Τις τελευταίες μέρες έχει αλλάξει το κλίμα στην Αγγλία· μου φαίνεται ότι η τάση είναι προς την παραμονή στην ΕΕ. Δεν κοιτάω τις δημοσκοπήσεις, το καταλαβαίνω περισσότερο ως μια απότομη έκρηξη ενός παραγνωρισμένου αποτροπιασμού. Είχε ξεκινήσει να εκφράζεται δημόσια στα μέσα της εβδομάδας. Η δολοφονία της Τζο Κοξ και τα μπλεγμένα συναισθήματα οργής, θλίψης και φόβου που ακολούθησαν τον δυνάμωσαν. Είναι μαζί ο αποτροπιασμός για το έγκλημα τώρα, αλλά και για τις ιδέες που τον προκάλεσαν, τον ρατσισμό και την ξενοφοβία, τον εχθρό που πάντα πρέπει να νικιέται στην Αγγλική κουλτούρα.
Στην αρχή της προηγούμενης εβδομάδας, όταν η Sun και επίσημα πήρε θέση υπέρ του Brexit, ήμουν σίγουρος ότι η Αγγλία θα ψήφιζε leave. Το μανιφέστο της εφημερίδας συνόψιζε με πολύ απλό τρόπο όλα τα επιχειρήματα της πλευράς του Μπόρις Τζόνσον. Η κεντρική ιδέα του Brexit είναι εξαιρετικά ελκυστική για τους Άγγλους που δικαίως ή αδίκως αισθάνονται κοινωνικά αποδυναμωμένοι: μια φαντασιακή Βρετανία που μπορεί να είναι κραταιά στον κόσμο διατηρώντας την εθνική της κυριαρχία. Οι εχθροί αυτής της χώρας είναι οι άλλοι: οι ξένοι μετανάστες, οι Βρυξέλες, η Γερμανική Ευρώπη. Η λύση για τα προβλήματα με τους άλλους είναι η διακοπή των σχέσεων μαζί τους, η αντικατάστασή τους από άλλους «άλλους», κατά προτίμηση τις χώρες που έχουν σχέση με το αυτοκρατορικό παρελθόν, την Κοινοπολιτεία. Η απολύτως αυτόνομη Βρετανία είναι ένα φρούριο, η δύναμη και ο πλούτος συγκεντρώνεται εντός της και η είσοδος επιτρέπεται επιλεκτικά σε όσους μπορούν να συνεισφέρουν στην αύξησή τους. Η χώρα αυτή δεν υπήρξε ποτέ. Όπως δείχνει και ο ιστορικός Σάιμον Σκιάμα ο χαρακτήρας της Βρετανίας έχει διαμορφωθεί και από τους ξένους που την έκαναν σπίτι τους, από την εποχή της Μάγκνα Κάρτα.
Είναι πολύ προφανής ο ταυτοτικός πόνος που έχει προκαλέσει η παγκοσμιοποίηση σε αυτή τη φαντασίωση, αλλά μαζί του είναι και η πολύ πραγματική αγωνία για την ανισότητα που μεγαλώνει. Δεν είναι ένα όραμα κάποιων ελίτ το Brexit, είναι αίτημα των φτωχότερων τάξεων, των λιγότερο μορφωμένων. Το αίτημα για αυτονομία είναι πάντα το αίτημα για την ανάκτηση της αίσθησης ασφάλειας, και η ασφάλεια είναι να συνεχίζεις να ζεις στον κόσμο που ξέρεις, έναν κόσμο στον οποίο οι κανόνες είναι σταθεροί και μπορείς να επιβιώσεις με τα προσόντα που έχεις. Στους ανθρώπους που δεν μπορούν να πληρώσουν τα δίδακτρα των πανεπιστημίων οι δουλειές που προσφέρει η νέα οικονομία, αντί της οικοδομής, είναι κούριερ για το Deliveroo και οδηγός για την Uber. Οι μισθοί αυτοί με το ζόρι βγάζουν ένα νοίκι. Οι μόνοι πυλώνες σταθερότητας είναι ό,τι έχει μείνει από το κοινωνικό κράτος, και οι Brexiters ποντάρουν στο φόβο και αυτής της απώλειας. Σε μια πολυσυζητημένη διαφήμιση υπέρ του Brexit δίπλα στην ουρά αναμονής ενός δημόσιου νοσοκομείου αντιπαραβάλλεται η μαγική εικόνα ενός νοσοκομείου της επόμενης μέρας. Χωρίς τους ξένους δεν υπάρχει καμία ουρά.
