Ο Ανδρέας Μπάρκουλης δεν είναι πια μαζί μας. Η ταλαιπωρία των τελευταίων χρόνων είχε εξασθενήσει τον οργανισμό του και πέθανε λίγο μετά τα ογδοηκοστά του γενέθλια.
Παρά το γεγονός ότι τον τελευταίο καιρό βλέπαμε συνεχώς φωτογραφίες από τη νοσηλεία του, η εικόνα που έρχεται πρώτη στο μυαλό των περισσοτέρων στο άκουσμα του ονόματος «Ανδρέας Μπάρκουλης» είναι εκείνη από τις ασπρόμαυρες ταινίες, του περιποιημένου ζεν πρεμιέ που γλένταγε τη ζωή του.
Ωραίοι ρόλοι σε εξαιρετικές ταινίες με συνεργάτες όπως οι Λάμπρος Κωνσταντάρας, Αλίκη Βουγιουκλάκη, Τζένη καρέζη, Διονύσης Παπαγιαννόπουλος και πολλούς άλλους. Σύμφωνα με τους συναδέλφους του, δούλευε ακούραστα στον κινηματογράφο κάνοντας παράλληλα θέατρο, ενώ για μεγάλο διάστημα εκμεταλλεύθηκε το ταλέντο του στο τραγούδι. Η Popaganda θέλοντας να τιμήσει άλλον έναν μεγάλο σταρ του ελληνικού κινηματογράφου και θεάτρου, μίλησε με τρεις φίλους του ζητώντας να θυμηθούν στιγμές μαζί του.
«Ο αγαπημένος ηθοποιός όλων των τεχνικών»,
Κώστας Φέρρης. σκηνοθέτης
«Η φιλία μας μετρά πολλά χρόνια. Ο Ανδρέας ήταν ο αγαπημένος ηθοποιός όλων των τεχνικών γιατί θυμόταν πολλά πράγματα και μας διευκόλυνε πολύ στη δουλειά μας. Δούλευε 24 ώρες την ημέρα πηγαίνοντας από τη μία ταινία στην άλλη σαν σκυλί, ενώ ο πατέρας του προσπαθούσε να μαζέψει τα χρήματα για να τον εξασφαλίσει με ακίνητα .
Το ’61 βρεθήκαμε για δουλειά στη Σκύρο και ήταν εκείνος που μας προέτρεψε να παντρευτούμε με την πρώτη μου σύζυγο. «Γιατί δεν παντρεύεστε; Θα σας παντρέψω εγώ», είπε. Κάναμε γάμο με τοπικά έθιμα του νησιού, ενώ εκτός από εκείνον, κουμπάρα μας ήταν και η Κατερίνα Γιουλάκη που ο πατέρας της είχε κατάστημα με είδη γάμου.
Ήταν ιδιαίτερα φιλικός και ανοιχτόκαρδος. Ε, μετά ξεκίνησαν τα διάφορα σήριαλ στην τηλεόραση μαζί με την παρακμή του ελληνικού κινηματογράφου. Ξαφνικά, το ’73 ο Ποντίκας μου πρότεινε να κάνω τους Εμπόρους των Εθνών και σκέφτηκα ότι ήταν μια εκπληκτική ευκαιρία για τον Ανδρέα στον ρόλο του κόμη Σανούτου.
Με αυτό το σήριαλ κάναμε ένα δυνατό come back, με τον Ανδρέα Μπάρκουλη ξανθό και με νέα φυσιογνωμία. Επάνω στο δέκατο επεισόδιο όμως, ξεκίνησε το πρόβλημα με την αστυνομία. Εκείνο το διάστημα, ο Ανδρέας έπαιζε με τους Ρηγόπουλο και Αναλυτή στο θεατρικό «Αγάπη μου Ουάουα». Η αστυνομία μπήκε στο καμαρίνι του για έρευνα και ο ίδιος τους παρέδωσε ένα κομματάκι χασίς (ένα τσιγάρο). Ήταν χούντα τότε και τον συνέλαβαν, υποχρεώνοντάς μας να τον αντικαταστήσουμε και στη σειρά γιατί διαφορετικά θα το κόβανε. Με λίγα λόγια, καταστράφηκε η καριέρα του επάνω στη μεγάλη άνθηση.
Παρόλη όμως την ταλαιπωρία του, δεν έχανε το χιούμορ του. Ήταν τρυφερός. Θυμάμαι ότι μόλις αποφυλακίστηκε για λίγο, ήρθε να μας επισκεφθεί στο στούντιο όπου τον περίμενε όλο το συνεργείο κρατώντας ένα μεγάλο πανό που έγραφε "ΚΑΤΩ Η ΦΟΥΝΤΑ"! Δεν τον πτοούσε τίποτα. Μου διηγιόταν όλη την ιστορία της σύλληψής του με έναν αθώο και αφελή τρόπο. Μου έλεγε: "Ήρθανε οι άνθρωποι με εντολή να ψάξουν το καμαρίνι μου. Τους είπα "Παιδιά, μην κουράζεστε. Στην τσέπη μου το ‘χω". Ξαφνικά, βρέθηκαν στη δύσκολη θέση να με πάνε στον αξιωματικό υπηρεσίας. Εκείνος έλεγε "Τι ήθελες και το έβγαλες από την τσέπη σου ρε παιδί μου; Τα παιδιά είχαν εντολή απλά να ρίξουν μια ματιά και να φύγουν. Τώρα είμαι υποχρεωμένος να σε παραπέμψω στον εισαγγελέα".
