Κλείσιμο σε 10 δευτερόλεπτα..
Κλείσιμο
Κλείσιμο σε 10 δευτερόλεπτα..
Κλείσιμο

Μάθιου Κάσελ: «Δεν συναντώ πλέον ούτε έναν Παλαιστίνιο που να ελπίζει»

Ο βραβευμένος δημοσιογράφος και ντοκιμαντερίστας μοιράζεται την εμπειρία του από δύο δεκαετίες κάλυψης του Παλαιστινιακού.

02.10.2025

Στο τελευταίο του ρεπορτάζ με τίτλο «Our Genocide: How do Israelis feel about the war in Gaza?», ο Μάθιου Κάσελ βαδίζει αργά στην ακροθαλασσιά του Τελ Αβίβ. Γύρω του, παιδιά γελούν, νέοι παίζουν μπιτς βόλεϊ, ζευγάρια λιάζονται στις ξαπλώστρες. Στο μπαρ επικρατεί ατμόσφαιρα πάρτι. Το ειδυλλιακό σκηνικό διαταράσσει η φωνή του Κάσελ. «Δεν μπορώ να σταματήσω να σκέφτομαι», λέει, «πως αν συνεχίσουμε να περπατάμε νότια, σε μόλις 60 χιλιόμετρα φτάνουμε στη Γάζα, όπου οι οργανώσεις λένε ότι υπάρχει λιμός και διεξάγεται γενοκτονία…»

Ο Κάσελ δεν είναι περιστασιακός παρατηρητής. Πολυβραβευμένος δημοσιογράφος και ντοκιμαντερίστας, συνεργάζεται με διεθνή μέσα όπως οι New York Times, ο Guardian, το Channel 4 και το BBC, παλαιότερα με το Vice, αφηγούμενος ιστορίες ανθρώπων των οποίων οι ζωές καταρρέουν υπό το βάρος του πολέμου, του εκτοπισμού, της πολιτικής αναταραχής. Έχει καλύψει μεταξύ άλλων τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, τη σύγκρουση Ισραήλ–Χεζμπολάχ, την κατάσταση στη Συρία μετά την πτώση του Άσαντ, τον πόλεμο Ναγκόρνο-Καραμπάχ.

Με το Παλαιστινιακό, ωστόσο, το οποίο καλύπτει εδώ και είκοσι χρόνια, τον συνδέει κάτι πιο προσωπικό. Στο ντοκιμαντέρ του «Identity and Exile» (Ταυτότητα και Εξορία) περιγράφει πώς, μεγαλωμένος στις ΗΠΑ ως Εβραίος, άκουγε επανειλημένως το αφήγημα πως το Ισραήλ ήταν το όνειρο που έγινε πραγματικότητα: ένα καταφύγιο ασφαλείας για τους Εβραίους μετά το Ολοκαύτωμα. Όλα κατέρρευσαν όμως όταν σε ηλικία 21 ετών πέρασε για πρώτη φορά ένα σημείο ελέγχου στη Δυτική Όχθη, μέσα στη φωτιά της δεύτερης Ιντιφάντα. «Ο κόσμος μου άλλαξε», θυμάται. «Δεν είχα ξαναδεί πόλεμο και κατοχή».

Εκείνη την πρώτη φορά πήγε στη Μέση Ανατολή «ως περίεργος φοιτητής» γιατί η χώρα του (οι ΗΠΑ) «εμπλέκονταν σε διάφορους πολέμους» στην περιοχή, θα πει κατά τη διάρκεια της συζήτησης «Video-First News: Τhe Next Frontier» (Ειδήσεις στην εποχή του βίντεο: Το επόμενο βήμα), στο Διεθνές Forum Δημοσιογραφίας του iMEdD 2025, που χρηματοδοτείται από το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος. Εκεί τον συναντήσαμε στις 27 Σεπτεμβρίου.

