Αποτελώντας κομμάτι της εμπορικής δραστηριότητας και της αστικής ιστορίας της πόλης, οι στοές της Αθήνας άρχισαν να εμφανίζονται στα τέλη του 19ου αιώνα, σχεδιασμένες στα πρότυπα των γαλλικών passages, των βρετανικών arcades, των μιλανέζικων gallerie.
Γνώρισαν μεγάλη άνθιση κατά τη δεκαετία του ‘60, αλλά την επόμενη δεκαετία άρχισαν να χάνουν τη δημοτικότητά τους, οι έμποροι προτιμούσαν να στολίζουν τις βιτρίνες τους σε κεντρικούς δρόμους και όχι σε ένα στεγασμένο, «κρυμμένο» περιβάλλον. Τα τελευταία χρόνια, τα νέα κι ανεξάρτητα fashion brands, άνθρωποι πίσω από μπαρ, εστιατόρια και κινηματογράφους, εικαστικοί που θέλουν να εκτεθούν και να διαδράσουν με την πόλη, DJs που διοργανώνουν mobile parties φαίνεται να επανεκτιμούν την αξιοποίηση αυτών των αθηναϊκών περασμάτων. Άλλωστε, εντός του εμπορικού τριγώνου (Πανεπιστημίου - Ερμού - Αθηνάς) βρίσκονται παραπάνω από 40 στοές συνολικής επιφανείας περίπου 65.000 τ.μ. ενώ στην ευρύτερη περιοχή του Δήμου Αθηναίων υπάρχουν περίπου 180 στοές.
Με τη μία είσοδό της στην αναγεννημένη hip οδό Παλλάδος και την άλλη στην Πλατεία Ηρώων του Ψυρρή, μία στοά που παραδόξως δημιουργήθηκε τη δεκαετία του ‘70 αποτελεί πλέον θερμοκοιτίδα φρέσκων ιδεών, συγκεντρώνοντας σχεδόν κάτω από την ίδια στέγη ανθρώπους που άθελά τους προσέλκυσαν ο ένας τον άλλον. Η Στοά Ψυρρή παντρεύει την παλιά Αθήνα με ιδέες σύγχρονες, είναι ένα υπέροχο παράδειγμα εποικοδομητικής γειτονίας.
Προσεγγίζοντας την στοά από τον δρόμο της Παλλάδος, στην είσοδό της φιγουράρουν τα χειροποίητα παπούτσια της Ίριδας Ντεπόρτου. Αφού ολοκλήρωσε τις σπουδές της στο Central Saint Martins του Λονδίνο και το Istituto Marangoni του Μιλάνου στις τέχνες και στο σχέδιο μόδας, κι έκανε την πρακτική της στον οίκο Costume National, της δημιουργήθηκε έντονα η επιθυμία να ειδικευτεί τόσο στον σχεδιασμό όσο και στην κατασκευή υποδημάτων. Έτσι, μαθήτευσε κοντά στον Απόστολο Κουλουμάση. «Η δυνατότητα να σχεδιάζω και στη συνέχεια να δίνω στο δέρμα μορφή και σχήμα, να ολοκληρώνω κάτι που εξυπηρετεί μια καθημερινή ανάγκη ενώ παράλληλα προσφέρει αισθητική ικανοποίηση είναι σημαντικό για μένα», εξηγεί η εμπνεύστρια των "Iride De Portu".
Του Ψυρρή υπήρξε και παλιότερα η γειτονιά σχεδιαστών και κατασκευαστών υποδημάτων, ιδιαίτερα τα χρόνια μεταξύ ‘70 και ‘80. Λέγεται μάλιστα ότι εκείνη την εποχή η ελληνική υποδηματοποιία είχε τη φήμη μιας από τις ποιοτικότερες της Ευρώπης. Η επιλογή λοιπόν της συγκεκριμένης περιοχής το 2015 από την Ίριδα, προκειμένου να δημιουργήσει το πρώτο της εργαστήριο και showroom, έγινε αβίαστα.
