Κι όμως, προσβάλλονται και νεαρές πριγκίπισσες από καρκίνο. Η διάγνωση της πριγκίπισσας της Ουαλίας Κέιτ Μίντλετον έκανε πηχυαίους τίτλους διεθνώς. Με αφορμή την είδηση, κορυφαίοι επιστήμονες επέστησαν την προσοχή στη νέα μυστηριώδη «επιδημία» καρκίνων της κοιλιακής χώρας που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια σε ανθρώπους κάτω των 45 ετών, συχνά αθλητικούς και φαινομενικά υγιείς.
Τα στατιστικά στοιχεία από όλο τον κόσμο είναι αμείλικτα: υπάρχει αύξηση του αριθμού των καρκίνων σε ανθρώπους κάτω των 50 ετών - σχεδόν κατά 28% μεταξύ 1990 και 2019. Μοντέλα βασισμένα σε παγκόσμια στοιχεία προβλέπουν ότι ο αριθμός των πρόωρων καρκίνων θα αυξηθεί κατά 30% μεταξύ 2019 και 2030.
Οι επιστήμονες τραβούν τα μαλλιά τους προσπαθώντας να εξηγήσουν τι συμβαίνει. Κάποιοι θεωρούν ότι εν μέρει η αιτία ανιχνεύεται στα γονίδια. Αρκετοί ερευνητές, ωστόσο, έχουν αρχίσει πλέον να στρέφονται σε πιθανές αλλαγές στο μικροβίωμα του εντέρου για να το εξηγήσουν. Κι αυτό «γιατί η σύνθεση του τελευταίου, που καθορίζεται από τη διατροφή και το περιβάλλον, μπορεί να επιδράσει στα επίπεδα φλεγμονής, που στη συνέχεια αυξάνουν την πιθανότητα για καρκίνο», σημειώνει η βρετανική Telegraph.
«Το ξεχασμένο όργανο»
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.
Ανέκαθεν θεωρούνταν σοφή η ρήση «είσαι ό,τι τρως», μόνο που τα τελευταία 15 χρόνια ακόμα και η επιστήμη εκπλήσσεται από ανακαλύψεις που την ενισχύουν στο έπακρο. Καταδυόμενοι στο έντερό μας, οι επιστήμονες έχουν μόλις αρχίσει να διαπιστώνουν ότι είναι καθρέφτης της συνολικής σωματικής μας υγείας, αλλά και της ψυχικής, και πως κρατά το «κλειδί» για την παθογένεια αναρίθμητων ασθενειών, άρα και για τη θεραπεία τους.
Γιατί αν νομίζετε ότι ο οργανισμός μας είναι απλώς το άθροισμα των επιμέρους οργάνων του σώματός μας, γελιέστε. Τρισεκατομμύρια μικροοργανισμοί, όπως βακτήρια, αρχαιοβακτήρια, ιοί, παράσιτα και μύκητες, συμβιώνουν μέσα στο σώμα μας αλλά και στην εξωτερική του επιφάνεια. Όλοι αυτοί αποτελούν το λεγόμενο ανθρώπινο μικροβίωμα ή ανθρώπινη χλωρίδα, το οποίο οι επιστήμονες αποκαλούν συχνά «το ξεχασμένο όργανο». Γι’ αυτό θεωρούμαστε υπεροργανισμοί. Και όλα αυτά έχουν εξελιχθεί μαζί μας, από τότε που το είδος μας εμφανίστηκε στον πλανήτη.