Το επιχείρημα του Brexit δουλεύει. Το κυρίαρχο κομμάτι του είναι συναισθηματικό, είναι ο φόβος. Ο φόβος είναι πάντα ο φόβος απέναντι σε κάτι, και έτσι είναι προτιμότερος από το αίσθημα της αγωνίας που προκαλεί η αβεβαιότητα της επιβίωσης. Όταν ξέρεις τι φοβάσαι, τους μετανάστες σε αυτή την περίπτωση, τουλάχιστον ξέρεις με τι έχεις να κάνεις, μπορείς να πάρεις τα μέτρα σου. Πολύ λίγο σε νοιάζουν οι έρευνες που δείχνουν ότι η μετανάστευση είναι θετική για την οικονομία σε αυτή την συναισθηματική κατάσταση. Ακόμα περισσότερο όταν ζεις σε μια κοινότητα που εξαρτάται από τις τοπικές υπηρεσίες και οι συναγωνίζεσαι με τους ξένους για δουλειές χωρίς ειδίκευση. Ακόμα και αν η Sun αναπαρήγαγε τις μελέτες που δείχνουν ότι οι μετανάστες δεν επιβαρύνουν τον προϋπολογισμό, για τον αποδυναμωμένο πολίτη αυτές έχουν την ίδια αξία με τα στατιστικά που επικαλείται το Ukip.
Σε όλη τη διάρκεια της χρονιάς το μόνο που άκουγες ήταν το πόσο θα πληγεί το Σίτι από την έξοδο, πώς θα χάσει τζίρο, αγορές και προσωπικό, χωρίς να καταλαβαίνουν ότι για τους ανθρώπους που συγκινούνται από το Brexit το big business του Λονδίνου και οι τραπεζίτες είναι ο εχθρός.
Το ηθικό μέρος του επιχειρήματος επικαλείται την παράδοση, την διατήρηση των παραδοσιακών θεσμών. Περισσότερο από την επιστροφή σε μια παγκόσμια ηγεμονία, την παράδοση της αυτοκρατορίας δηλαδή, αυτή είναι η παράδοση του κοινωνικού κράτους, των μηχανισμών που έκαναν την αγορά εργασίας πιο σταθερή, και την παροχή υγείας και παιδείας δωρεάν. Εδώ είναι που βρίσκεται το πολιτικό πρόβλημα, και εδώ είναι που το Brexit συναντάει την κριτική της αριστεράς. Είναι ακριβώς η αντίδραση για την σταδιακή κατάρρευση των κοινωνικών δομών, ενισχυμένη από την καχυποψία για την δημοκρατικότητα της ΕΕ, που κάνει την έξοδο από την ΕΕ να βρίσκει απήχηση στην αριστερή πλευρά του Εργατικού κόμματος. Η εσωτερική σύγκρουση με τη διεθνιστική της παράδοση είναι ακόμα άλυτη. Οι περισσότεροι αισθάνονται όπως ο Κόρμπυν, 75% μέσα 25% έξω, ή σε όποιο ποσοστό εκτιμάει κανείς τα μικτά του αισθήματα.
