
«Ο αριστερός οικονομολόγος Μπόρις Καγκαρλίτσκι σαπίζει σε ρωσική φυλακή. Στάθηκε ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις της εποχής Γέλτσιν που γέννησαν τη σημερινή ολιγαρχία. Ένα τρισάθλιο κελί ήταν η ανταμοιβή του. Αν στις 19 Απριλίου βρίσκεστε στο Μιλγουόκι, ελάτε σε αυτή την εκδήλωση»: Αυτό αναρτούσε πρόσφατα στο X ο Γιάνης Βαρουφάκης, και πολλοί αναρωτήθηκαν ποιος είναι ο φυλακισμένος Ρώσος τον οποίο στηρίζει.
Στην αφίσα της εκδήλωσης στις ΗΠΑ στην οποία καλούσε ο επικεφαλής του ΜεΡΑ25, σημειωνόταν ότι ο Καγκαρλίτσκι είναι «διαπρεπής διανοούμενος» της Ρωσίας, που έχει φυλακιστεί το 1982, το 1993, και μερικές ακόμα φορές μέχρι σήμερα, στα 66 του, που καταδικάστηκε σε κάθειρξη πέντε χρόνων για «δικαιολόγηση της τρομοκρατίας».
Το «έγκλημά» του αυτή τη φορά; Ότι άσκησε κριτική για τον πόλεμο του Πούτιν ενάντια στην Ουκρανία, τον οποίο θεωρεί ως απόπειρα του Ρώσου προέδρου να στρέψει την προσοχή των Ρώσων μακριά από τα εγχώρια δεινά, καθώς οι «στρατηγιστές του Κρεμλίνου δεν ενδιαφέρονταν καθόλου για τη μοίρα των ανθρώπων στο Λουγκάνσκ και το Ντονέτσκ ή ακόμη και για το μέλλον της Ουκρανίας». Έχει καλέσει τους Δυτικούς συναδέλφους του να μη ζητούν «κατανόηση του Πούτιν και του καθεστώτος του» γιατί εκείνοι δεν θα ήθελαν να υφίστανται την αυταρχικότητά του. Τόνιζε ότι το καθεστώς αποτελεί απειλή «για τους ίδιους τους Ρώσους, τον λαό και την κουλτούρα, το μέλλον τους».
Ο Ρώσος διανοούμενος, για τον οποίο έχει ξεκινήσει διεθνής εκστρατεία αλληλεγγύης, είχε δώσει το 2014 εκτενή συνέντευξη στην υπογράφουσα για το περιοδικό «Crash». Σε αυτή είχε μιλήσει εκτενώς για την ελληνική κρίση. Τόνιζε ότι στόχος της τρόικας ήταν να παραδώσει τον ελληνικό πλούτο σε μια μικρή -κυρίως διεθνή- ελίτ, προέβλεπε ότι η κατάσταση θα επιδεινωνόταν αν η Ελλάδα δεν κήρυττε αθέτηση πληρωμών – και παρότρυνε να πιστεύουμε στις δυνάμεις μας, γιατί η δράση εμπεριέχει την αλλαγή.