Μετά από τόσα χρόνια που καταγράφει το Παλαιστινιακό, έχει ολοκληρωμένη εικόνα για τις αλλαγές που έχουν συντελεστεί. Στο ρεπορτάζ του για το πώς βλέπουν οι Ισραηλινοί την κατάσταση στη Γάζα, αλλά και στο ντοκιμαντέρ του «Along the Green Line» (Κατά μήκος της Πράσινης Γραμμής), οι περισσότεροι Ισραηλινοί Εβραίοι που συναντά υποστηρίζουν την πολιτική του κράτους τους. Ένας άντρας μιλά απροκάλυπτα για «εκκαθάριση» των Παλαιστινίων από τη Γάζα, μια γυναίκα ονειρεύεται την κατεδάφιση του μουσουλμανικού τεμένους Αλ Άκσα ώστε να ανεγερθεί στη θέση του ο Τρίτος Εβραϊκός Ναός (ο Δεύτερος, μετά τον Ναό του Σολόμωντα, καταστράφηκε το 70 μ.Χ.).

Ρωτώ τον Κάσελ αν τέτοιες απόψεις είναι σήμερα πιο διαδεδομένες απ’ ό,τι στο παρελθόν. Η απάντηση έρχεται χωρίς δισταγμό: «Ναι. Πολύ περισσότερο. Δεν είναι μυστικό ότι η ισραηλινή κοινωνία μετατοπίζεται σταθερά προς τα δεξιά – και ότι τα πάλαι ποτέ περιθωριακά ακροδεξιά στοιχεία έχουν σήμερα περάσει στο mainstream». Ως απόδειξη, επικαλείται την παρουσία δύο ακραίων υπουργών στην ισραηλινή κυβέρνηση: του Μπεζαλέλ Σμότριτς στο Οικονομικών και του Ιταμάρ Μπεν Γκβιρ στο Εθνικής Ασφάλειας. «Οι ιδέες που εκφράζουν έχουν γίνει πολύ πιο δημοφιλείς στους Ισραηλινούς Εβραίους, όπως μαρτυρούν οι δημοσκοπήσεις. Αν ταξιδέψεις στο Ισραήλ, θα τις ακούσεις παντού. Αυτό πριν από δέκα ή είκοσι χρόνια δεν υπήρχε».

Ο έξω κόσμος όμως βλέπει κάθε εβδομάδα χιλιάδες ανθρώπους να διαδηλώνουν εναντίον της κυβέρνησης Νετανιάχου. Δεν πρόκειται για μαζική διαμαρτυρία ενάντια στον πόλεμο; Ο Κάσελ βάζει τα πράγματα στη θέση τους: «Δεν διαδηλώνουν γιατί θεωρούν ότι ο πόλεμος είναι απάνθρωπος για τους Παλαιστινίους ή επειδή διεξάγεται γενοκτονία – όπως αποφαίνονται διεθνείς οργανισμοί. Αλλά για τους ομήρους. Αν η απελευθέρωσή τους απαιτεί τον τερματισμό του πολέμου, τότε εντάξει».

Ο ρεπόρτερ ξεκίνησε να καλύπτει το Παλαιστινιακό λίγο μετά την κατάρρευση των ειρηνευτικών συμφωνιών Μαδρίτης και Όσλο. Σε συνέντευξή του στην Popaganda, ο Αμερικανοϊσραηλινός ιστορικός του Ολοκαυτώματος Ομέρ Μπαρτόφ είχε πει ότι την εποχή εκείνων των συμφωνιών επικρατούσε αισιοδοξία. Ο Κάσελ συμφωνεί: «Ναι, ναι. Ακόμα και στο απόγειο της δεύτερης Ιντιφάντα, υπήρχε πολλή ελπίδα».  

Επιβιώνει σήμερα η ελπίδα;

«Σήμερα…», κάνει μεγάλη παύση. «Προσπαθώ να σκεφτώ μία περίπτωση ανθρώπου που ήλπιζε. Όχι. Όχι. Καμία. Έχω περάσει πολύ χρόνο, όχι μόνο με παλαιστινιακές κοινότητες στη Δυτική Όχθη, αλλά και με Παλαιστίνιους πολίτες του Ισραήλ (που ζουν στην Ιερουσαλήμ) και είμαι σε διαρκή επαφή με ανθρώπους στη Γάζα.

