Την καλύτερη ζεστή σοκολάτα του κόσμου, την έχει το La Maison du Chocolat, στην Ολλανδική συνοικία του Potsdam. Την πίνεις -και πιο παχύρευστη δεν έχεις πιεί ποτέ-, βάζεις δίπλα και την τρομερή μηλόπιτα και μετά… είσαι έτοιμος για όλα! Δηλαδή, για βόλτες με τις ώρες στο ανοιξιάτικο και χαλαρό Πότσδαμ!
Μα είναι δυνατόν να γράφω για το Πότσδαμ και να ξεκινώ από μία ζεστή σοκολάτα σε ένα καφέ με γαλλική επωνυμία; Ε ναι λοιπόν, γιατί αν θέλεις να περάσεις το δυνατόν καλύτερα, ακούς όσους γνωρίζουν πώς θα περάσεις έτσι -και στην συγκεκριμένη περίπτωση τον Κωνσταντίνο Παπαθανασίου, τον καταπληκτικό ξεναγό μας στο αξέχαστο Festival Walk που μας επιφύλαξε πάλι φέτος The Greek Film Festival in Berlin. Το φεστιβάλ διοργανώνει κάθε χρόνο μια ξεχωριστή βόλτα των καλεσμένων του στο Βερολίνο, τόσο για να δούμε τις σημαντικές, ιστορικές και όμορφες γωνιές της πόλης όσο και για να γνωριστούμε καλύτερα μεταξύ μας. Φέτος, στα γιορτινά γενέθλια των δέκα του χρόνων, ταξιδέψαμε μέχρι το Πότσδαμ -μόλις 26 χλμ. νοτιοδυτικά του Βερολίνου κι όμως ένας άλλος κόσμος. Μια πόλη μικρή –ούτε 200.000 κάτοικοι- αλλά ζωηρή, γεμάτη πάρκα, ανάκτορα, διαφορετικές κουλτούρες, άκρως ενδιαφέρουσα ιστορία, μουσεία, σινεμά, χρώματα, καφέ, ποδήλατα και, φυσικά, τουρίστες. Πρωτεύουσα του Βρανδεμβούργου, ενός από τα 16 κρατίδια της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, από το 1990, δεν έχει περάσει και λίγα δεινά από τον 7ο αιώνα που την δημιούργησαν οι Σλάβοι. Το δηλώνουν και οι τρεις Πύλες που την περικυκλώνουν, η μία μάλιστα, του Βρανδεμβούργου –συνονόματη αλλά μικρότερη εκείνης του Βερολίνου- που στέκεται ως αψίδα θριάμβου, αποτελεί ανάμνηση του Επταετούς Πολέμου (1756-1763), ο οποίος χώρισε την Ευρώπη στα δύο. Η Πύλη των Κυνηγών (Jägertor), η πιο παλιά από όλες, κτισμένη το 1733, πήρε το όνομά της από την κυνηγετική αυλή των εκλεκτόρων στο βόρειο τμήμα της πόλης. Ενώ η χτισμένη σε αγγλικό νεογοτθικό ρυθμό Πύλη Nauener που όταν την κοιτάς νομίζεις πως τώρα θα ρίξει η Ραπουνζέλ τα μαλλιά της για να ανέβεις, πολιορκείται από τον νεαρόκοσμο που κατακλύζει τα γύρω καφέ και μπαράκια της. Να περπατάς στον κεντρικό δρόμο και να βλέπεις στο τέλος του μια τέτοια πύλη, σε κάνει να νομίζεις πως ζεις σε άλλες εποχές!

