Πώς ήταν το Σαββατοκύριακο σου; Τελικά γιατί σε χώρισε; Πονάει ακόμη το στομάχι σου; Καλό θα ήταν μερικές φορές να ξέρουμε τι ρωτάμε. Πιο καλό θα ήταν επίσης να ξέρουμε και ποιους ρωτάμε. Γιατί αν στην παρέα σου, στη ζωή σου, στην καθημερινότητα σου, βρίσκεται κάποιος «πολυλογάκιας», τότε το τσουνάμι που διακρίνω στο βάθος έρχεται με ταχύτητα φωτός και σωτηρία δεν υπάρχει. Μια απάντηση διάρκειας 50 λεπτών και βάλε σε μία και μόνο ερώτηση είναι το λιγότερο που θα καταγράψει η ιστορία.
Γενικά οι άνθρωποι του oversharing είναι και άνθρωποι του overtalking. Γιατί το θέμα δεν είναι μόνο να προσφέρεις όλες αυτές τις ανατριχιαστικές λεπτομέρειες που σου προκάλεσε ο τελευταίος σου πονόκοιλος στην τουαλέτα, αλλά και να μη σταματάς να μιλάς ποτέ για αυτές. Νομίζω εκεί βρίσκεται το κλειδί. Της πίεσης. Του εγκλωβισμού. Του να αισθάνεσαι τόσο μα τόσο άβολα.
Τους ανθρώπους του oversharing και ενίοτε του overtalking τους συναντάς παντού. Δεν είναι απαραίτητα σύντροφος, ξαφνικός εραστής, φίλος ή απλά γνωστός που τρύπωσε ένα βράδυ στην παρέα και τη μονοπώλησε (με όλους τους λάθος τρόπους). Προσωπικά βρίσκω πιο εγκλωβιστικό όταν το κακό σε βρίσκει μέσα στο ταξί. Ή στο κομμωτήριο. Είναι σαν να τα δίνουν όλα σε λίγα δευτερόλεπτα. Γιατί ξέρουν ότι σύντομα θα τους ξεφύγεις. Κι έτσι μιλούν χωρίς αναπνοή. Αναμοχλεύοντας με την κουτάλα της μνήμης τους ότι είναι μαθηματικά βέβαιο πως θα σε φέρει σε δύσκολη θέση. Αν δηλαδή δεν προλάβει να σε κάνει έξαλλο.
«Το μυστικό του να είσαι βαρετός είναι να λες τα πάντα». Κάπως έτσι το είχε πει ο Βολταίρος αν θυμάμαι καλά, μερικοί άνθρωποι όμως δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς, μισούν την αμήχανη σιωπή τόσο πολύ που θα κάνουν τα πάντα για να την αποφύγουν. Σύμφωνα με τον συγγραφέα και κοινωνιολόγο Ty Tashiro στο απίθανό βιβλίο Akward: The Science of Why We’re Socially Awkward and Why That’s Awesome (έχει γράψει και το επίσης απολαυστικό The science of happily ever after), αυτή η αμήχανη σιωπή πυροδοτεί κυρίως το τμήμα του εγκεφάλου μας που είναι έτοιμο για μάχη. Ή να το βάλει στα πόδια. Να αντιδράσει δηλαδή με όποιο τρόπο βρει μπροστά του. Και με όποιο κόστος.
Το oversharing δεν είναι απαραίτητα μια «νεύρωση» σε σταθερή τροχιά. Μπορεί να εμφανιστεί από το πουθενά, να μείνει στη «γειτονιά» για κάποιο διάστημα και μετά να υποχωρήσει. Ειδικά αν το καταλάβεις και κάνεις κάτι γ’ αυτό. Αν είσαι ή γίνεις ο «θύτης», καλό θα ήταν να ξέρεις μερικά πράγματα:
Το oversharing δεν είναι μόνο κάτι που δίνεις ή δέχεσαι σε μια ζωντανή συζήτηση (όπου ένας υπομονετικός ακροατής δεν βοηθά στο πρόβλημα, αντιθέτως του δίνει περιθώρια να εκδηλωθεί και να μεγαλουργήσει). Αναπνέει μια χαρά και μέσα στα email, στα κοινωνικά δίκτυα και στα μηνύματα του κινητού. Ειδικά τις νυχτερινές ώρες που τα πάθη παραπαίουν και οι αντιστάσεις εξαφανίζονται, τα messenger αυτού του κόσμου δεινοπαθούν και αλαλιάζουν από λεπτομέρειες που δεν θα ήθελαν ποτέ να ακούσουν.
