
Με τη νέα του παράσταση, ο Γιάννης Νικολαΐδης αποτίνει φόρο τιμής στη Ραλλού Μάνου - μια από τις σημαντικότερες μορφές του ελληνικού χορού, που παρέμεινε ενεργή καλλιτεχνικά για περισσότερες από τέσσερις δεκαετίες. Δημιουργός του Ελληνικού Χοροδράματος και πρωτοπόρος του εκσυγχρονισμού της ορχηστρικής τέχνης, η Μάνου συνδύασε τον μοντερνισμό με την ελληνική παράδοση, αντλώντας έμπνευση από τους αρχαίους μύθους και τη δημοτική μας κληρονομιά. Μαζί με σπουδαίες προσωπικότητες της γενιάς του ’30, όπως ο Μόραλης, ο Χατζιδάκις και ο Ξενάκης, ανέπτυξε μια πρωτοποριακή γλώσσα που συνομιλούσε με την εποχή της και άφησε ανεξίτηλο αποτύπωμα στη διεθνή χορευτική σκηνή.
Ο Γιάννης Νικολαΐδης μιλά για τη σημασία αυτής της κληρονομιάς, για τη σύγχρονη ελληνικότητα στη σκηνή και για τις προκλήσεις της νέας γενιάς χορευτών.
Τι σε ενέπνευσε να αφιερώσεις αυτή τη νέα παράσταση στη Ραλλού Μάνου;
Στην πραγματικότητα, πρόκειται για έναν φόρο τιμής στην παρουσία της. Η ίδια η ζωή της είναι το αντικείμενο της παράστασής μου. Θα έλεγα πως το κύριο θέμα είναι η εκπαίδευση στον χορό. Η Ρ.Μ. επένδυσε πολύ στη δημιουργία της επαγγελματικής της σχολής, γιατί χρειαζόταν χορευτές σε μια εποχή που δεν υπήρχαν. Στη συνέχεια, αξίζει να μιλήσουμε για τη μαγιά που δημιούργησε μέσα από τη σχολή αυτή. Χορευτές που σχηματίστηκαν από εκείνη, για εκείνη, και οι οποίοι στη συνέχεια διέδωσαν λίγη από την ουσία της μέσα από τις δικές τους δουλειές, στους μαθητές τους… Και αυτή η ιστορία συνεχίζεται ακόμα!
Πώς προσπάθησες να μεταφέρεις στη σκηνή την έννοια της «ελληνικότητας» όπως αυτή την όριζε;
Για αρχή, έπρεπε να καταλάβω αυτήν την ελληνικότητα. Σήμερα δεν είναι η ίδια και, θα έλεγα, πως μιλάμε με κάποια δυσκολία για αυτήν. Κυρίως γιατί αφήσαμε τους πατριδοκάπηλους να την οικειοποιηθούν. Όμως, τη Ρ.Μ. την καθόρισε και αυτό είναι παντού στο έργο της. Στη δική μου παράσταση, η ελληνικότητα υπάρχει μέσα από τα κοστούμια της Ιωάννας Τσάμη και μέσα από τη ροή του κειμένου — στην πιο βαθιά τοποθέτηση της Ρ.Μ. όταν μιλάει για τον πατέρα της και για τη νοσταλγία που ένιωθε στα ταξίδια της, μακριά από την Ελλάδα.

Ποια στοιχεία της ελληνικής κουλτούρας σε συγκινούν περισσότερο ώστε να τα ενσωματώσεις στο έργο σου;
Ίσως κάποια λαϊκά παιδικά παραμύθια τρόμου που ανακάλυψα πρόσφατα. Ένιωσα μεγάλη έκπληξη με το βάθος τους.
Ποια ήταν η μεγαλύτερη πρόκληση κατά τη δημιουργία αυτής της παράστασης;
Κυρίως να είναι σύγχρονη και, ταυτόχρονα, να ανακαλύψω και να αναδείξω τις άλλες πτυχές της Ρ.Μ., πέρα από τη χορογράφο. Ήταν μια εξαιρετικά πολύπλευρη και σύνθετη προσωπικότητα, με μια σχεδόν μυθιστορηματική οικογενειακή και προσωπική ιστορία.
Αν ζούσε σήμερα η Ραλλού Μάνου, πώς πιστεύεις ότι θα αντιμετώπιζε τη σύγχρονη χορευτική σκηνή;
Μπορώ να πω με βεβαιότητα πως θα την απεχθανόταν — και εδώ θα προσθέσω πολλά γέλια και θαυμαστικά και emoji που δεν θα καταλάβαινε… και οριακά καταλαβαίνω κι εγώ! Πιο σοβαρά, θα πω ότι ήταν μια συνειδητή επιλογή της να μη ακολουθήσει τις καλλιτεχνικές και χορογραφικές εξελίξεις της εποχής της. Για αυτή την επιλογή της θα μπορούσαμε να μιλήσουμε πολύ, σε ένα ιστορικού πλαισίου διάλογο. Άρα, με ασφάλεια μπορώ να πω ότι δεν θα της άρεσε η σύγχρονη χορευτική σκηνή.