Στο βάθος του κεντρικού δρόμου Friedrich-Ebert strasse, η Πύλη Nauener. Από κάτω της περνάνε οι γραμμές του τραμ.
Με τον ποταμό Χάβελ να το διασχίζει και μια σειρά μικρών και μεγάλων λιμνών γύρω του, το Πότσδαμ, από τη στιγμή που ανακάλυψαν την ομορφιά και την σημασία του είτε οι βασιλιάδες είτε οι ηγέτες, σε ησυχία δεν το άφησαν. Το πανέμορφο ιστορικό του κέντρο καταστράφηκε από τη βρετανική αεροπορία μόλις τρεις εβδομάδες πριν τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου πολέμου, τον Απρίλιο του ’45 –ευτυχώς μεγάλο μέρος ξαναφτιάχτηκε. Ενώ λίγους μήνες μετά, τον Ιούλιο του ’45, όταν πλέον το είχαν καταλάβει τα σοβιετικά στρατεύματα (στις 30 Απριλίου), έγινε εκεί, δίπλα στην πόλη, στο παλάτι Cecilienhof (Τσετσίλιενχοφ), στους Νέους Κήπους (Neuer Garten), η περίφημη Διάσκεψη του Πότσδαμ. Οι τρεις ισχυρές συμμαχικές δυνάμεις βρέθηκαν εκεί δια των αντιπροσώπων τους Χάρυ Τρούμαν (ΗΠΑ), Κλέμεντ Άτλι, Ουίσντον Τσώρτσιλ (Μ. Βρετανία) και Ιωσήφ Στάλιν (ΕΣΣΔ), ώστε να αποφασίσουν τι θα γίνει με την ηττημένη ναζιστική Γερμανία και την τύχη της υπόλοιπης Ευρώπης. Το ίδιο το Πότσδαμ τελικά χρίστηκε το 1952 πρωτεύουσα περιφέρειας της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας, κι έμεινε έτσι ως το 1990 που η χώρα επανενώθηκε.

Η έπαυλη του Wannsee όπου αποφασίστηκε από τους Ναζί «Η Τελική Λύση του Εβραϊκού Ζητήματος», δηλαδή η εξόντωση 6.000.000 ανθρώπων.
Πριν φθάσουμε όμως στο Πότσδαμ και περπατήσουμε ανέμελα στο παρελθόν του, περάσαμε από το Wannsee (Βάνζεε): το παραλίμνιο, ειδυλλιακό προάστιο του Βερολίνου, που όσο δημοφιλές κι αν είναι για κολύμπι και ιστιοπλοΐα στην ομώνυμη λίμνη του, θα μείνει σημαδεμένο στους αιώνες από την ολέθρια απόφαση που συγκλόνισε για πάντα τον κόσμο: εκεί στην επιβλητική έπαυλη, κέντρο αναψυχής των Ναζί, στις 20 Ιανουαρίου του 1942, έγινε η σύσκεψη 14 ανώτατων αξιωματούχων του Γ’ Ράιχ, υπό την προεδρία του Ράινχαρντ Χάινριχ -υπ' αριθμόν δύο στην ιεραρχία των SS μετά τον Χάινριχ Χίμλερ-, για να δοθεί «Η Τελική Λύση» στο θέμα του «Εβραϊκού Ζητήματος». Η βίλα όπου αποφασίστηκε η εξόντωση 6.000.000 ανθρώπων στέκει εκεί, μεγαλειώδης και αυστηρή μέσα στα δένδρα που την περικυκλώνουν, αιώνιο μνημείο ντροπής και ανεξίτηλης μαρτυρίας του Ολοκαυτώματος –ανοιχτή σήμερα ως μουσείο και κέντρο μνήμης. Ανατριχιάζω ακόμη όταν θυμάμαι πώς κοιτούσαμε όλοι, αμίλητοι και αποσβολωμένοι, και πόσο, βλέποντας τον γαλήνιο κήπο και το εντυπωσιακό κτίσμα ξανάνιωσα τον τρόμο και την φρίκη που βίωσα πέρσι, παρακολουθώντας την ταινία «Ζώνη ενδιαφέροντος» του Jonathan Glazer (Τζόναθαν Γκλέιζερ).
Τα πανέμορφα παλιά αρχοντικά και βίλες γύρω γύρω στο παραθεριστικό θέρετρο, το μουσείο -αλλοτινό σπίτι- του ζωγράφου Max Liebermann (Μαξ Λίμπερμαν) πάνω στη λίμνη, τα παρκαρισμένα ιστιοπλοϊκά που ήδη ετοιμάζονται για βόλτες, ο ήλιος που λαμπύριζε πάνω στο ήρεμο γαλανό νερό και η έξοδος και πάλι στο δρόμο προς το Πότσδαμ, σιγά σιγά καθάρισαν την σκοτεινιά μέσα μας.

