Έχω περάσει χοντρικά το ¼ της ζωής μου στον Άγιο Νικόλαο Λασιθίου και τα περίχωρά του. Οι παππούδες μου, από την πλευρά της μάνας μου, κατάγονται από ένα διπλανό χωριό, την Κριτσά. Κεφαλοχώρι, με δικό της γυμνάσιο και πιτσαρία από το 1980. Τώρα την έχει ο άντρας της ξαδέρφης μου. Εντρπρνούρς, ως οικογένεια.
Η βάση των διακοπών μας ήταν πάντα ο Άγιος Νικόλαος. Η πόλη με τη λίμνη, που δεν είναι λίμνη, αλλά πολύ στενός κόλπος. Ο προπάππος μου είχε χτίσει στα ‘60s μια πολυκατοικία «για να μείνουν τα παιδιά». Η μια κόρη του έφυγε για την Αυστραλία και η άλλη, η γιαγιά μου, ακολουθούσε τον δάσκαλο παππού μου στις μεταθέσεις του σε όλη την Κρήτη, πλην του Αγίου Νικολάου.
Τις πρώτες διακοπές, μέχρι να πάω δημοτικό, τις περνούσαμε στο σπίτι που είναι γνωστό ως «υπόγειο από την πλευρά του δρόμου, ισόγειο από την πλευρά των σκαλιών και πρώτος όροφος από την πλευρά της διπλανής πολυκατοικίας». Επειδή η πόλη του Αγίου Νικολάου είναι χτισμένη σε λοφάκια, συμβαίνει συχνά ένα διαμέρισμα να είναι ταυτόχρονα ισόγειο και υπόγειο. Τα υπόλοιπα διαμερίσματα της πολυκατοικίας τα είχαν νοικιάσει σε μόνιμους κατοίκους.
Έξω από το διαμέρισμα με τη γαλάζια πόρτα είχε έναν κήπο με μια μουσμουλιά, μια μανταρινιά και μια λεμονιά. Τα μούσμουλα έπεφταν πού και πού στην ταράτσα του στριμμένου γείτονα, του «δεξιού», που έλεγε η γιαγιά μου με απέχθεια, που δεν πρέπει να ήταν απλά δεξιός, αλλά της χούντας και πάντα μας έκανε φασαρία, επειδή λέρωναν, λέει, την ταράτσα τα μούσμουλα. Ταράτσα είναι, λερώνεται, δε φτάνει που σου ‘ρχονται δώρο εξ ουρανού κοτζάμ μούσμουλα, χοντρά και ζουμερά. Το καλύτερο πράγμα σ’ αυτό το σπίτι, μετά από τα μούσμουλα, βέβαια, ήταν το κοφτό μακαρονάκι της γιαγιάς μου. Το σκέτο, με την τριμμένη ντομάτα, που κολλούσε στον πάτο του πιάτου κι έφτιαχνε αμυλώδεις στρογγυλές κυψέλες.
Όταν πήγα στην δευτέρα δημοτικού, ξενοικιάστηκε το διαμέρισμα που ήταν ισόγειο από την πλευρά του δρόμου, και πρώτος όροφος από την πλευρά του κήπου. Αποχαιρέτισα το μικρό σπίτι και για λίγα χρόνια περνούσα τις διακοπές με τη γιαγιά μου και τον παππού μου στο «διαμέρισμα με τα ‘όλα’ του». Τα «όλα του» ήταν ότι έπιανε καλύτερα η τηλεόραση και δεν έχανα καμία σειρά και καμία ελληνική ταινία. Έτσι κάπως παρηγορούμουν που έπρεπε να ακολουθώ τον παππού μου και τη γιαγιά μου σχεδόν κάθε απόγευμα στον κήπο έξω από την Κριτσά.