Ε, μετά έφυγε για την Αμερική χωρίς να έχει ολοκληρωθεί η δίκη. Εκεί έκανε μια εντελώς μποέμ ζωή. Θα έλεγα ότι ήταν λίγο απελπισμένος. Ήταν ιδιαίτερα σπάταλος και αναγκάστηκε να πηγαίνει από μαγαζί σε μαγαζί και να τραγουδάει για να ζήσει.
Ήταν πάντα καλόβολος, εξυπηρετικός και καθόλου ανταγωνιστικός. Ακόμα και όταν έπαιζε με κοπελίτσες ή στάρλετ, όταν τις έβλεπε να βγαίνουν κατά 3/4 πλάτη, φρόντιζε να κάνει μια διακριτική κίνηση για να τις φέρει με το πρόσωπο.
Θυμάμαι μια σκηνή στην ταινία "Η λίμνη των στεναγμών" όπου ανοίγοντας μια πόρτα έμεινε με το πόμολο στο χέρι και έβγαλε έναν ολόκληρο μονόλογο κρύβοντας το πόμολο στη μέση του.»
«Μια μαθήτρια φώναξε "Κορίτσια, ο Μπάρκουλης" και σταμάτησε η παρέλαση»,
Κώστας Βουτσάς, ηθοποιός
«Με τον Ανδρέα ήμασταν πολύ φίλοι και είχαμε σχέση με δύο αδερφές. Εγώ με την Στέλλα Στρατηγού κι εκείνος με την μεγαλύτερη, την Αλέκα. Ήμασταν ζευγάρια και βγαίναμε πολύ συχνά για φαγητό και διασκέδαση τα δύο ζευγάρια με τον Ανδρέα να είναι στο τιμόνι.
Θυμάμαι, αρκετές φορές μας ακολουθούσαν 3-4 ταξί γεμάτα με γυναίκες που θέλανε να δουν και να πειράξουν τον Μπάρκουλη. Ευτυχώς, τόσο η Στέλλα όσο και η Αλέκα δεν ζηλεύανε αφού γνώριζαν ότι όλο αυτό ήταν αποτέλεσμα της φήμης του.
Όταν γύρισε από την Αμερική άρχισε η ταλαιπωρία του δεδομένου ότι ένοιωθε στενοχωρημένος. Ήταν δραστήριος άνθρωπος, πολύ καλό παιδί και φυσικά μεγάλος εραστής. Αυτό άλλωστε το μαρτυράει και το θρυλικό "Κορίτσια, ο Μπάρκουλης". Αυτό πρωτοακούστηκε στο Καλλιμάρμαρο. Τότε γίνονταν μαθητικές παρελάσεις. Κάποια στιγμή μπήκε μέσα μια μαθήτρια και φώναξε "Κορίτσια, ο Μπάρκουλης" με αποτέλεσμα να βγουν όλες έξω και να σταματήσει η παρέλαση.»
«Ήταν ένας πολύ ωραίος άνθρωπος»,
Γιώργος Κατσαρός, συνθέτης
«Γνωριστήκαμε στην ταινία "Το νησί της αγάπης" που γύριζε ο Κώστας Καραγιάννης. Είχαμε υπηρετήσει μαζί στην αεροπορία και κάναμε καλή παρέα. Αργότερα συνεργαστήκαμε και σε άλλες ταινίες.
Όταν ήμασταν φαντάροι ορκιστήκαμε σε ένα χωριό έξω από τον Άραξο. Πλησίαζε το Πάσχα τότε και έπρεπε να έρθουμε στο επιτελείο για να ετοιμάσουμε εκδηλώσεις για τις γιορτές. Εκείνη την ημέρα, στην εκκλησία που θα γινόταν η ορκωμοσία είχε μαζευτεί όλο το χωριό μόνο για να δει τον Μπάρκουλη.
Όταν δεν είχε γυρίσματα ερχόταν στη Θεσσαλονίκη όπου βρισκόμουν με την ορχήστρα μου και περνούσαμε μέρες παρέα. Ήταν πάρα πολύ καλό παιδί (τον αποκαλώ "παιδί" γιατί παιδιά ήμασταν τότε και έτσι μας θυμάμαι). Ήταν ένας πολύ ωραίος άνθρωπος και το απέδειξε με τη στάση του στη ζωή. Πάντα ήθελε να βοηθήσει οποιονδήποτε του ζητούσε μια χάρη ή μια οικονομική βοήθεια. Εκείνη την εποχή είχε οικονομική άνεση και μπορούσε να το κάνει.
Στην Αμερική πήγε σαν τραγουδιστής και έκανε μεγάλη επιτυχία. Μάλιστα, κυκλοφόρησε και έναν μεγάλο δίσκο με ελληνικά τραγούδια από τα οποία τα περισσότερα ήταν δικά μου, όπως με ενημέρωσε εκ των υστέρων. Όταν έφυγε μου έστειλε ένα γράμμα και μου έγραφε τους λόγους της φυγής του, παρόλο που εδώ ζούσαμε όμορφα. Τελικά, έμεινε μια πενταετία εκεί και γύρισε.