Ο Δαβίδ όπως τον φιλοτέχνησε ο Μιχαήλ Άγγελος είναι πλέον πλασμένος σε 3D printed εκδοχή και στέκεται απέναντι από ένα ασυνήθιστο εξομολογητήριο που και οι πιο άπιστοι θέλουν να πλησιάσουν. Στο κέντρο του χώρου βρίσκεται ένα μοναστηριακού μεγέθους τραπέζι και κυκλώνεται από τις κλασικές λευκές πλαστικές καρέκλες, ακριβώς αυτές που κάνετε εικόνα. Πίσω τους έχει διαμορφωθεί ένα μπαρ χωρίς μπάρα, ήτοι ο μπάρμαν είναι καθιστός σε μια μπερζέρα όταν δεν έχει παραγγελία ενώ σε κάθε περίπτωση δεν απασχολείται με κάποια signature αλκοολική συνταγή. Αυτό είναι πολύ σύντομα και περιεκτικά το πατάρι του Kobra που έχει κι ένα εξίσου παράδοξο ισόγειο.
Αλλά κυρίως, έχει πολλά ακόμα να επιδείξει και να πει.
Όταν ανοίγει ένα μαγαζί, νομίζω πως όσοι γράφουμε γι’ αυτά συνηθίζουμε να ρωτάμε «ποια ήταν η αρχική ιδέα». Η ομάδα του Kobra απαντάει ότι αυτή δεν υπάρχει ή τουλάχιστον δεν υπάρχει το καλούπι. Δεν θέλει να θυμίζει τίποτα άλλο, πρόκειται για ένα «δημιουργικό χάος», ένα «ασυνάρτητο πείραμα», ένα «άτσαλο μπαρ» έτσι το περιγράφουν εκείνοι που το έφτιαξαν. «Τις πατέντες τις κάνουν εφευρέτες κι επιστήμονες, εμείς πάμε να κάνουμε κάτι που το γουστάρουμε, αυτό που θέλαμε να υπάρχει στην Αθήνα και δεν το βρίσκαμε, ένα μπαρ για να περνάμε καλά εμείς οι ίδιοι, οι φίλοι μας κι όσοι τους αρέσει αυτό που βλέπουν και παίρνουν εδώ», όπως λέει ο Λεωνίδας Δεληγιάννης που βρίσκεται και πίσω από το Κάιν της οδού Αναπαύσεως στο Μετς.
Τώρα είμαστε στη Ναυαρίνου, στα Κολωνάρχεια, και η μαγιά στη νέα άφιξη του κέντρου είναι τα θέλω ανθρώπων που έχουν ξενυχτήσει πολύ μαζί κι έχουν συνεργαστεί για χρόνια, μια παρέα που έχει ζήσει μεθυσμένα brainstormings - ό,τι έπεφτε στο τραπέζι, αποφάσισε να το κάνει μαγαζί. Χάριν της συνεννόησης το Kobra αναφέρεται ως μπαρ στην κουβέντα και πράγματι εμπίπτει σε αυτά. Ωστόσο είναι και μια κατηγορία από μόνο του, είναι πολύπλευρο και με πολύωρη δραστηριότητα που ξεκινάει από νωρίς με ένα μη προβλέψιμο πρωινό και καταλήγει να δημιουργεί neon αντανακλάσεις σε inox επιφάνειες μέχρι αργά το βράδυ.
Στο σχεδιαστικό κομμάτι δεν υπάρχει γραμμή, όμως η χαρακτηριστική υπογραφή του Mίλτου Κοντογιάννη και η μοναδική προσέγγιση του δικού του Studiomateriality στα πράγματα είναι αισθητή, είναι κι ο ίδιος μέλος της προαναφερθείσας παρέας άλλωστε. Μαζί με τον Άγγελο Λότφι Νοφάραστ, τον Γιώργο Καραγιώργο, τον Λεωνίδα Γεωργίου, τον Λεωνίδα Δεληγιάννη και τον Τιμπέμπου Βαλέντη μίξαραν μέσα στον δίπατο χώρο πράγματα που πολύ απλά τους αρέσουν, εντελώς custom έπιπλα που είναι αδύνατο να περάσουν απαρατήρητα, «που θα μπορούσε κανείς να πει ότι είναι ασύνδετα» αλλά συνυπάρχουν και συνθέτουν ένα ευχάριστα εκρηκτικό συνονθύλευμα.
Όλα τα παραπάνω καδράρουν ένα εξίσου αντισυμβατικό φαγητό που έλειπε από την Αθήνα, τουλάχιστον με τον τρόπο που σερβίρεται εκεί. Ο Άνταμ Κοντοβάς έχει δώσει τα διαπιστευτήριά του ως νέος, ταλαντούχος και δραστήριος σεφ. Στο Kobra έχει κάνει το εξής φανταστικό: έχει δημιουργήσει ένα comfort μενού συγκεντρώνοντας street food τάσεις και διεθνείς αναφορές, προσφέροντας μια υψηλού εστιατορικού επιπέδου εμπειρία (ως προς την πρώτη ύλη και την εκτέλεσή της), έχοντας στήσει μια κουζίνα που δε θα αγοράσει το κίμτσι αλλά θα το φτιάξει μόνη της. Προσεγγίζει την έννοια του fusion με έναν πολύ δικό του τρόπο κάνοντας μια μπιστρονομική πρόταση που περιλαμβάνει από ένα poke bowl με βασιλική ζαργάνα, καυτερή μάνγκο salsa, ξυδάτο ρύζι κι αμύγδαλο και μια εκπληκτική τηγανητή πατάτα με τόφου, καπνιστό χέλι και μους από άγρια μυρωδικά μέχρι τραγανές φτερούγες κοτόπουλο γεμιστές με χοιρινό κιμά, γαρίδες, αιόλι από πιπεριές φλωρίνης και φοβερά dan dan noodles με κιμά κοτόπουλου, μποκ τσόι και φιστίκια. Δεν λείπει το απόλυτο bar food, η πίτσα, που εδώ βγαίνει πολύ αφράτη σε ζυμάρι αργής ωρίμανσης, ζουμερή με σάλτσα ντομάτας, βασιλικό και πεκορίνο. Η κάρτα είναι σύντομη, τα πιάτα ένα κι ένα (από 4,50 έως 16 ευρώ).