Τον μισούσα τον κήπο. Είχε παντού χώματα (κήπος ήταν, τί θα είχε) κι έντομα. Για να απασχοληθώ έπαιρνα ένα σκαλιδάκι ελαφρύ, με λείο ξύλο, που ανήκε στην προγιαγιά μου, και προσπαθούσα να ανοίξω και να κλείσω σωστά τα αυλάκια με το νερό, όταν ποτίζαμε, για να μη μείνει κανένα απότιστο. Δεν ξέρω πόσες ντοματιές έχω καταστρέψει με αυτόν τον τρόπο. Όταν τελείωνε το μαρτύριο του κήπου, μαζεύαμε τις σακούλες με τα λαχανικά της ημέρας και είτε γυρνούσαμε πίσω στο σπίτι, είτε πηγαίναμε επίσκεψη στα ξαδέρφια μου, στην Κριτσά.
Αν έπρεπε να επιστρέψουμε στον Άγιο Νικόλαο, οι αγαπημένες μου δραστηριότητες ήταν δύο: ή να καθίσουμε στην είσοδο της πολυκατοικίας με τη γειτόνισσα, την κυρία Σόφη, που γελούσε κακαριστά και την άκουγαν μέχρι τη Σπιναλόγκα, είτε να πάμε στη θεία μου την Πόπη, που έμενε τρεις δρόμους πιο πάνω.
Οι αγαπημένες μου δραστηριότητες στη θεία μου την Πόπη ήταν πάλι δύο: είτε να ξύνω τη μπογιά από τους εξωτερικούς τοίχους της αυλής της, είτε να πηγαίνω στο διπλανό σπίτι, όπου έμεναν κάτι άλλες ξαδέρφες και να παίζουμε «μαγαζί» με 7 άδεια μπουκάλια σαμπουάν. Γενικά, είμαστε μεγάλο σόι, αλλά διαθέτουμε περιορισμένη γκάμα δραστηριοτήτων.
Ξενέρωνα απίστευτα όταν έπρεπε να φύγουμε από της θείας της Πόπης. Όλοι νύσταζαν εκτός από μένα. Συνήθως φεύγαμε όταν αποτελείωνα το μεγάλο μπολ με το ζελέ και τα φρούτα. Τότε η θεία η Πόπη με τον θείο το Σοφοκλή ανέβαιναν για ύπνο στην ταράτσα. Κάθε Ιούνη το έκαναν αυτό, ανέβαζαν δηλαδή την κρεβατοκάμαρα με τα κομοδίνα στην ταράτσα και κοιμόταν εκεί, για τη δροσιά. Τα ξαναμάζευαν όλα τον Σεπτέμβρη, με το που άνοιγαν τα σχολεία. Μέχρι που γεννήθηκε η πρώτη εγγονή τους. Από τότε δεν ξανάγινε μετακόμιση κρεβατοκάμαρας στην ταράτσα.
Μετά, όμως, μετακομίσαμε εμείς. Σε ένα άλλο διαμέρισμα, που ήταν ισόγειο από την πλευρά του κήπου και υπόγειο από την πλευρά του δρόμου. Και κάναμε εκεί διακοπές μέχρι που πήρα την άδεια άσκησης επαγγέλματος.
Και μετά, τί άλλο να κάναμε, ξαναμετακομίσαμε σε ένα άλλο πάλι διαμέρισμα, που είναι ισόγειο από την πλευρά του δρόμου και πρώτος όροφος από την πλευρά του κήπου κι έκτοτε πάμε εκεί τα καλοκαίρια κι αν μου ξαναπούν να μετακομίσουμε θα πάρω ένα σλίπινγκ μπαγκ και θα ξεκαλοκαιριάζω στην ταράτσα της θείας της Πόπης γιατί κουράστηκα να μετακομίζω και πάντα να μοιράζομαι το ίδιο δωμάτιο με την αδερφή μου.
Σταματάω να γκρινιάζω, διότι ξέχασα να αναφερθώ σε κάτι βασικό: στο ενδιάμεσο όλων αυτών των μετακομίσεων, τρώγαμε ντολμάδες με αμπελόφυλλα και πηγαίναμε για μπάνιο στις παραλίες της πόλης, που έχουν όλες γαλάζια σημαία. Πάρτε ένα σλίπινγκ μπαγκ και πάτε κι εσείς. Θα σας δώσω τη διεύθυνση της ταράτσας. Στην πίσω δεξιά γωνία της έχει και μια πορτοκαλιά που βγάζει σανγκουίνια. Για χυμουδάκι το πρωί.