιορισμένοι, αλλά για να είμαστε δίκαιοι τα τελευταία χρόνια, βλέπουμε ότι το indie κοινό μεγαλώνει και υπάρχουν άνθρωποι που από «μεράκι» και μόνο στηρίζουν την σκηνή. Χωρίς κανένα όφελος. Μόνο από αγνή ευχαρίστηση και αυτοπραγμάτωση. Για εμάς οι live εμφανίσεις είναι μοναδική εμπειρία και πιο προσωπική οπότε όσο υπάρχει κοινό μας δίνει κίνητρο να ανυπομονούμε κάθε φορά για μια ζωντανή και ουσιαστική εμπειρία. 

Αν έπρεπε να συνοψίσετε όλη την πορεία σας μέχρι τώρα σε μία φράση γραμμένη σε τοίχο της Αθήνας, ποια θα ήταν; 

Μια φράση του Bowie: «Δεν ξέρω πού θα πάω από εδώ και πέρα, αλλά υπόσχομαι ότι δεν θα είναι βαρετό».

Sugar For The Pill: Σάββατο 29 Νοεμβρίου 2025, Death Disco (Ωγύγου 16, Αθήνα). Doors open: 21:00. Είσοδος: 12 ευρώ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΑΠΟ ΜΟΥΣΙΚΗ : ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
NEWS
Save