Glienicker Brücke ή αλλιώς η Γέφυρα των Κατασκόπων
Αφού διασχίσεις τη Μικρή και τη Μεγάλη λίμνη που ενώνονται μεταξύ τους, δεν γίνεται να μη σταματήσεις για φωτογραφίες -και όχι μόνο- στην παλιά μεγαλοπρεπή γέφυρα του Γκλιένικε (Glienicker Brücke). Από εκεί άλλωστε, αν δεν προλάβεις να πας, μπορείς να θαυμάσεις μερικά από τα παλιά θερινά ανάκτορα της περιοχής, το καταπληκτικό Παλάτι Μπάμπελσμπεργκ (Schloss Babelsberg) και το ομώνυμο πάρκο. Εννοείται ότι και τα δύο ανήκουν στον κατάλογο Μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO «Ανάκτορα και Πάρκα του Πότσνταμ και του Βερολίνου», μαζί με πολλά ακόμη πανέμορφα τοπία και κτίρια γεμάτα ιστορία. Ωραία τα παλάτια, αλλά στο συγκεκριμένο σημείο είναι η γέφυρα που τραβάει όλη την προσοχή σου: γνωστή και ως Γέφυρα των Κατασκόπων, στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου αποτελούσε σύνορο μεταξύ του Δυτικού Βερολίνου και της Ανατολικής Γερμανίας και, ως εκ τούτου, χρησίμευε ως μέρος ανταλλαγής κατασκόπων. Δεν μπορεί, για δέκατα έστω του δευτερολέπτου θα νιώσεις ότι βρίσκεσαι στο «Bridge of Spies» (2015), την ταινία του Στίβεν Σπίλμπεργκ με τον Τομ Χανκς, αν την έχεις δει και είναι και σούρουπο. Εκεί κοντά άλλωστε, στα περίφημα κινηματογραφικά Babelsberg Studios (Μπάμπελσμπεργκ Στούντιος), γυρίστηκε μέρος της ταινίας. Κέντρο της γερμανικής κινηματογραφικής βιομηχανίας και το πρώτο κινηματογραφικό στούντιο μεγάλης κλίμακας στον κόσμο, το ιστορικό Μπάμπελσμπεργκ είναι ακόμη σήμερα ένα από τα μεγαλύτερα της Ευρώπης. Χτισμένο στην ομώνυμη και μεγαλύτερη συνοικία του Πότσδαμ, ξεκίνησε να λειτουργεί από το 1912. Εκεί γύρισε ο Φριτς Λανγκ το «Metropolis» (1927) και ο Γιόζεφ φον Στέρνμπεργκ τον «Γαλάζιο Άγγελο» (1930). Πώς να μην συγκινηθείς; Οι ταινίες «V for Vendetta» (2005), «Το τελεσίγραφο του Μπορν» (2007), «Άδωξοι μπάσταρδη» (2009), «Ξενοδοχείο Grand Budapest» (2014), «Captain America: Εμφύλιος Πόλεμος» (2016), «The Matrix Resurrections» (2021) είναι μόνο μερικές από εκείνες του 21ου αιώνα που έχουν γυριστεί στις τεράστιες εκτάσεις του. Ένας αιώνας σινεμά στα πόδια σου!

