Ένα από τα πιο διάσημα ρηγκανικά καλαμπούρια είναι το «κομμουνιστής μέχρι να βγάλεις λεφτά κι άθεος μέχρι να αρχίσει να πέφτει το αεροπλάνο». Όχι τόσο cringy, και σαφώς πιο ιλαρός, είναι κι ο αντίλογος: «υπερ της ιδιωτικής υγείας μέχρι να σκάσει η πανδημία».
Και πράγματι η πρωτόγνωρη πρόκληση για την αντιμετώπιση του Covid-19 γέννησε ένα μεγάλο κύμα συμπαράστασης στο ΕΣΥ αλλά και υποδοχή ως πανάκεια από ανέλπιστα μεγαλο πλήθος του κρατικού παρεμβατισμού στο modus operandi της αγοράς (αλλά και στο modus vivendi το δικό μας). Με πιο εντυπωσιακή ομάδα αυτή που μέχρι πριν λίγες μέρες έπιναν, απαράδεκτα φτηνό νερό, στην υγεία της ιδιωτικής πρωτοβουλίας.
Σχεδόν σε κάθε χώρα που χτυπήθηκε από την κρίση της τελευταίας δεκαετίας, τα voodoo economics του ΔΝΤ, του ΟΟΣΑ κι άλλων ευαγών ιδρυμάτων που υπόσχονταν ευημερία και ανάπτυξη σε τρία τέρμινα είχαν ως βασικό άξονα τις ιδιωτικοποιήσεις. Είτε άμεσες είτε έμμεσες, με μετοχοποιήσεις και στρατηγικούς επενδυτές, με άνοιγμα κρατικών μονοπωλίων, με ΣΔΙΤ (Συμπράξεις Δημοσίου-Ιδιωτικού Τομέα) με τον χώρο της υγείας στον ρόλο του Ιερού Δισκοπότηρου αυτής της πολιτικής.
Βλέπεις, εν μέσω περικοπών, είναι δύσκολο να προτείνεις σε κάποιον να βάλει βαθύτερα το χέρι στην τσέπη, όμως η υγεία έχει μια σημαντική διαφορά: αν χρειαστεί, θα την πληρώσεις. Με μεγάλο επικοινωνιακό ατού τη σύνδεση του κόστους της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης με τη (μη) βιωσιμότητα του ασφαλιστικού. Στην περίπτωση των περικοπών των συντάξεων ακούσαμε λοιπόν πολλά ενδιαφέροντα πράγματα. Ας πούμε ότι όπως χρειάζεται μια συμπληρωματική σύνταξη με ιδιωτική ασφάλιση, έτσι χρειάζεται και μια ιδιωτική ιατροφαρμακευτική περίθαλψη.
Τα ιδιωτικά κέντρα άρχισαν να διαφημίζονται περισσότερο και να δείχνουν τι ωραία, τι καθαρά και ποσό ήσυχα χωρίς εξαγριωμένους ασθενείς που είναι. Οι ηθοποιοί που έπαιζαν τους γιατρούς, προσεκτικά διαλεγμένοι, πάντα άντρες, με φαρδείς ώμους, σαγόνι με γωνίες και χαμόγελο πιο άσπρο κι αψεγάδιαστο κι από διαφήμιση οδοντόκρεμας. Εκεί για να εμπνέουν εμπιστοσύνη. Συνεχίζοντας με τις νοσοκόμες, πάντα γυναίκες, με κολλητές μπλούζες να αναδεικνύουν τη σιλουέτα, αλλά όχι πολύ σέξι, ίσα-ίσα να υπονοούν την ιδανική αναλογία φροντίδας και φροϋδικού υποσυνείδητου.
Από την άλλη, τα δημόσια νοσοκομεία ωθούνταν στην απαξίωση. Προσλήψεις μόνιμου προσωπικού δεν γίνονταν (μόνο μπαλώματα και μερεμέτια με συμβάσεις ορισμένου χρόνου), ειδικευόμενοι που αναλάμβαναν μεγαλύτερες ευθύνες από όσες θα έπρεπε, οι (απλήρωτες) εφημερίες αυξάονταν κλπ. Εκατοντάδες απόφοιτοι ιατρικών σχολών δεν έμπαιναν καν στη διαδικασία της ειδικότητας κι έφυγαν για τη Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο, την Κύπρο κι αλλού, αφού δεν έβλεπαν φως στο τούνελ. Όλο αυτό το καθοδικό σπιράλ οδηγούσε όλο και περισσότερο κόσμο στα ιδιωτικά διαγνωστικά και θεραπευτήρια, ενώ παράλληλα έτρεχε μια ημιεπίσημη καμπάνια δυσφήμισης του ΕΣΥ ακόμα κι από χείλη υπουργών που έβγαιναν ως ιεροκήρυκες της λιτότητας και υπόσχονταν κλείσιμο νοσοκομείων, απολύσεις κι άλλα ενάρετα πράγματα. Στα πιο πρόσφατα: αμέσως μετά τις εκλογές του καλοκαιριού το βραχύβιο 1:1 στην αναλογία συνταξιοδοτήσεων/προσλήψεων έδωσε τη θέση του στο παλιό καλό αγαπημένο μεταρρυθμιστικό 1:5 κι αναγγέλθηκαν ακόμα περισσότερες ΣΔΙΤ με περισσότερες αναθέσεις εξετάσεων σε ιδιώτες ακόμα κι αξιοποίηση ιδιωτικών ΜΕΘ.
