Κλείσιμο σε 10 δευτερόλεπτα..
Κλείσιμο
Κλείσιμο σε 10 δευτερόλεπτα..
Κλείσιμο
16.03.2025

H σκηνοθέτρια/φωτογράφος Λόρεν Γκρίνφιλντ παρέδωσε ένα εξαιρετικό masterclass στο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης

Θέμα του masterclass «Κοινωνικές σπουδές: το ταξίδι του καλλιτέχνη» οι επιπτώσεις της χρήσης των social media στην πρώτη γενιά των digital natives (ψηφιακών ιθαγενών), των σημερινών εφήβων.

Ένα συναρπαστικό masterclass από τη σπουδαία σκηνοθέτρια και φωτογράφο Λόρεν Γκρίνφιλντ (Lauren Greenfield), επίσημη προσκεκλημένη του 27ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης είχε την ευκαιρία να παρακολουθήσει το κοινό της φετινής διοργάνωσης στην αίθουσα «Παύλος Ζάννας». Η ομιλία είχε ως αφετηρία το νέο έργο της δημιουργού και πρώτη σειρά ντοκιμαντέρ στην καριέρα της, "Κοινωνικές σπουδές" ("Social Studies" - 2024): ένα πρωτοποριακό κοινωνικό πείραμα που εξερευνά τις επιπτώσεις της χρήσης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης στην πρώτη γενιά των digital natives (ψηφιακών ιθαγενών), των σημερινών εφήβων. Η Λόρεν Γκρίνφιλντ μίλησε για το νέο της έργο, τη σύνδεσή του με προηγούμενες δουλειές της, καθώς και για την καλλιτεχνική της πορεία και εξέλιξη. Οι θεματικές που αναλύθηκαν στο masterclass αφορούσαν τις σύγχρονες (και παγκοσμιοποιημένες) εκφάνσεις του Αμερικανικού Ονείρου, τον ρόλο των μίντια στη διάδοση του καταναλωτισμού και τις επιπτώσεις που έχουν τα νέα πρότυπα ευτυχίας και επιτυχίας σε ανθρώπους διαφορετικών φυλών, ηλικιών και κοινωνικών ομάδων.

Πέρα από την σειρά ντοκιμαντέρ πέντε επεισοδίων "Κοινωνικές σπουδές", η οποία θα προβάλλεται στην Ελλάδα από το Disney+ από τις 19 Μαρτίου, το φεστιβάλ φιλοξενεί μικρή έκθεση με φωτογραφίες της στο φουαγιέ των αιθουσών «Σταύρος Τορνές» και «Τζον Κασσαβέτης».

Η Lauren Greenfield συνομιλεί με το κοινό στο masterclass που παρέδωσε στο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης

Το κοινό και τη δημιουργό καλωσόρισε ο Δημήτρης Κερκινός, υπεύθυνος αφιερωμάτων στο Φεστιβάλ: «Είμαστε πολύ χαρούμενοι που παρουσιάζουμε ένα masterclass της Λόρεν Γκρίνφιλντ. Η Λόρεν είναι μια πολυσχιδής καλλιτεχνική προσωπικότητα, είναι φωτογράφος, εικαστική καλλιτέχνις και σκηνοθέτρια ντοκιμαντέρ και θα μας μιλήσει για την καριέρα της στη βιομηχανία του κινηματογράφου. Το έργο της αποτυπώνει τη σύγχρονη εποχή, παρατηρώντας τις παραμέτρους που καθορίζουν τη νέα γενιά» ανέφερε σχετικά. Αμέσως μετά, τον λόγο πήρε η Λόρεν Γκρίνφιλντ: «Είμαι ενθουσιασμένη που βρίσκομαι εδώ μαζί σας αυτοπροσώπως. Είχα προσκληθεί το 2020, αλλά ξέσπασε η πανδημία και ακυρώθηκαν τα πάντα, οπότε ενθουσιάστηκα όταν με προσκαλέσατε ξανά φέτος, και μου δόθηκε η ευκαιρία να έρθω σε αυτό το καταπληκτικό Φεστιβάλ και σε αυτή την όμορφη πόλη με αφορμή τη νέα μου σειρά».