Όσοι περνούν από την στοά χαζεύοντας τη βιτρίνα της αποτελούν ένα συνονθύλευμα προσωπικοτήτων ακριβώς όπως αρμόζει στον χαρακτήρα μιας περιοχής που με τα πάνω και τα κάτω της καταφέρνει αυτή τη στιγμή να συνδυάζει mainstream επιλογές εξόδου με δρόμους-στέκια για την τελευταία γενιά των εναλλακτικών Αθηναίων που μπλέκονται με όσους τουρίστες δεν θέλουν να δουν μόνο το Μουσείο της Ακρόπολης και την καλοδιατηρημένη Πλάκα.
Όπως και ο κόσμος της στοάς, έτσι και τα καταστήματά της αποτελούν ένα ποτ πουρί δημιουργικών ιδεών. Κάτι σαν «εναλλακτικό mall», όπως αποκαλεί το σημείο η Ξένια Βανικιώτη. Το όνομα του brand της είναι μια παράφραση του τίτλου που έχει το αγαπημένο της ποίημα από τον Πάμπλο Νερούδα. Στις κάλτσες του Ode to Socks, οι ήρωες ξεπηδούν από το ελληνικό φολκλορ με στόχο να εμπλουτίσουν το στυλ και το συναίσθημα του καθενός, να μεταδώσουν διαφορά μηνύματα, να απευθυνθούν με τον δικό τους ιδιαίτερο τρόπο σε όσους δίνουν σημασία και στην παραμικρή λεπτομέρεια του ντυσίματός τους «ανεξαρτήτως φύλου, χρώματος, θρησκείας, εμφάνισης. Οι κάλτσες και τα υπόλοιπα προϊόντα του brand μεταφέρουν χαρούμενα μηνύματα που μας αφορούν όλους». Η ίδια έχει σπουδάσει στη Γεωπονική σχολή αλλά στράφηκε στη μόδα δημιουργώντας χρωματιστές κάλτσες, μπλούζες και τσάντες από υψηλής ποιότητας ελληνικό βαμβάκι, οργανικό και ανακυκλώσιμο.
Όπως η Ίριδα έτσι και η Ξένια δεν γνώριζαν την ύπαρξη της στοάς, την ανακάλυψαν μέσω της Ειρήνης Βιτώρου που άνοιξε το 2014 το Κουμπάκι της Παλλάδος, έναν χώρο με κοσμήματα, διακοσμητικά, σημειωματάρια, με έξυπνα και χρηστικά χειροποίητα προϊόντα. «Αναφέρω την Ειρήνη γιατί η σχέση μας μαζί της αποδεικνύει ότι στη στοά κυριαρχούν η αλληλεγγύη και το ομαδικό πνεύμα, η διάθεση να εμπνεουμε ο ένας τον άλλο και να γινόμαστε καλύτεροι και πιο δημιουργικοι», όπως λέει η Ίριδα.
Μέσα στο κολάζ εικόνων και ιδέων που έχουν φέρει οι νέοι δημιουργοί με την αισθητική τους και παρουσιάζουν από κοινού στους σοσιαλμιντιακούς λογαριασμούς του Pallados Project, υπάρχουν και λίγα τραπέζια καφενείου. Ο «παλιός της στοάς», Μπάμπης Βασιλακόπουλος είναι κι ο πιο πρωινός, ανοίγει στις 6 το πρωί και κλείνει στις 4 το μεσημέρι, εκτός αν κάποια παρέα με ούζο τον κρατήσει παραπάνω ζητώντας κι άλλο μεζέ.
Το 1986 που βρέθηκε στη στοά για πρώτη φορά ως υπάλληλος θυμάται να βρίσκονται γύρω του «εξαρτήματα για τσάντες, ένας υδραυλικός, ένας ηλεκτρολόγος, δύο κουρεία, ασφάλειες αυτοκινήτου». Το πελατολόγιό του είναι ετερόκλητο, έχει θαμώνες που ξεκινάνε από τον Νέο Κόσμο και από το Μαρούσι απλά για να πιουν καφέ στην περιοχή που κάποτε απασχολούνταν ως εργαζόμενοι. Έχει βρεθεί όμως να σερβίρει τουρίστες που ψάχνουν για σκιά κι ένα γιαπωνέζο κινηματογραφιστή που του ζήτησε να κάνουν ένα βίντεο με τα μυστικά του σωστού ελληνικού καφέ.