Το θερινό ανάκτορο Sanssouci
Απαραίτητη στάση πριν την είσοδό μας στο Πότσδαμ, τα εντυπωσιακά θερινά ανάκτορα του Sanssouci (Σανσουσί) που έκτισε ο βασιλιάς της Πρωσίας, Φρειδερίκος ο Μέγας, ως “καταφύγιο” του από τις έγνοιες της εξουσίας (sans souci = χωρίς έγνοιες στα γαλλικά –κι έτσι αναγράφεται κιόλας στο θόλο του κεντρικού κτίσματος, με κόμμα μάλιστα ανάμεσα στις λέξεις) και τόπο όπου απολάμβανε τις τέχνες, τη φιλοσοφία, το διάβασμα. Φυσικά, Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της Unesco, οι λεγόμενες Βερσαλλίες της Γερμανίας, έστω και πολύ μικρότερες, σε γοητεύουν με τους αμπελώνες, τους τεράστιους κήπους, τα περίπτερα, τις αυλές και το ίδιο το παλάτι, κτισμένο σε ρυθμό ροκοκό -κατά την άποψη του Φρειδερίκου όμως, δηλαδή κάπως “μεταλλαγμένο”.

Ένα από τα "περίπτερα" των θερινών ανακτόρων Sanssouci

Πατάτες αντί για λουλούδια στον τάφο του Φρειδερίκου
Εκεί βρίσκεται και ο τάφος του, στον οποίο τον ακολούθησαν τα 11 κυνηγετικά σκυλιά του –δεν έχω διευκρινίσει αν τα εκτέλεσαν αφού πέθανε για να τα θάψουν μαζί του ή αν τον ακολούθησαν ένα ένα όταν πέθαιναν με φυσικό θάνατο –εύχομαι το δεύτερο. Η ταφόπλακα είναι συχνά γεμάτη… πατάτες, καθώς ο βασιλιάς ήταν εκείνος που τις καθιέρωσε στην Πρωσία, γλυτώνοντας από την πείνα τον φτωχό λαό του –κι ακόμη τον τιμούν για αυτό οι ντόπιοι επισκέπτες.

Ο Κωνσταντίνος Παπαθανασίου μας ξεναγεί στους εντυπωσιακούς κήπους του Σανσουσί.
Απέναντι από την εντυπωσιακή κεντρική είσοδο του παλατιού, από όπου έμπαιναν οι άμαξες, δεσπόζει αντίγραφο της Πομπηίας, γιατί, λέει, ήθελε να την βλέπει συνέχεια καθώς ήταν θαυμαστής τόσο των επιτευγμάτων της αρχαίας ρωμαϊκής όσο και της ελληνικής κλασικής τέχνης. Περίεργη προσωπικότητα, βαθιά μορφωμένος, ανανεωτής αλλά και αυταρχικός, ο Φρειδερίκος αγάπησε την Τέχνη, λάτρεψε τη γαλλική γλώσσα και διανόηση κι ήταν φίλος του Βολταίρου, τον οποίο προσκάλεσε να μείνει και στο Σανσουσί, μέχρι που διαφώνησαν και οι δρόμοι τους χώρισαν. Στα 18 του ο νεαρός Φρειδερίκος προσπάθησε να ξεφύγει από τα βασιλικά καθήκοντα και να ζήσει ελεύθερος και ωραίος, αλλά το σύστημα –και ο αυστηρός πατέρας του- τον γράπωσε λίγο πριν τα καταφέρει και τον επανέφερε στον ίσιο δρόμο.
Αν δεν πας στο παλάτι Sanssouci (Σανσουσί) είναι σαν να μην έχεις πάει στο Πότσδαμ και αφού πατήσαμε τα εντυπωσιακά χώματά του και νιώσαμε και μια συμπάθεια για τον Φρειδερίκο που προσπάθησε στα νιάτα του να επαναστατήσει, πήγαμε -χορτασμένοι από την ιστορία των γαλαζοαίματων αλλά και πεινασμένοι από τις ώρες στο δρόμο-, ως κοινοί θνητοί τουρίστες στη σύγχρονη πόλη.

Κατά την έξοδό μας από την μικρότερη, πλαϊνή πύλη των ανακτόρων, ένας φλαουτίστας της “εποχής” άφηνε τις νότες του να μας πουν την ιστορία, απέναντι από τον παλιό, Ιστορικό Μύλο (Historische Mühle) που πέρασε πολλά δεινά, κάηκε και ξαναχτίστηκε πριν χρόνια. Κάτω από τον Μύλο, άμαξες με αλογάκια περίμεναν τους τουρίστες για περιήγηση στην περιοχή.

