Ο Perc εκτός από ένα απ’τα μεγαλύτερα ονόματα του ευρωπαϊκού techno και, κατά κάποιον τρόπο, άξιος συνεχιστής της βρετανικής παράδοσης όπως την μάθαμε απ΄τον Surgeon και την παρέα του, είναι κι ένας πολύ συνειδητοποιημένος καλλιτέχνης και άψογος συνομιλητής, όπως φάνηκε και στην ημίωρη συζήτησή μας. Μέσα σε μια δεκαετία, απ’την στιγμή δηλαδή που τον συναντήσαμε στο νούμερο 52 της κλασσικής πια σειράς Speicher που τρέχει η Kompakt, έχει στήσει ένα εξαιρετικό label, την Perc Trax, και ταυτόχρονα έχει φτιάξει το όνομά του ως ικανότατος DJ είτε μόνος του είτε σε back2back sets με τους φίλους του. Έτσι όπως θα εμφανιστεί δηλαδή και στο Fasma Festival με τον Randomer (Σάββατο 6/5, Χυτήριο).
Το 2017 είναι μια χρόνια ορόσημο γι’αυτόν, αφού τις επόμενες μέρες κυκλοφορεί τον τρίτο του δίσκο με τίτλο Bitter Music, ο οποίος είναι κι ο καλύτερος της καριέρας του. Πηγαίνοντας ένα βήμα παραπέρα απ’το βίαιο The Power & The Glory, ο Ali Wells αυτή τη φορά ανοίγει την παλέτα του κι εκτός των αναμενόμενων χορευτικών κομματιών, παραδίδει μισή ντουζίνα έξοχων πειραματικών θεμάτων που χάρις στην ωραία ενορχήστρωση φέρνουν στο μυαλό τους μεγάλους μινιμαλιστές, όπως ο Cage κι ο Stockhausen. Το μεγάλο highlight όμως του δίσκου είναι η συνεργασία του με την φορμαρισμένη Gazelle Twin (η εμφάνισή της στο περσινό Sonar παραμένει μια αξέχαστη εμπειρία) στο “Look What Your Love Has Done To Me”, ένα κομμάτι που εκτός απροόπτου θα ακούσουμε και στο Fasma.
Τι έκανες μέχρι να ξεκινήσεις να στήνεις την καριέρα σου ως Perc; Σπούδασα μουσική στο Μάντσεστερ και στο Νιούκαστλ. Μόλις βγήκα απ’το πανεπιστήμιο έπιασα δουλειά στην Prime Distribution που ήταν μια απ’τις κύριες εταιρείες διανομής techno μουσικής και μόλις έκλεισε η εταιρεία με τις αλλαγές που βίωσε η αγορά του βινυλίου (σ.σ. το 2003) συνέχισα σε άλλες δουλειές γύρω απ’τη μουσική. Κάπου εκεί ξεκίνησα τη δική μου εταιρεία, την Perc Trax με σκοπό να κυκλοφορώ αποκλειστικά τις δικές μου παραγωγές. Δεν περίμενα ποτέ πως τα πράγματα θα εξελιχθούν όπως εξελίχθηκαν, ήταν σίγουρα ένα μεγάλο ταξίδι κι όχι κάτι που χτίστηκε εν μια νυκτί. Αυτό συνέβη πριν από 10 χρόνια, το 2007 όταν είχα πια συνειδητοποιήσει ότι αν ήθελα να παίζω περισσότερο και να φτιάξω το όνομά μου στην ηλεκτρονική σκηνή έπρεπε να είμαι στις μεγάλες εταιρείες. Είναι εύκολο να γράφεις μουσική και να την κυκλοφορούν οι φίλοι σου, είναι μια βολική κατάσταση αλλά έρχεται η στιγμή που πρέπει να γίνεις πιο εξωστρεφής γι’αυτό προσέγγισα ετικέτες όπως η CLR, η Drumcode κι η Kompakt. Αν θυμάμαι καλά ήταν τον Μάρτιο του 2007 όταν έστειλα τα ντέμο. Δεν μου απάντησε κανείς, ούτε καν ένα «όχι, ευχαριστούμε πολύ». Μερικούς μήνες αργότερα ξαναέστειλα ντέμο κι αυτή τη φορά είχα προτάσεις από διάφορες εταιρείες. Επέλεξα αρχικά την Kompakt όπου κυκλοφόρησα το “Up” και ξεκίνησα αμέσως να δουλεύω νέο υλικό για την Drumcode του Adam Beyer. Έτσι μετά το καλοκαίρι του 2007 βρέθηκα με κυκλοφορίες σε δύο μεγάλες εταιρείες και φαινόταν πως η καριέρα μου έπαιρνε μπροστά. Αυτό μου έδωσε αρκετή αυτοπεποίθηση να παρατήσω τη δουλειά μου και μέχρι σήμερα συνεχίζω να ζω σαν DJ/παραγωγός και ιδιοκτήτης δισκογραφικής.
