
Υπάρχει ένα μέρος μαγικό, που οι ποταμοί δεν κουβαλούν νερό αλλά την ιστορία που κυλά από γενεές σε γενεές· ψιθυρίζουν παράξενα λόγια, αν σκύψεις και ακούσεις προσεκτικά θα ακούσεις φωνές από τα βάθη του χρόνου. Υπάρχει ένα μέρος όπου η πέτρα έχει μνήμη. Ένα γεωλογικό θαύμα, ένας ζωντανός οργανισμός αγκαλιασμένος με τον διάχυτο τοπικό πολιτισμό. Το λένε Γεωπάρκο Βίκου-Αώου.
Ας το πάρουμε από την αρχή – μην νομίζεις, κι εγώ με αφορμή αυτό το ταξίδι τα ξεκαθάρισα. Με τον όρο «Γεωπάρκο» αναφερόμαστε σε μια περιοχή η οποία περιέχει έναν ικανό αριθμό θέσεων γεωλογικής κληρονομιάς κάθε κατηγορίας και κλίμακας (Γεώτοποι). Περιέχει δηλαδή ένα μωσαϊκό γεωλογικών χαρακτηριστικών ιδιαίτερου γεωλογικού ενδιαφέροντος, σπανιότητας ή κάλλους, που είναι αντιπροσωπευτικά της περιοχής και των γεγονότων και διαδικασιών της γεωλογικής ιστορίας της, ενώ παράλληλα μπορούν να παίξουν σημαντικό ρόλο σε ερευνητικούς, εκπαιδευτικούς, τουριστικούς και αναπτυξιακούς σκοπούς.
Το Γεωπάρκο Βίκου-Αώου δεν μοιάζει με τοπίο· μοιάζει με αφήγηση. Απλώνεται σε 1.200 τετραγωνικά χιλιόμετρα, στους Δήμους Ζαγορίου και Κόνιτσας, εκεί όπου η Ήπειρος συναντά τη μυσταγωγία της φύσης. Εξήντα δύο οικισμοί —παραδοσιακοί, πέτρινοι, φορτωμένοι θαύματα— φτιάχνουν το ανθρώπινο σκηνικό, ανάμεσα σε βουνά–αυτά της Βόρειας Πίνδου– που ακούγονται σαν ονόματα παράξενων αρχαίων θεών: Τύμφη, Τραπεζίτσα, Νεμέρτσικα, Σμόλικας, Γράμμος. Στα σπλάχνα τους κυλούν οι ποταμοί Αώος, Βοϊδομάτης, Σαραντάπορος. Οι κάτοικοι εδώ ασχολούνται με τον τουρισμό, τη γεωργία, την κτηνοτροφία, τη δασοπονία και τη μεταποίηση. Οι κάτοικοι εδώ νιώθουν, και ίσως είναι πράγματι, πιο ελεύθεροι.
Το κάθε Γεωπάρκο μαθαίνω, έχει καθορισμένα όρια και αρκετή έκταση ώστε να μπορούν να αναπτυχθούν σε αυτό δράσεις τοπικής κοινωνικο-οικονοµικής ανάπτυξης. Το ενδιαφέρον σε μια τέτοια περιοχή δεν περιορίζεται µόνο στα γεωλογικά χαρακτηριστικά, αλλά και σε άλλους τοµείς, δεδομένου ότι κάθε Γεωπάρκο έχει να παρουσιάσει λίγο πολύ και επιπρόσθετα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά µε πολύ σημαντικές οικολογικές, αρχαιολογικές, ιστορικές και πολιτιστικές αξίες. Όπως, ας πούμε, το Πέτρινο Δάσος, που και ήταν για μένα το πιο ωραίο σποτ ενός τριήμερου σε αυτή τη γωνιά της Ελλάδας, σκέτη αποκάλυψη, και θα σου πω την ιστορία του πιο κάτω.