Η Λόρεν Γκρίνφιλντ συνέχισε με μια αναδρομή στη μακροσκελή σταδιοδρομία της: «Ξεκίνησα την καριέρα μου ως ασκούμενη στο National Geographic. Το πρώτο μου μεγάλο αφιέρωμα για το περιοδικό είχε ως θέμα ένα χωριό των Μάγια στα ορεινά της Τσιάπας, στο Μεξικό, όπου η μητέρα μου έκανε διαπολιτισμική έρευνα για πέντε ολόκληρες δεκαετίες. Όσο ήμουν εκεί συνειδητοποίησα ότι όχι μόνο δεν ήξερα ακριβώς γιατί ήθελα να διηγηθώ αυτήν την ιστορία, αλλά και ότι δεν είχα την απαραίτητη κατανόηση και πρόσβαση για να πω κάτι ουσιαστικό για αυτά που έβλεπα. Ένιωθα ότι αυτή η ιστορία δεν ήταν πραγματικά δική μου για να την πω. Ενώ ήμουν εκεί άρχισα να σκέφτομαι τον κόσμο των νέων στο Λος Άντζελες, όπου μεγάλωσα. Εκεί από όπου η κουλτούρα της νεολαίας εξάγεται σε όλο τον κόσμο μέσω του Χόλυγουντ. Τότε συνειδητοποίησα ότι ίσως άξιζε να μελετηθεί με την ίδια σοβαρότητα που οι ανθρωπολόγοι και οι φωτορεπόρτερ συνήθως αφιερώνουν σε ξένες κουλτούρες.  Έτσι, επέστρεψα στη γενέτειρά μου και άρχισα να φωτογραφίζω τα τελετουργικά της εφηβικής ζωής» εξήγησε σχετικά.

Η δημιουργός μίλησε στη συνέχεια για τις θεματικές που έχουν καθορίσει το έργο της ανά τα χρόνια: «Καθώς σκέφτομαι το καλλιτεχνικό μου ταξίδι, συνειδητοποιώ ότι κατά κάποιον τρόπο έχω ακολουθήσει πολλαπλές καριέρες: μία στο ντοκιμαντέρ, μέσω του οποίου πιθανώς με γνωρίζετε, μία στη φωτογραφία, όπου βρίσκονται οι ρίζες μου και από όπου προέρχονται οι περισσότερες ταινίες μου, και μία ως εμπορική σκηνοθέτρια και συνιδρύτρια μιας εταιρείας παραγωγής. Όταν ξεκίνησα, το ίντερνετ και τα κινητά τηλέφωνα δεν υπήρχαν – κάτι που τώρα μοιάζει αδιανόητο. Ακόμα κι αν η δουλειά μου έχει μεταμορφωθεί μέσα στα χρόνια, το περιεχόμενο και η πρόθεση παραμένουν παρόμοια. Έχω πάθος με την καταγραφή και την αποδόμηση της μαζικής κουλτούρας. Πάντα με γοήτευαν οι πολιτιστικές αξίες, η ταυτότητα και τα τελετουργικά. Σήμερα θα ήθελα να δείξω ότι, παρά τις διαφορετικές πλατφόρμες, η καλλιτεχνική μου πορεία ήταν ενιαία, με εκφράσεις σε πολλαπλά μέσα. Θα σας παρουσιάσω τη δουλειά μου μέσα από το πρίσμα αυτού του καλλιτεχνικού ταξιδιού και της ανάπτυξης μιας προσωπικής φωνής. Θέλω να σημειώσω ότι όταν λέω “Social Studies”, δεν αναφέρομαι μόνο στη νέα μου σειρά, αλλά μιλάω για μια ματιά στον κόσμο, μια καταγραφή της κοινωνίας και του πολιτισμού από μια κοινωνιολογική σκοπιά» ανέλυσε η καταξιωμένη Αμερικανίδα δημιουργός. 

Στο ντοκιμαντέρ "Η γενιά του πλούτου" ("Generation Wealth" - 2018) η Lauren Greenfield καταγράφει το κόστος που έχει η επιδίωξη του υπερβολικού πλουτισμού. Μια αποκαλυπτική μαρτυρία για τις παθογένειες του καπιταλισμού, του ναρκισσισμού και της απληστίας.