Στο κομμάτι των cocktails θα βρείτε μια εκτενή λίστα φτιαγμένη μόνο από classics, πολλά εκ των οποίων είναι σχετικά άγνωστα. Σε πόσα μπαρ έχετε συναντήσει Rob Roy ή Singapore Sling δίχως twist; Καθώς τίποτα δεν θα είναι τετριμμένο στον αριθμό 11 της Ναυαρίνου, στο κάτω μπαρ -αντί για αμέτρητα μπουκάλια ποτών κι ετικέτες που λίγοι κοιτάζουν- θα συναντήσετε μια εικαστική βιτρίνα με την Αφροδίτη του Μποτιτσέλι...αλλιώς.
Ο Ντίνος Χριστιανόπουλος έχει αναφερθεί με στίχους του στα «λογιών λογιών κουμάσια γύρω από το τζουκ μποξ» που μαζεύονται γύρω του αλλά κανείς δεν νοιάζεται για τη μουσική, το κάνουν για άλλους λόγους. Κι έχει λόγο που τον κουοτάρουν στο Kobra αφού δίνουν βάση στη μουσική κι έχουν βάλει τις γραμμές τους. Κινείται σε synth pop και electro ήχους, ας πούμε αν σας αρέσουν οι New Order και οι Florence & Τhe Machine θα περάσετε πολύ καλά.
Η φιλοσοφία τους και η συμφωνία να βάζουν ότι τους αρέσει στο μαγαζί θα διατρέχει όλο το πειραματικό Kobra. Δηλαδή, θα δούμε εκεί να συμβαίνουν διάφορα: από ένα pop -up παγωτατζίδικο και μια κρεπερί μέχρι όσα έχουν να παρουσιάσουν οι δημιουργικοί τύποι αυτής της πόλης, αρκεί να βρουν τους αρμόδιους και να καταθέσουν την πρόταση τους. Επίσης, σκεφτείτε ποιο είναι διαχρονικά το πιο δημοφιλές γαλακτομπούρεκο στην Αθήνα, ποιος ο παλιός και καλός σε όλα ζαχαροπλάστης της Χαριλάου Τρικούπη, ποιο είναι το αγαπημένο σας γλυκό που μέχρι σήμερα μπορούσατε να βρείτε μόνο στη διεύθυνσή του; Η νέα άφιξη της Αθήνας σκοπεύει να φέρνει και να φιλοξενεί γλυκά απ΄όσα ζαχαροπλαστεία φημίζονται κι αποτελούν σταθερές αξίες στο είδος τους.
Μόλις οι περιορισμοί της μετά-την-καραντίνα εποχή εκλείψουν και τα μπαρ επιστρέψουν όπως τα γνωρίζαμε, σε αυτό το μαγαζί δεν πρόκειται να στριμωχτούμε. Το Kobra θα φροντίσει γι’ αυτό με έναν τρόπο που δεν έχουμε ξαναδεί στη πόλη, με ένα φανάρι εισόδου και εξόδου - homage σε ένα ταξίδι της παρέας στο Βερολίνο, ένα εναλλακτικό σύστημα «πόρτας» που δεν έχει καμία σχέση με το face control αλλά καθαρά με τον αριθμό των ατόμων που αντέχει το μαγαζί για να λειτουργήσει σωστά και να περάσουμε όλοι καλά.
Tι είναι τελικά το Kobra;
Είναι ένα funky μπιστρό στο οποίο μπορείς κανείς να χορτάσει με εξαιρετικά πιάτα (και χωρίς να κάνει κράτηση), ένα μέρος με τουαλέτες που παραπέμπουν σε πισίνα ενώ παράλληλα θα πωλούνται μπουρνούζια, ένα «ακομπλεξάριστο» μπαρ που φαίνεται ότι δεν θα μας αφήσει να βαρεθούμε. Όσο για το όνομα, είτε σας θυμίσει το Cobra Κai είτε τον σκληροτράχηλο Σταλόνε στην ταινία των 80s που πέρασε μεμιάς στη σφαίρα του καλτ. Απλά να θυμάστε ότι στη Ναυαρίνου γράφεται με K και για την παρέα είναι απλά είναι μια εύηχη λέξη χωρίς περαιτέρω επεξηγήσεις.
Το Kobra έχει όλα τα φόντα να εξελιχθεί σε ένα μπαρ της γενιάς μας, από αυτά που μας κάνουν να λέμε ότι «το Βερολίνο είναι η νέα Αθήνα» κι όχι το αντίστροφο.
Ναυαρίνου 11, Εξάρχεια