
Ένας τόπος φτιαγμένος από αναμονή, από εικόνες που χάνονται, από βαλίτσες που θυμούνται. Ένας ενδιάμεσος κόσμος, όπου τίποτα δεν αρχίζει και τίποτα δεν τελειώνει. Εκεί ακριβώς σε προσκαλεί η έκθεση All Aboard: στον Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών «Ελευθέριος Βενιζέλος» - να σταθείς, όχι να φύγεις.
Η Αθήνα γίνεται το επίκεντρο ενός τολμηρού καλλιτεχνικού εγχειρήματος. Η έκθεση με τη συμμετοχή 40 καλλιτεχνών από διαφορετικές γενιές και χώρες, είναι το πρώτο εγχείρημα στην Ελλάδα – και ένα από τα λίγα παγκοσμίως – όπου μια έκθεση σύγχρονης τέχνης μεγάλης κλίμακας πραγματοποιείται εντός αεροδρομίου σε λειτουργία.
Η έκθεση πραγματοποιείται μέσα σε ένα κτίριο σε παύση, και το οδηγεί να ξαναβρεί τη φωνή του μέσα από την τέχνη. Οι τοίχοι θυμούνται τις αναχωρήσεις, οι διάδρομοι κρατούν ακόμη την ηχώ από τα boarding now. Η ιστορία του αεροδρομίου ενσωματώνεται στον καλλιτεχνικό προβληματισμό. Από την απαρχή της αεροπλοΐας έως σήμερα, τα αεροδρόμια λειτουργούν ως τόποι εξερεύνησης και πολιτισμικής διασύνδεσης. Το αδρανές κτίριο ενεργοποιείται εκ νέου, καθίσταται φορέας συνάντησης μνήμης, χρόνου και μετατόπισης. Το σημείο αυτό, μεταξύ λειτουργίας και παύσης, υπερβαίνει τον ρόλο του ως σημείου διέλευσης. Εδώ, οι χρονολογικές συντεταγμένες αναδιπλώνονται και η έννοια του χρόνου αποκτά ελαστικότητα που αποσυνθέτει τη Νευτώνεια γραμμικότητα, επιτρέποντας μια εμπειρία βασισμένη στη διάρκεια του Bergson (la durée)· μια ρευστή, ασύμμετρη και ετερόκλητη μορφή συνειδησιακού βιώματος. Στο Express Facility, δίπλα στους διαδρόμους απογείωσης, ο αέρας μοιάζει να κρατά την ανάσα του, περιμένοντας τον επόμενο επιβάτη που δεν θα επιβιβαστεί. Η νέα γεωγραφία της ύπαρξης είναι φτιαγμένη από πολλά και διαφορετικά κομμάτια. Εγκαταστάσεις, βίντεο, γλυπτά και ηχητικές παρεμβάσεις ανοίγουν ρωγμές στον χρόνο και προτείνουν μια διαφορετική ανάγνωση του ταξιδιού- όχι ως μετακίνηση, αλλά ως εσωτερική εμπειρία.
Η επιμέλεια του εξαίρετου Κώστα Πράπογλου δεν οργανώνει απλώς την έκθεση· επινοεί μια εμπειρία μετάβασης. Ένα περιβάλλον όπου η στασιμότητα αποκτά ρυθμό και η προσμονή μετατρέπεται σε συνθήκη στοχασμού. Το αεροδρόμιο γίνεται καθρέφτης του εαυτού - τόπος ελέγχου και ελευθερίας, επιθυμίας και φόβου. Εκεί όπου ο χρόνος τεντώνεται, ώσπου να αφήσει πίσω του μόνο την ηχώ της προσδοκίας.
Σε αυτόν τον χώρο δεν μετράς ώρες πτήσης, αλλά παλμούς. Η τέχνη σε καλεί να σταθείς έξω από το πρόγραμμα, να κοιτάξεις τα φώτα του διαδρόμου σαν αστέρια και να θυμηθείς πως το ταξίδι είναι πάντοτε εσωτερικό. Και κάπως μεταφυσικό. Πως η αναμονή μπορεί να είναι και άφιξη. Και μέσα από δέκα προτάσεις -που μας γοήτευσαν λίγο περισσότερο- να ανακαλύψεις πως το σημαντικότερο boarding pass, τελικά, βρίσκεται ήδη μέσα σου.
Εύη Σαββαΐδη – Chronodisc (2025)