Έπειτα, η Λόρεν Γκρίνφιλντ έδειξε αποσπάσματα από τις ταινίες της "Παιδιά+Χρήμα" ("Kids + Money" -  2008 / cover photo), "Η γενιά του πλούτου" ("Generation Wealth" - 2018), "Η βασίλισσα των Βερσαλλιών" ("The Queen of Versailles" - 2012), και "Ιμέλντα Μάρκος: Βασίλισσα χωρίς θρόνο" ("The Kingmaker" - 2019) και σχολίασε τη μετατόπιση των αξιών που συνθέτουν το περίφημο Αμερικανικό Όνειρο, δίνοντας έμφαση στη μετάβαση από την προτεσταντική ηθική, η οποία χαρακτηρίζεται από τη σκληρή δουλειά, την πειθαρχία και τη λιτότητα, στην κουλτούρα του bling, του κυνηγιού της διασημότητας και του ναρκισσισμού: «Όταν είπα στα παιδιά που φωτογράφιζα στο "Παιδιά+Χρήμα" ότι κάνω μια ιστορία για το πώς είναι να μεγαλώνεις στο Λος Άντζελες, εκείνα μου απάντησαν: “Πρέπει να φωτογραφίσεις τα χρήματα. Αυτό είναι που έχει σημασία”. Προχωρώντας, συνέχισα να διερευνώ το ζήτημα του πλούτου και τα όσα συνεπάγεται, συνειδητοποιώντας ότι το μακροπρόθεσμο πρότζεκτ μου δεν αφορούσε μόνο το Λος Άντζελες και τα παιδιά, αλλά και τη νέα εκδοχή του Αμερικανικού Ονείρου.  Στην πραγματικότητα, αφορούσε τη φιλοδοξία του πλούτου που ξεπερνούσε κοινωνικές τάξεις, φυλές, γεωγραφικές περιοχές. Καθώς η πραγματική κοινωνική κινητικότητα, που ήταν η καρδιά του παραδοσιακού Αμερικανικού Ονείρου, άρχισε να συρρικνώνεται, αυτή η ιδέα της “ανόδου με τελικό προορισμό τον πλούτο” έγινε σχεδόν άπιαστη. Παλαιότερα το μέτρο σύγκρισης ήταν οι γείτονές μας. Υπήρχε μάλιστα μια διάσημη σειρά και φράση, το “Keeping up with the Joneses”, που σήμαινε ακριβώς αυτό: να προσπαθείς να διατηρείς το ίδιο επίπεδο ζωής με αυτούς που μένουν δίπλα σου.  Ωστόσο, καθώς η πολυτέλεια άρχισε να κατακλύζει τις τηλεοπτικές οθόνες, εισβάλλοντας στην καθημερινότητα των απλών ανθρώπων, οι πάντες άρχισαν να συγκρίνουν τον εαυτό τους με εκείνους που έβλεπαν στην οθόνη. Έτσι, το “Keeping up with the Joneses” μετατράπηκε κυριολεκτικά σε “Keeping up with the Kardashians”», σημείωσε σχετικά.

Τελειόφοιτες του Λυκείου μακιγιάρονται στο ντοκιμαντέρ "Η κουλτούρα της ομορφιάς" ("Beauty CULTure" - 2011), της Lauren Greenfield

Στη συνέχεια, η δημιουργός αναφέρθηκε στο βιβλίο της "Girl Culture" και παρουσίασε αποσπάσματα από τις ταινίες "Λεπτή" ("Thin"- 2006), "Η κουλτούρα της ομορφιάς" ("Beauty CULTure" - 2011) και "Επίδειξη μόδας" ("Fashion Show" - 2010), στις οποίες πραγματεύεται τη γυναικεία ταυτότητα και το πώς το σώμα μετατράπηκε σε πρωταρχική έκφραση ταυτότητας για τα νεαρά κορίτσια: «Άρχισα να σκέφτομαι την πιο τραγική συνέπεια του καπιταλισμού: την εμπορευματοποίηση των ανθρώπων. Τα κορίτσια μαθαίνουν από μικρή ηλικία ότι η αξία τους προέρχεται από το σώμα τους. Αυτή η ιδέα συνοδεύεται από την πρόωρη σεξουαλικοποίηση. Δημιουργούν την ταυτότητά τους παίρνοντας κομμάτια από την ποπ κουλτούρα, τα οποία και χρησιμοποιούν για να διαμορφώσουν το εγώ τους. Αυτή η κρίση αυτοεκτίμησης οδηγεί σε αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές. Κάποτε, το Αμερικανικό Όνειρο ήταν η ιστορία της αυτοδημιούργητης επιτυχίας μέσω της σκληρής δουλειάς. Τώρα, αυτό το όνειρο έχει αντικατασταθεί από εκείνο της φαντασιακής αιώνιας ομορφιάς, το οποίο έχει αγγίξει τα επίπεδα του εθισμού», ανέφερε σχετικά, εξηγώντας παράλληλα πως το συγκεκριμένο πρότζεκτ λειτούργησε και ως αφορμή για να επανεξετάσει και τη δική της προσωπική και οικογενειακή ζωή: «Το έργο μου έγινε σταδιακά ένας καθρέφτης που με ανάγκασε να κοιτάξω κατάματα τις δικές μου εμμονές», σχολίασε χαρακτηριστικά.

