«Δεν γίνεται να ζεις κάτω από το φόβο» μου είχε πει πριν από σχεδόν δυόμιση χρόνια ο Νικήτας Κλιντ, σε ένα γωνιακό καφέ των Εξαρχείων όπου όσοι δούλευαν εκεί τον ήξεραν, όχι γιατί ήταν ο «Νικήτας Κλιντ» που κάποτε ήταν ο X-Ray, αλλά γιατί ήταν ο Νικήτας που εμένε κοντά και τον έβλεπαν συνέχεια - εκείνο το βράδυ, μάλιστα, με συνάντησε παρέα με τον νεογέννητο γιο του.
Τότε, είχε περάσει λιγότερο από ένας μήνας από τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα από τον Χρυσαυγίτη Γιώργο Ρουπακιά, και πολύ λίγες ημέρες από την κοινή συνέντευξη Τύπου που όλες οι «φράξιες» της εγχώριας hip hop σκηνής έδωσαν με εκείνη την οδυνηρή (για τα ίδια τα μέλη της σκηνής, και φυσικά για το πλειοψηφικό, θέλω να πιστεύω, κομμάτι μιας ολόκληρης κοινωνίας) αφορμή στην ΕΣΗΕΑ, και φαντάζομαι ότι ο Κλιντ θα είχε κάτι έστω και λίγο διαφορετικό στο μυαλό του πριν πει τη φράση που θα χάριζε και τον αβανταδόρικο τίτλο στη συνέντευξη, και ότι εν πάση περιπτώσει ακόμη και αν τότε για εκείνον ήταν διαφορετική η γεννεσιουργός αιτία του μεγαλύτερου κομματιού στην «πίτα του φόβου», το drive του «δεν γίνεται» είναι πρακτικά το ίδιο που τον οδηγεί και πάλι στα Εξάρχεια, σήμερα που ζει πια σε άλλη περιοχή της Αθήνας και κάποιοι του έχουν απαγορεύσει να πηγαίνει εκεί («Έχω φάει Χ από τα Εξάρχεια, επίσημα, ήρθαν και μου το ‘πανε») και μια φορά που πήγε κάποιοι τον είδαν κι έφυγε στα γρήγορα με - πολλές ή λίγες, δεν έχει τόση σημασία τελικά - μελανιές («Μου την πέσανε κάτι πιτσιρικάδες, κάτι ό,τι να ‘ναι. Για το Ποτάμι. Απίστευτο! Πως είναι δυνατόν να υπάρχουν τόσοι μαλάκες, αυτό σκέφτομαι. Ναι, ok, να υπάρχουν, δεν έχω πρόβλημα. Αλλά θέλω να υπάρχω κι εγώ»).
Είμαι ο «τελευταίος» που θα συμφωνήσει με την κατά τη γνώμη μου ολίγον τι ανερμάτιστη πολιτική του θέση. Είμαι όμως ο «πρώτος» που θα του την επιτρέψω. Το αυτονόητο, δηλαδή.