Ακολουθεί η συνέντευξη του Μπαρίς Καγκαρλίτσκι στη Δέσποινα Παπαγεωργίου, όπως δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Crash τον Οκτώβριο του 2014:
Ήταν ανέκαθεν ανήσυχο πνεύμα. Οι ιδέες του δεν «βολεύονταν» ούτε υπό τη σκέπη του υπαρκτού σοσιαλισμού, αφού ήδη το 1980 αποπεμπόταν ως αντιφρονούντας από την Κρατική Σχολή Θεατρικής Τέχνης της Μόσχας όπου σπούδαζε κριτικός τέχνης. Η δυναμική συμμετοχή του στο κίνημα samizdat, που είχε δημιουργηθεί για να διακινεί απαγορευμένες στην ΕΣΣΔ εκδόσεις από χέρι σε χέρι, θα κατέληγε στη σύλληψή του το 1982. Αφέθηκε ελεύθερος τον επόμενο χρόνο. Επί Περεστρόικα του επετράπη να συνεχίσει τις σπουδές του. Την περίοδο 1990-1993 θα εκλεγόταν βουλευτής Μόσχας καθώς και στην Εκτελεστική Επιτροπή του Σοσιαλιστικού Κόμματος της Ρωσίας. Οι ιδέες του όμως δεν θα «βολεύονταν» ούτε υπό την ηγεσία του Μπαρίς Γέλτσιν, όταν η μεγάλη χώρα πλέον τρέκλιζε, φάντασμα του σοβιετικού κραταιού εαυτού της. Έτσι, τον Οκτώβριο του 1993 θα συλλαμβανόταν επειδή αντιπολιτευόταν με δριμύτητα το καθεστώς Γέλτσιν. Πρόκειται για τον Μπαρίς Καγκαρλίτσκι, που σήμερα είναι από τους εγκυρότερους πολιτικούς αναλυτές της Ρωσίας, διευθυντής του Ινστιτούτου της Μόσχας για την Παγκοσμιοποίηση και τα Κινήματα, συντονιστής για την Παγκόσμια Κρίση στο Transnational Institute και αρχισυντάκτης του περιοδικού Levaya Politika στη Μόσχα.
Έχει διδάξει Πολιτικές Επιστήμες στο Κρατικό Πανεπιστήμιο της Μόσχας, στη Σχολή της Μόσχας για τις Κοινωνικές και Οικονομικές Επιστήμες, καθώς και στο Ινστιτούτο Κοινωνιολογίας της Ρωσικής Ακαδημίας Επιστημών. Έχει συγγράψει πολλά βιβλία, όπως το «Παλινόρθωση στη Ρωσία», «Η Αυτοκρατορία της Περιφέρειας: Η Ρωσία και το Παγκόσμιο Σύστημα» και το «Η Ρωσία υπό τον Γέλτσιν και τον Πούτιν: Νεοφιλελεύθερη Κυριαρχία». Αρθρογραφεί τακτικά στους «Moscow Times», το «Eurasian Home» και στη «φωλιά» της προοδευτικής διανόησης με επικεφαλής τον σπουδαίο Νόαμ Τσόμσκι, το ZNet. Άρθρα και συνεντεύξεις του δημοσιεύονται συχνά σε διεθνή ΜΜΕ. Σήμερα ασκεί κριτική και στον ισχυρό Βλαντίμιρ Πούτιν. «Χρησιμοποιεί τόση δημοκρατία και τόσο αυταρχισμό όσο χρειάζεται για να λειτουργήσει η συναίνεση μεταξύ κοινωνίας και κράτους χωρίς να απειλούνται τα συμφέροντα της ολιγαρχίας» λέει. Επικοινωνήσαμε μαζί του τηλεφωνικά.
Τον βρήκαμε στη Μόσχα, στο γραφείο του ινστιτούτου που διευθύνει. Και αφού διανύουμε μια περίοδο που η Ελλάδα ξεπουλιέται «όσο όσο», θεωρήσαμε καλή ιδέα να πιάσουμε το νήμα της συζήτησης από μια τραυματική περίοδο της Ρωσίας, όταν η χώρα, αμέσως μετά την πτώση της ΕΣΣΔ, θα καθίστατο το μεγαλύτερο πείραμα μαζικών ιδιωτικοποιήσεων στην παγκόσμια ιστορία, ένα πείραμα που διοργανώθηκε από το ΔΝΤ και την Παγκόσμια Τράπεζα, με χρηματοδότηση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ μέσω του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ.
«Κατ’ αρχάς, αυτό οδήγησε τη χώρα σε μαζική αποβιομηχανοποίηση, μαζική καταστροφή της βιομηχανίας» μου λέει ο Μπαρίς Καγκαρλίτσκι, αποτιμώντας τις συνέπειες, 23 χρόνια μετά. «Τα πράγμα τα όμως έγιναν ακόμη χειρότερα εξαιτίας της τρομακτικού μεγέθους απώλειας δυνατοτήτων στην επιστήμη και την έρευνα, αφού μεγάλο κομμάτι τους πέθανε μαζί με τη βιομηχανία. Δεν πρέπει λοιπόν να μιλά κανείς για μετα-βιομηχανική κοινωνία, γιατί πέθαναν όχι μόνο πολλές βιομηχανικές δυνατότητες, αλλά και πολλές δεξιότητες».