Είχες συγκεκριμένους στόχους όταν ξεκίνησες να γράφεις μουσική; Ο μοναδικός κανόνας που ακολουθώ είναι ότι θέλω να γράφω κομμάτια που ταιριάζουν στα DJ sets μου και δεν τα βρίσκω κάπου αλλού. Δεν θα έλεγα ότι με επηρεάζουν τα trends της εκάστοτε εποχής, αν και είμαι αρκετά ενημερωμένος για όσα συμβαίνουν. Είμαι σίγουρα άνθρωπος που έχω ανάγκη να ελέγχω τα πράγματα γι’αυτό και ξεκίνησα την Perc Trax, για να μην ακούω από κανένα ατάκες όπως «ωραίο κομμάτι αλλά δεν θα πουλήσει πολλές κόπιες». Προτιμώ να κουβαλάω αποκλειστικά στις πλάτες μου τις όποιες επιτυχίες ή αποτυχίες βιώνω σαν μουσικός.
Ανήκεις σε αυτούς που ακούν τα ντέμο που λαμβάνουν ή όχι; Για παράδειγμα πως εντόπισες τον Αθηναίο Sawf; Ακούω όλα τα ντέμο που λαμβάνω, όπως και τα πρόμο από άλλες εταιρείες. Αν θυμάμαι καλά, ο Sawf μου έστειλε απ’το πουθενά ένα email με δύο γραμμές - έγραφε ότι εκείνο ήταν το πρώτο ντέμο που έστελνε ποτέ. Φαινόταν προσγειωμένος άνθρωπος και χαμηλών τόνων. Τα τέσσερα κομμάτια που μου έστειλε είχαν την αγριάδα που ήθελα και είχαν ιδιαίτερο ρυθμό, κάπως σαν tribal techno με broken beats. Ήταν μια αρκετά ιδιαίτερη δουλειά. Είναι σπάνιο να βρω ένα νέο καλλιτέχνη χωρίς άλλη κυκλοφορία που καταφέρνει να τραβήξει την προσοχή μου μέσα σε 20-30 δευτερόλεπτα. Δεν είχα την παραμικρή αμφιβολία ότι ήθελα να δουλέψω μαζί του κι απλά έπρεπε να βρω τον κατάλληλο τρόπο να παρουσιάσω τη μουσική του. Ο Sawf είναι στα αλήθεια κομμάτι της Perc Trax και μπορεί να έχουν περάσει λίγα χρόνια χωρίς να έχει βγάλει κάτι στην εταιρεία αλλά παραμένει στην ομάδα και πιστεύω πως έχει έρθει ο καιρός να βγάλει κάτι πάλι, ίσως προς το τέλος της χρονιάς ή στις αρχές του 2018.
Ο προηγούμενος δίσκος είχε ένα σαφές μήνυμα που είχε να κάνει με τη δύναμη που κρύβει ο κάθε άνθρωπος. Είχες μια εξίσου σαφή ιδέα για τα πράγματα που ήθελες να πεις με τον καινούργιο; Για μένα ο δίσκος αντιπροσωπεύει το συναίσθημα που επικρατεί στην Αγγλία και σε άλλα μέρη του κόσμου. Είναι κάτι που νιώθεις απλά περπατώντας, ειδικά σε μια τόσο μεγάλη πόλη όπως το Λονδίνο. Με τις μεγάλες πολιτικές αποφάσεις, όπως το Brexit, αλλά και τις εκλογές στην Αμερική, νιώθεις πως ακόμα και στους ανθρώπους που η άποψη τους επικράτησε υπάρχει θυμός. Στην Αγγλία, για παράδειγμα, πιστεύουν πως οι εξελίξεις προχωρούν με πολύ αργούς ρυθμούς. Υπάρχει μια πικρία στον αέρα. Και μια παθητικότητα. Δε θα συναντήσεις τις συμπλοκές που συμβαίνουν τακτικά σε χώρες όπως η Ελλάδα. Νομίζω όμως πως το Brexit δημιούργησε δύο ξεκάθαρες πλευρές που ήταν έτοιμες να συγκρουστούν πραγματικά. Αν και δεν ήταν εξαρχής ο σκοπός μου, νομίζω πως στον καινούργιο δίσκο προσπαθώ να εκφράσω κάποιες από αυτές τις σκέψεις.