Κλείνοντας το masterclass, η Λόρεν Γκρίνφιλντ αναφέρθηκε στο τελευταίο της έργο "Κοινωνικές σπουδές". «Ακολούθησα μια ομάδα εφήβων με στόχο να εμβαθύνω στο πώς επηρεάζονται από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Χρησιμοποιήσαμε τεχνολογία που μας επέτρεπε να κατεβάζουμε το περιεχόμενο των δικών τους social media σε πραγματικό χρόνο. Με πρώτη ύλη τις ιστορίες των παιδιών εξετάζω θέματα που έχω ερευνήσει στο παρελθόν, αλλά και νέα θέματα. Τα πάντα έχουν διογκωθεί δραματικά στην εποχή των social media. Από τον εκφοβισμό μέχρι την πρόωρη σεξουαλικοποίηση, τον ρατσισμό, την εικόνα του σώματος, τις θεωρίες συνωμοσίας, την απομόνωση.  Αυτό που κάνει το πρότζεκτ διαφορετικό από άλλες δουλειές για τα social media είναι ότι ξεδιπλώνεται εξ ολοκλήρου μέσα από την οπτική των παιδιών.  Δεν υπάρχουν ειδικοί. Δεν υπάρχουν ενήλικες. Δεν υπάρχουν πανεπιστημιακοί. Βιώνουμε τα πάντα από τα μάτια των νέων που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή αυτής της πραγματικότητας» δήλωσε η Αμερικανίδα δημιουργός.

Το κοινό παρακολουθεί το masterclass και συνομιλεί με την Lauren Greenfield

Στη συνέχεια, η Λόρεν Γκρίνφιλντ συνομίλησε με το κοινό. Στην ερώτηση για ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος να προσεγγίσει κανείς τους νέους και να τους δείξει ότι η πραγματικότητα δεν βρίσκεται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, μίλησε για την προσπάθειά της να τους ακούσει και να τους καταλάβει, αντί να τους περιορίσει ή να τους κριτικάρει: «Ένα από τα πράγματα που συνειδητοποίησα γυρίζοντας τη σειρά ήταν ότι έπρεπε να αντισταθώ στο να ασκήσω κάθε είδους κριτική προς τη νέα γενιά. Στην αρχή, το έβλεπα σχεδόν σαν τον εθισμό στα ναρκωτικά – τι νόημα έχει να θυμώνεις με έναν τοξικομανή επειδή είναι εθισμένος; Τα social media είναι σχεδιασμένα για να κάνουν ακριβώς αυτό που κάνουν. Δεν είναι δίκαιο να κατηγορούμε τους νέους που είναι παγιδευμένοι σε μια τέτοια συνθήκη. Πρέπει να αντιμετωπίσουμε αυτή τη γενιά με κατανόηση.  Τα παιδιά αντιδρούν με απολύτως φυσιολογικό τρόπο, τόσο βιολογικά όσο και ψυχολογικά». Η Λόρεν Γκρίνφιλντ ολοκλήρωσε την τοποθέτησή της σημειώνοντας ένα παράδοξο: «Παρά την εκτεταμένη χρήση τους, σχεδόν όλα τα παιδιά με τα οποία μίλησα εξέφρασαν την άποψη ότι θα προτιμούσαν έναν κόσμο χωρίς social media. Είναι στο χέρι μας να απαιτήσουμε κάτι διαφορετικό από τα σχολεία, τις εταιρείες τεχνολογίας, τους πολιτικούς, τους ρυθμιστικούς φορείς».

Save