Μέχρι που ξαφνικά ήρθε στη ζωή μας ο Covid-19 σαν εκείνη την πεταλούδα που πετάρισε επίσης στην Κίνα κι έφερε καταστροφή στην άλλη άκρη της γης. Τις τελευταίες μέρες μάθαμε ποσό αναντικατάστατο είναι το ΕΣΥ αφού τα ιδιωτικά θεραπευτήρια είτε χρεώνουν ακριβά τα τεστ για τον κορονοϊό, είτε αδυνατούν να φροντίσουν κάποιον νοσούντα. Επίσης, μάθαμε ότι δεν έχουμε πλεόνασμα γιατρών, αλλά πρέπει να προσληφθούν κι άλλοι. Μάθαμε ότι δεν έχουμε αρκετές ΜΕΘ και πρέπει να ανοίξουν κι άλλες. Ο Νικήτας Κακλαμάνης (υπουργός Υγείας με τη ΝΔ την περίοδο 2004-06) δε, μίλησε για «νεοφιλελεύθερα παπαγαλάκια» που ελπίζει «να μην ξαναπιάσουν με την πένα τους το δημόσιο σύστημα υγείας» (δηλωση που δεν πέρασε ασχολίαστη από επιφανείς αρθρογράφους εφημερίδων που πρόσκεινται στην κυβέρνηση).
Κι αν η κωλοτούμπα σε όσα σχετίζονται με την υγεία ήταν λίγο πολύ μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης, η αντίδραση στο κομμάτι της αγοράς και την κοινωνικής μας ζωής ήταν ακόμα πιο αμήχανη. Το ένα αόρατο χέρι της αγοράς άρχισε να ξύνει από περιέργεια το άλλο, ακούγοντας τηλευαγγελιστές του μικρού κράτους να ζητούν κατεπειγόντως καθεστώς διατίμησης σε αντισηπτικά και μάσκες. Το μαζικό κλείσιμο επιχειρήσεων με ταυτόχρονη δημόσια κάλυψη μέρους της χασούρας γιορτάστηκε ως γενναία κίνηση από οπαδούς του ελεύθερου ωραρίου και της θεωρίας του λεφτόδεντρου. Όλα αυτά με μικρές ενέσεις για «ατομική ευθύνη» γιατί η πλήρης παράδοση στο πατερναλιστικό κράτος ελλοχεύει κινδύνους για μια ρητορική που χτίζεται χρόνια και τώρα καρκινοβατεί. Ο θαυμασμός για την πυγμή που έδειξε η Κίνα με απόλυτο lockdown και δρακόντειους περιορισμούς μετακινήσεων μπορεί εύκολα να ξεφύγει και να κάνει γοητευτικά στην κοινή γνώμη σοσιαλιστικά καθεστώτα άλλων εποχών.
Γιατί είναι εξαιρετικά δύσκολο να πας από τη μια μέρα στην άλλη από το θατσερικό there's no such thing as society στην επίκληση της κοινωνικής ευαισθησίας για την αντιμετώπιση της αχαλίνωτης διάδοσης του νέου ιου. Εκεί το δόγμα της ατομικής ευθύνης έρχεται να καλύψει αυτό το κενό. Στο ίδιο μήκος κύματος και η κυβερνητική «υιοθέτηση» της σοσιαλμιντιακής πρωτοβουλίας για το χειροκρότημα στο ιατρονοσηλευτικό προσωπικό από τα μπαλκόνια, άσχετα αν οι περισσότεροι γιατροί και νοσηλευτές αντί για χειροκρότημα ζητούν μεγαλύτερες ενισχύσεις σε προσωπικό και υλικοτεχνική υποδομή.
Ας μη γελιόμαστε, δεν έγιναν ξαφνικά όλοι οπαδοί ενός στιβαρού δημόσιου και δωρεάν συστήματος υγείας, έκαναν έναν αναγκαίο ελιγμό. Κι έκαναν πολύ καλά γιατί αυτό ήταν το σωστό. Τόσο από πλευράς δημόσιας υγείας όσο και προστασίας των ιδιωτικών επιχειρηματικών συμφερόντων. Έχουμε συνηθίσει από μια άλλη κρίση, τη χρηματοπιστωτική του 2008, ότι το λεφτόδεντρο είναι πάντα εκεί για να προφυλάξει από τη χασούρα τους μαθητευόμενους μάγους της ιδιωτικής πρωτοβουλίας.
Αφού όμως από εκείνη την κρίση δεν βγήκαμε και πολύ σοφότεροι, μιας και το δημόσιο θα συνεχίσει να κάνει τη δωρεάν ασφαλιστική για τις τράπεζες, τουλάχιστον όταν περάσει αυτή η δοκιμασία να βρεθούμε πάλι να συζητήσουμε τι σύστημα υγείας θέλουμε. Στο δίλημμα μεταξύ ενός σοβαρού ΕΣΥ κι ενός υπολειτουργούντος ΕΣΥ, θα είμαστε καλύτερα προετοιμασμένοι να απαντήσουμε.