Η Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών διέταξε μέσω του Εισαγγελέα Προστασίας Ζώων την άμεση απομάκρυνση συγκεκριμένου αριθμού λύκων από την Πάρνηθα.
Σύμφωνα με το ihunt.gr η εντολή δόθηκε για λόγους δημόσιας ασφάλειας αλλά και για την προστασία του κόκκινου ελαφιού, ενός ιδιαίτερα σημαντικού είδους της άγριας πανίδας που ζει στην περιοχή. Το δημοσίευμα αναφέρει ότι η απόφαση κινητοποίησε άμεσα το Υπουργείο Περιβάλλοντος και τις αρμόδιες δασικές αρχές, οι οποίες καλούνται να υλοποιήσουν ένα ιδιαίτερα σύνθετο και τεχνικά απαιτητικό σχέδιο. Στόχος είναι οι λύκοι να μεταφερθούν σε ορεινές περιοχές της Βόρειας Ελλάδας, όπου – θεωρητικά – θα μπορέσουν να ζήσουν σε πιο κατάλληλο περιβάλλον.
Ωστόσο, ειδικοί εκφράζουν επιφυλάξεις για το κατά πόσο είναι εφικτή η σύλληψη ελεύθερων λύκων, ενώ ακόμη μεγαλύτερη είναι η αμφιβολία για τη μεταφορά τους στη Βόρεια Ελλάδα, μια περιοχή όπου ο πληθυσμός του είδους έχει ήδη ξεπεράσει τα φυσιολογικά όρια.
«Είναι μια πολύ επιφανειακή προσέγγιση, του τύπου “να απομακρύνουμε τους κακούς λύκους που τρώνε τα χαριτωμένα ελαφάκια”», δήλωσε στην «Καθημερινή» ο Γιώργος Κόκκορης, αν. καθηγητής Οικολογίας στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου. «Αυτό που ζητάει ο εισαγγελέας προφανώς ξεκινάει από μια καλή πρόθεση, αλλά είναι ξεκάθαρα αντιεπιστημονικό. Οι λύκοι είναι κορυφαίοι θηρευτές, που παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στη διατήρηση ισορροπίας στο οικοσύστημα. Στα πανεπιστήμια διδάσκουμε το παράδειγμα του πάρκου Γέλοου Στόουν στις ΗΠΑ. Εκεί η επανεμφάνιση των λύκων είχε θετική επίδραση στο οικοσύστημα, καθώς μειώθηκαν διάφορα θηλαστικά και δόθηκε η δυνατότητα σε πολλά είδη της χλωρίδας και της πανίδας να αναπτυχθούν».
Από την πλευρά του, ο Γιώργος Ηλιόπουλος, δρ Βιολογίας, επιστημονικός υπεύθυνος για τον λύκο στην οργάνωση «Καλλιστώ» ανέφερε μιλώντας στην «Καθημερινή»: «Πριν από μία δεκαετία ο πληθυσμός των ελαφιών στην Πάρνηθα είχε αυξηθεί πολύ και είχε ξεκινήσει συζήτηση για τις συνέπειες που αυτό είχε στο οικοσύστημα, καθώς τα ελάφια έτρωγαν τη φυσική αναγέννηση της ελάτης εμποδίζοντας την ανάκαμψη του οικοσυστήματος. Οι λύκοι έπαιξαν ρόλο στην επαναφορά αυτής της ισορροπίας», εξηγεί. «Κατά τη γνώμη μου η απόφαση του εισαγγελέα είναι λανθασμένη και επί της αρχής και επί της διαδικασίας. Επί της αρχής, γιατί δεν μπορεί απλά να πας σε ένα εθνικό πάρκο και να αφαιρέσεις τον κύριο θηρευτή. Επί της διαδικασίας, γιατί πριν λάβεις οποιαδήποτε απόφαση πρέπει να επεξεργαστείς πολύ καλά τα δεδομένα. Να εξετάσεις τους στόχους διατήρησης, αν υπάρχουν, να τεκμηριώσεις επιστημονικά αν υπάρχει πρόβλημα και με βάση την αρχή της πρόληψης να αποφασίσεις την εμπλοκή επιστημόνων και φορέων με εμπειρία. Ταυτόχρονα είναι και ανέφικτο. Ο πληθυσμός των λύκων στην Πάρνηθα είναι σήμερα περί τα 50 άτομα, για να τους αιχμαλωτίσεις χρειάζεσαι το προσωπικό των εθνικών πάρκων των ΗΠΑ. Επιπλέον δεν έχει νόημα, καθώς σε μια διετία ο λύκος θα εποικίσει και πάλι την περιοχή από τις γειτονικές περιοχές».