Πώς βλέπεις εσύ τη νέα γενιά χορευτών στην Ελλάδα;
Τους θαυμάζω τεχνικά — είναι υπέροχοι! Είναι εξωστρεφείς, ενήμεροι και πολύ δημιουργικοί. Ίσως λίγο μπερδεμένοι με τον δικαιωματισμό της εποχής και δίχως ιδιαίτερη πίστη ότι μπορούν να φέρουν τον κόσμο στα μέτρα τους, πράγμα διόλου αδικαιολόγητο, όπως λέω και παραπάνω. Αλλά ναι — είναι πολύ, μα πάρα πολύ καλύτεροι από τη δική μου γενιά. Ευτυχώς! Είδα πρόσφατα την παράσταση με τις χορογραφίες των σπουδαστών της ΚΣΟΤ. Χορευτικά ήταν εξαιρετικό το επίπεδο και, θα προσθέσω, και δημιουργικά. Σε κάποιες από τις δουλειές τους έβλεπες όλα τα trends που βλέπει κανείς στο χορευτικό σύμπαν του Instagram. Είναι ενήμεροι για τα πάντα — ξέρουν τι γίνεται χορευτικά στη Νότια Κορέα, στη Βραζιλία, στον Καναδά. Έχουν απόλυτη γνώση των εργαλείων που τους προσφέρει ο ψηφιακός κόσμος και τα χρησιμοποιούν δημιουργικά! Εμείς, για να δούμε κάτι, έπρεπε να πάμε στη βιβλιοθήκη της ΚΣΟΤ να δούμε σε VHS ό,τι μπορούσε να φτάσει σε εμάς από well-established χορογράφους. Τα υπόλοιπα έπρεπε να τα επινοήσουμε — και το σημειώνω με ένα ελαφρώς θετικό πρόσημο.
Ποια είναι η μεγαλύτερη πρόκληση στη διδασκαλία χορού σήμερα;
Διδάσκω από το 2006, κυρίως σε στούντιο και σε χορευτές. Το επισημαίνω μόνο για να τονίσω τα σχεδόν 20 χρόνια που διδάσκω και να πω ότι η μεγαλύτερη πρόκληση σήμερα είναι να πείσω τους μαθητές μου ότι τους έχει τραυματίσει για πάντα η εποχή τους. Παιδιά του post-olympic depression, μεγαλωμένα μέσα στην κρίση και τη φτωχοποίηση, πρέπει να κατασκευάσουν μόνα τους μια νέα αυτοπεποίθηση και να καταλάβουν ότι, μαζί με τους συμμαθητές τους, είναι αυτή η νέα γενιά που θα κάνει τα πράγματα! Τα υπόλοιπα είναι πρακτικά — κυρίως το πόσο μπροστά έχει πάει ο σύγχρονος χορός σήμερα. Ομολογώ πως κι εγώ αδυνατώ να τον ακολουθήσω και αυτό είναι υπέροχο. Ο σύγχρονος χορός είναι ο χορός του τώρα!
Έχεις συνεργαστεί με σπουδαίους καλλιτέχνες. Ποια συνεργασία σε σημάδεψε περισσότερο;
Θα έλεγα πρώτα την Ιωάννα Πορτόλου. Όπως έλεγε ο Κωστάλας — που μετά από αυτόν σταματήσαμε να ενδιαφερόμαστε για το καλλιτεχνικό πατινάζ — «ζευγάρι στη ζωή, ζευγάρι και στον πάγο». Στις παραγωγές της ομάδας Griffón εξακολουθώ να χορεύω… Λίγοι χορογράφοι θα επένδυαν σε έναν χορευτή 48 ετών, και αυτό σημαίνει πολλά. Επιπλέον, υπάρχει η κοινή πορεία μας άνω των 20 χρόνων, οπότε δύσκολα θα μπορούσα να πω ότι υπήρξε χορογράφος που με σημάδεψε περισσότερο. Σε καμία περίπτωση, όμως, δεν θα μπορούσα να αφήσω έξω τους Κωνσταντίνο Ρήγο και Δημήτρη Παπαϊωάννου. Το έλεγα πρόσφατα ξανά: μου λείπει εκείνη η εποχή που χόρευα για αυτούς. Ήταν όλα τόσο συναρπαστικά!
Τι έχεις αποκομίσει από τη συμμετοχή σου στη θεατρική ομάδα Blitz;
Μετά τους Blitz, δεν ένιωσα ξανά την ανάγκη να δουλέψω στο θέατρο. Και αν το κάνω ακόμα λίγο, είναι σχεδόν αποκλειστικά με τον Γιώργο Βαλαή. Και οι τρεις τους υπήρξαν ένα τεράστιο σχολείο για μένα: σκηνοθετικά, επάνω στη σκηνή, ως συνεργάτες, στα ταξίδια. Εξακολουθώ να τους θαυμάζω και αυτή είναι μια ακόμα εποχή που μου λείπει πάρα πολύ.