Η Ρωσία δεν βίωσε κάτι μοναδικό, μου λέει. Το μοναδικό, όμως, στη ρωσική περίπτωση ήταν η κλίμακα του φαινομένου. «Πράγματι, ήταν το μεγαλύτερο πείραμα ιδιωτικοποιήσεων στην παγκόσμια ιστορία, οπότε η βιομηχανική καταστροφή ήταν πρωτοφανής στα παγκόσμια χρονικά. Αποτέλεσμα, η αποανάπτυξη της χώρας…» Η Ρωσία έγινε παραγωγός πρώτων υλών και με αυτό τον τρόπο «άρχισε να μοιάζει περισσότερο με χώρες όπως η Σαουδική Αραβία, το Ιράν ή η Νιγηρία, που εξαρτώνται πλήρως από τη διεθνή αγορά του πετρελαίου και των πρώτων υλών». Ο γίγαντας είχε πλέον γίνει νάνος. «Η ρωσική κοινωνία, όμως, ποτέ δεν αποδέχτηκε το αποτέλεσμα των ιδιωτικοποιήσεων» μου λέει.
Οπότε, κάθε φορά που αναδύεται προοπτική για πολιτική ή κοινωνική αλλαγή, «το ζήτημα της επανεθνικοποίησης επανέρχεται -συζητείται τώρα, συζητούνταν το 2008, συζητούνταν στα τέλη του ’90. Είναι ένα ζήτημα που παραμένει ανοιχτό, κάτι πολύ ενδιαφέρον πολιτικά- και εκείνο που επιχειρείται είναι να νομιμοποιήσουν τα αποτελέσματα των ιδιωτικοποιήσεων, αφού δεν τα αποδέχεται η συντριπτική πλειοψηφία της κοινωνίας, ενώ ακόμα και μέρος της ελίτ τα θεωρεί πολύ προβληματικά».

Και η ελίτ, λοιπόν, συμφωνεί;
«Το μόνο που επαναλαμβάνουν συχνά για να υποστηρίξουν τα αποτελέσματα των ιδιωτικοποιήσεων είναι ότι, ανεξάρτητα με το αν αυτά είναι καλά ή κακά, δίκαια ή άδικα, νόμιμα ή μη νόμιμα, δεν πρέπει να αρθούν, γιατί κάτι τέτοιο θα οδηγούσε σε κοινωνική αναταραχή και εμφύλιο πόλεμο. Ποτέ όμως δεν λένε ότι τα αποτελέσματα αυτά είναι θετικά ή συνιστούν επιτυχία».
«Στόχος της τρόικας, να παραδώσει τον ελληνικό πλούτο στη διεθνή ελίτ»
Στην Ελλάδα, επισημαίνω, βγαίνουν «στο σφυρί» ακόμα και το νερό, ακόμα και ο αιγιαλός. Προσεχώς, και ο αέρας που αναπνέουμε…
«Οι νεοφιλελεύθεροι μεταρρυθμιστές υλοποιούν το ίδιο πρόγραμμα σε όλο τον κόσμο, είτε πρόκειται για την Ελλάδα, είτε για τη Ζιμπάμπουε είτε για κάποια χώρα της Λ. Αμερικής, της Ασίας ή της Ευρώπης», σχολιάζει.«Πρόκειται για τις ίδιες μεταρρυθμίσεις που παρουσιάζονται σαν προσπάθεια εκσυγχρονισμού και βελτίωσης της οικονομίας». Διακηρυγμένος στόχος και η μείωση του χρέους, κάτι που ωστόσο δεν συμβαίνει. «Δεν έχουν καταφέρει να παρουσιάσουν καμία απόδειξη, από κανένα σημείο του πλανήτη, ότι η οικονομική αποτελεσματικότητα αυξάνεται ως αποτέλεσμα των μαζικών ιδιωτικοποιήσεων».
