Λίγες μόλις ημέρες πριν, κυκλοφόρησε στο διαδίκτυο ένα βίντεο εν είδει διαφημιστικής καμπάνιας στα πλαίσια ευαισθητοποίησης του κοινού για τον καρκίνο του παγκρέατος, από την Pancreatic Cancer Action.
Μέσα από αυτό το " target="_blank"> βίντεο πέρα από τα στατιστικά στοιχεία που δίνονται σχετικά με τη θνησιμότητα και την επικινδυνότητα εν γένει του συγκεκριμένου είδους καρκίνου, διοχετεύεται μια σύγκριση των διαφόρων ειδών καρκίνου, κατατάσσοντας τον καρκίνο του παγκρέατος στον πιο σοβαρό και καλπάζοντα.
Ανεξάρτητα από του λόγου το αληθές και παίρνοντας ως δεδομένο ότι όλα τα παραπάνω ισχύουν, η προσέγγιση που επιλέγεται για να θιγεί το θέμα και η οποία υποδηλώνεται ευθέως από τον τίτλο κιόλας του βίντεο, πάσχει από κάθε άποψη και υιοθετεί μια διχαστική και προσβλητική στάση απέναντι στα θύματα του καρκίνου. “I wish I had breast cancer/I wish I had testicular cancer”,εξομολογούνται οι πρωταγωνιστές του βίντεο και αναρωτιέται κανείς:
Ποιος μπορεί αλήθεια να θεωρήσει κάποιον «τυχερό» ή έστω πιο τυχερό επειδή έχει καρκίνο του μαστού ή καρκίνο των όρχεων; Πώς είναι δυνατόν η θυματοποίηση ενός ανθρώπου να απαξιώνει και να ακυρώνει τον προσωπικό αγώνα ενός άλλου, επίσης καρκινοπαθούς;
Είναι ο παράγοντας θνησιμότητα, το μοναδικό μέτρο που καθιστά κάποιον σε καλύτερη μοίρα όταν και οι δύο έχουν προσβληθεί από μια ασθένεια που κανείς δε θα ήθελε να αντιμετωπίσει; Η στάθμιση της λογικής «το μη χείρον βέλτιστον» σε τόσο ευαίσθητα θέματα, είναι όχι μόνο εξαιρετικά ατυχής, αλλά υποκρύπτει και ψήγματα αμοραλισμού όπου δικαίως εγείρονται ερωτήματα σχετικά με τη διείσδυση και τα όρια του marketing.
Ο πιθανός και πάντα παρών αντίλογος του «να σοκάρει» δεν απαντά σε κάθε περίπτωση και οι βασικές αρχές του ανθρωπισμού που διέπουν κάθε κοινωνία, δεν επιτρέπουν την εκμετάλλευση τόσο φορτισμένων και εξωαγοραίων ζητημάτων, όπως οι παθήσεις και τα αντίστοιχα πάθη των ασθενών σε αυτές.
Η έννοια κόστος-όφελος είναι πολύ συχνή και πολύ σημαντική στην ιατρική. Η χρηματοδότηση των ερευνητικών προγραμμάτων σε σχέση με την πρόληψη, βασίζεται σε πολύ μεγάλο βαθμό στα στατιστικά στοιχεία και επομένως ο αγώνας για εύρεση πόρων για μη «δημοφιλείς» μορφές καρκίνου καθίσταται ιδιαίτερα δυσχερής. Αυτό παρ’όλα αυτά δε δίνει το εν λευκώ δικαίωμα για διαφημιστικές εκστρατείες με όρους καθαρού μάρκετινγκ και σκοπού που δεν αγιάζει ούτε τα μέσα, ούτε τη συνείδηση των ασθενών.
Από την άλλη μεριά, στον ευπαθή αυτό χώρο, η διαφήμιση έχει εισφέρει τα μέγιστα στην αναπαραγωγή σεξιστικών στερεοτύπων και στη μονοδιάστατη προσέγγιση των αντίστοιχων ζητημάτων. Ειδικά αναφορικά με τον καρκίνο του μαστού, οι κατά καιρούς και ανά τον κόσμο καμπάνιες «ευαισθητοποίησης» εστιάζουν εν πολλοίς στο στήθος ως ένα κομμάτι της γυναίκας στο οποίο έχουν αδυναμία οι άνδρες και το οποίο χρήζει προστασίας και όχι στην πρόσληψη της γυναίκας ως αυθύπαρκτης οντότητας η οποία υποφέρει. “Safe the ta-tas”, “saving second base”, παγκοσμίως η αντιμετώπιση του γυναικείου στήθους εξομοιώνεται με ένα παιχνίδι-τρόπαιο που πρέπει να διαφυλαχτεί ακέραιο και υγιές για την ευχαρίστηση των ανδρών και για τη διατήρηση των εκάστοτε δομών στο διαχωρισμό των ρόλων. Ακόμη και σε αυτές τις περιπτώσεις (του καρκίνου), το σεξ και τα στερεότυπα που υπάρχουν γύρω από αυτό, παίζουν κυρίαρχο ρόλο στις κατά τα άλλα «πιασάρικες» διαφημίσεις ενημέρωσης.
Αίσθηση για παράδειγμα προκαλεί αφίσα στην Ινδία όπου αναφέρει τη μαστεκτομή ως ένα από τα μεγαλύτερα δεινά που θα μπορούσε να βρει μια γυναίκα και που την καθιστά πλέον άσχημη. Ο σκοπός είναι η αφύπνιση που αφορά στη πρόληψη, στην πραγματικότητα όμως θίγει βαθιά και δημιουργεί συμπλέγματα κατωτερότητας σε όσες γυναίκες έχουν ήδη προβεί σ’αυτή. Αντιστοίχως, στην ελληνική καμπάνια, η παρότρυνση μέσα από το επιφανειακά απελευθερωμένο «πιάσε τα» ή «θέλω να στα πιάσω» υποδαυλίζει μια εξόχως σεξιστική προσέγγιση ακόμα και σε ένα τόσο σοβαρό ζήτημα. Γεγονός που δεν ισχύει καθόλου σε ό,τι αφορά παραδείγματος χάριν την ευαισθητοποίηση του κοινού για τον καρκίνο του προστάτη ή των όρχεων. Εκεί ο άνδρας εμφανίζεται ως πάσχουσα ολότητα και όχι ως απλώς φέρων του αναπαραγωγικού ή σεξουαλικού οργάνου.
Κανείς δεν αμφισβητεί την πολύ σημαντική προσπάθεια που καταβάλουν μη κερδοσκοπικοί φορείς για την ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης σε κοινωνικά θέματα και ιδιαίτερα σε αυτά που άπτονται της δημόσιας υγείας. Είναι όμως ακριβώς αυτός ο χαρακτήρας τους, που όταν λειτουργεί με όρους αγοραίων αγαθών, είναι πιθανό να καταλήγει το τίμημα να αναιρεί τον πρωταρχικό σκοπό.
Υ.Γ: Ευχαριστώ την Δήμητρα Δαλακούρα για την παροχή των ιατρικής φύσης πληροφοριών και τη Νεφέλη Μούρτη για την κατατόπιση σχετικά με τις διαφημιστικές καμπάνιες.