Το Bitter Music είναι αρκετά διαφορετικός δίσκος. Σίγουρα έχεις πιο στρωτά κομμάτια που στοχεύουν στο dancefloor, αλλά μεγαλύτερο ενδιαφέρον βρίσκω προσωπικά στην πειραματική πλευρά του δίσκου. Στο “Wax Apple” για παράδειγμα φαίνεται να υπάρχει μια πινελιά απ’την μινιμαλιστική μουσική του Phillip Glass... Περνάω διάφορες φάσεις με τις επιρροές μου. Ακούω κάτι που με ενδιαφέρει και το εξερευνώ. Γνωρίζω αρκετά χρόνια τον Glass όπως και τους Cage, Stockhausen κτλ. Σε καμία περίπτωση δεν ήθελα να κάνω ολόκληρο δίσκο γύρω από αυτή τη μουσική και είναι δύσκολο να ενώσεις αυτά τα στοιχεία με τη χορευτική μουσική. Όμως σίγουρα υπάρχουν επιρροές από ηλεκτροακουστική μουσική στο δίσκο, όπως και στοιχεία απ’το BBC Radiophonic Workshop. Στο στάδιο του pre-production πέρασα μερικές μέρες σε ένα στούντιο στο Μάντσεστερ που έχει διασώσει κάποια απ’τα μηχανήματα που χρησιμοποιούσαν τότε στο BBC κι έφτιαξα μια παλέτα ήχων που μπήκε στο δίσκο. Είχα θέσει ως κανόνα στον εαυτό μου να μη γράψω μουσική εκεί, έψαχνα την αντίθεση με το σίγουρα πιο μοντέρνο στούντιο που έχω στο Λονδίνο.
Θέτεις άλλους κανόνες όταν μπαίνεις στο στούντιο; Τους ολοκληρωμένους μου δίσκους τους αντιμετωπίζω σαν ορόσημα στην πορεία μου, προσπαθώ να έχω μια γραμμική εξέλιξη σε αυτά που κάνω. Γι’αυτό, ο κύριος κανόνας που ακολουθώ είναι να μην επαναλαμβάνομαι, να μην χρησιμοποιώ τους ίδιους ήχους. Αν κάτι θυμίζει παλιότερη δουλειά μου, το απορρίπτω αμέσως.
Στο “Look What Your Love Has Done To Me” έχεις συνεργαστεί με την Gazelle Twin. Πως συνέβη αυτό; Έχουμε κάποιους κοινούς φίλους και την προσέγγισα κάποια στιγμή γιατί ήθελα να κάνω ένα remix στο “Anti Body”, επειδή μου άρεσε πολύ κι επιθυμούσα να το πειράξω. Στον προηγούμενο δίσκο είχα φωνητικά απ’την Nik Void των Factory Floor κι αυτή τη φορά ήθελα να κάνω κάτι με την Elizabeth. Μου αρέσει πολύ το αποτέλεσμα και είναι το κομμάτι που παίζω τον περισσότερο καιρό στα DJ set μου.
Αντίστοιχα στο “I Just Can’t Win” έχεις ένα άκρως εθιστικό sample από έναν απελπισμένο καλλιτέχνη, έτσι όπως το καταλαβαίνω... Είναι ένα sample απ’τον Richard Hamilton, έναν Άγγλο ζωγράφο που έκανε διάφορα περίεργα πράγματα όπως κολάζ κτλ. και τον πέτυχα σε ένα ντοκιμαντέρ για την βρετανική τέχνη. Ήταν ένας μάλλον καταθλιπτικός καλλιτέχνης που είχε απελπιστεί απ’τον τρόπο που οι κριτικοί αντιμετώπιζαν τη δουλειά του και στο συγκεκριμένο σημείο εξέφραζε τη δυσαρέσκειά του. Μου αρέσει να χρησιμοποιώ τέτοια samples, αυτή η αγγλική προφορά έχει κάτι που με συγκινεί λόγω οικειότητας.
Με τα sublabels που ξεκίνησες, πώς θα προχωρήσεις; Στη Submit για παράδειγμα κυκλοφόρησες τις διασκευές που έκανες στους Einstürzende Neubauten συν μια συλλογή και μετά σταμάτησες... Θέλω να επιστρέψω στην Submit απλά είναι λίγο δύσκολο, θέλει χρόνο και χρήμα. Μιλάω με κάποιον τώρα για να βγάλουμε ένα δίσκο εκεί και θέλω να έχω 3-4 κυκλοφορίες έτοιμες για να μην βγάλω πάλι ένα δίσκο και μετά τίποτα για 2-3 χρόνια. Στην Perc Trax Limited εστιάζω αποκλειστικά στο dancefloor και οι κυκλοφορίες χωρίζονται σε τετράδες με παρόμοιο artwork και αισθητική. Πέρσι ολοκληρώθηκε η δεύτερη ομάδα και λογικά στις αρχές του 2018 θα ξεκινήσει η επόμενη.