Αναφέρει την έρευνα του Πολωνού οικονομολόγου Ταντέους Κοβάλικ για τις ιδιωτικοποιήσεις στη Βρετανία της Θάτσερ, σύμφωνα με την οποία το αποτέλεσμα ήταν αρνητικό για όσους ιδιωτικοποίησαν - ή, τουλάχιστον, όχι ενθαρρυντικό. Και ότι σε γενικές γραμμές οι ιδιωτικοποιήσεις δεν είχαν επίδραση στην γενική απόδοση αυτών των εταιρειών.
«Στην περίπτωση της Ελλάδας, δε», θα μου πει, «είναι ιδιαίτερα ξεκάθαρο ότι το χρέος της χώρας χρησιμοποιήθηκε απλώς ως πρόφαση ή ευκαιρία να λεηλατηθεί ο πλούτος της και να μεταφερθεί στα χέρια μιας μικρής, κυρίως διεθνούς, ελίτ».
Τα πρώτα νεοφιλελεύθερα πειράματα εφαρμόστηκαν σε χώρες με αυταρχικά καθεστώτα, όπως στη Χιλή του αιμοσταγούς Πινοσέτ. Σήμερα, όμως, εφαρμόζονται σταδιακά σε χώρες με δημοκρατικό πολίτευμα – και αυτό συμβαίνει ενώ ακόμα και η ίδια η Θάτσερ είχε αντιγυρίσει στον μέντορά της οικονομολόγο Φρίντριχ φον Χάγεκ, που εκθείαζε τις «οικονομικές μεταρρυθμίσεις» Πινοσέτ, ότι αυτές είναι ασύμβατες με τη συνταγματική δημοκρατία. Συμφωνείτε με τη συγκεκριμένη ρήση της Θάτσερ;
«Η μεγάλη επιτυχία του νεοφιλελευθερισμού το ’80, το ’90 και την τελευταία δεκαετία είναι ότι κατόρθωσε να παραλύσει τους δημοκρατικούς θεσμούς. Οι δημοκρατικοί θεσμοί τυπικά υπάρχουν: πολιτικά κόμματα, νομοθεσία που εφαρμόζεται λίγο-πολύ… Η δημοκρατία φαίνεται να υπάρχει, οι πολίτες μπορούν να εκλέξουν το Κοινοβούλιό τους, αλλά, την ίδια στιγμή, αφαιρείται σταδιακά από αυτούς τους θεσμούς η επιρροή τους με όρους πραγματικής λήψης αποφάσεων.
»Και αυτό είναι μια πολύ έξυπνη λύση, γιατί, για παράδειγμα, στα πρώτα νεοφιλελεύθερα καθεστώτα στη Λατινική Αμερική, έπρεπε να καταστρέψουν τους δημοκρατικούς θεσμούς, κάτι που προκάλεσε πολύ πιο σοβαρή αντίσταση και επίσης υπονόμευσε τη νομιμότητα, την αξιοπιστία και τη φήμη τους.
»Την τελευταία δεκαετία απεργάστηκαν μια μέθοδο που τους επιτρέπει να κρατάνε τους δημοκρατικούς θεσμούς τεχνικά άθικτους, αλλά να τους αποσυνδέουν σταδιακά από τη διαδικασία λήψης αποφάσεων και την πραγματική εξουσία. Και αυτό επιτρέπει όχι μόνο να τηρείται μια επίφαση δημοκρατίας στις χώρες που εφαρμόζονται αυτές οι μεταρρυθμίσεις, αλλά ταυτόχρονα να παραλύουν ποικιλοτρόπως και να αποπροσανατολίζουν τη λαϊκή αντίσταση. Γιατί οι πολίτες οδηγούνται να λειτουργούν μέσω αυτών των θεσμών, να απευθύνονται σε αυτούς, να τους επικρίνουν ή να προσπαθούν να πάρουν τον έλεγχό τους. Η νεοφιλελεύθερη μετάλλαξη είναι πολύ επιτυχημένη γιατί κατορθώνει να υπονομεύει τη δημοκρατία χωρίς να εγκαθιδρύει επίσημα μια δικτατορία».