Τι λένε εκπρόσωποι περιβαλλοντικών οργανώσεων για την αλλαγή του ευρωπαϊκού καθεστώτος προστασίας των λύκων της ΕΕ
Την αποτελεσματικότητα της αλλαγής του ευρωπαϊκού καθεστώτος προστασίας των λύκων της ΕΕ από «αυστηρά προστατευόμενο» σε «προστατευόμενο», ευθυγραμμιζόμενο με τη Σύμβαση της Βέρνης, σχολιάζουν, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, εκπρόσωποι περιβαλλοντικών οργανώσεων.
Μετά την υπερψήφιση της νομοθετικής πρότασης από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με 371 ψήφους υπέρ, 162 κατά και 37 αποχές, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα προχωρήσει στην αλλαγή του καθεστώτος προστασίας των λύκων, με βάση τα παραπάνω. Σύμφωνα με την απόφαση, από τη μια πλευρά τα κράτη μέλη «θα έχουν πλέον ευελιξία όσον αφορά τη διαχείριση των τοπικών πληθυσμών λύκων», ώστε να βελτιωθεί η συνύπαρξή τους με τον άνθρωπο και να ελαχιστοποιηθούν οι επιπτώσεις του αυξανόμενου πληθυσμού τους και από την άλλη, εάν το επιθυμούν, «μπορούν να συνεχίσουν να τον κατατάσσουν ως “αυστηρά προστατευόμενο” είδος στην εθνική τους νομοθεσία, καθώς και να εφαρμόζουν αυστηρότερα μέτρα για την προστασία του».
Για να τεθεί σε ισχύ η νέα νομοθεσία, απαιτείται η τελική έγκριση από το Συμβούλιο Υπουργών της ΕΕ και η οδηγία αναμένεται να τεθεί σε ισχύ 20 ημέρες μετά τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της ΕΕ. Στη συνέχεια, τα κράτη μέλη θα έχουν στη διάθεσή τους 18 μήνες για να τη μεταφέρουν στο εθνικό τους δίκαιο.
Ο Γιώργος Μερτζάνης, Δρ. Βιολογίας και επιστημονικά υπεύθυνος της οργάνωσης «Καλλιστώ», μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ανέφερε ότι «η συγκεκριμένη απόφαση δεν είναι θετική εξέλιξη» για τις προσπάθειες που καταβάλλουν οι οργανώσεις, σε συνεργασία με τα κράτη για την προστασία του λύκου, επισημαίνοντας ότι «ανοίγουν θύρες που μπορεί να βλάψουν τους πληθυσμούς του λύκου στην Ευρώπη».
Εξήγησε, δε, ότι σε κάποιες χώρες που επανεμφανίστηκε ο λύκος, μετά από πολλά χρόνια, η παρουσία του δημιούργησε ανασφάλεια στους κατοίκους και σε κάποιες περιπτώσεις συγκρούσεις με τις ανθρώπινες δραστηριότητες. Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα τόνισε ότι «σε λίγο διάστημα ολοκληρώνεται η εξαετής μελέτη που εκπονείται από ειδικούς επιστήμονες, όπου θα ξέρουμε με λεπτομέρεια σε τι ποσοστά έχουμε την παρουσία του λύκου στην Ελλάδα».
