
ΜΟΥΣΙΚΗ: Ίσως αυτή η ερώτηση να είναι αντίστοιχη με το αν τρως. Η αγάπη για τον ήχο, τον στίχο και τη μελωδία έχει ενσταλάξει μέσα μου πυρηνικά την έννοια της μουσικής και έχει φέρει έτσι την ύπαρξη μου στο σήμερα, που να μην μπορώ να με φανταστώ να είμαι αν δεν φτιάχνω και η ίδια ήχο. Τα βινύλια στο σπίτι, οι κασέτες στον δρόμο, οι συναυλίες όταν ήμουν παιδί, μετά οι ατελείωτες ώρες discman στο σχολείο και τα mixtapes με κάθε αφορμή σήμερα, σε περπάτημα και λεωφορείο και μπαλκονάκια και σαλόνια. Αν ήμουν ηχητικό κολάζ και όχι άνθρωπος, τότε θα ήμουν αποκόμματα από τον Antonín Dvořák, τους Pink Floyd και τις Τρύπες, τους Radiohead, τους Archive, τους Porcupine Tree και τα πρώτα άλμπουμ των Coldplay, έπειτα τους Tamikrest, την Yungchen Lhamo, τους Portico Quartet, τον Robert Glasper, τον Brian Blade αλλά και τους Modrec, τους Faraquet, τους Brand New, τους Pale Oaks, τον Σταύρο Τσαντέ.

ΒΙΒΛΙΑ: Η μουσική και τα βιβλία είναι κάπως ο κώδικας της ταυτότητάς μου. Αν κάποια στιγμή χαλάσω, αρκεί να περάσετε ξανά στον προγραμματισμό μου τους τίτλους των αναγνωσμάτων της ζωής μου και θα έχετε πίσω το 70% μου. Διαβάζω σαν να πίνω νερό (συγγνώμη, διαβάζω αντί να πίνω νερό) και η ανάγκη για λέξεις και εικόνες και ιστορίες δεν σβήνει ποτέ, είναι αχόρταγη και θέλει συνεχώς τροφοδοσία. Έτσι ήταν από πάντα και έτσι θα παραμείνει. Θα διαλέξω μερικά από τα βιβλία που διάβασα μέσα στα τελευταία δέκα χρόνια και μαγεύτηκα, θα πω τα πρώτα που μου έρχονται στο μυαλό: η «Επιχείρηση σφαγή» του Rodolfo Walsh τον οποίο αναφέρω και στο τραγούδι μου «Γήπεδα», οι «Μέρες δίχως τέλος» του Sebastian Barry, το «Τορκί Μπαρ» του Νίκου Βεργέτη, «Το Μυστήριο της Αράχνης» του Paco Ignacio Taibo II, «Οι Νεκρές» του Χόρχε Ιμπαργκουενγκόιτια από τις φανταστικές εκδόσεις Carnivora.
ΓΕΙΤΟΝΙΑ: Μεγάλωσα στη Νέα Φιλαδέλφεια και τη λατρεύω με ασίγαστο πάθος (microτοπικίστρια). Λατρεύω τους φούρνους της, την πεζογέφυρα πάνω από την Εθνική Οδό για νωχελικά highway watching, την άπλα που έχει ακόμα στα πιο πολλά σημεία της, το άλσος και το μικροκλίμα (microκλίμα) του, τα γηπεδάκια της, τα προσφυγικά σπίτια με τις φανταστικές αυλές σαν μια μίνι γειτονιά μέσα στη γειτονιά (microγειτονιά κλπ), το ότι ακούς πουλάκια, τζιτζίκια και γρύλους σε ένα μόνιμο soundscape των πιο αθώων ημερών μας.
ΒΟΛΤA: Παλιότερα θα έγραφα για οποιαδήποτε αυτοκινητάδα με ένα έξτρα soft spot για αυτές που καταλήγουν στον νότο της Αθήνας και τη θάλασσα ή το αεροδρόμιο χωρίς σκοπό πτήσης (όταν είσαι συνοδηγός είναι πάντα όλα τέλεια). Τώρα που χρειάστηκε να περάσω πολύ χρόνο χωρίς να βλέπω τις φίλες και τους φίλους μου όσο τελείωνα το μεταπτυχιακό, άλλαξε λίγο το προφίλ της ιδανικής βόλτας. Πλέον φανταστική βολτούλα είναι κάτι όπως το να περπατήσω από το κέντρο της Αθήνας προς την Καισαριανή, να διασχίσω τον κήπο και το καφέ του Βυζαντινού μουσείου, να χωθώ μέσα στο Παγκράτι και να περάσω στην Εθνικής Αντιστάσεως που έχει ακόμα ατμόσφαιρα γειτονιάς μέρα-νύχτα για να καταλήξω στο καφέ που δουλεύει η καλή μου φίλη Μαριλού και ή να κάνω δουλίτσες στο λάπτοπ ή να διαβάσω λίγο βιβλίο.