Κάν’ το όπως οι νεοφιλελεύθεροι
Σχολιάζω ότι στην περίπτωση, για παράδειγμα, της Γαλλικής ή της Οκτωβριανής Επανάστασης, λαοί που είχαν φτωχοποιηθεί και είχαν στερηθεί κάθε έννοια αξιοπρέπειας, ξεσηκώθηκαν ενάντια σε μια ελίτ που προσεταιριζόταν τον πλούτο. Σήμερα, σε χώρες όπως αυτές της Νότιας Ευρώπης, η ελίτ δημιουργεί ξανά στρατιές φτωχών, άρρωστων και αδαών, θεωρώντας προφανώς ότι έτσι θα μπορεί να συνεχίσει να εφαρμόζει αυτές τις πολιτικές. Πόσο πιθανό είναι αυτοί οι πληθυσμοί να εξεγερθούν;
«Θεωρώ ότι είναι τεχνικά εφικτό. Η ειρωνεία της υπόθεσης είναι ότι οι ίδιοι αυτοί νεοφιλελεύθεροι πολιτικοί δημιούργησαν ξανά ένα προηγούμενο: οργάνωσαν τις ονομαζόμενες αντεπαναστάσεις κι έτσι διέλυσαν τους ήδη υπάρχοντες θεσμούς στις περιπτώσεις που οι κυβερνήσεις δεν υπάκουαν στις νεοφιλελεύθερες επιταγές. Σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις, αυτές οι αντεπαναστάσεις δεν κατευθύνονταν εναντίον δικτατορικών καθεστώτων, αλλά εναντίον εκλεγμένων κυβερνήσεων με “προβληματικά” διαπιστευτήρια, φυσικά. Δεν ήταν όμως λιγότερο εκλεγμένες από ό,τι οι κυβερνήσεις και τα θεσμικά όργανα της Δύσης».
Ναι μεν στόχευαν διεφθαρμένες κυβερνήσεις, συμπληρώνει, αλλά «αν ήταν να οργανώνουμε εξέγερση εναντίον κάθε διεφθαρμένης κυβέρνησης, τότε καμία κυβέρνηση στον πλανήτη δεν θα στεκόταν όρθια για πολύ, γιατί όλες είναι διεφθαρμένες».
Γιατί θεωρείτε ότι δημιουργείται προηγούμενο;
«… Γιατί όλες οι μέθοδοι που χρησιμοποιούν οι νεοφιλελεύθεροι για να κινητοποιήσουν ενάντια σε κυβερνήσεις που δεν πληρούν τα στάνταρντ του διεθνούς κεφαλαίου, ή έστω των ΗΠΑ ή της ΕΕ, μπορούν να χρησιμοποιηθούν πιο μαζικά, με πολύ μεγαλύτερη σοβαρότητα και σε πολύ μεγαλύτερη κλίμακα από τους φτωχούς στις ίδιες ευρωπαϊκές χώρες. Αυτό θα οδηγήσει στη δημιουργία νέων παράλληλων θεσμών που θα αντικαταστήσουν τους προηγούμενους μη λειτουργικούς».
Ο Μπαρίς Καγκαρλίτσκι «προφήτευε» ήδη από το 2010 ότι η ελίτ της Δυτικής Ευρώπης θα επιβίωνε από το τότε κύμα απεργιών και θα συνέχιζε ακάθεκτη με τις πολιτικές της. Πράγματι. Οπότε, ποια μορφή αντίστασης θα ήταν πιο αποτελεσματική;
Ήδη ανέφερε τη δημιουργία παράλληλων θεσμών. «Το δεύτερο σημαντικό είναι ότι η πολιτική ατζέντα της Αριστεράς πρέπει να επαναπροσδιοριστεί, θέτοντας στην κορυφή της ταξικά και οικονομικά ζητήματα», όπως κρατικοποιήσεις, άμεσο δημόσιο έλεγχο της παραγωγής, έλεγχο από τους εργαζόμενους και ακύρωση του ιδιωτικού και του δημόσιου χρέους.