»Κανείς από όλες αυτές τις κατηγορίες παλαιστινιακών πληθυσμών δεν έχει εκφράσει τη παραμικρή ελπίδα για την κατάσταση. Αντίθετα, συχνά δηλώνουν απαισιόδοξοι. Η εικόνα είναι ζοφερή. Περισσότερο στη Γάζα, όπου άνθρωποι που αγαπούσαν τον τόπο τους, που ήθελαν απεγνωσμένα να τελειώσει ο πόλεμος και δεν θα είχαν ποτέ σκεφτεί να φύγουν, τώρα λένε ότι αν βρουν ευκαιρία, θα φύγουν. Γιατί δεν ελπίζουν πια».

Τόσες δεκαετίες κατοχής και αντίστασης έχουν επηρεάσει καθοριστικά τις ταυτότητες του Ισραηλινού Εβραίου και του Παλαιστινίου. Όταν ο Κάσελ πρωτοεπισκέφθηκε την περιοχή, υπήρχαν Ισραηλινοί αρνητές στράτευσης – παρά την υποχρεωτική θητεία. «Ήθελαν λύση δύο κρατών και θεωρούσαν την κατοχή, μαζί με τους εποικισμούς, το βασικό εμπόδιο. Σήμερα, υπάρχουν ελάχιστες μεμονωμένες τέτοιες περιπτώσεις, μετά την έναρξη του πολέμου στη Γάζα».

Ο Matthew Cassel σε πάνελ στο Διεθνές Forum Δημοσιογραφίας του iMEdD 2025, που χρηματοδοτείται από το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος.

Ο Matthew Cassel σε πάνελ στο Διεθνές Forum Δημοσιογραφίας του iMEdD 2025, που χρηματοδοτείται από το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος.

«Η εμπειρία όταν υπηρετείς ως δύναμη κατοχής», συνεχίζει, «συνοδεύεται πάντα από μια ανάγκη να δικαιολογήσεις την υποταγή ενός άλλου λαού. Κι αυτό περνά μέσα από την απανθρωποποίησή του. Αυτό βλέπω να εξαπλώνεται στην ισραηλινή κοινωνία σήμερα. Εκεί που κάποτε υπήρχαν διαδηλώσεις, κινήσεις, φωνές υπέρ της λύσης των δύο κρατών, γιατί ακριβώς η κατάσταση ήταν καταστροφική για τους Παλαιστινίους, τώρα έχουν απομείνει μικρές, περιθωριακές τέτοιες πρωτοβουλίες».

Στην άλλη πλευρά, η παλαιστινιακή κοινωνία έχει απωλέσει κάθε ψήγμα ελπίδας. «Αλλά, όπως μου έχουν πει αμέτρητοι Παλαιστίνιοι, για εκείνους δεν είναι παρά η συνέχεια σε ό,τι βιώνουν εδώ και δεκαετίες. Ίσως τώρα είναι χειρότερα, η κατοχή όμως δεν είναι καινούργια εμπειρία - έχει διαμορφώσει μια κουλτούρα αντίστασης που παραμένει ζωντανή. Μόνο που σήμερα, ειδικά στη Γάζα, η έλλειψη ελπίδας είναι απόλυτη. Δεν υπάρχει πια τίποτα να κρατηθείς. Και αυτό γεννά μια απόγνωση που δεν υπήρχε στο παρελθόν».

Μπορεί η απουσία ελπίδας να οδηγήσει σε μεγαλύτερη ριζοσπαστικοποίηση; «Φυσικά». Έχει επισκεφθεί τη Γάζα πολλές φορές, και κάθε φορά που γύριζε, πριν ακόμα από το 2023, έλεγε το ίδιο: «Είναι σαν μια χύτρα που βράζει με το καπάκι κλειστό. Νιώθεις τον θυμό να σιγοκαίει, ακούς την επιθυμία για ευκαιρίες που δεν υπάρχουν, βλέπεις ανθρώπους να πιστεύουν ότι δεν έχουν τίποτα να χάσουν. Η ριζοσπαστικοποίηση συνέβαινε εκεί, μπροστά στα μάτια σου».