Από όλο όμως το μικροβίωμα, την τελευταία δεκαετία η επιστήμη έχει εστιάσει στο μικροβίωμα του εντέρου, που είναι μεγαλύτερο από τον μέσο ανθρώπινο εγκέφαλο - ζυγίζει γύρω στα 2 κιλά. Έχει διαπιστώσει λοιπόν ότι η σύνθεση, η λειτουργία και η ομοιόσταση (η φυσιολογική ισορροπία) της εντερικής χλωρίδας, καθώς και η αλληλεπίδρασή της με τον ξενιστή (με εμάς, δηλαδή) μπορεί να έχει τεράστια επιρροή τόσο στη διατήρηση της καλής υγείας, όσο και στην παθογένεια των ασθενειών. Μάλιστα, οι πιο καινοτόμες έρευνες ανακάλυψαν ότι το εντερικό μικροβίωμα δεν είναι υπεύθυνο μόνο για την υγεία ή την ασθένεια του εντέρου, αλλά για εκείνη άλλων οργάνων όπως το συκώτι, ο εγκέφαλος, το δέρμα, η καρδιά, οι μύες και τα οστά, καθώς αλληλεπιδρά μαζί τους ανταλλάσσοντας σήματα.
Με απλά λόγια, σχεδόν κάθε κύτταρο του σώματός μας επηρεάζεται από αυτά που τρώμε και πίνουμε. «Η εντερική χλωρίδα παίρνει τα συστατικά του φαγητού που δεν μπορείς να χωνέψεις… και τα μετατρέπει σε σήματα που ρυθμίζουν πόσο πεινάς, πόσο ισχυρό είναι το ανοσοποιητικό σου σύστημα, ακόμα και πώς σκέπτεσαι ή νιώθεις… Σαν οι κοινότητες στο μικροβίωμα του εντέρου σου να είναι η ορχήστρα της υγείας σου, κι εσύ εκτελείς τη συμφωνία τους μέσω της τροφής», γράφει στο Conversation ο αναπληρωτής καθηγητής Γαστρεντερολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Ουάσινγκτον Christopher Damman.
«Στην πραγματικότητα, δεν ξέρουμε πώς ακριβώς λειτουργεί»
Πρόκειται «για την πιο σημαντική επιστημονική ανακάλυψη για την ανθρώπινη υγειονομική περίθαλψη τις τελευταίες δεκαετίες», έλεγε το 2021 στον Guardian ο εξειδικευμένος επιστήμονας και χειρουργός στο Imperial College του Λονδίνου James Kinross. «Το ανακαλύψαμε -ή το ανακαλύψαμε εκ νέου- στην εποχή της γενετικής ακολουθίας, λιγότερο από 15 χρόνια πριν. Το μοναδικό μεγαλύτερο όργανο είναι το συκώτι». Ήταν μόλις στην εκπνοή του 20ου αιώνα που οι επιστήμονες καθόρισαν την αλληλουχία του ανθρώπινου γονιδιώματος και ξεκινούσαν να ερευνούν πώς τα χιλιάδες ανθρώπινα γονίδια που ελέγχουν τις ορμόνες, τα ένζυμα και άλλα μόρια στον οργανισμό μας, επηρεάζουν την υγεία μας. Κι έσκασε σαν βόμβα το μικροβίωμα, επανακαθορίζοντας τα δεδομένα. Αρκεί κανείς να αναλογιστεί ότι τα γονίδια στο γονιδίωμα αυτών των μικροβίων είναι σχεδόν 150 φορές περισσότερα από ό,τι τα ανθρώπινα.
Μπορεί οι εταιρείες ευεξίας να «πουλάνε» διάφορες συμβουλές για την υγεία του εντέρου σας, αλλά «στην πραγματικότητα, δεν ξέρουμε ακριβώς πώς λειτουργεί [το γονιδίωμά του]», ομολογεί ο Kinross. Γνωρίζουν όμως ότι συνδέεται άμεσα με το ανοσοποιητικό μας σύστημα και μας βοηθά να καταπολεμάμε ιώσεις ή να εξολοθρεύουμε τον καρκίνο στην αρχή του. Και πως καθορίζει ακόμα και την κατάθλιψη ή το άγχος. «Το μικροβίωμα σχετίζεται με τα πάντα», αποφαίνεται ο Kinross. «Διαλέξτε μια ασθένεια, θα σχετίζεται [και με αυτή]».
Είναι χαρακτηριστικό ότι μεταξύ του 2013 και του 2017, ο αριθμός των δημοσιεύσεων που εστίαζαν στην εντερική χλωρίδα έφθασε τις 12.900 – πρόκειται για το 80% του συνολικού αριθμού των δημοσιεύσεων για το θέμα των τελευταίων 40 χρόνων.
