Δύο ώρες πριν την επιδαυρική πρεμιέρα των «Ικέτιδων» (από το Θέατρο Τέχνης, με τις Λυδία Κονιόρδου και Μαρίνα Σάττι) την Παρασκευή, παράσταση με την οποία έπεσε -με διπλό sold out- η αυλαία των εφετινών Επιδαύριων, στίφη όλων των ηλικιών κι εθνικοτήτων συνέρρεαν στο αρχαίο αργολικό θέατρο. Στο καφεστιατόριο, έξω από τον αρχαιολογικό χώρο, γινόταν το αδιαχώρητο και στο μουσείο για την θεματική έκθεση «Ιππόλυτος - Φαίδρα» ένας μικρός πανικός.
Στην είσοδό του, φανερά ικανοποιημένη, η καλλιτεχνική διευθύντρια του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου, Κατερίνα Ευαγγελάτου, επιβεβαίωνε το προφανές. «Δεν έχουμε ακόμη αναλυτικά νούμερα. Αλλά ήταν μια εξαιρετική χρονιά με σημαντικές πληρότητες», μας σχολίαζε. Κάτι που, ενώ οικογένειες με τα κοριτσάκια τους -και ορκισμένες φαν της Σάττι-, τον προσπερνούσαν, για το βάπτισμα του πυρός τους στο πολυκλείτειο θέατρο, μας επιβεβαίωνε εντός του θεάτρου πια, ο «βετεράνος» στο συντονισμό του Φεστιβάλ, Αντώνης Ράλλης.
Όσα χρόνια, δε, παρακολουθώ το Φεστιβάλ Επιδαύρου, σπανίως θυμάμαι να έχει σταλεί μέιλ που να ζητά, λόγω κοσμοσυρροής και πιθανών μεγάλων καθυστερήσεων (η έναρξη στις 21.20 φέτος έγινε πάντως «κανόνας»), η προσέλευση των οδηγών στο πάρκινγκ του θεάτρου να γίνει μία ώρα νωρίτερα από την παράσταση.
Τρία ήταν τα φετινά sold out -συνήθως, κάθε καλοκαίρι, είναι δύο: «Ορέστεια» του Τερζόπουλου από το Εθνικό Θέατρο, «Όρνιθες» του Μπινιάρη (που θεωρήθηκαν ότι, πιάνοντας τη σκυτάλη από τα περσινά «Βατράχια» της Έφης Μπίρμπα, δημιουργούν μια νέα σχολή-ανάγνωση στις αριστοφανικές κωμωδίες) και «Ικέτιδες» της Μαριάννας Κάλμπαρη, από το Θέατρο Τέχνης. Με τις υπόλοιπες παραστάσεις να κάνουν επίσης εξαιρετικά νούμερα - μοναδική εξαίρεση η Comedie Francaise με την «Εκάβη, όχι Εκάβη», σε σκηνοθεσία του φοβερού Τιάγκο Ροντρίγκες, που παίχτηκε σε μισοάδειο θέατρο, αλλά συζητήθηκε στους καλλιτεχνικούς κύκλους ζωηρά και θετικά.
Το βράδυ της Παρασκευής, στην ιστορική ταβέρνα του Λυγουριού, ο ένας από τους δύο συμπαραγωγούς, Μίλτος Σωτηριάδης (Θέατρο του Νέου Κόσμου), μας έδειχνε στο κινητό του τις προπωλήσεις των "Ικέτιδων". 8.700 και την Παρασκευή, 8.900 και για το Σάββατο. «Είναι αδιανόητο αυτό που γίνεται. Ανοίξανε και θέσεις σε σημεία του θεάτρου που δεν άνοιγαν ποτέ. Δεν πέφτει καρφίτσα», επεσήμαινε.
Το θέατρο ήταν πράγματι ασφυκτικά γεμάτο, αλλά και με ένα κοινό εντελώς «ξένο» προς το θεατρικό είδος που παρακολουθούσε και το συγκεκριμένο θέατρο. «Ήρθαν για τη Σάττι και οι κάμερες;», αναρωτιόταν δημοσιογράφος εντύπων, δυσανασχετώντας για τον θόρυβο που προκαλούσαν. «Τρεις δεκαετίες έπαιξα σε αυτό το θέατρο. Δεν είναι δυνατό να εκφέρεις το λόγο με ψείρες», σχολίαζε ο Στέφανος Κυριακίδης, οδεύοντας προς την κερκίδα του, ξεκαθαρίζοντας ότι δεν είναι το συγκεκριμένο θέατρο για όλους τους ηθοποιούς.
Μια για δείγμα παράσταση του καλοκαιριού στην Επίδαυρο δεν είχε μικρόφωνα. Ήταν η «Ορέστεια» του Θεόδωρου Τερζόπουλου, το αδιαμφισβήτητο highlight των Επιδαυρίων, για το 2024, που συζητιόταν για ημέρες, άνοιξε μια ανεξάντλητη δημόσια συζήτηση για τι είναι σήμερα, τι φέρει και πώς παρασταίνεται το αρχαίο δράμα, μια δουλειά που αποθεώθηκε από το κοινό και την κριτική κι ενεγράφη ως επιστροφή στα χαμένα αρχέτυπα.