Δεν είναι μόνο δική του εντύπωση. «Όλοι οι δημοσιογράφοι που έχουν καλύψει την Παλαιστίνη για καιρό το έχουν διαπιστώσει», λέει. Το πολιτικό τοπίο της περιοχής ριζοσπαστικοποιείται ολοένα και περισσότερο. Η Χαμάς εμφανίστηκε στα τέλη της δεκαετίας του ’80, αλλά έγινε πραγματικά δημοφιλής στο τέλος του ’90 και στις αρχές του 2000. Σήμερα, ο διακηρυγμένος στόχος του ισραηλινού στρατού είναι να την εξαλείψει. «Αλλά τι θα ακολουθήσει μετά; Αυτό είναι το μεγάλο ερώτημα που απασχολεί πολλούς».

Όσο για την Παλαιστινιακή Αρχή, που διατηρεί τον έλεγχο στη Δυτική Όχθη, «γνωρίζω ότι δεν είναι καθόλου δημοφιλής εκεί», σημειώνει. «Ουσιαστικά λειτουργεί ως μηχανισμός που δίνει δουλειές. Θα βρεις ανθρώπους στη Δυτική Όχθη που υποστηρίζουν τη Χαμάς, αλλά κανείς δεν θα το παραδεχτεί ανοιχτά - γιατί μπορεί να συλληφθεί είτε από το Ισραήλ είτε από την Παλαιστινιακή Αρχή. Έτσι, είναι δύσκολο να ξέρεις πόση απήχηση έχει η οργάνωση στην πραγματικότητα».

«Πού βρίσκουν οι έποικοι Ισραηλινοί αγρότες τόσα χρήματα για όπλα;»

Ο Μάθιου Κάσελ έχει βουτήξει πολύ βαθιά σε ένα από τα ζητήματα-«αγκάθια» του Παλαιστινιακού: τους ισραηλινούς εποικισμούς. Πρόκειται για την κατάληψη γης στη Δυτική Όχθη με εκτοπισμό Παλαιστινίων και τη συνεπακόλουθη ανέγερση εβραϊκών οικισμών - μια πρακτική παράνομη κατά το Διεθνές Δίκαιο.

Πίσω από την κάμερα του BBC, ο Κάσελ και η ομάδα του κατέγραψαν από απόσταση αναπνοής πάνοπλους εποίκους την ώρα της δράσης. Μια φιγούρα κυριαρχούσε: του Μοσέ Σαρβίτ. Το «Settlements above the Law» θα μπορούσε να είναι κινηματογραφικό θρίλερ αν δεν ήταν η καθημερινότητα στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη.

Ηνωμένο Βασίλειο και ΗΠΑ επέβαλαν κυρώσεις στον Σαρβίτ (με τις αμερικανικές να αίρονται όταν ο Ντόναλντ Τραμπ ανέλαβε την προεδρία). Λίγους μήνες μετά την επιβολή των κυρώσεων, ο Κάσελ επέστρεψε στην ίδια περιοχή. Ο Σαρβίτ δεν φαινόταν να είχε αλλάξει ρότα ούτε στο ελάχιστο.

Αντίθετα, «είχε αποκτήσει ένα ολοκαίνουργιο 4x4, με το οποίο συνέχιζε να παρενοχλεί Παλαιστινίους και να τους διώχνει από τη γη τους». «Στην ουσία είναι αγρότης», εξηγεί ο Κάσελ. «Αλλά πώς ένας αγρότης –κι άλλοι έποικοι σαν αυτόν- αποκτά συνεχώς νέα οχήματα, όπλα, συστήματα παρακολούθησης; Προφανώς, δεν είναι προϊόντα απλής αγροτικής δραστηριότητας. Από πίσω υπάρχει οργανωτική στήριξη».

Το συμπέρασμα είναι σαφές: «Οι κυρώσεις σε μεμονωμένους εποίκους, σε μεμονωμένα άτομα, δεν αποδίδουν. Οι ίδιοι οι έποικοι μας έλεγαν ότι πάντα βρίσκουν άλλες οδούς χρηματοδότησης, μέσω οργανώσεων, φίλων ή άλλων πηγών. Έτσι μπορούν να αγοράζουν νέο εξοπλισμό, όπως αυτό το νέο όχημα».