Ένα πολύ δημοφιλές σύνθημα στη Νοτιοανατολική Ουκρανία, μου λέει, αφορά στην ακύρωση του χρέους. «Σπουδαίο επίτευγμα και μεγάλο χαστούκι στο χρηματοοικονομικό κεφάλαιο».
Θα αντιστρέψει εντελώς την κυρίαρχη αφήγηση περί αδήριτης ανάγκης αποπληρωμής του χρέους: «Αν το χρέος δεν ακυρώνεται κατά περιόδους, οι οικονομίες της αγοράς δεν θα μπορούν να λειτουργήσουν. Αν δεν ακυρωνόταν κατά φάσεις στην ιστορία, τότε το συνολικό χρέος όλων των κοινωνιών θα ήταν τόσο μεγάλο που καμιά οικονομία δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει, ακόμα και στον καπιταλισμό. Η αθέτηση του χρέους είναι απολύτως απαραίτητο εργαλείο, χωρίς το οποίο η οικονομία θα παρέλυε κάποια στιγμή. Ακόμη και στην Αρχαία Ελλάδα και την Αρχαία Ρώμη διέγραφαν το χρέος».
Όπως ο Σόλων, με τη «σεισάχθεια»…
«Ακριβώς. Οπότε, ας διδαχθούμε από την ελληνική ή τη ρωμαϊκή ιστορία».
«Αθέτηση πληρωμών, η μόνη λύση»
Η ΕΕ θα αποφύγει τη χρεοκοπία των υπερχρεωμένων χωρών με κάθε κόστος, έγραφε ο Καγκαρλίτσκι. Ακόμα και αν χρειαστεί να φτωχοποιήσει τους πληθυσμούς τους, να καθαιρέσει τις κυβερνήσεις τους και να παραδώσει τη χώρα σε ξένες εταιρείες. Η κήρυξη χρεοκοπίας είναι η μόνη λύση γι’ αυτές τις χώρες, υποστήριζε.
«Το σύνηθες επιχείρημα των νεοφιλελεύθερων είναι “αν ακυρώσετε το χρέος, κανείς δεν θα σας δανείζει πια”. Αληθές όμως είναι το εντελώς αντίστροφο» μου λέει. «Όταν είσαι υπερχρεωμένος, οι τραπεζίτες δεν σου δίνουν πίστωση ή σου δίνουν με εξαιρετικά υψηλό επιτόκιο γιατί αντιμετωπίζουν αυξημένο ρίσκο... Ποιο είναι το ρίσκο; Να κηρύξεις χρεοκοπία. Οπότε, πρέπει να τους πληρώσεις γιατί παίρνουν το ρίσκο να προβείς σε μια ενέργεια στην οποία δεν θα σε αφήσουν να προβείς. Παρανοϊκό. Οπότε, κηρύττεις χρεοκοπία και το ρίσκο δεν υπάρχει πια. Οι χώρες που το έκαναν σταδιακά έγιναν ελκυστικές για τους επενδυτές, όπως η Ρωσία το 1998, η Αργεντινή το 2001, αναπτύχθηκαν πολύ γρήγορα έκτοτε και τους παρασχέθηκε πίστωση όποτε τη χρειάστηκαν».
Θεωρεί ότι «το πρόβλημα με την Ελλάδα είναι πιο σοβαρό, γιατί η χώρα δεν διαθέτει βιομηχανικό τομέα όπως η Ρωσία το 1998 ή η Αργεντινή το 2001... Όμως, αν αυτή η κατάσταση συνεχιστεί, θα χειροτερεύσει… Αν και η χρεοκοπία ενέχει κινδύνους μεγαλύτερους από ό,τι στην περίπτωση της Αργεντινής, εξακολουθεί να αποτελεί την καλύτερή σας επιλογή αυτή τη στιγμή».