Η αμφιταλάντευση του Εργατικού κόμματος αποδυνάμωσε την καμπάνια του Remain, αλλά περισσότερο από πρόβλημα ενός κόμματος και μιας χώρας αυτό είναι το σημερινό αδιέξοδο της ευρωπαϊκής προοδευτικής παράταξης. Το πιο αριστερό στρατόπεδο βλέπει το πρόβλημα, την κρίση, τη λιτότητα, την χριστιανοδημοκρατική ηγεμονία, την διάβρωση των θεσμών μετά από δεκαετίες νεοφιλελεύθερων πολιτικών, αλλά δεν έχει λύση. Η παραδοσιακή σοσιαλδημοκρατία, οι Μπλαιρικοί του Εργατικού κόμματος, συμπεριφέρονται σαν να μην βλέπουν καν το πρόβλημα, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να παράγουν πολιτικές ιδέες.
Δεν υπήρξε κανένα πολιτικό πρόταγμα από την πλευρά της παραμονής, κανένα όραμα που θα κινητοποιούσε τους πολίτες, καμία διέξοδος από τον φόβο. Στα δεξιά η αιτία ήταν ακριβώς ότι το Brexit είναι το συντηρητικό όραμα, δεν είναι τυχαίο ότι και οι δύο σοβαρές δεξιές εφημερίδες, η Telegraph και οι Times τάχθηκαν υπέρ της εξόδου. Από την αριστερά το μήνυμα ήταν ένα ναι μεν αλλά, μια ατολμία, μια διστακτικότητα να βρεθεί ένα επιχείρημα σύνθεσης. Πιστεύω ότι είναι χαμένη ευκαιρία για ένα Βρετανό ηγέτη να ζήσει την Τσόρτσιλ στιγμή του. Να ζητήσει την επαναδιαπραγμάτευση των συνθηκών της ΕΕ, με τρόπο που να τις κάνει πιο δίκαιες για τους ασθενέστερους, και με ρητορεία που να διεκδικεί ηγεσία στην Ευρώπη, ώστε να δώσει αγωνιστική διέξοδο στο πληγωμένο εθνικό αίσθημα.
Το μόνο πλεονέκτημα της παραμονής ήταν το οικονομικό, ό,τι αφορά δηλαδή τη λογική εκτίμηση του διλήμματος. Αλλά και αυτό ο Κάμερον κατάφερε να το διαχειριστεί με το χειρότερο δυνατό τρόπο. Σε όλη τη διάρκεια της χρονιάς το μόνο που άκουγες ήταν το πόσο θα πληγεί το Σίτι από την έξοδο, πώς θα χάσει τζίρο, αγορές και προσωπικό, χωρίς να καταλαβαίνουν ότι για τους ανθρώπους που συγκινούνται από το Brexit το big business του Λονδίνου και οι τραπεζίτες είναι ο εχθρός. Μετά ήρθαν οι παρεμβάσεις από Μέρκελ, Σόιμπλε και Γιούνκερ έτσι ώστε να επιβεβαιώσουν όλους τους φόβους για την επιθετική γραφειοκρατία των Βρυξελών και τις προθέσεις της Γερμανίας. Δύο εβδομάδες πριν το δημοψήφισμα ξεκίνησε η τρομοκαμπάνια του Οσμπορν για όλα τα δεινά που θα βρουν την οικονομία και τις δημόσιες παροχές την επομένη του Brexit. Το αποτέλεσμα, όπως θα περίμενε κανείς, ήταν η πρόθεση ψήφου για έξοδο να πάρει κεφάλι 10%.
Την τελευταία στιγμή οι Εργατικοί και οι φιλελεύθεροι βρήκαν μια κοινή πολιτική γραμμή. Τονίζοντας τις ομοιότητες του λόγου και της εικόνας του Φάρατζ με την προπαγάνδα των Ναζί, θέλουν να υπενθυμίσουν την ακροδεξιά προέλευση της ιδέας του Brexit. Η προσπάθεια είναι να την στείλουν πάλι πίσω από την διαχωριστική γραμμή της mainstream πολιτικής, στο περιθώριο των φανατικών εθνικιστών. Δεν ξέρω αν είναι πλέον δυνατό αυτό, o Τζόνσον και ο Γκοβ επιχειρούν να πάρουν τις αποστάσεις τους, αλλά σίγουρα είναι καλύτερο από το τίποτα. Ελπίζω να δουλέψει.