Από το ραδιόφωνο του ακούγεται η «μπαλάντα του Ούρι» ενώ ο ίδιος υποδέχεται τον προμηθευτή με τις πορτοκαλάδες, σηκώνει τηλέφωνα και δέχεται παραγγελίες από τα γύρω γραφεία, «σουλατσάρει ολημερίς» όπως λέει, σουλατσάρουν στην Αθήνα και όσοι περνάνε από τη στοά γι’ αυτό κι ονόμασε το καφενείο του «Σουλάτσο» όταν διαδέχθηκε το αφεντικό του στον χώρο το 1998. Όμως η στοά δεν ήταν πάντα τόσο ζωντανή όσο σήμερα, το 2004 ήταν εκεί μόνο εκείνος, ένας λογιστής και τα νυφικά του Ελευθερίου που δεν μπορεί έτσι κι αλλιώς να παρατηρήσει ένας περαστικός αν δεν πάει υποψιασμένος, αφού βρίσκονται στον όροφο του κτιρίου που φιλοξενεί η στοά.
Μουσική ακούγεται όμως και από τον «dj της στοάς», όπως αποκαλεί τον Μιχάλη Μπαμπούση η γειτόνισσά του ιδιοκτήτρια του διπλανού καταστήματος. Εκείνη τη μέρα βρίσκεται σε ‘80s μονοπάτια με το "Cherish" των Kool & the Gang, αν και το brand του He-m-n-oid έχει ταυτιστεί με την ηλεκτρονική μουσική.
Ο σχεδιαστής ξεκίνησε φτιάχνοντας φουλάρια, κασκόλ και κάπες, δουλεύοντας ως πωλητής σε άλλα καταστήματα μέχρι που θέλησε να αποκτήσει έναν χώρο-σημείο αναφορας. Αν και χρωματικά περιορίζεται μόνο στο άσπρο και το μαύρο, δεν οριοθετεί τα ρούχα του ως αντρικά και γυναικεία ώστε ο καθένας να είναι ελεύθερος να επιλέξει αυτό που τον εκφράζει ενώ οι λέξεις που χρησιμοποιεί στα t-shirts έχουν πάντα διττή έννοια, ο τόνος απουσιάζει εσκεμμένα σε αυτές ενώ το χιουμορ και ο σαρκασμός επικρατούν. «Μ’ αρέσει να παίζω με τις λέξεις, να συνδέω με το φύλο και τη ρευστότητά του με τη μουσική. Δεν αντιμετωπίζω τα ρούχα απλά ως ένα κομμάτι ύφασμα, στόχος μου είναι να παρουσιάζω πράγματα που ο καθένας θα μεταφράσει διαφορετικά, όπως για κάποιον η λέξη τρανς κάποιον τον παραπέμπει στο μουσικό είδος και κάποιον άλλον στο transgender. Tο brand είναι ανθρωποκεντρικό, θέλω να το προσεγγίζουν διαφορετικοι άνθρωποι και ηλικίες γι’ αυτό και δεν του βάζω ταμπέλες ώστε να το κάνει ο καθένας δικό του και να μεταφράσει λέξεις σαν το “αγορινα” και “θεα” όπως νομίζει».
Εκείνος γνώριζε για την ύπαρξη της στοάς από την αδερφή του που την εντόπισε όταν παρακαλούθησε εκεί ένα σεμινάριο επαγγελματικού μακιγιάζ στη σχολή του Φρέντυ Καλομπράτσου που επίσης λειτουργεί σε όροφο. Και να που ο Μιχάλης βρέθηκε ξανά εκεί όταν έμαθε ότι ανακαινισμένη πλέον, η στοά που ανήκει στο Mετοχικό Ταμείο Ναυτικού άρχισε να διαθέτει χώρους προκειμένου να βρεθούν εκείνοι που θα τη ζωντανέψουν ξανά. «Σε δύσκολες οικονομικές συνθήκες, αυτός ο χώρος ήταν οτι πιο προσιτό μπορούσα να έχω. Τελικά με βοήθησε να μην εξιδανικεύω τα πράγματα, να καταλάβω ότι όταν έχεις το δικό σου μαγαζί, όσο μικρό κι αν είναι αυτό, επικοινωνείς με τους ανθρώπους κι εκείνοι μπαίνουν στη διάθεσή σου, εξελίσσεσαι στο αντικείμενο σου, αφουγκράζεσαι τις ανάγκες».