Η Σαββαΐδη δημιουργεί ένα αντικείμενο χωρίς εποχή· ένα απολίθωμα τεχνολογίας και φαντασίας. Το Chronodisc μοιάζει με μνημείο από έναν χαμένο πολιτισμό, όπου η μηχανή συναντά το όνειρο. Οι χαραγμένες επιφάνειες λειτουργούν ως αλφαβητάρι μιας άγνωστης γνώσης, μιας κοσμολογικής αναμονής. Το έργο είναι ένας αισθητήρας αβεβαιότητας – μια κρυσταλλική παύση ανάμεσα στο τεχνολογικό και το μυθικό. Στη γλυπτική της, η Σαββαΐδη μετατρέπει τη σκέψη σε αντικείμενο και τον χρόνο σε επιφάνεια που διαχέει το φως της μνήμης.
Robert Cahen — Another Day. The Shared Invisible (2025)



Ο Cahen κινηματογραφεί τη μνήμη πριν σχηματιστεί. Οι εικόνες του κινούνται σαν αναπνοές μέσα στη σκόνη του χρόνου, με τη σιωπή να μεταφέρει το βάρος μιας ιστορίας που δεν ειπώθηκε ποτέ. Η Υεμένη αναδύεται ως φάντασμα τοπίου - μια αρχιτεκτονική της απουσίας. Ο καλλιτέχνης δεν καταγράφει, αλλά συνομιλεί με το άυλο. Η ειρήνη που δείχνει είναι ήδη ραγισμένη· κι όμως, μέσα στο ρήγμα της σιωπής, γεννιέται η δυνατότητα μιας άλλης, αόρατης συνάντησης.
Αλεξάνδρα Αθανασιάδη — Χωρίς Σύνορα (2025)

Η εγκατάσταση της Αθανασιάδη ορθώνεται σαν προσευχή στη ρευστότητα του χώρου. Ξύλινες επιφάνειες, αποκομμένες από τον προορισμό τους, αιωρούνται ως αναμνήσεις μορφών, σαν υλικά που έχουν ξεχάσει τον ρόλο τους. Το βλέμμα περιπλανάται σε έναν ενδιάμεσο κόσμο, εκεί όπου η διάβαση γίνεται αυτοσκοπός και η άφιξη αναιρείται. Η καλλιτέχνης συνθέτει ένα ποιητικό ανάχωμα ανάμεσα στη μνήμη και τη λήθη, όπου η ύλη ανασαίνει τον χρόνο και η σιωπή παίρνει τη μορφή αρχιτεκτονικής σκέψης.
Ειρήνη Γκόνου — Rites of Passage: A Talismanic Tunic (2025)

Η Γκόνου δημιουργεί έναν υφαντό οργανισμό μετάβασης. Ο χιτώνας της πάλλεται σαν σώμα που θυμάται τη γη. Οι φυτικές χρωστικές, τα καλάμια, οι σπόροι και οι σκιές των ραφών συγκροτούν έναν παλμό τελετουργικής γνώσης. Κάθε ίνα λειτουργεί ως φορέας μιας σιωπηλής παράδοσης, ενός αρχέγονου ψιθύρου. Το ένδυμα δεν προστατεύει· μυεί. Είναι ένας χάρτης χωρίς κατεύθυνση, όπου η ύλη και το πνεύμα συμφιλιώνονται μέσα στη σιωπή της μεταμόρφωσης.
Θεόφιλος Χατζημιχαήλ – Η Αντάμωση Ερωτόκριτου και Αρετούσας (1932)

Το έργο του Θεόφιλου επιστρέφει σαν ανάσα ανθρώπινης οικειότητας μέσα στην εποχή των αποστάσεων. Ο Ερωτόκριτος και η Αρετούσα ξαναβρίσκονται σε μια στιγμή αβρότητας και μνήμης, πέρα από κοινωνικούς ή ψηφιακούς ρόλους. Η ζωγραφική απλότητα μετατρέπεται σε φιλοσοφία εγγύτητας: να στέκεσαι απέναντι στον άλλον χωρίς μάσκα, χωρίς οθόνη. Στον υβριδικό χώρο του αεροδρομίου, ο πίνακας λειτουργεί σαν ιερό κατάλοιπο επαφής – ένα βλέμμα που αντέχει μέσα στη διαμεσολάβηση, μια υπενθύμιση πως η αγάπη δεν χρειάζεται επανασύνδεση, μόνο αναγνώριση.
Ridley Scott – Boy and Bicycle (1965)