Κόνιτσα
Η γη εδώ, συγκεκριμένα, ξεκίνησε το σμίλευμά της πριν από 200 εκατομμύρια χρόνια, όταν η Ιουρασική εποχή έκανε αποφασιστικά τα πρώτα της βήματα. Πετρώματα ιζηματογενή, ασβεστόλιθοι, δολομίτες, φλύσχης αλλά και μαγματικά. Η νεοτεκτονική δραστηριότητα άνοιξε ρήγματα, έσπρωξε κορυφές, έσκαψε φαράγγια. Ό,τι βλέπεις σήμερα είναι αποτέλεσμα διάβρωσης, αλλά και θαύματος. Οι 51 Γεώτοποι που ξεδιπλώνονται στην περιοχή είναι σαν τα επτά «κεφάλαια» ενός σπάνιου βιβλίου: πηγές, τεκτονικές δομές (ρήγματα-πτυχές), ποτάμιες αναβαθμίδες, βραχοσκεπές, πανοραμικές θέσεις, καρστικές και παγετωνικές μορφές. Ένα αρχείο γραμμένο όχι με μελάνι αλλά με χρόνο.
Η φύση έχει την πρωτοκαθεδρία. Πλούσια και πυκνά δάση, θαμνώνες, υποαλπικά λιβάδια και έντονα βραχώδεις περιοχές. Περίπου 2.000 είδη φυτών, ανάμεσά τους κάποια σπάνια κι ενδημικά. Ζώα που κουβαλούν το αρχέγονο βάρος της άγριας ζωής: αγριόγιδο (στην περιοχή ζουν τα μισά αγριόγιδα της χώρας, δηλαδή περίπου 700), αρκούδα, λύκος, βίδρα, χρυσαετός, ασπροπάρης. Οι δρακόλιμνες, καθρέφτες στο ύψος του ουρανού, κουβαλούν θρύλους δράκων που μάχονταν με πέτρες – τέσσερις ώρες περπάτημα να πας και τέσσερις να γυρίσεις, και όχι, ελικόπτερο δεν πάει.

Η Δρακολίμνη Σμόλικα θέλει τον χρόνο της (4 ώρες να πας, 4 ώρες να επιστρέψεις).
Και έπειτα ο άνθρωπος. Παραδοσιακοί οικισμοί που μοιάζουν να ξεπήδησαν από άλλη εποχή – 34 τον αριθμό, αν θέλεις σώνει και καλά να τους μετρήσεις. Θρησκευτικά μνημεία, δημιουργίες από τον 16ο έως τον 19ο αι. Μοναστήρια σκαρφαλωμένα σε γκρεμούς, χτισμένα σε απομακρυσμένες και δύσβατες περιοχές, όπως οι μονές Σπηλιώτισσας, Ρογκοβού και Σουδενών στο Ζαγόρι, αλλά και Στομίου, Μόλιστας, Μολυβδοσκέπαστης και Κλαδόρμης στην Κονιτσά. Πέτρινα τοξωτά γεφύρια που ένωναν χωριά και ψυχές – το γεφύρι του Πλακίδα και του Κόκουρου στο Ζαγόρι και του Αώου και της Μαύρης Πέτρας στην Κόνιτσα. Έργα μαστόρων που δούλευαν με πέτρα σαν να ‘ταν μετάξι. Άριστο δείγμα της προβιομηχανικής τεχνολογίας, μιας τέχνης που έφτασε στο αποκορύφωμα της τον 18ο και 19ο αιώνα.

Ο γράφων αναρωτιέται πάνω από το φαράγγι του Βίκου αν ήρθε η ώρα να γίνει Ίκαρος.
Το Γεωπάρκο, όμως, δεν είναι μόνο παρελθόν. Είναι και παρόν: μονοπάτια, πεζοπορικές διαδρομές που οδηγούν σε κορυφές βουνών, διεθνείς αγώνες ορεινού τρεξίματος, ράφτινγκ στα παγωμένα νερά, ποδηλασία σε δασικούς δρόμους, παραπέντε πάνω από κοιλάδες. Οι ιαματικές πηγές (με νερό ή ατμό) χαρίζουν ανακούφιση, οι σπηλιές —πάνω από 300 καταγεγραμμένες— μαρτυρούν το άγνωστο. H περιοχή αποτελεί επίσης πόλο έλξης για αναρρίχηση και παρατήρηση της χλωρίδας, της ορνιθοπανίδας και της λοιπής άγριας ζωής. Από το Γεωπάρκο διέρχεται ένα σημαντικό τμήμα του μεγάλου πεζοπορικού μονοπατιού της Περιφέρειας Ηπείρου (Epirus Trail), που σχεδιάστηκε το 2017 με έκταση 370 χλμ, ενώ εδώ διεξάγεται και ο διεθνούς φήμης αγώνας ορεινού τρεξίματος «Zagori Mountain Running».
Η Αναπτυξιακή Ηπείρου ΑΕ είναι ο διαχειριστικός φορέας του Γεωπάρκου Βίκου-Αώου. Εντάχθηκε στο παγκόσμιο δίκτυο γεωπάρκων της UNESCO το 2015. Πρωτεργάτες, οι γεωλόγοι Παναγιώτης Πάσχος και Ευάγγελος Νικολάου, στελέχη τότε του ΙΓΜΕ. Ιδρύθηκε με την είσοδο της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και από τότε στοχεύει στην ανάπτυξη απομακρυσμένων περιοχών, στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και στη χρηματοδότηση επενδύσεων που δίνουν πνοή στην τοπική κοινωνία.