Μάλιστα, κάποιες έρευνες προσπαθούν να ταυτοποιήσουν ακριβώς ποιες ουσίες που παράγονται από μικρόβια επηρεάζουν θετικά ή αρνητικά την ανθρώπινη υγεία. Στο μέλλον, αυτό μπορεί να οδηγήσει στη δημιουργία ανάλογων φαρμάκων.
Τι δραστηριότητες αναπτύσσουν τα μικρόβια που φιλοξενείς;
Τα μικρόβια στο έντερό σου κάνουν πολύ περισσότερα από το να κολυμπούν γύρω από τη μακαρονάδα που μόλις έφαγες.
Η χλωρίδα του εντέρου μας ξεκινά να μας επηρεάζει από τη στιγμή που γεννιόμαστε. Πρώτη φορά ήρθαμε αντιμέτωποι με μικρόβια τη στιγμή που περάσαμε μέσα από τον κόλπο της μητέρας μας για να βγούμε στο φως. Καθώς μεγαλώνουμε, το μικροβίωμά μας αποκτά ποικιλομορφία. Περισσότερα είδη στη χλωρίδα σημαίνουν καλύτερη υγεία. Το φαγητό που τρώμε επηρεάζει αυτή τη χλωρίδα, η οποία είναι πολύ διαφορετική στον καθένα μας. Αξίζει να σημειωθεί ότι όταν το 2020 το European Bioinformatics Institute συνέλεξε 200.000 γονίδια του εντέρου στην απόπειρα να δημιουργήσει μια βάση δεδομένων με μικρόβια του ανθρώπινου γονιδιώματος, το 70% του πληθυσμού τους που κατέγραψε δεν είχαν ποτέ καλλιεργηθεί σε εργαστήριο – ήταν μέχρι τότε άγνωστα.
Κάποια από αυτά τα βακτήρια αναπτύσσονται στο έντερο των μωρών και τα βοηθούν να χωνέψουν τα καλά σάκχαρα του μητρικού γάλακτος που είναι σημαντικά για την υγεία. Κάποια άλλα, βοηθούν στην όρεξη και την πέψη. Κάποια συνδράμουν στον έλεγχο του ανοσοποιητικού συστήματος, άλλα στην καλή υγεία του εγκεφάλου, αφού επηρεάζουν το κεντρικό νευρικό σύστημα που ελέγχει τη λειτουργία του.
Για παράδειγμα, μελέτη έδειξε ότι το μικροβίωμα διέφερε πολύ μεταξύ μονοζυγωτικών διδύμων, που το ένα ήταν παχύσαρκο ενώ το άλλο όχι - δηλαδή, δεν σχετιζόταν με την κληρονομικότητα. Σε ένα πείραμα, το ποντίκι στο οποίο είχε μεταφερθεί το μικροβίωμα από το παχύσαρκο μωρό πάχαινε πιο γρήγορα από το ποντίκι στο οποίο είχε μεταφερθεί το μικροβίωμα από το άλλο μωρό, παρόλο που λάμβαναν και τα δύο την ίδια τροφή.
Σε άλλη περίπτωση, η νευροεπιστήμονας Andrea Merchak και η ομάδα της διαπίστωσαν ότι όταν ποντίκια σχεδόν χωρίς μικροβίωμα εκτέθηκαν στο μικροβίωμα αγχωμένων ποντικιών, μέσω των περιττωμάτων των τελευταίων, ανέπτυξαν στρες χωρίς να υπάρχει κάποια κατάσταση που να το δικαιολογεί.