Σίγουρα η στοά χρειάζεται περισσότερη υπομονή από αυτή που θα κάνει ο ιδιοκτήτης ενός καταστήματος σε ένα πολύ εμπορικό σημείο. Όπως όμως έχει συνειδητοποιήσει ο Μιχάλης που ασχολείται και με τους λογαριασμούς του Pallados Project προωθώντας τη δουλειά όλων των δημιουργικών γειτόνων του, το γεγονός πως δεν είναι εύκολα ορατός συχνά λειτουργεί θετικά. «Ο καθένας μας εδώ έχει τη δική του μοναδική ιστορία να πει και γι’ αυτό ο κόσμος μας αναζητά, θέλει να μας ανακαλύψει. Οι τουρίστες οι οποίοι προτιμούν να ζήσουν τους πραγματικούς ρυθμούς της πόλης και να ξεφύγουν από τα κλισέ γοητεύονται όταν βρίσκουν μαγαζιά σαν αυτά της στοάς περισσότερο από ότι αν μας έβρισκαν σε ένα αναμενόμενο σημείο. Δεν προσφέρουμε λοιπόν απλά ρούχα, κοσμήματα και παπούτσια, προσφέρουμε και την χαρά της ανακάλυψης».
Ανοίγει στις 12 το μεσημέρι όπως τα περισσότερα μαγαζιά της στοάς Ψυρρή, αν και γενικά τα ωράρια είναι ρευστά και η διάθεση «φλου αρτιστίκ» εδώ, όπως την περιγράφει χαριτολογώντας η Έφη Γελέ που παραδίδει μαθήματα φωτογραφίας ενώ παράλληλα διατηρεί το δικό της κατάστημα που προσελκύει το βλέμμα με τα statement κοσμήματά του brand SheWoods. Για πολλά χρόνια, έφτιαχνε αξεσουάρ μόνο για γνωστούς και φίλους. Μέχρι που απoφάσισε να αφοσιωθεί στην κατασκευή, να αποκτήσει τον δικό της χώρο και να πειραματίζεται συνέχεια με διάφορα υλικά, με ξύλο, πλέξιγκλας, μεταλλικά στοιχεία, με χρώμα ζαχαροπλαστικής. Η καθημερινότητά της στη στοά είναι χαλαρή και παρεΐστικη, «μοιάζει να είμαστε συγκεντρωμένοι σε μια εσωτερική αστική αυλή. Μαζευτήκαμε εδώ πολλοί νέοι δημιουργοί και το γεγονός πως εργαζόμαστε όλοι για κάτι που αγαπάμε, το ότι αναπτύσσουμε τις διαφορετικές ιδέες μας φτιάχνοντας πράγματα με τα χέρια μας είναι εκείνο που μας ενώνει».
Όσο σκοτεινιάζει μια νέον ταμπέλα φωτίζει με έντονο ροζ τρόπο έναν χώρο γεμάτο με vintage θησαυρούς. Το Newskin είναι μια ιδέα της Μαργαρίτας Παπαμανώλη που συνηθίζει να βρίσκεται σε μέρη τα οποία πρέπει να αναζητήσεις λίγο παραπάνω - πριν από την Στοά Ψυρρή νοίκιαζε σε μια άλλη κοντά στη Βαρβάκειο. Δεν αποζητά την πολυκοσμία, θέλει να έχει στοχευμένο κοινό, λάτρεις του παλιού και του ωραίου όπως είναι η ίδια που έχει αδυναμία στα κοψίματα και τους στυλιστικούς κανόνες των 70s και των 80s.
Κάνει δύο φορές την εβδομάδα παραλαβή από την Ιταλία κι επιλέγει πολύ προσεκτικά τι θα παρουσιάσει στα λίγα τετραγωνικά της έχοντας κυρίως ρούχα από deadstock και λιγότερο από δεύτερο χέρι. Όσες την παρακολουθούν στο instagram ώστε να φτάσουν μέχρι την πόρτα της, μπλέκονται με Αθηναίους που κατοικούν στο κέντρο και βγάζουν τον σκύλο τους βόλτα, με τους περίεργους επισκέπτες της πόλης που μπαίνουν όπου δεν μπορούν διακρίνουν πού ακριβώς θα τους οδηγήσει η διαδρομή ή με όσους θέλουν απλά να κόψουν δρόμο προς την Πλατεία Ηρώων.