Τα βουνά γύρω από την Κόνιτσα δεν σε τρομάζουν
Αλλάζω «βιβλίο» και μπαίνω στο ταξίδι.
Θυμήσου την πρώτη μέρα
Όλα ξεκινούν από ένα σημείο στην οδό Ασκληπιού. Ένα μικρό βαν, ένας οδηγός και πέντε άνθρωποι αποφασισμένοι να δουν μια άλλη Ελλάδα. Ή έστω να την ανακαλύψουν ξανά, με αλιώτικο μάτι. Μισή μέρα μετά- και αμέτρητα γέλια- η μικρή αυτή, ήδη αγαπημένη ομάδα, θα αντικρίσει την Κόνιτσα. Θα της συστηθεί με πλατύ χαμόγελο, θα την αγκαλιάσει απλόχερα με το μάτι και, όπως ήταν αναμενόμενο, αμέσως θα μαγευτεί από εκείνη και τις εικόνες της.
‘Τα τηλέφωνα από την Αθήνα υπενθυμίζουν τη ζέστη που άφησες πίσω. Τυχερέ. Ναι, το ήξερες πως ήσουν. Μέχρι να φτάσετε στο «καταφύγιο» της πρώτης νύχτας- σχεδόν στην κορυφή του λόφου- έχεις ήδη προλάβει να ρίξεις μια ματιά από το παράθυρο. Ο τουρίστας μέσα σου, που ποτέ δεν σιωπά, χαζεύει τον ορίζοντα πάνω από τις σκεπές. Κοιτάζει με δέος την κοιλάδα. Μια αίσθηση πως παίζεις σε μια συνέχεια του Lord of the Rings χαϊδεύει τις σκέψεις. Τα βουνά απέναντι, βέβαια για όλα αυτά τα παραμύθια (η τους εφιάλτες) που διηγούνται μέσα στον αιώνιο χρόνο. Τα βουνά απέναντι «βαριά», δυνατά, αγέρωχα. Ακίνητοι φρουροί που προστατεύουν την κοιλάδα και τη βαθιά της κοσμικότητα. «Υπήρξε κάποτε η Νέα Υόρκη της Ηπείρου», συλλογίζομαι και χαμογελώ μέσα στην υπερβολή της σκέψης.

Τα διάσημα μονοπάτια της Κόνιτσας - αφέσου και θα φτάσεις κατευθείαν στην πλατεία.
Λίγο μετά, βυθιζόμαστε στα απότομα σοκάκια. «Πόσο εύκολα τα κατεβαίνεις», σκέφτομαι. Το αντίθετο δεν θέλω ούτε να το φανταστώ — την ίδια στιγμή, σαν ειρωνία του σύμπαντος, μια ηλικιωμένη έφηβη με προσπερνά ανεβαίνοντας σχεδόν τρέχοντας.
Στην πλατεία, στο εστιατόριο που μοσχοβολάει ψησταριά πραγματοποιείται η πρώτη «σύσκεψη κορυφής». Παρευρίσκονται ο γενικός διευθυντής της Αναπτυξιακής Ηπείρου, Γιώργος Θεοχάρης, ο βιολόγος και συντονιστής του Γεωπάρκου, Χαρητάκης Παπαιωάννου - αδιανόητο data base γνώσεων και πληροφοριών για την περιοχή και την ιστορία της και υπέροχος συζητητής. Και η Γεωργία Κιτσάκη, Ιστορικός και Δρ Κοινωνικής Ανθρωπολογίας στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, η καρδιά της ομάδας, αφήνει τις ιστορίες να φανερωθούν ακριβώς τη στιγμή που πρέπει, εξηγεί με ευκολία τα δυσνόητα και τακτοποιεί με άνεση αυτά που μας μπερδεύουν.