Το ότι το κοινό των «Ικέτιδων» δεν ήταν εξοικειωμένο με το αρχαίο δράμα, φάνηκε κι από τα διαρκή χειροκροτήματα -κάποια διέκοπταν τη σκηνική δράση- κι από τα ανοιχτά κινητά τηλέφωνα. Γενικά, όμως, το ταμείο σε όλη την περιοχή έκανε ρεκόρ εισπράξεων το φετινό καλοκαίρι - ήταν αδύνατο να βρεις κλίνη για διανυκτέρευση τα περισσότερα Παρασκευοσαββατοκύριακα-, μετά από σερί "άνυδρων" χρονιών, που έπληξε ο κορονοϊός ή ο φόβος του.
Κι ενώ τα Επιδαύρια ξεκίνησαν με την «Ιφιγένεια εν Αυλίδι» του ρώσου αστέρα Τιμοφέι Κουλιάμπιν, που δίχασε το κοινό («το 70% είναι κατά», μας προϊδέαζε στην «Μουριά» το Σάββατο πριν τη δεύτερη παράσταση, ελληνίδα σκηνοθέτιδα), ολοκληρώθηκαν με μια δουλειά που το κοινό υποδέχτηκε ομοθυμαδόν θετικά.
«Γνώριζα ότι θα ήταν καλή και ήταν η μοναδική για την οποία έκλεισα φέτος εισιτήρια», μας έλεγε ενθουσιασμένη, χειροκροτώντας όρθια μπροστά μας, στο τέλος των «Ικέτιδων», ηλικιωμένη Ολλανδή, η οποία τις τελευταίες δεκαετίες ζει στη χώρα. Τον ενθουσιασμό της συμμερίζονταν οι Ισπανοί, πατέρας και γιος, που ήρθαν πρώτη φορά στο αρχαίο θέατρο και συζητούσαν εντυπωσιασμένοι τις χορογραφικές και μουσικές επιλογές στα Χορικά.
Η παράσταση της Μαριάννας Κάλμπαρη, «καθαρή», διακειμενική, αναδείκνυε το κείμενο του Αισχύλου και τα μηνύματά του, έχοντας δύο ατού: τη συγκλονιστική Λυδία Κονιόρδου, που παρέδωσε «μάθημα» ως βασιλιάς Πελασγός, και έναν καλοκουρδισμένο 50μελή Χορό -μέλη της γυναικείας χορωδίας Chóres, νέες ηθοποιοί ή σπουδάστριες της Δραματικής Σχολής του Θεάτρου Τέχνης και χορεύτριες-ακροβάτισσες της ομάδας «Και όμως κινείται». Εξαιρετική και η δουλειά του συνθέτη Χαράλαμπου Γωγιού. Απέδειξε ότι απαιτητικές μουσικά συνθέσεις μπορούν να είναι εύληπτες και λειτουργικές ως Χορικά.
Η λαμπερή εμβόλιμη παρουσία της εξαιρετικής στην ερμηνεία των τραγουδιών της Αρτέμιδας και της Αφροδίτης σολίστ, Μαρίνας Σάττι, δεν προσέθετε κάτι στην παράσταση. Περισσότερο τη διέκοπτε. Τα τραγούδια εξάλλου δεν προέρχονταν από τα Χορικά.
Γνωρίσαμε τον 39χρονο Τιμοφέι Κουλιάμπιν στη αρχή του καλοκαιριού. Το πρόσωπό του ήταν κόκκινο σαν το παντζάρι -αγρίως τσουρουφλισμένο από τον ήλιο;-, φοβερά νεανικό, φοβερά συνηθισμένο, φοβερά ρωσικό. Τίποτα δεν πρόδιδε, λόγω της φυσικής συστολής του, όταν μας ανέλυε το όραμά του για την «Ιφιγένεια», ότι είναι ένα από τα μεγαλύτερα ονόματα του σύγχρονου ρωσικού θεάτρου και της διεθνούς σκηνής.
Τι ήθελε να πει με το έργο του, στη σημερινή συγκυρία; «Νο war», μας είχε απαντήσει χαμογελώντας σαν παιδί. Τελικά, βρεθήκαμε αντιμέτωποι με μια όντως πολιτική/αντιμιλιταριστική πρόταση, όπου όμως γινόταν αντιληπτή η αμηχανία του καλού διεθνούς σκηνοθέτη ως προς την αντιμετώπιση και του κειμένου και του χώρου.
Το κέλυφος, τα δυσλειτουργικά βαριά σκηνικά, επιβάρυνε ο σταθερός βόμβος-μουσικό χαλί, που παρέμπεμπε σε χολιγουντιανή ταινία. Ναι, υπήρχε πολύ έντονα το αποτύπωμα του ρωσικού θεάτρου και της λεπτής ειρωνείας που διαπερνά τα δράματα στη ρωσική πρόσληψη. Ναι, απουσίαζαν τα παραστασιολογικά «βαρίδια» των εγχώριων προκαταλήψεων περί αρχαίας τραγωδίας. Δεν υπήρχε Χορός γυναικών, αλλά ανδρών, που ανακαλούσαν εικόνες από τους μισθοφόρους του πολέμου στην Ουκρανία. Ναι, υπήρχε περισσότερη σωματικότητα από το σύνηθες - εξαιρετική η εμφάνιση του Μενελάου με έντονα ψυχοσωματικά. Αλλά στην παράσταση που δίχασε το κοινό υπήρχε μια σπουδαία, συγκινητική πρωταγωνίστρια: η Ανθή Ευστρατιάδου. Και η ερμηνεία της καταγράφηκε ανεξίτηλα στα φετινά Επιδαύρια.