Τα blues βρίσκονταν πάντα στον πυρήνα της ύπαρξης των Rolling Stones. Σ’ εκείνες τις στιγμές που η μουσική τους κινδύνευε να γίνει χυλός – όπως στο Undercover ή στο Dirty Work-, την παρτίδα έσωζαν πάντα τα blues ή, πιο σωστά, η αυτογνωσία τους. Όμοια με τον Μαιτρ στο εμβληματικό μυθιστόρημα Ο Μαιτρ και η Μαργαρίτα του Μιχαήλ Μπουλγκάκοφ, που ενέπνευσε τους στίχους του “Sympathy For The Devil”, οι Σατανικές Εξοχότητές τους (“Their Satanic Majesties”) λες και ήταν πάντα εκεί: στα Σταυροδρόμια όπου διδάχθηκε την τέχνη του ο Robert Johnson, στο νυχτερινό Southside του Σικάγο όπου ο Muddy εξηλέκτρισε αποφασιστικά τα δωδεκάμετρα ή στα σαρανταεφτά μίλια συρματοπλεγμάτων που περπάτησε ο Bo Diddley για να ρωτήσει την Άρλιν «ποιον αγαπά;». Ήρωες σε μια Διαβολιάδα που διαρκεί περισσότερα από 50 χρόνια, οι Stones επινόησαν τους προγόνους τους, τους οποίους και τιμούν στο 23ο (ή 25ο, μετρώντας αμερικάνικα) άλμπουμ τους, Blue & Lonesome. Όπως ο Δούκας, ο συνδετικός κρίκος στα Στιγμιότυπα της Jazz, που παραθέτει ο σπουδαίος δοκιμιογράφος Geoff Dyer στο βιβλίο του Κι Όμως Όμορφα (εκδ. Πάπυρος), έτσι και οι Stones διασχίζουν την ιστορία του blues. Παραφράζοντας τον Dylan, και με όλο μου τον σεβασμό στον Blind Willie McTell, κανένας δεν έχει παίξει τα blues όπως οι Rolling Stones.
Κάποιοι υποστηρίζουν ότι το Blue & Lonesome αποτελεί το ακροτελεύτιο σημείο, το Σημείο Ωμέγα (εκδ. Βιβλιοπωλείον της Εστίας), για να θυμηθούμε τον Don DeLillo, την κατακλείδα της -πιο συναρπαστικής από κάθε άλληστην ιστορία του rock ‘n’ rol- διαδρομής, που ξεκίνησε δισκογραφικά με την έκδοση του “Come On” τον Ιούνιο του ’63. Η συλλογιστική αυτή, αν και υπακούει σε μια αντίληψη κυκλικής κίνησης της Ιστορίας, ίσως έχει κάποια βάση: οι Stones ξαναπαίζουν τα αγαπημένα τους τραγούδια, ξαναγυρίζουν στο σημείο απ’ όπου ξεκίνησαν (εντούτοις από την Πινακοθήκη των Ηρώων τους απουσιάζει μυστηριωδώς ο Chuck Berry). Στην παραπάνω όμως συλλογιστική παρεισφρέει κάπως η τελεολογία (εξαιτίας και των σημαντικών απωλειών του 2016).
Δώδεκα σχόλια (περισσότερο, παρά διασκευές) απαρτίζουν τις δύο πλευρές του Blue & Lonesome.
Επίμονα riffs εισάγουν το “I’ m Just a Fool”, που έγραψε ο Buddy Johnson και τραγούδησε η αδελφή του, η Ella Johnson, το ’53, για λογαριασμό της Mercury, η κιθάρα του Keith φέρνει το jive στα μέτρα του Elmore James. Στο “Commit A Crime” (1966) του Howlin’ Wolf, από τις λιγότερο γνωστές στιγμές του, ο Jagger φορά τον μανδύα του “Little Red Rooster” ενόσω ο Charlie Watts κανοναρχεί τον ρυθμό με στακάτα χτυπήματα: «μια rock ‘n’ roll μπάντα είναι τόσο καλή όσο κι ο ντράμερ της», σημειώνει ο Keith στην αυτοβιογραφία του· «μια ομάδα είναι τόσο καλή όσο και τα γκαρντ της» συνηθίζει να λέει ο Ομπράντοβιτς.