Το oversharing μπορεί να έχει λιγότερη σχέση με το τι λες και περισσότερο με το πότε, που και σε ποιον το λες. Μεγάλη αλήθεια. Όπως και ότι οι περισσότερες επαφές χρειάζονται χρόνο για να εμβαθύνουν, να αποχτήσουν χρώμα και σωστό βηματισμό. Άρα, γιατί εσύ βιάζεσαι να μοιραστείς τα πάντα με τόση άνεση; Και γιατί βιάζεσαι να οικοδομήσεις τόσο έντονη συναισθηματική οικειότητα τη στιγμή μάλιστα που ο χρόνος της γνωριμίας δεν το επιτρέπει;
Οι λόγοι αρκετοί, διαβάζω στις γραφές του Tashiro και βρίσκονται εδώ μπροστά σου. Ένα φλέρτ με το ADHD (Attention Deficit Hyperactivity Disorder). Μια ξαφνική χαρά, ένας ενθουσιασμός. Μια υπερμεγέθης αλαζονεία και υπερ-εκτίμηση των σκέψεων και δυνατοτήτων. Και από την άλλη, κοινωνικό άγχος, φόβος, χαμηλή αυτοπεποίθηση, μοναξιά. Μια ανάγκη να κάνεις κομμάτια την εσωστρέφεια σου. Μια ακόμη μεγαλύτερη να τους ευχαριστήσεις όλους. Και μια διάχυτη βεβαιότητα πως μόνο μέσα από αυτή την ατελείωτη προσφορά άχρηστων εικόνων αποκτάς ζωή και ενδιαφέρον για τους άλλους.
Α και μην το ξεχάσω, όταν είσαι έτοιμος για oversharing. οι άλλοι θα σε αναγνωρίσουν εύκολα πριν καν το ξεκινήσεις - τα επίπεδα αδρεναλίνης και κορτιζόλης αυξάνονται, όπως επίσης ο καρδιακός σου ρυθμός και η αναπνοή, κοιτάς τριγύρω με αγωνία, γελάς νευρικά και συχνά σταυρώνεις τα χέρια σου, όχι απαραίτητα με βαθιά στωικότητα.
Έξι κόλπα για να κόψουμε το oversharing
Κάνουμε ερωτήσεις
Την ώρα που νιώθουμε πως αρχίζουμε να παρεκτρεπόμαστε, κάνουμε παύση και δίνουμε στους άλλους χώρο να μιλήσουν για τον εαυτό τους. Δείχνουμε πως ενδιαφερόμαστε γι’ αυτούς αντί να σχεδιάζουμε την καταστροφής της αντοχής τους δια της αναλύσεως. Αν μας δυσκολεύει, προετοιμάζουμε μια συνομιλία εκ των προτέρων. Προσοχή μόνο στο είδος των ερωτήσεων που θα επιλέξουμε. Δεν πλακωνόμαστε στις προσωπικές ερωτήσεις που φέρνουν τον άλλο σε δύσκολη θέση. Προτιμούμε αυτές που στις πληροφορίες τους κρύβουν απαντήσεις που γνωρίζουμε ήδη.
Κάνουμε μια παύση πριν μιλήσουμε
Και κοιτάμε τ' άστρα ξέρωγω. Θέλει κι αυτό την εξάσκηση του, αλλά μπορούμε. Πριν ανοίξουμε το στόμα, ας σκεφτούμε έστω για λίγα δευτερόλεπτα αν αυτά που θα μοιραστούμε ενισχύουν τη σχέση μας και αν έχουν πληροφορίες που αφορούν τον άλλο. Ή πώς θα τον ωφελήσουν. Εκείνη τη στιγμή έστω. Το άνοιγμα, θεωρητικά, ακόμη και αν γνωρίζεις τον άλλο έστω μόλις ένα δίμηνο, μπορεί να κάνει καλό. Το να μοιράζεσαι όμως αυτό το κάτι παραπάνω, όχι. Κάθετα όχι. Ένας όρκος σιωπής θα βοηθούσε. Όχι από αυτούς των θρησκευτικών. Στην περίπτωση μας, ένας όρκος σιωπής σημαίνει πως κάνουμε μόκο και δεν τσιμπάμε ακόμα κι αν ο άλλος μας πετάει το μπαλάκι. Ειδικά αν αυτό πάει και ακουμπά πάνω σε μια από τις δεκάδες ανυπόμονες καταπληκτικές ιστορίες με τις εκατομμύρια λεπτομέρειες που περιμένουν στριμωγμένες να ξεχυθούν και να πνίξουν τους πάντες.