Είμαι από αυτούς που δεν γνώριζαν πολλά για την ανανεωμένη ζωή της στοάς Ψυρρή αλλά δεν ανήκω σε καμία από τις παραπάνω κατηγορίες που περιγράφει η Μαργαρίτα. Ανακάλυψα όσα συμβαίνουν εκεί όταν επισκέφτηκα μια νέα άφιξη στην μπαρ σκηνή της Αθήνας, το Grow που θέλει να προσφέρει προσεγμένα ποτά διατηρώντας έναν πιο underground χαρακτήρα από άλλους fine drinking προορισμούς.
Στην μπάρα, δίπλα από ένα έργο των Blaqk, ο Δημήτρης Τσιάμης αναδεικνύει κλασικές συνταγές cocktails, σύγχρονες τεχνικές, και πινελιές δικές του σε χαμηλές τιμές. Με φρέσκα υλικά και δουλεμένο στο χέρι πάγο. «Το προϊόν είναι τοπ και η τιμή- πάτωμα», όπως χαρακτηριστικά ειπώθηκε στη συνομιλία μας. «Θέλουμε να προσφέρουμε καλά ποτά χωρίς να είμαστε ένα περιβάλλον που κάποιος θα σε παίρνει από το χέρι να σου δείξει που θα κάτσεις. Δεν έχουμε το προφίλ που έχουν άλλα μπαρ της Αθήνας με ποιοτικά ποτά, ούτε την ίδια μουσική. Είναι ένα στοίχημα το να καταλάβει ο κόσμος ότι εδώ δεν θα πάρει το ποτό του σε 30 δεύτερα ή πώς δεν κρύβουμε κάτι. Το “μυστικό” μας είναι το ότι όλα εδώ είναι self service κι έτσι μπορούμε να έχουμε φιλικές τιμές».
Το Grow αναλαμβάνει τη βραιδνή βάρδια της στοάς, από τις 18.00 και μετά. Με cocktails όπως το "disco devil" (το μόνο που κοστίζει 9 ευρώ), το "lock, stock and two smoking cherries", το "gin and juice" που ξεκινάνε από 5 ευρώ και μαρτυρούν τις αναφορές του μπαρ. «Προσπαθούμε να είμαστε όσο πιο κοντά στην πρώτη συνταγή των κλασικών cocktails που προσφέρουμε, να επαναφέρουμε ποτά όπως το moscow mule που πλέον ο κόσμος δεν πίνει ή να προτείνουμε το negroni με πιο πειραματικό τρόπο, βάζοντάς του ένα ωραίο μεσκάλ».
Όπως hip είναι ο δρόμος της Παλλάδος, έτσι και το νέο μπαρ που συναντάς στο τέλος του δρόμου θέλει τον hip κόσμο. «Εκείνους που δεν είναι μαθημένοι στο ποιοτικό ποτό γιατί επιλέγουν να πάνε σε μέρη που τους ικανοποιεί η μουσική. Κι εγώ όταν πάω να παρακολουθήσω ένα gig θα παραγγείλω μπύρα, τα μαγαζιά της Αθήνας σου δίνουν ή το ένα ή το άλλο, ή καλό ποτό ή άνετη ατμόσφαιρα με έμφαση στη μουσική. Στο Grow τα συνδυάζουμε και τα δύο».
Από τη δεκαετία του ‘70 μέχρι σήμερα, η στοά Ψυρρή έχει πρώτη φορά τέτοιου είδους βραδινή εστίαση. Στο Grow πριν παραγγείλεις το ποτό σου, θα μιλήσεις με τον Δημήτρη Τσιάμη για τις προτάσεις του χωρίς να κάθεσαι απαραίτητα στη μπάρα. Έτσι ελεύθερα θα περιηγηθείς σε μια στοά που έχει άλλη ζωή το πρωί κι άλλη το βράδυ, και θα μάθεις κάτι παραπάνω για την πόλη απ’ όσα μαθαίνεις συνήθως στα μπαρ της. «Εμείς θεωρούμε ότι ακόμα κι αν προτιμάς να σε σερβίρουν, κάτι που εμείς δεν κάνουμε, εδώ κερδίζεις κάτι άλλο στο τέλος της ημέρας», όπως λέει η ομάδα του Grow. Κι έχει δίκιο.