Ποια είναι η πιο έντονη σκηνική εμπειρία που θυμάσαι από τα έργα σου στο εξωτερικό;
Ίσως μια βουτιά στο σκηνικό της Μήδειας στο Πεκίνο. Έχασα την ισορροπία μου και έπεφτα από το τραπέζι για… ώρα. Έβλεπα την αντανάκλασή μου στο νερό, θυμάμαι τον τρόμο στα μάτια μου — η πτώση ήταν αναπόφευκτη. Και όμως, κάτι έγινε, δεν ξέρω πώς και τι, αλλά με μια περίεργη, ακούσια μηχανική του σώματος επέστρεψα σε ισορροπία, ασφαλής πάνω στο τραπέζι του Ιάσονα. Χρόνια μετά, λέω συχνά στους μαθητές μου πως συμβαίνουν διάφορα μεταφυσικά στη σκηνή.


Πώς θα περιέγραφες τη δική σου χορογραφική ταυτότητα σήμερα;
Δεν νομίζω πως έχω αποκτήσει ακόμα χορογραφική ταυτότητα — και δεν είμαι σίγουρος πως θέλω, για να είμαι ειλικρινής. Ως χορογράφο θεωρώ τον εαυτό μου… νεαρό! Προτιμώ να πειραματίζομαι και να μαθαίνω, να χρησιμοποιώ όσα περισσότερα σκηνικά και παραστατικά εργαλεία μπορώ.
Τα τελευταία χρόνια έχεις δουλέψει πολύ και με την κάμερα. Πώς αλλάζει η χορογραφία όταν περνάει από τη σκηνή στην οθόνη;
Η χορογραφία στην οθόνη έχει περιορισμούς αλλά και συναρπαστικές δυνατότητες. Νομίζω η μεγάλη διαφορά αφορά την αξία του παραστατικού χρόνου και την κατανόηση ότι το μοντάζ γίνεται αφού έχεις παράξει το υλικό — δεν μπορείς να επιστρέψεις σε αυτό ξανά. Αυτή η διαπίστωση έχει μια σχεδόν ηθική λιτότητα, την οποία ζηλεύω στους κινηματογραφιστές.
Θεωρείς ότι ο πειραματισμός απευθύνεται σε μικρότερο ή πιο «εκλεκτό» κοινό;
Πιστεύω πως είναι θέμα εκπαίδευσης του κοινού. Επίσης, δεν θεωρώ ότι ο πειραματισμός είναι απαραίτητα ακατανόητος. Πρέπει να πειραματιζόμαστε. Αντίθετα, βρίσκω πως ο μεγαλύτερος εχθρός του δημιουργού είναι ο φόβος να μπει σε άγνωστα μονοπάτια.
Ο χορός τελικά μπορεί να υπάρξει χωρίς κοινό; Έχει «μοναξιά»;
Όχι, δεν μπορεί να υπάρξει δίχως κοινό — εκτός κι αν μιλάμε για ένα jam, αλλά και πάλι, αυτό είναι κάτι άλλο. Μιλώ αποκλειστικά για τον παραστατικό χορό. Θα «πειράξω» τη λέξη μοναξιά, γιατί είναι ακριβώς το αντίθετο: μια δημιουργική κατάσταση που περιλαμβάνει πολλούς ανθρώπους και μεγάλη ζύμωση μαζί τους. Θα έλεγα πως είναι εξαιρετικά ομαδικός.
Ο χορός μπορεί να είναι πολιτική πράξη;
Ο χορός είναι πολιτική πράξη όσο τον αντιμετωπίζουμε ως τέτοια. Ο χορός δεν υπάρχει χωρίς εμάς και, όσο εμείς που τον φτιάχνουμε και τον παρακολουθούμε είμαστε πολιτικά όντα, είναι και αυτός.
Αν συναντούσες τη Ραλλού Μάνου για 10 λεπτά, τι θα τη ρωτούσες;
Η καλύτερη ερώτηση που μου έχει γίνει. Σκέφτηκα στην αρχή πως θα την ρωτούσα κάτι για τη δικτατορία που δεν καταλαβαίνω, για την Κλάντεκ, για τον σύζυγό της στη Νέα Υόρκη… αλλά όχι. Δεν θα την ρωτούσα τίποτα. Θα της ζητούσα μια αγκαλιά. Μια αγκαλιά 10 λεπτών.

ΟΛΥΜΠΙΑ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΜΟΥΣΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ ΜΑΡΙΑ ΚΑΛΛΑΣ
Πέμπτη 8, Παρασκευή 9 & Σάββατο 10 Μαΐου | 20:30
Xορογραφία: Νικολαΐδης Γιάννης
Μουσική σύνθεση και εκτέλεση: Αντώνης Παλάσκας
Σχεδιασμός φωτισμών: Τάσος Παλαιορούτας
Κοστούμια: Ιωάννα Τσάμη
Οργάνωση και εκτέλεση παραγωγής: PRO4
Βοηθός χορογράφου: Χριστίνα Πολυχρονιάδου
Χορεύουν: Ιωάννα Αποστόλου, Θεανώ Ξυδιά, Ναταλία Καλογεροπούλου, Ειρήνη Μωραιτέλη