Ο πύργος της Χάμκως, μητέρας του Αλή Πασά, στην Κόνιτσα. Υποθέτουμε.
Μαθαίνουμε πως «Κόνιτσα» σημαίνει «αλογοτόπος» (αν γνωρίζεις τα σλάβικα, φυσικά και το ξέρεις). Σταυροδρόμι λαών (η Νέα Υόρκη που λέγαμε). Όλα αλλάζουν το 1925: οι μουσουλμάνοι φεύγουν, έρχονται οι Μικρασιάτες. Εδώ στέκει ο μιναρές του Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπή- ό,τι απέμεινε δηλαδή, πριν γίνει σήριαλ. Ο πύργος της Χάμκως, μητέρας του Αλή Πασά. Και φυσικά ο Παΐσιος. Χρησιμοποιώ ενεστώτα γιατί με τον ένα ή τον άλλο τρόπο τον «βλέπεις» παντού. Μεγάλωσε εδώ. Μόνασε στη Μονή Στομίου στο φαράγγι Αώου. Μετά το πρώτο επεισόδιο του πρώτου κύκλου στο Mega, όλοι κατάλαβαν αμέσως πως ο τουρισμός της πόλης θα πάρει μια ισχυρή τόνωση. Και την πήρε.
Τριγύρω θα μετρήσεις 41 χωριά: τα Μαστοροχώρια, φημισμένα για τους μάστορες που έπιαναν την πέτρα και την έκαναν κόσμημα. Σπίτια, σκεπές, γεφύρια, έργα φτιαγμένα από νου ελεύθερο και ταξιδιάρικο. Τόσο πολύ μάλιστα, που έφτασε στα πέρατα του κόσμου — τα στενά όρια του τόπου δεν του έφτασαν.

Ο διάσημος μεγάλος σταυρός που κοιτάζει -ατρόμητος- την κοιλάδα από το ύψος του Προφήτη Ηλία.
Πρώτη βόλτα, αποφασίζουμε, θα είναι στα ύψη, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Λίγο πριν σβήσει η μέρα στη νύχτα. Στον προφήτη Ηλία. Εκεί παίρνεις την πρώτη γερή δόση του τι σημαίνει να αγναντεύεις την περιοχή από ψηλά. Από πάνω, η Τραπεζίτσα. Στο βάθος, τα τρία ποτάμια που σκίζουν την κοιλάδα: ο Αώος, ο Βοϊδομάτης, ο Σαραντάπορος — άγρια φίδια που κονταροχτυπιούνται για την εξουσία.

Προφήτης Ηλίας. Η θέα πάντα έχει μια ιστορία να πει, όποια εποχή κι αν την πλησιάσεις.
Θυμήσου τη δεύτερη μέρα
Με την Άννα και την άλλη Άννα, χωρίζουμε τις προθέσεις μας από το «κοπάδι». Μικρή επανάσταση. Γεμίζουμε το αυτοκίνητο με μουσική και ξεκινάμε για τη Μονή της Παναγίας της Μολυβδοσκέπαστης. Κλειστή. Φυσικά. Μόνο εκείνο το πρωινό που γιορτάσαμε την επαναστατική μας διάθεση - έχουν και οι μοναχοί δουλειές και υποχρεώσεις. Δεν πικραινόμαστε. Η διαδρομή, έτσι όπως αγκαλιάζει τα ελληνοαλβανικά σύνορα και τα χωριά του Μπουραζανίου, είναι υπέροχη. Σταματάμε, βγάζουμε φωτογραφίες, ανασαίνουμε τον αέρα- είναι τόσο διαφορετικός εδώ. Ή έτσι τουλάχιστον νιώθουμε.