ΤΑΙΝΙΕΣ: Τα τελευταία δύο χρόνια που η καθημερινότητά μου είναι κάπως πιεσμένη από χρόνο και δουλειές, νιώθω σαν να αποφεύγω τη δέσμευση της ταινίας. Ή, να αποφεύγω την αίσθηση της θέασης μιας ιστορίας με αρχή, μέση και τέλος. Ίσως το ότι οι δικές μου μέρες είναι σαν παζλ από δουλειές που δεν τελειώνουν ποτέ, να μου στέρησαν λίγο την ικανότητα να απολαύσω πράγματα που αξίζουν την προσοχή μου χωρίς αυτή να είναι μοιρασμένη ταυτόχρονα σε λάπτοπ και κινητό. Άλλες φορές πάλι, αν νιώθω πιο βαριά και αγχωμένη από το κανονικό, φοβάμαι ότι η ειλικρίνεια και η αμεσότητα των ταινιών θα ενεργοποιήσει το κομμάτι μας εκείνο που νιώθει ευαισθησία και μελαγχολία και λίγο θλίψη και εγώ πλέον δεν θα έχω καμία ψευδαίσθηση αποσύνδεσης από τα πράγματα ή επίφαση αυτοκυριαρχίας. Μου λείπει πολύ, πολύ το σινεμά! Αντί για αυτό, τα βράδια στις συγκοινωνίες μετά τη δουλειά ξαναφέρνω στο μυαλό μου σκηνές και λόγια από τις ταινίες που αγαπώ, τα σπορτς καφέ στο γεωργιανό «Τι Βλέπουμε Όταν Κοιτάμε Τον Ουρανό», το πώς ακούγονται τα δέντρα τη νύχτα στο «Παρακαλώ, γυναίκες, μην κλαίτε» του Τσιώλη και τα χρώματα στα «Μαγνητικά Πεδία» του Γούση, την τελευταία σκηνή στο «Guardians of the Galaxy vol.2», τους δρόμους και τα κιτρινοκόκκινα χωράφια στο πρώτο Mad Max και όλα τα τρυφερά στιχάκια στο «Paterson» του Jarmusch.
ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ: Υπάρχει κάτι το συντροφικό στην τηλεόραση. Δεν ξέρω αν φταίει η εποχή που βλέπαμε τηλεπαιχνίδια με τη γιαγιά όσο εκείνη παράλληλα έραβε, είναι όμως αυτή η αίσθηση του ότι μαζί με εσένα παρακολουθούν την ίδια στιγμή κι άλλοι άνθρωποι σε άλλα σπίτια το ίδιο περιεχόμενο. Κι αυτό με κάνει κάποιες φορές να νιώθω μια παρόρμηση να αφήσω την τηλεόραση ανοιχτή για παρέα. Από τα καρτούν, τα Παιχνίδια Χωρίς Σύνορα και το Κάστρο του Takeshi των 90s και των 00s, στα επεισόδια του Πουαρό και της Μις Μαρπλ αλλά και τα δικά μας Βίλατζ Γιουνάιτεντ και Musicology στην ΕΡΤ3, τα γαλλικά Απίθανα Ταξίδια με Τρένο και ένα σωρό άλλα ντοκιμαντέρ.
ΙΝΤΕΡΝΕΤ: Είναι αγάπη και μίσος, ευχή και κατάρα, εργαλείο και δήμιος, ανύψωση και καταβύθιση. Για να τελειώσω τη Νομική και το μεταπτυχιακό, χρειάστηκα ένα app στο οποίο φυτρώνεις δεντράκια στην οθόνη του κινητού για να μην την κοιτάζεις (χρειάστηκα ένα app για να μη μπαίνω σε apps). Το ίντερνετ μου δίνει την ευκαιρία να μοιραστώ mixtapes και βίντεο-κολάζ, να επικοινωνήσω τη δουλειά μου σε μέρη και ανθρώπους που δεν φανταζόμουν, να δω πώς ανοίγεις καπάκια από βάζα που έχουν σφηνώσει (σ.σ. με τη βοήθεια ενός μαχαιριού βουτύρου). Το ίντερνετ με καταρρακώνει όταν όλοι ντύνονται φανταστικά και λάμπουν και ταξιδεύουν και κάνουν μεγαλειώδη πράγματα κι εγώ είμαι στον καναπέ με πιτζάμες και κοτομπουκιές. Το ίντερνετ μου δίνει το βήμα να μιλήσω για τη μουσική μου, το 'ιντερνετ με βρίσκει στο κινητό μέρα και με αφήνει νύχτα. Μετά ανοίγω την πόρτα και βγαίνω έξω, και όλα είναι στη θέση που τα άφησα.
ΦΛΕΡΤ: Δεν είμαι καθόλου κατάλληλη να μιλήσω για αυτό, δεν το κατάλαβα ποτέ πώς γίνεται και δεν το αντιλαμβάνομαι όταν συμβαίνει, υποθέτω αυτό με κάνει να είμαι είτε φρικτή είτε καταπληκτική σε αυτό.

