Με σύγκρουση ανάμεσα στον υπουργό Δικαιοσύνης, Γιώργο Φλωρίδη και στους κοινοβουλευτικούς εκπροσώπους του ΠΑΣΟΚ, Δημήτρη Μάντζο και του ΣΥΡΙΖΑ, Χρήστο Γιαννούλη, ξεκίνησε η συζήτηση του νομοσχεδίου του υπουργείου Δικαιοσύνης για την ενσωμάτωση στο εθνικό δίκαιο οδηγίας της ΕΕ για τα ποινικά αδικήματα.
Αφορμή στάθηκε η ανακοίνωση του κ. Φλωρίδη ότι θα επιφέρει νομοτεχνική βελτίωση στην διάταξη, με βάση την οποία απαγορεύεται υπό όρους και προϋποθέσεις η πρόσβαση κατηγορούμενων στη ποινική δικογραφία που τον αφορά εάν κινδυνεύει η ζωή τρίτου προσώπου ή άπτεται σε θέμα εθνικής ασφάλειας. Η νομοθετική βελτίωση θα προβλέπει ότι η απαγόρευση αυτή μπορεί να γίνει όχι από οποιονδήποτε προανακριτικό υπάλληλο, παρά μόνον από τους εισαγγελικούς λειτουργούς, που διενεργούν την προανάκριση. Επίσης, θα δίδεται στον κατηγορούμενο και η δυνατότητα να προσφύγει στο Δικαστικό Συμβούλιο κατά της απαγόρευσης. Σημειώνεται ότι η νομοθετική βελτίωση, είναι σύμφωνη και με τις παρατηρήσεις της Έκθεσης της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Βουλής.
Η ανακοίνωση Φλωρίδη ωστόσο πυροδότησε την αντίδραση των δύο κοινοβουλευτικών εκπροσώπων, οι οποίοι ζήτησαν την απόσυρση της ρύθμισης, με τον υπουργό Δικαιοσύνης επίσης σε έντονο ύφος να τονίζει ότι «η ίδια διάταξη και με πολύ λιγότερες εγγυήσεις, είχε ψηφιστεί τον Ιανουάριο του 2015 επί κυβέρνησης Σαμαρά-Βενιζέλου και παρέμεινε σε ισχύ και επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ».
«Αυτή η διάταξη δεν διορθώνεται, αποσύρεται», ανέφερε ο Δημήτρης Μάντζος, ενώ ο Χρήστος Γιαννούλης, επέμεινε ότι η συγκεκριμένη διάταξη δεν εφαρμόστηκε επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.
Ο κ. Φλωρίδης, επανήλθε ωστόσο για να επιτεθεί στον ΣΥΡΙΖΑ ότι δείχνει «μια λατρεία» προς τους δολοφόνους, «στο πλαίσιο ενός ατελείωτου δικαιωματισμού», ενώ ο Χρήστος Γιαννούλης τον χαρακτήρισε «πολιτικά αχρείο».
Ένσταση αντισυνταγματικότητας κατέθεσε ο ΣΥΡΙΖΑ
O ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ κατέθεσε ένσταση αντισυνταγματικότητας κατά του υπό συζήτηση σχεδίου νόμου του υπουργείου Δικαιοσύνης ως προς το άρθρο 18.
Όπως επισημαίνει, με το συγκεκριμένο άρθρο εισάγεται ένα «αδιανόητο καθεστώς με το οποίο απαγορεύεται στον κατηγορούμενο η πρόσβαση σε τμήμα της δικογραφίας. Η απαγόρευση αυτή αποτελεί casus belli για την επιστημονική κοινότητα».
«Πρόκειται για μια αντισυνταγματική διάταξη που προσβάλλει το δικαίωμα ακρόασης του κατηγορουμένου και το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ. Η διάταξη στηρίζεται υποτίθεται στην Ευρωπαϊκή Οδηγία 2012/13 (άρθρο 7). Μόνο που, η οδηγία αυτή έχει ακριβώς αντίθετο σκοπό, δηλαδή τη διασφάλιση του δικαιώματος ενημέρωσης στο πλαίσιο ποινικών διαδικασιών, εφόσον σε κάποιες χώρες προβλεπόταν τέτοιος αποκλεισμός».
Ο ΣΥΡΙΖΑ αναφέρει επίσης ότι όμοιο με την προτεινόμενη διάταξη περιεχόμενο είχε η διάταξη του άρ. 101 παρ. 3 του παλαιού Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, η οποία εισήχθη με το ν. 4236/2014, άρ. 12 και καταργήθηκε με τον νέο ΚΠΔ (2019) καθώς, προφανώς, κρίθηκε ως αχρείαστη και ασύμβατη με το συναφές υπερκείμενο νομικό πλαίσιο. «Η διάταξη αυτή είχε καταστεί ούτως ή άλλως ανενεργή και δεν εφαρμόστηκε ποτέ επί διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Για τη διάταξη αυτή είχαν εκφραστεί επικριτικά σημαντικοί ποινικολόγοι - καθηγητές ποινικού δικαίου των νομικών σχολών», καταλήγει.