Γι’ αυτό, όπως υπογραμμίζουν Ισραηλινοί και Παλαιστίνιοι ακτιβιστές, οι «δυτικές χώρες θα πρέπει να στοχεύσουν ψηλά: να επιβάλουν κυρώσεις στις οργανώσεις που στηρίζουν τους εποίκους, ακόμη και στο ίδιο το κράτος. Μόνο έτσι θεωρούν ότι θα υπάρξει πραγματικό αποτέλεσμα».

«Δεν έχω δει ούτε ένα μέτρο εναντίον των εποικισμών»

Το 2013, στο ντοκιμαντέρ του «The One State Inevitability» («Το αναπόφευκτο του ενός κράτους»), ο Μάθιου Κάσελ σημείωνε ότι η πιο συγκλονιστική αλλαγή από το 2006 ήταν η εκρηκτική αύξηση των ισραηλινών εποικισμών. Ποια αλλαγή τον συγκλονίζει περισσότερο σήμερα;

Η απάντησή του είναι άμεση: η κανονικοποίηση-επισημοποίηση της κατοχής. «Ακόμα και το 2013 πολλοί θεωρούσαν ανέφικτη τη λύση των δύο κρατών. Πώς θα μπορούσε να υπάρξει παλαιστινιακό κράτος με μισό εκατομμύριο Ισραηλινούς εποίκους στη Δυτική Όχθη; Έκτοτε, η κατοχή όχι μόνο συνεχίστηκε, αλλά εμπεδώθηκε ως κανονικότητα».

Η εικόνα που περιγράφει είναι αποκαλυπτική: «Σήμερα, διασχίζοντας τη Δυτική Όχθη, νιώθεις ότι κάθε λόφος είναι κατειλημμένος – από έναν επίσημο εποικισμό ή από ένα φυλάκιο (outpost), μια νέα μορφή ανεπίσημου εποικισμού. Οι εποικισμοί σταδιακά καταλαμβάνουν τη Δυτική Όχθη, εκτοπίζοντας τους Παλαιστίνιους σε μια χούφτα θύλακες. Με εκπλήσσει πόσο έχει επιδεινωθεί η κατάσταση για τους Παλαιστίνιους μέσα σε 10 ή 20 χρόνια».

Τον συγκλονίζει εξίσου η μορφή του διαχωρισμού. «Αν ξεκινήσεις από το Τελ Αβίβ, τη Νετάνια ή αλλού στο εσωτερικό του Ισραήλ και οδηγήσεις μισή ώρα, βρίσκεσαι ήδη στη Δυτική Όχθη χωρίς καν να το αντιληφθείς. Δεν υπάρχουν ορατά σύνορα, οι δρόμοι είναι ίδιοι, οι εποικισμοί μοιάζουν με ισραηλινές πόλεις ή συνοικίες. «Μόνο όταν επιστρέφεις προς το Ισραήλ, συναντάς τα σημεία ελέγχου. Και πάλι, αν οδηγείς αυτοκίνητο με κίτρινες πινακίδες – δηλαδή ισραηλινό– συνήθως περνάς χωρίς να σε σταματήσουν. Αν είσαι Παλαιστίνιος, σε σταματούν και δεν σου επιτρέπουν να κάνεις την ίδια διαδρομή. Ο διαχωρισμός είναι ξεκάθαρος».

Στη Δυτική Όχθη, μια διαδρομή διαρκεί λίγα λεπτά για τον Ισραηλινό έποικο. Για τον Παλαιστίνιο, η ίδια απόσταση μπορεί να φθάσει να διανυθεί σε μία ώρα, ανάμεσα σε μπλόκα και αποκλεισμένους δρόμους. «Η καθημερινότητα των δύο κοινοτήτων είναι η μέρα με τη νύχτα. Δεν είναι τυχαίο που κάθε οργάνωση ανθρωπίνων δικαιωμάτων –ακόμη και εντός Ισραήλ– χαρακτηρίζει την κατάσταση στη Δυτική Όχθη Απαρτχάιντ».