ΣΠΟΡ: Ποδόσφαιρο, ποδόσφαιρο, ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ! Αγαπώ το ποδόσφαιρο. Αγαπώ τη Λίβερπουλ με μανία, αγαπώ το σκωτσέζικο πρωτάθλημα, τις μικρές ουαλικές ομάδες, τους Ιρλανδούς και βορειοιρλανδούς παίκτες. Θα δω παιχνίδια από όλο τον κόσμο και θα παρακολουθήσω τα εγχώρια πρωταθλήματα στη ντόπια γλώσσα αναμετάδοσής τους για έξτρα ταύτιση. Θα σχεδιάσω από νωρίς συνταγές βασισμένες στις τοπικές κουζίνες πριν από μεγάλους τελικούς (πειραγμένα empanadas με κοτόπουλο και cranberries για την αιώνια διαμάχη Boca Juniors - River Plate). Τρελαίνομαι για την άπλα των γηπέδων και τις φωνές του κόσμου στις κερκίδες, τρελαίνομαι για τον κόσμο που βλέπει μπάλα στα καφέ. Είναι κάτι που δεν πήρα από το σπίτι, μικρή έκανα μπαλέτο και συγχρονισμένη κολύμβηση, κανείς στο σπίτι δεν ασχολήθηκε ποτέ με τη μπάλα. Είναι κάτι τράφηκε μέσα μου σαν λουλουδάκι και τώρα έχει γίνει ένας μεγάλος πλάτανος που προσμένει τα παιχνίδια της Κυριακής και τις συζητήσεις με φίλους όπως το χώμα το νεράκι.
ΤΑΞΙΔΙ: Πιάνοντάς το από εκεί που το ξεκίνησα στα ΣΠΟΡ, από πάνω, το top1 ταξίδι των ονείρων μου είναι να επισκεφτώ κάποτε την Ιρλανδία και τη Σκωτία. Το φανταστικό combo θα ήταν να βρεθώ στο Λιβερπουλ και να επισκεφτώ το γήπεδο του Anfield, έπειτα να περάσω απέναντι στην Ιρλανδία, να δω τους Lankum να παίζουν live από κοντά, να φάω πόριτζ και πρωινό στο τηγάνι, να βρεθώ σε όλα αυτά τα χωράφια και τις μικρές παμπ στη μέση του πουθενά. Μέχρι τότε, διαβάζω βιβλία με Ιρλανδούς ντετέκτιβ στα 80s και βλέπω σειρές με Σκωτσέζους ντετέκτιβ στα 00s.
ΤΩΡA: Μετά από κάποιο καιρό επιφανειακής ησυχίας και εσωτερικού κοχλάσματος, έρχομαι βηματάκι-βηματάκι πίσω στη δισκογραφία. Τα τελευταία δυόμιση χρόνια έγραφα με τον Σταύρο Γεωργιόπουλο και τον Σέργιο Βούδρη στη Δισκέξ τα «Στοιχεία του Άχρονου Κόσμου». Είναι ένα άλμπουμ στο οποίο μέσα προσπάθησα να φυλάξω και αποτυπώσω όλα αυτά που με συνδέουν και με διαλύουν και έπειτα με φτιάχνουν από την αρχή. Έχει όλα τα όργανα που λατρεύω (δηλαδή όλα τα όργανα) και εξάρσεις, ησυχίες, αντιφάσεις, μπολιάσματα. Κράτησε δυόμιση χρόνια γιατί κατά καιρούς μας διέκοπτε η ζωή (ακροάσεις για ορχήστρες, μεταπτυχιακό) αλλά κυρίως μας τροφοδοτούσε συνεχώς με νέες ιδέες επάνω στις υφές και τις ηχητικές ιστορίες που θέλαμε να αποδώσουμε μέσα από την προσοχή στις λεπτομέρειες. Τον Φεβρουάριο κυκλοφόρησαν τα «Γήπεδα» ως πρώτο single με καλεσμένο στα φωνητικά τον Φοίβο Δεληβοριά με την ευγένεια και τη ζεστασιά του. Στις 14 Μαρτίου κυκλοφορεί το άλμπουμ, σε όλες τις ψηφιακές πλατφόρμες για αρχή, στο bandcamp συγκεκριμένα και για αγορά. Ακολουθεί και ανοιξιάτικο live το οποίο θα ανακοινώσω πολύ-πολύ σύντομα με μια ομάδα-φωτιά: ο Θοδωρής Βρανάς στα ντραμς, ο Ιάσωνας Οικονόμου στο μπάσο, ο Νίκος Τσέλιος στην ηλεκτρική κιθάρα και το τσέλο (αλήθεια), ο Δημήτρης Καρατζάς στα πλήκτρα και την τρομπέτα, ο Δημήτρης Χατζηζήσης στο βιολί και την ηλεκτρική κιθάρα και εγώ στο πιάνο και τη φωνή. Είμαι πανικόβλητη με το πόσα πράγματα συμβαίνουν και έρχονται και πρέπει να συμβούν και να έρθουν και ταυτόχρονα ξετρελαμένη με κάθε ένα χιλιοστό της διαδικασίας.