Οι μεγάλες αλλαγές που συντελούνται στην ύπαιθρο τα τελευταία χρόνια, με την υποχώρηση σε μεγάλο βαθμό της μετακινούμενης κτηνοτροφίας στα βοσκοτόπια της ορεινής Ελλάδας και την υιοθέτηση της σταβλισμένης κτηνοτροφίας, έχει επηρεάσει και τις επιλογές βιωσιμότητας του λύκου. Ο κ. Μερτζάνης εξηγεί ότι εκεί που ο λύκος ακολουθούσε τα κοπάδια που μετακινούνταν από τα χειμαδιά στα ορεινά βοσκοτόπια και αντίστροφα όταν πλησίαζε ο χειμώνας, τώρα, λόγω έλλειψης τροφής αναγκάζεται να πλησιάζει όλο και περισσότερο σε κατοικημένους οικισμούς που βρίσκονται πλησίον δασών, που αποτελούν κατά κάποιο τρόπο βιότοπο, όχι μόνο για τον ίδιο αλλά και για την αρκούδα.
Από την πλευρά του, ο διευθυντής του Αρκτούρου Αλέξανδρος Καραμανλίδης ανέφερε ότι το συγκεκριμένο ψήφισμα «δεν επηρεάζει σε καμία περίπτωση το καθεστώς προστασίας του λύκου στην Ελλάδα». Διαπιστώνει και αυτός ότι το πρόβλημα αφορά χώρες που η παρουσία του λύκου είχε εξαφανιστεί τα προηγούμενη χρόνια και σήμερα γνωρίζει ανάκαμψη, δημιουργώντας προβλήματα όχι μόνο σε κτηνοτρόφους αλλά και στους θεσμικούς φορείς ως προς τη διαχείριση αυτών των περιστατικών. Για παράδειγμα, αναφέρει ότι «ο Γερμανός κτηνοτρόφος πρέπει να συμβιώσει με την ξαφνική εμφάνιση του λύκου στις δασικές εκτάσεις της χώρας, χωρίς όμως να έχει τα εργαλεία που θα τον βοηθήσουν σε αυτό, όπως η παρουσία του ελληνικού ποιμενικού, που θεωρείται απαραίτητο εργαλείο στην προστασία του κοπαδιού στην ελληνική ύπαιθρο».
Ο κ. Καραμανλίδης αναφέρει ακόμη ότι οι γεωπολιτικές αλλαγές που έγιναν σε πολλές χώρες της Ευρώπης το 1990 είχαν ως αποτέλεσμα «να απελευθερωθούν ή να ερημοποιηθούν τεράστιες εκτάσεις πλησίον δασικών περιοχών που χρησιμοποιούνταν ως στρατόπεδα η άλλες εγκαταστάσεις, με αποτέλεσμα πολλές εξ αυτών σε μόνο λίγα χρόνια να γίνουν καταφύγιο του λύκου, που συνεχίζει έως σήμερα να μετακινείται προς τα δυτικά». Σήμερα, η Γερμανία, η Δανία και η Ολλανδία γνωρίζουν άνθηση στον πληθυσμό του λύκου, φέρνοντας σε αμηχανία τις τοπικές αρχές και δημιουργώντας ανησυχία στους κτηνοτρόφους, που δεν έχουν καμία ιδέα συμβίωσης με το άγριο αρπακτικό.
Παρομοιάζει, δε, αυτή την ανησυχία των δυτικοευρωπαίων με την αντίδραση που υπάρχει από κατοίκους της περιοχής της Αττικής, μετά τη διαπίστωση για παρουσία του λύκου στην Πάρνηθα. Ο διευθυντής του Αρκτούρου επισήμανε ότι «η ραγδαία αύξηση του πληθυσμού του ελαφιού της Πάρνηθας, λόγω της άφθονης πράσινης βλάστησης μετά τις πυρκαγιές έφερε στην περιοχή το μεγάλο θηρευτή του, που είναι ο λύκος, ο οποίος, όπως συμβαίνει πάντα στη φύση, θα συμβάλλει στην διατήρηση της ισορροπίας».
Σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, «υπάρχουν πάνω από 20.000 λύκοι στην Ευρώπη, ενώ οι πληθυσμοί και οι περιοχές εξάπλωσής τους αυξάνονται».