Η Μονή της Παναγίας της Μολυβδοσκέπαστης.
Στην επιστροφή αντιπροτείνουμε μουσικές. Καταλήγουμε: τα πειραγμένα παραδοσιακά με τις ηλεκτρονικές λούπες να φωσφορίζουν γύρω τους σαν πυγολαμπίδες είναι ό,τι πιο σωστά διαφορετικό για πράσινες ηπειρώτικες διαδρομές (Φτύνουμε τον κόρφο μας). Στην Κόνιτσα μας περιμένει ο δήμαρχος Ανδρέας Παπασπύρου. Με ελληνικό καφέ και σοκαλατένια κουλούρια. Μιλάμε για τη ζωή στα σύνορα. Το πώς είναι να ζεις εκεί την κάθε μέρα. Για τις ανάγκες της πόλης. Για τη λειψυδρία που χτυπά την περιοχή. Για τη βαθιά ειρωνεία: τρία μεγάλα ποτάμια αγκαλιάζουν την πόλη και πολλά περισσότερα βουνά, αλλά αυτή τραβά νερό με το «τσουκάλι». Ζητά φορολογικές απαλλαγές από τα κεντρικά, υπενθυμίζει ότι οι ακριτικές περιοχές πρέπει να στηριχτούν χωρίς πολλά- πολλά. «Οι πόλεις είναι η καρδιά, αλλά η επαρχία είναι οι πνεύμονες που δίνουν αναπνοή», θα πει.

Το τοξωτό γεφύρι στο φαράγγι του Αώου (πολλοί αράζουν στα πλάγια).

Η μεγαλύτερη αυθεντική γέφυρα των Βαλκανίων (αγάπη μόνο).
Μετά, το φαράγγι του Αώου. Με το πέτρινο μονοπάτι και το τοξωτό γεφύρι του 1870- με τους 50 μάστορες και τους άλλους τόσους μαθητάδες. Θεωρείται η μεγαλύτερη αυθεντική γέφυρα των Βαλκανίων. Το ανεβήκαμε, και μετά πήραμε φαλάγγι και τα υπόλοιπα. Τόσα πολλά. Άλλη δουλειά δεν είχαν. Γεφύρια έφτιαχναν. Πήγαμε και στο γεφύρι του Βοϊδομάτη. Και θαυμάσαμε τους ραφτινγκ-άδες που κατεβαίνουν. Πιάσαμε και το τραγούδι… ή μήπως όχι; Μερικές φορές φαντάζομαι πράγματα που δεν συμβαίνουν, δεν πειράζει…

Γεφύρι του Βοϊδομάτη (μοιάζει με το άλλο, μπορεί και ίδιος μάστορας).

Το σπορ που αγαπάνε όλοι σε τέτοια μέρη (πάνω κάτω, πάνω κάτω).
Πάπιγκο. Το μεγάλο. Με την ωραία πέτρινη φορεσιά του. Το μικρό το αφήσαμε για άλλη φορά. Περάσαμε και από την Αρίστη. Ωραιότατη. Στο μεγάλο Πάπιγκο ήπιαμε καφέ στον υπέροχο Λουκή. Και δοκιμάσαμε γλυκό του κουταλιού κάστανο. Και μάθαμε για το μαγικό πουλί, τον ασπρόπαρη ή αλλιώς κουκάλαγο, μισό μύθος- μισό θαύμα. Λένε πως κουβαλά στην πλάτη του τον τεμπέλη κούκο. Τους χειμώνες ταξιδεύει στην Αφρική διανύοντας 5000 χλμ και και όταν γεννήσει κάνουν όλοι πάρτι καθώς τελεί υπό μερική εξαφάνιση. Προάγγελος της άνοιξης, τον συνδέουν με μαντικές πράξεις, φέρνει ευχές. Όπως αποδείχτηκε βεβαίως, δεν ήταν το μόνο παράξενο που θα μπορούσες να συναντήσεις στην περιοχή.