Μια ματιά στον χάρτη αρκεί. Η Δυτική Όχθη μοιάζει με ελβετικό τυρί: παλαιστινιακές «νησίδες» απομονωμένες μεταξύ τους, με τους εποικισμούς να υψώνονται ανάμεσά τους. «Σαν τις Κυκλάδες ή τα Δωδεκάνησα», λέει. «Μόνο που οι Παλαιστίνιοι δεν έχουν “βάρκες” για να ταξιδέψουν από το ένα νησί στο άλλο. Είναι αποκομμένοι, χωρίς τα μέσα να επιβιώσουν στα “νησιά” τους».

Επί δεκαετίες, οι κυβερνήσεις καταδίκαζαν τους εποικισμούς. Στα χαρτιά. «Στην πράξη, όμως, κανείς δεν έκανε τίποτα για να σταματήσει την ανέγερση νέων – πόσο μάλλον για να απομακρύνει τους ήδη εγκατεστημένους στη Δυτική Όχθη εποίκους», τονίζει ο Κάσελ. «Όσοι γνωρίζουν βαθιά τη σύγκρουση λένε ότι χωρίς αυτό το βήμα δεν μπορεί να υπάρξει λύση δύο κρατών. Προσωπικά, όλα αυτά τα χρόνια δεν είδα ούτε ένα μέτρο προς αυτή την κατεύθυνση».

«Όσα αντιμετωπίζω εγώ δεν είναι τίποτε μπροστά σε όσα περνούν οι συνάδελφοί μου στη Γάζα»

Όση ώρα συζητάμε, σκέφτομαι διαρκώς ότι ο Μάθιου Κάσελ καταγράφει τη μακροβιότερη σύγκρουση της σύγχρονης ιστορίας. Μια σύγκρουση που ξεκίνησε μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, με ορόσημο το 1967, όταν το Ισραήλ κατέλαβε τη Γάζα και τη Δυτική Όχθη, παραβιάζοντας την «Πράσινη Γραμμή» — τη γραμμή ανακωχής που είχε ορίσει ο ΟΗΕ το 1949, μετά τον αραβοϊσραηλινό πόλεμο, και υποδείκνυε τα όρια του ισραηλινού κράτους. Η ένταση στην περιοχή είναι μόνιμη, και υποφώσκει απειλητική ακόμα και σε περιόδους φαινομενικής ηρεμίας.

Στο «Along the Green Line», βλέπουμε τον Κάσελ να γίνεται στόχος ενός περαστικού Εβραίου που εκρήγνυται μόλις ακούει τη λέξη «κατοχή»: «Δεν καταλάβαμε τη Γάζα – είναι δική μας!» Στο «Our Genocide», μια γυναίκα διακόπτει συνέντευξη για να προειδοποιήσει την ερωτώμενη: «Είναι φιλοπαλαιστίνιος». Ο ρεπόρτερ ακροπατά στα όρια μιας κινούμενης άμμου.

«Ναι, είναι πολύ δύσκολο να κάνεις δημοσιογραφία στο Ισραήλ και την Παλαιστίνη. Πρώτα απ’ όλα, θα ήθελα να βρίσκομαι τώρα στη Γάζα – όπως και πολλοί συνάδελφοί μου. Όμως δεν μπορούμε. Το Ισραήλ μπλοκάρει την πρόσβαση. Μας αρνούνται την πρόσβαση σε μια περιοχή για την οποία μιλάει ολόκληρος ο κόσμος, όπου οργανώσεις δικαιωμάτων λένε ότι συμβαίνει γενοκτονία και λιμός. Δεν μπορούμε να βρεθούμε εκεί και να κάνουμε ανεξάρτητο ρεπορτάζ. Αυτό είναι το πρώτο εμπόδιο».