Λύση, οι αναδυόμενες οικονομίες;
Αναφέρω ότι η Ρωσία δεν επηρεάστηκε τόσο από την οικονομική κρίση. Τονίζει ότι αναπάντεχος «πολύ καλός σύμμαχος» της Ρωσίας για να επανακάμψει από το «σοκ» του 2008 χάρη στην υψηλή τιμή του πετρελαίου υπήρξε η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ, που τύπωσε χρήμα για να σώσει τις αμερικανικές τράπεζες. «Αυτά τα δολάρια κάποια στιγμή εισήλθαν στην κερδοσκοπική αγορά, έφθασαν στην αγορά πετρελαίου και αύξησαν την τιμή του».
Το 2011-2012, η ρωσική κυβέρνηση εφάρμοσε κάποια αναπτυξιακά μέτρα «όχι επειδή ήταν κεϋνσιανή -δεν ήταν-, αλλά κυρίως επειδή φοβόταν ότι θα ξεσπάσουν διαδηλώσεις» μου λέει.
Επί Πούτιν, «επέστρεψαν οι πιο ορθόδοξες νεοφιλελεύθερες πολιτικές… Η κατάσταση χειροτέρευσε με την είσοδο της χώρας στον ΠΟΕ. Σήμερα η ρωσική οικονομία είναι στάσιμη, αλλά συγκρινόμενη με άλλες, δείχνει καλύτερη».
Στη Ρωσία, ένα δημοφιλές ανέκδοτο λέει πως «ό,τι μας έλεγαν για τον κομμουνισμό ήταν ψέματα, αλλά ό,τι μας έλεγαν για τον καπιταλισμό ήταν αλήθεια». Του το αναφέρω. «Και δημοσκοπήσεις (π.χ. 2009, Ινστιτούτο Λεβάντα της Μό σχας) επιβεβαιώνουν ότι σχεδόν το 60% των Ρώσων λυπάται για την πτώση της ΕΣΣΔ» συμπληρώνω.
Επιβεβαιώνει ότι η μεγάλη πλειοψηφία, όχι μόνο των Ρώσων, αλλά και των πολιτών στις περισσότερες χώρες της πρώην ΕΣΣΔ έχει τώρα πολύ θετική άποψη για την ΕΣΣΔ... «Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι οι άνθρωποι θέλουν να επιστρέψουν στην εποχή εκείνη. Αλλά ότι αναγνωρίζουν τη θετική πλευρά της σοβιετικής εμπειρίας, το κράτος πρόνοιας. Και θέλουν αυτό να επιστρέψει σε κάποια μορφή του. Πρόκειται για κομβικό ζήτημα στην πολιτική ζύμωση που εξελίσσεται σε χώρες όπως η Ουκρανία σήμερα».
Με ενημερώνει ότι στην Ουκρανία τμήμα του κινήματος αντίστασης καλεί να γίνει η χώρα κοινωνική δημοκρατία. «Δεν λένε σοσιαλιστική, λένε κοινωνική, δηλαδή κράτος πρόνοιας με μια μεικτή οικονομία στην οποία οι μεγάλες εταιρείες θα κρατικοποιηθούν υπέρ του κοινωνικού συνόλου».
Tον Ιούλιο, οι χώρες BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα, Ν. Αφρική) πήραν μια απόφαση που έφερε τα δυτικά ΜΜΕ στα πρόθυρα υστερίας: «Η Ρωσία παρακινεί τις BRICS να αμφισβητήσουν τις ΗΠΑ» έγραφαν οι «Financial Times». Τι είχε συμβεί; Οι BRICS είχαν ανακοινώσει τη δημιουργία της δικής τους αναπτυξιακής, αντίστοιχης του ΔΝΤ, τράπεζας, που θα παρέχει δάνεια με πιο ευνοϊκούς όρους.