In media res μπάσιμο στο “Blue & Lonesome” που ηχογράφησε το ‘53 στο πιάνο ο Memphis Slim, μια σύντομη ερωταπόκριση μεταξύ του Keith και του Ronnie στρέφει το τιμόνι στον ορίζοντα της soul, κι ο Jagger δίνει τα ρέστα του. Αν, όπως έχει γραφτεί, ένας καλός ερμηνευτής είναι πρώτα απ’ όλα ένας καλός ηθοποιός, τότε ο Jagger είναι συνεπαρμένος με τον ρόλο του και ανατρέχει στη μέθοδο που του δίδαξε ο James Brown με το “Please, Please, Please”.
Tο “All Of Your Love” του Magic Sam, που κόπηκε σε single το ’57 στο Σικάγο, από την Cobra, αυτoπροσδιορίζεται από το τρέμολο στην κιθάρα, σπουδή στην τέχνη του Otis Rush και του Buddy Guy, ενώ τα πλήκτρα των Matt Clifford και Chuck Leavell υπενθυμίζουν την καθοριστική συμβολή (και προπάντων την απουσία) του έκτου Stone, του Ian Stewart.
Ο Jagger πιάνει τη φυσαρμόνικα στο “I Gotta Go”. Αναθυμάται τον Little Walter και μαζί του τον Brian Jones. Η φυσαρμόνικα σκληρίζει, αναπαράγει τον ήχο του σιδηροδρόμου, γίνεται ο συμβολικός ήχος της μετανάστευσης των Αφροαμερικανών από τον Νότο στα πολεοδομικά συγκροτήματα του Βορρά, όπως γράφει ο Eric Hobsbawm.
Ο Clapton παραλαμβάνει τη σκυτάλη και το slide δίνει και παίρνει στο “Everybody Knows About My Good Thing", σύνθεση των Miles Grayson & Lermon Horton, που τραγούδησε ο Little Johnnie Taylor to ’71. Ακολουθεί άλλη μια γερή δόση από Little Walter (“Hate To See You Go”, single στην Checker το ’55), κι έπειτα τσάρκα στα bayou της Λουιζιάνα: ο ρυθμός προσαρμόζεται στο offbeat της Νέας Ορλεάνης κι ο Jagger κάνει voodoo, ερμηνεύοντας υπαινικτικά το “Hoodoo Blues” του Lightnin’ Slim (κατά κόσμον Otis Hicks), ο οποίος με το πληθωρικό παίξιμό του προικονομεί τον Dr. John.
το lead single "Ride 'em On Down" με πρωταγωνίστρια στο βίντεο κλιπ την Kristen Stewart
Με την αυτογνωσία τους, κρατούν για το τέλος δύο κομμάτια του σημαντικότερου συνθέτη του μεταπολεμικού blues, του Willie Dixon.Στο “Just Like I Treat You” τα riffs σε συνδυασμό με την φυσαρμόνικα αναδεικνύουν τη δυναμική αυτάρκεια του δωδεκάμετρου.
Γκραν φινάλε με φανερούς συμβολισμούς: το “I Can’t Quit You Baby”, που έγραψε το ‘56 o Dixon και τραγούδησε o Otis Rush. Ο Keith και ο Ronnie το εισάγουν γλυκά, ο Jagger ανεβάζει τη φωνή του (“I’m Crazy About You Baby”) ώσπου ασθμαίνει (“I’ m So Tired, I’m So Tired Baby”).
Δεν μπορώ να συνεχίσω. Πρέπει να συνεχίσω. Θα συνεχίσω; Θεατρική υπόκλιση.