Η επιβλητική καθολική εκκλησία των Αγίων Πέτρου και Παύλου που η εσωτερική αρχιτεκτονική της επηρεάστηκε από την Αγιά Σοφιά, ορίστηκε ως σημείο συνάντησης της ομάδας μας που διακτινίστηκε χαρούμενη σε όλες τις γωνιές του Πότσδαμ. Κτισμένη στο ένα άκρο της κεντρικής οδού Βραδενβούργου, η εκκλησία κοιτάζει στο άλλο άκρο του δρόμου, την ομώνυμη πύλη. Οι συνοικίες της πόλης, η Ολλανδική και η Ρωσική ειδικά, τα περιποιημένα καταστήματα, η χαρούμενη, πολύχρωμη ατμόσφαιρα, ο διαφορετικός κόσμος που περιδιάβαινε τους δρόμους πάνω ή κάτω από ποδήλατα κι ένας ήλιος που έπαιζε κρυφτό μαζί μας, μας έφτιαξαν κι άλλο τη διάθεση. Καταλάβαινες πως το Πότσδαμ, πέρα από την βαριά ιστορία του, απολαμβάνει πραγματικά την τουριστική “ελαφρότητά” του. Βέβαια, όπως και σε όλη την Γερμανία, σχεδόν τα πάντα είναι στα γερμανικά, οπότε τα αγγλικά δεν θα φανούν και τόσο χρήσιμα, για να διαβάσεις τις πληροφορίες. Ευτυχώς το google και το chatGPT σε… καταλαβαίνουν, ενώ οι υπάλληλοι των μαγαζιών και των καφέ καταβάλουν φιλότιμες προσπάθειες να βοηθήσουν την κατάσταση ή, απλώς και ευτυχώς, μιλάνε αγγλικά.

Η Ολλανδική συνοικία του Πότσδαμ
Υπέροχη για βόλτα στους δρόμους της η Ολλανδική συνοικία (Holländisches Viertel) με τα 134 σπίτια από κόκκινα τούβλα, χτίστηκε ειδικά για τους δεξιοτέχνες τεχνίτες που κάλεσε εκεί ο πατέρας του Φρειδερίκου, για να συμβάλλουν στην ανοικοδόμηση της πόλης. Τα ανακαινισμένα σήμερα σπίτια τα έκτισε ο Ολλανδός αρχιτέκτονας Jan Bouman (Γιαν Μπάουμαν) μεταξύ 1734 και 1742, με σκοπό να τους κάνει να νιώσουν σπίτι τους. Η περιοχή, η μόνη τόσο μεγάλη συνοικία του είδους εκτός Ολλανδίας, γεμάτη γκαλερί, καφέ, παγωτατζίδικα, εργαστήρια και δύο μουσεία σχετικά με την συνοικία και την πόλη, όταν βρισκόμουν εκεί ετοιμαζόταν να υποδεχθεί το φεστιβάλ της τουλίπας.
Άλλο τόσο ωραία η περιήγηση στη ρωσική συνοικία Αlexandrovska με τα καλλιτεχνικά ξύλινα σπίτια, που χτίστηκε το 1826-1827, ειδικά για δώδεκα Ρώσους τραγουδιστές που ξέμειναν από μία 62μελή χορωδία, για να νιώθουν σαν στο σπίτι τους. Η χορωδία βρέθηκε εκεί σε μία πολιτιστική ανταλλαγή μεταξύ Πρωσίας και Ρωσίας. Βρίσκεται στα βόρεια του κέντρου του Πότσδαμ, χτίστηκε από τον βασιλιά Φρειδερίκο Γουλιέλμο Γ΄ της Πρωσίας και πήρε το όνομά της προς τιμήν του Τσάρου Αλέξανδρου Α΄ που είχε στείλει την χορωδία.