Θεωρείτε ότι αυτή η πρωτοβουλία μπορεί όντως να κλονίσει την πρωτοκαθεδρία του δολαρίου και να αλλάξει τα παγκόσμια οικονομικά δεδομένα;
«Πρόκειται για πολύ σημαντική κίνηση, λίγο καθυστερημένα, γιατί αυτή η διεθνής αναπτυξιακή τράπεζα θα έπρεπε να έχει ιδρυθεί τουλάχιστον πριν από δύο χρόνια, αλλά κάλλιο αργά παρά ποτέ. Είναι όμως μόνο το πρώτο βήμα. Θα χρειαστεί αγώνας γύρω από αυτή την πρωτοβουλία. Δεν λειτουργεί ακόμα, δεν γνωρίζουμε τη μορφή, τη δομή της... Είναι πολύ θετικό βήμα, όμως».
Ο ευρωπαϊκός Νότος θα έπρεπε να στραφεί στις BRICS ως εναλλακτική στην τρόικα;
«Γι’ αυτό θα έπρεπε να αγωνίζονται οι προοδευτικές δυνάμεις σε αυτές τις χώρες».
Ρωσία, Βραζιλία, Κίνα και Ινδία, μου λέει, βρίσκονται σε διαδικασία αλλαγής και πολιτικής ζύμωσης. «Και πρέπει να υπάρξει αλλαγή σε αυτές εάν θέλουμε να διαδραματίσουν τον ρόλο που περιμένουμε ότι θα διαδραματίσουν απέναντι στην αμερικανική κυριαρχία και στο σημερινό παγκόσμιο σύστημα», αλλαγή που εξαρτάται από τον αγώνα των πολιτών τους.
Έχει φορτωμένο πρόγραμμα και ήδη συζητά με αρκετή ώρα.
Τι θα συμβουλεύατε τους Έλληνες ως πολίτης μιας χώρας που έχει περάσει δύσκολες περιόδους;
«Η συμβουλή είναι απλή: Πρέπει να πιστεύετε στη δυνατότητά σας να κάνετε πράγματα μόνοι σας. Θα συνεχίσουν να σας λένε ότι δεν μπορείτε να κάνετε τίποτα ενάντια στις κυρίαρχες δυνάμεις, την ΕΕ και λοιπά. Αυτό που δεν λένε είναι ότι όταν αρχίζετε να δράτε ήδη αλλάζετε πράγματα. Εάν, λοιπόν, η Ελλάδα δράσει ενάντια στους γενικούς κανόνες και τις κυρίαρχες δυνάμεις, σημαίνει ότι ταυτόχρονα τις υπονομεύει και αλλάζει τους υπάρχοντες κανόνες.
»Υπό αυτή την έννοια, οι Έλληνες δεν πρέπει να φοβούνται να κηρύξουν χρεοκοπία. Δεν πρέπει να φοβούνται να υπερβούν τα θεσμικά όργανα της φιλελεύθερης δημοκρατίας που δεν κάνουν τίποτε, ενώ γίνονται όλο και πιο διεφθαρμένα. Δεν πρέπει να φοβούνται να ξανακερδίσουν την αξιοπρέπειά τους και να θυμούνται ότι δεν πρέπει να διδάσκονται δημοκρατία από κανέναν, γιατί είναι εκείνοι που επινόησαν τη δημοκρατία. Κανείς δεν μπορεί να διδάξει δημοκρατία τους Έλληνες, γιατί είναι ο λαός που επινόησε τη δημοκρατία. Οι Έλληνες πρέπει να διδάσκουν τους υπόλοιπους δημοκρατία. Εάν οι άνθρωποι πιστέψουν στις δυνάμεις τους, μπορούν να αλλάξουν τα πράγματα».
Περίπου, δηλαδή, όπως έγραφε και ο Φιοντόρ Ντοστογέφσκι στο «Έγκλημα και Τιμωρία», «η δύναμη (η εξουσία) δίνεται μόνο σε αυτόν που τολμά να σκύψει να την πάρει… Πρέπει δηλαδή να έχεις το κουράγιο να το τολμήσεις».