Το Boy and Bicycle είναι η πρώτη σκηνοθετική χειρονομία του Ridley Scott, μια ασπρόμαυρη εξομολόγηση για την αδράνεια και τον χρόνο. Ένα παιδί ποδηλατεί χωρίς προορισμό μέσα στα βιομηχανικά ερείπια της μεταπολεμικής Αγγλίας. Η κάμερα καταγράφει τη ματαίωση σαν ποίηση, το ταξίδι ως αναστολή. Η φωνή αποσυνδέεται από το σώμα και η μνήμη γίνεται μηχανή. Σ’ αυτή τη μικρή ταινία διαφαίνεται ήδη η θεματική εμμονή του Scott: το βλέμμα που αναζητά νόημα μέσα στην ερημιά του ανθρώπινου χρόνου.
Σοφία Ζαράρη – Connecting Flight (2025)

Στο έργο αυτό η Ζαράρη συνθέτει ένα ποιητικό πεδίο μνήμης όπου το προσωπικό και το γενεαλογικό συγχωνεύονται. Η παλαιά φωτογραφία μετατρέπεται σε διαφανές υλικό μετάβασης· ένα ύφασμα που αναπνέει με το παρελθόν. Η πράξη της συρραφής γίνεται ψυχική τελετουργία — μια απόπειρα ανασύστασης του ανείπωτου, όπου το τραύμα διαλύεται μέσα στη μνημονική ύλη. Το έργο λειτουργεί ως ενδοχώρα καταγωγής· ένα σιωπηλό άγγιγμα ανάμεσα σε ζωές που δεν συναντήθηκαν ποτέ.
Μιχαήλ Παρλαμάς – ΜύθOS (2025)

Στο ΜύθOS, ο Παρλαμάς ζωγραφίζει μια κατακόρυφη τομή ανάμεσα στη μνήμη και το φως. Οι μορφές –από τη Μερκούρη έως τον Ελύτη– αναδύονται ως αρχέτυπα μιας συλλογικής ψυχής που ταξιδεύει από τον μύθο στο ψηφιακό είδωλο. Ο πίνακας λειτουργεί σαν πνευματικό διάφραγμα: ενώνει το υπέργειο με το επίγειο, τη μνήμη με τη φαντασία. Οι άβαταρ των Sims, αιωρούμενοι στο ανώτερο επίπεδο, γίνονται φορείς μιας νέας ουτοπίας· προβάλλουν την επιθυμία του ανθρώπου να υπάρξει ανάμεσα στα σύμπαντα. Ο Παρλαμάς υπογράφει μια εικονογραφία μετάβασης – μια οπτική γέφυρα ανάμεσα στο ιερό και το εικονικό.
Λίνα Πηγαδιώτη – …μετάβαση… (2025)

Η Πηγαδιώτη οργανώνει έναν χώρο ενδιάμεσης κατάστασης, μια συνθήκη χρονικού εκτροχιασμού όπου το βλέμμα δοκιμάζει τα όρια της μνήμης. Κερωμένα νήματα, αρχειακά τεκμήρια και ανακλαστικές επιφάνειες λειτουργούν ως αισθητικοί αγωγοί μιας αέναης διέλευσης. Η ύλη θυμάται, το φως επιμένει. Στην …μετάβαση… το πρόσκαιρο αποκτά υπόσταση και ο χρόνος μεταφράζεται σε εμπειρία. Η καλλιτέχνις στήνει μια σκηνή φιλοσοφικής ρευστότητας, όπου το «είναι» και το «γίγνεσθαι» συνδιαλέγονται μέσα από τη σιωπή της ύλης.
Κλαίρη Τσαλουχίδη – Scala Paradisi (2025)

Η Scala Paradisi της Κλαίρης Τσαλουχίδη – Χατζημηνά αιωρείται ανάμεσα στο φως και τη σιωπή. Μια λευκή σκάλα χωρίς αρχή ή τέλος γίνεται ορατή μετάβαση· ένας μηχανισμός ψυχικής ανύψωσης που διασχίζει τον χρόνο του αεροδρομίου. Οι λέξεις του Παύλου, φωτεινές και σπειροειδείς, ενεργοποιούν μια παλλόμενη ενέργεια αγάπης, απελευθερωμένη από το δόγμα. Το έργο λειτουργεί ως πνευματικός επιταχυντής, ως κάθετη αναπνοή του χώρου· μια σιωπηλή υπόμνηση ότι η αγάπη είναι το μόνο μέσο πραγματικής ανόδου.