Υπάρχει όμως κι ένα δεύτερο: η ίδια η ισραηλινή κοινωνία. «Η πλειονότητά της στηρίζει τον πόλεμο. Ακόμα κι αν –όπως καταγράψαμε- πολλοί θέλουν συμφωνία για την απελευθέρωση των ομήρων, υπάρχει ένα αίσθημα πατριωτικού καθήκοντος να στηρίξουν την πολεμική προσπάθεια. Αν κάνεις λοιπόν ερωτήσεις που αμφισβητούν αυτή την οπτική μπορεί να συναντήσεις εχθρότητα. Όχι πάντα – υπάρχουν και άνθρωποι πρόθυμοι να μιλήσουν και φιλόξενοι. Αυτό το εκτιμώ στην ισραηλινή κοινωνία».

Το συγκρίνει με άλλες εμπειρίες. «Το ίδιο συνέβαινε και μετά την 11η Σεπτεμβρίου στην Αμερική - ή αν πήγαινα σήμερα στη Ρωσία και ρωτούσα για τον πόλεμο στην Ουκρανία. Και κατά τη διάρκεια του πολέμου του Ιράκ υπήρχε μια ανάλογη αίσθηση “πατριωτισμού” όπως το ονομάζαμε, που καθιστούσε δύσκολο να αμφισβητήσεις ανοιχτά τους ανθρώπους».

Ποια ήταν η στιγμή που δοκίμασε τα όριά του στην κάλυψη του Παλαιστινιακού; «Έχω βρεθεί σε πολλές δύσκολες καταστάσεις», παραδέχεται. «Αλλά όσα αντιμετωπίζω εγώ δεν είναι τίποτε μπροστά σε όσα περνούν οι συνάδελφοί μου στη Γάζα. Θέλω να είμαι εκεί, όχι μόνο για να καταγράψω, αλλά και για να στηρίξω, να προσφέρω μια ανάσα στους Παλαιστίνιους συναδέλφους μου. Αφού δεν γίνεται, κάνω ό,τι μπορώ στο Ισραήλ και τη Δυτική Όχθη. Αυτές οι ιστορίες έχουν σημασία· και αφορούν ανθρώπους για τους οποίους νοιάζομαι – Ισραηλινούς και Παλαιστίνιους, παγιδευμένους στην κατάσταση».

Δική του αποστολή είναι να κρατά το μικρόφωνο ανοιχτό, ελπίζοντας πως η κατανόηση της κατάστασης θα φέρει γρηγορότερα ειρήνη και δικαιοσύνη, λέει. «Καμία πρόκληση δεν είναι τόσο μεγάλη για να με βγάλει από αυτόν τον δρόμο».

«Τα πράγματα αλλάζουν»

Το χάσμα ωστόσο ανάμεσα στις δύο πλευρές και τα αφηγήματά τους είναι σήμερα ίσως μεγαλύτερο από ποτέ. Υπάρχει δρόμος προς τα εμπρός;

«Τα πράγματα αλλάζουν, αυτό είναι σαφές», απαντά. «Το είδαμε κι εχθές, όταν μίλησε ο Νετανιάχου στον ΟΗΕ και η συντριπτική πλειοψηφία εγκατέλειψε την αίθουσα. Σε όλο τον κόσμο, οι άνθρωποι μιλούν ολοένα και περισσότερο για τη σύγκρουση· ολοένα και περισσότεροι στηρίζουν τους Παλαιστίνιους, ιδιαίτερα στις ΗΠΑ και ειδικά οι νέοι. Κάτι αλλάζει. Πού θα οδηγήσει; Δεν ξέρω. Αλλά αλλάζει».

Σηκώνει το βλέμμα σαν να ψάχνει κάποια απάντηση στον αθηναϊκό ορίζοντα. Σκέφτομαι την εικόνα που περιέγραψε. Την αίθουσα του ΟΗΕ να αδειάζει με τους διπλωμάτες να αποχωρούν σε ένδειξη διαμαρτυρίας. Την ίδια ώρα που η Γάζα αδειάζει κι αυτή – εξαιτίας όμως βίαιου εκτοπισμού. Δύο τόποι που επιτέλους συναντήθηκαν για λίγο μέσα από τις εκκωφαντικές σιωπές τους.

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΑΠΟ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
NEWS
JUST PUBLISHED
Save