Αρκεί μια υγιεινή σούπα για να προλάβουμε τον καρκίνο;
«Για να ενισχύσετε το αποτέλεσμα της ανοσοθεραπείας κατά του καρκίνου, κοιτάξτε στο έντερο», έγραφε η ιστοσελίδα της Ιατρικής Σχολής του Χάρβαρντ, αναφερόμενη σε μελέτη που αποκάλυπτε ότι το μικροβίωμα αλλάζει την αντίδραση του οργανισμού στη θεραπεία αυτή. Εξηγούσε, έτσι, γιατί κάποιοι ασθενείς ανταποκρίνονται καλά στη θεραπεία και άλλοι όχι. Σε παλαιότερη έρευνα, είχε διαπιστωθεί ότι τα αντιβιοτικά σκοτώνουν μερικά βακτήρια που καθιστούν την ανοσοθεραπεία αποτελεσματική.
Είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον επίσης ότι οι επιστημονικές δημοσιεύσεις που αφορούν στη δυσβίωση, δηλαδή την κακή πέψη που μπορεί να οδηγήσει σε τοξικά βακτηρίδια που προσβάλλουν τον εντερικό σωλήνα, στρέφονται ολοένα και περισσότερο στον καρκίνο.
Είναι όμως νωρίς ακόμα για συμπεράσματα. Για παράδειγμα, δεν έχει τεκμηριωθεί η σύνδεση του καρκίνου σε νεαρές ηλικίες με το μικροβίωμα. Χρειάζονται στοιχεία πολλών ετών. «Η λίστα των παραγόντων που επιδρούν στο μικροβίωμα είναι τόσο μεγάλη», έλεγε στο Nature ο ογκολόγος στο κέντρο καρκίνου της Aurora στο Πανεπιστήμιο του Κολοράντο Christopher Lieu. «Ζητάς από τους ανθρώπους να θυμηθούν τι έτρωγαν παιδιά, κι εγώ σχεδόν δεν θυμάμαι τι έφαγα για πρωινό».
«Η ιδέα ότι τα μικρόβια-ταξιδιώτες του εντέρου μπορούν να επηρεάσουν την πρόοδο των καρκίνων ακούγεται εν πρώτοις ακραία», έγραφε ο Economist. «Είναι όμως τόσο μεγάλη η ποικιλία των μικροβιακών γονιδίων, που κάποια, αναγκαστικά, θα έχουν τέτοιο αντίκτυπο. Είναι σίγουρα μακρινή η απόσταση από μια υγιεινή σούπα στην ανοσοθεραπεία. Το ταξίδι ωστόσο προμηνύεται ότι θα [μας] ανταμείψει».
Τα μικρόβια αυτοκτονούν για να μην κατοικούν στους ανθρώπους των πόλεων
Η αστικοποίηση του πληθυσμού οδηγεί σε μείωση της ποικιλότητας και άρα της ποιότητας του μικροβιώματος. Σαν να αυτοχειριάζονται δηλαδή εκατοντάδες μικρόβια όταν ζούμε στις πόλεις. Τα τελευταία 80 χρόνια, και σίγουρα από τότε που ξεκίνησαν τα αντιβιοτικά, έχει υπάρξει σημαντική απώλεια μικροβίων κατά την εξέλιξη αρκετών γενεών, έλεγε στον Guardian ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια και συγγραφέας του βιβλίου «Η βρωμιά είναι καλή» Jack Gilbert. «Περνούν από τη μητέρα στο παιδί [κατά τη γέννηση, μέσω του μητρικού γάλακτος και της δερματικής επαφής] από γενιά σε γενιά, αλλά σε κάποια φάση τις τελευταίες τρεις-τέσσερις γενιές χάσαμε κάποια. Δεν είμαστε σίγουροι αν γι’ αυτό ευθύνεται ο τρόπος ζωής, η διατροφή, η καθαριότητα στα σπίτια ή η χρήση αντιβιοτικών. Επίσης, μάς λείπουν διεγερτικά του ανοσοποιητικού τα οποία διαθέτουν ακόμα σε πληθώρα άνθρωποι στον αναπτυσσόμενο κόσμο».