Ανθοπωλεία γεμάτα ολόφρεσκα πολύχρωμα λουλούδια στους δρόμους του Πότσδαμ

Μπουτίκ με ανοιξιάτικα και καλοκαιρινά ρούχα, αν και ο ήλιος είναι ακόμη κάπως παγωμένος
Όλα αυτά όμως τα παλιά και τα ωραία αποτελούν ένα ακόμη μέρος του εντυπωσιακού σκηνικού του σύγχρονου Πότσδαμ που βρίθει από ζωή. Γεμάτα κόσμο τα εστιατόρια στους κεντρικούς δρόμους και τα γύρω στενά, μαγαζιά με ανοιξιάτικα ρούχα, καπέλα, σουβενίρ, κεραμικά –η Βάσω Τζεβελέκου της Εφημερίδας των Συντακτών μου θύμισε πόσα χρόνια είμαστε φίλες με μία ωραία χειροποίητη καρδούλα-κοσμηματοθήκη. Ανθοπωλεία με υπέροχα ολόφρεσκα λουλούδια πάνω σε προσεκτικά τοποθετημένους πάγκους. Βιβλιοπωλεία και καταστήματα με τοπικά προϊόντα. Μια πολύχρωμη λαϊκή αγορά και δίπλα στους πάγκους με τα φρούτα «Η Πράσινη Οικογένεια» («Familie Grüne»): τρεις φιγούρες, πατέρας, μητέρα και παιδί, από τα πιο γνωστά κεραμικά έργα της καλλιτέχνιδας Carola Buhlmann (Καρόλα Μπούλμαν) που δημιουργήθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1980 και από τότε έχει τη μόνιμη θέση της στην οδό Μπραντενμπούργκερ (Brandenburger Straße).

Αν έχεις χρόνο, μη τυχόν παραλείψεις επίσκεψη στο εξαιρετικό Filmmuseum Potsdam, το παλαιότερο Μουσείο Κινηματογράφου της Γερμανίας που πλέον αποτελεί τμήμα της Ανώτατης Σχολής Κινηματογράφου και Τηλεόρασης "Konrad Wolf" του Πότσδαμ-Μπάμπελσμπεργκ (Hochschule für Film und Fernsehen "Konrad Wolf" Potsdam-Babelsberg), την παλαιότερη σχολή του είδους στη χώρα. Το μουσείο, δίπλα στο ξαναχτισμένο από την αρχή Παλάτι της πόλης του Πότσδαμ (Potsdamer Stadtschloss), σημερινή έδρα του κοινοβουλίου του κρατιδίου του Βρανδεμβούργου, στεγάζεται στο πιο παλιό κτίριο του ιστορικού κέντρου: τον αλλοτινό στάβλο των αλόγων των βασιλιάδων της Πρωσίας, επονομαζόμενο Marstall. Μόνιμη έκθεση με την ιστορία των Babelsberg studios, αλλά και περιοδικές εκθέσεις, ένα εκατομμύριο φωτογραφίες, κοστούμια και αντικείμενα, προσωπικά αρχεία 250 κινηματογραφιστών, συλλογές για την ιστορία και την τεχνολογία του σινεμά, και βέβαια καθημερινές προβολές, συγκροτούν τον θησαυρό του μουσείου, πολύτιμο για ερευνητές, δημιουργούς, επαγγελματίες του κινηματογραφικού χώρου, αλλά και απλούς επισκέπτες.
Μετά από όλα αυτά, αυτό που μου έλειψε, οφείλω να ομολογήσω, είναι που δεν πρόλαβα να δοκιμάσω το τρομερό μπέργκερ του Φρειδερίκου: «may Friedrich be with you» αναγράφεται στη βιτρίνα του κεντρικού μαγαζιού Fried rich Burger (ευφυές γερμανο-αγγλικό λογοπαίγνιο μεταξύ... Φρειδερίκου και πλούσιου μπέργκερ), για να κατεβαίνει χωρίς τύψεις στο στομάχι. Την επόμενη φορά!