Δεν πατάμε το send έτσι αγόγγυστα
Μας έπιασε ο οίστρος της Αποκάλυψης και κάπου νιώσαμε πως είπαμε πολλά; Και αποτρόπαια; Νιώσαμε πως χρειάζεται ένα μάζεμα, ένα γενναίο cut στον κατάλογο με τους δεκάδες επιθετικούς προσδιορισμούς; Όπως και στις εικόνες που κρύβονταν για χρόνια στις σκιές της απαξίωσης; Απομακρύνουμε το ξερό μας από το πληκτρολόγιο. Και διαβάζουμε το αποτρόπαιο κείμενο ξανά και ξανά. Με καθαρό μυαλό. Το πιθανότερο είναι πως το delete θα πάει σύννεφο. Εκτός αν η περίπτωση μας είναι στο τελευταίο στάδιο. Οπότε ας περάσουμε στο επόμενο μπας και…
Βρίσκουμε την αιτία και απαντάμε στο μεγάλο «Γιατί;»
Μεγαλώσατε σε ένα πολυπληθές περιβάλλον και κάπως έπρεπε να ξεχωρίσετε; Να σας προσέξουν; Είχατε άγχος; Βαριόσασταν στη σιωπή; Πιστεύατε για κάποιο ανεξήγητο λόγο, πως κάποια στιγμή θα γίνετε ένας μεγάλος συγγραφέας; Εάν δεν σας καλύπτει κάτι από αυτά, θυμηθείτε τι ακριβώς συνέβη πριν «στραβοπατήσετε» για τελευταία φορά. Με ποιον ήσασταν; Πως νιώθατε συναισθηματικά; Γιατί πιστέψατε πως αυτό το overdose πληροφόρησης προς τη λίστα των επαφών σας είναι η λύση που ψάχνατε; Καταγράψτε πότε συμβαίνει το «πισωγύρισμα» και ψάξτε για μοτίβα. Για επαναλήψεις. Για αγαπημένα θέματα που σας αρέσει να γυρίζετε σε αυτά, ξανά και ξανά. Αν βρεθούν, θα βοηθήσουν να είστε σε εγρήγορση την επόμενη φορά.
Αλλάζουμε συζήτηση
Αν νιώσετε πως μπαίνετε κάπου που «δεν έχει γυρισμό», κάντε μια ξαφνική ερώτηση «ότι να' ναι». Μη νοιάζεστε πως θα τους σοκάρετε. Χίλιες φορές να σας κοιτούν αποσβολωμένοι, παρά να ψάχνουν σημεία διαφυγής από έναν μονόλογο που θα τους φέρει σε απίθανη αμηχανία.
Ξεχωρίζουμε τους συγκεκριμένους ανθρώπους που μας βγάζουν τον «καλύτερο» μας εαυτό
Εάν ένα ιατρικό πρόβλημα ή ένας χωρισμός είναι το περίβλημα σε μια σειρά από πληροφορίες που ενδιαφέρουν μόνο εσάς, καλό είναι να βρείτε γιατί πιστεύετε το αντίθετο όταν μιλάτε με αυτούς τους συγκεκριμένους. Ξεχωρίστε το απαραίτητο μέσα στο άσχετο και μείνετε σε αυτό. Για παράδειγμα, μπορείτε να πείτε στο αφεντικό σας πως η εργασία σας θα επηρεαστεί από το ραντεβού με τον γαστρεντερολόγο, θα μπορούσαν όμως να λείψουν οι λεπτομέρειες για το τι θα συμβεί πάνω στο «κρεβάτι» του.