Όλα αυτά ίσως «να βρίσκονται πίσω από πολλές χρόνιες ασθένειες από τις οποίες υποφέρει η κοινωνία μας - άσθμα, αλλεργίες σε τροφές, ατοπικές ασθένειες και αυτοάνοσα νοσήματα», προσέθετε ο Gilbert. «Είναι δύσκολο να το αποδείξεις επιδημιολογικά - 100 χρόνια πριν, κανείς δεν έδινε δεκάρα για τις αλλεργίες, γιατί καμιά 50αριά εκατομμύρια άνθρωποι παγκοσμίως πέθαιναν ετησίως από μεταδοτικές ασθένειες. Αλλά τα τελευταία 50 χρόνια που τηρείται καλό επιστημονικό αρχείο, έχει υπάρξει σημαντική αύξηση σε αυτές τις διαταραχές [μαζί] με την απώλεια της βιοποικιλότητας στο έντερό μας».
Ζωή μετά θάνατον
Πώς προστατευόμαστε, λοιπόν, αφού κι η επιστήμη ακόμα βαδίζει στα τυφλά;
Μια καλή αρχή είναι να κόψουμε το junk food. Junk food δεν είναι μόνο το φαστ φουντ, αλλά γενικά τα υπερεπεξεργασμένα τρόφιμα. Σε σύγκριση με τις αρχέγονες μεθόδους διατροφής, τα τρόφιμα αυτά ίσως συνεισφέρουν σε λιγότερο διαφοροποιημένες μικροβιακές κοινότητες στο έντερό μας.
Είναι ακαθόριστο ακόμα τι ακριβώς στα υπερεπεξεργασμένα τρόφιμα προκαλεί το πρόβλημα. Δεν είναι το λίπος, οι υδρογονάνθρακες και η πρωτεΐνη, είναι τα πρόσθετα χημικά, υποστηρίζουν ειδικοί. Υπάρχουν περισσότερες πληροφορίες για τις τεχνητές γλυκαντικές ουσίες που προέρχονται συνήθως από πετρελαϊκά παράγωγα, και τις οποίες το μικροβίωμά μας δεν μπορεί να αποσυνθέσει. Αλλά μπορεί να είναι άλλα πράγματα, όπως κάποια ένζυμα που δεν αναγράφονται στις ετικέτες, ή οι γαλακτωματοποιητές. Λίγες είναι οι μελέτες για τους γαλακτωματοποιητές, αλλά δείχνουν ότι μας προκαλούν μειωμένη ποικιλομορφία και περισσότερα φλεγμονώδη μικρόβια. Η υπόθεση είναι ότι κάνουν στο έντερο το ίδιο πράγμα για το οποίο τους χρησιμοποιούμε και στο μαγείρεμα: κολλούν τα μικρόβια μεταξύ τους, δημιουργώντας ένα γαλάκτωμα. Ή μπορεί να είναι η έλλειψη φυτικών ινών από το γεγονός ότι όλα είναι υπερεπεξεργασμένα. Η επιστήμη δεν έχει φτάσει ακόμα στη ρίζα του προβλήματος, αλλά μάλλον είναι ασφαλές να πούμε ότι τα εξαιρετικά επεξεργασμένα τρόφιμα είναι βλαβερά για τα μικρόβια του εντέρου μας και θα πρέπει να αποφεύγουμε να τα τρώμε τακτικά.
Σε κάθε περίπτωση, τα μικρόβια που φιλοξενούμε θα αξιοποιήσουν κάθε τροφή που τους δίνουμε για να κάνουν πάρτι. Εμείς είμαστε που διατρέχουμε τον κίνδυνο, όταν αυτά καταλήγουν με «χανγκόβερ». Μάλιστα, πρόσφατη έρευνα κατέδειξε ότι τα μικρόβιά μας, όχι απλώς θα συνεχίζουν να ζουν εφόσον εμείς έχουμε περάσει στην άλλη όχθη του Αχέροντα, αλλά διαδραματίζουν και σημαντικό ρόλο στην ανακύκλωση του σώματός μας στη φύση, προκειμένου να γεννηθεί νέα ζωή.
Το μικροβίωμά μας, δηλαδή, «φροντίζει» τρόπον τινά για τη μετά θάνατον «ζωή μας». Δίνει όμως κι ένα ξεγυρισμένο χαστούκι στο σύνδρομο ανωτερότητάς μας απέναντι στη φύση.