Τα ωραία απρόοπτα της ημέρας.
Και μετά αφήσαμε τις γεύσεις και πιάσαμε τα νήματα. Επίσκεψη σε παραδοσιακό ξενώνα, ο οποίος εμπεριέχει και εργαστήρι υφαντικής τέχνης. Στη Ρόκκα, στον Ελαφότοπο. Παλαιός κοινωνικός ξενώνας από το 1873. Η Λένα ( Γεροθανάση) που φοίτησε στα Γιάννενα αλλά αυτό που ήθελεπάντα ήταν να υφάνει βαμβακερά, μας ξεναγεί στην ωραία της καθημερινότητα. Το The Pokari Project, είναι ο δικός της κόσμος. Μας δείχνει τα υφαντά, τα νήματα, τους αργαλειούς. Τη ρόκα, το ροδάνι, τις φυτικές φαβές από βότανα, το μαλί από τα ορεινά πρόβατα- δημιούργησε ακόμη και υφαντό με τίτλο Βιοποικιλότητα για να εμφανιστεί στο συνέδριο των γεωπάρκων της UNESCO στην Χιλή. Και εκεί τα παιδιά της Gen Z για να μάθουν την παλιά τέχνη. Ελπίδα. Η τεχνική του felt με μόνα εργαλεία τα χέρια, μπορεί και να μη χαθεί τελικά. Η Λένα αγάπησε τις Σαρακατσάνες γιαγιάδες και άλλαξε τη ζωή της. Ζηλεύεις; Αγαπώ τους ανθρώπους που γκρεμίζουν μια ζωή και χτίζουν στη θέση της μια καλύτερη, δεν θα το αρνηθώ.

Τα νήματα

Ο αργαλειός
Τελευταία στάση: επίσκεψη στο παραδοσιακό πανηγύρι του Ελαφότοπου. Φάγαμε σουβλάκι. Χορέψαμε κάτι αργό ηπειρώτικο που σέρνεται με άποψη. Το κρατήσαμε όσο αντέξαμε. Φύγαμε νωρίτερα από το χωριό, συγνώμη, ήμασταν από νωρίς στους δρόμους, πόσα να χωρέσει σε μια μέρα;
Βίτσα για ύπνο.
Θυμήσου την τρίτη μέρα
Περιήγηση στην πλατεία της Βίτσας, εκεί όπου χτυπά η καρδιά του Γεωπάρκου. Έπειτα, επίσκεψη στην χαράδρα του Βίκου, με τα μοναδικά σημεία θέας που κόβουν ανάσες. Στάση για φαγητό στο Μονοδένδρι. Τα πλατάνια μας ψιθύρισαν τον καημό τους. Ένα παράξενο είδος τυρόπιτας προσγειώθηκε στο τραπέζι μας. Το τσακίσαμε. Πήραμε και για το δρόμο.

Ατμοσφαιρικό.

Δαιδαλώδες,

Raiders of the Lost Ark.
Η μέρα συνεχίστηκε με βόλτα στο απολιθωμένο δάσος. Ενός λεπτού σιγή: ένα σημείο όλο το ταξίδι. Κατανοώ- οι ορίζοντες που ανοίγονται μέσα στα ατέλειωτα φαράγγια είναι γοητευτικοί, παράξενοι, σχεδόν ζαλιστικοί. Ένα τοπίο που, με τα γεωλογικά του μυστικά, θυμίζει ταφικό αρχαίο ιερό και σε αφήνει άφωνο. Κοντά στο Μονοδέντρι- έτσι μου φάνηκε. Λίθινοι πύργοι από ασβεστόλιθο, μια ρωγμή στο χρόνο και στις τεκτινικές δυνάμεις. Ήταν, λένε στο βυθό. Τότε. Εκατομμύρια χρόνια πριν. Τώρα δεν είναι. Κάθε στρώση μετρά αιώνες. 160 εκ. χρόνια τα «παλιοσείρια». 35 εκ. χρόνια οι ψάρακες. Αυτό το αλλόκοτο μέρος, με τα παιχνίδια του χρόνου και της πέτρας, μου έκλεψε τη καρδιά.

Η χαράδρα του Βίκου με τα μοναδικά σημεία θέας (δεν φαίνεται σε αυτό το λοκέισιον, αλλά υπάρχει ένα κενό χαράδρας κάπου στη μέση).
Πες το με λίγες λέξεις πριν γυρίσουμε πίσω
Ο τόπος αυτός είναι UNESCO - και δεν πρέπει να το ξεχνάμε· παγκόσμια αναγνώριση για μια γεωγραφία που ξεπερνά τα όρια του τοπικού. Αλλά πάνω απ’ όλα, είναι Ήπειρος. Ηπειρώτικη σιωπή, ηπειρώτικη αντοχή, ηπειρώτικο μεγαλείο. Ένας τόπος που πρέπει να περπατήσεις, να ακούσεις, να εισπνεύσεις για να καταλάβεις ότι τα βουνά δεν είναι μόνο πέτρα — είναι μνήμη.
Ορίστε, το είπα!