Κλείσιμο σε 10 δευτερόλεπτα..
Κλείσιμο
Κλείσιμο σε 10 δευτερόλεπτα..
Κλείσιμο

Οι κανόνες του παιχνιδιού 

Η λυτρωτική χαρά του τεράστιου πλήθους στο άκουσμα της απόφασης -μιας δικαστικής απόφασης- υπενθυμίζει τη συλλογική επιθυμία να ζούμε σε δημοκρατική κοινωνία. Του Κωστή Καρπόζηλου.

Φωτογραφία από τη συγκέντρωση στο Εφετείο/ Αλέξανδρος Κατσής

Η σημερινή απόφαση προσφέρει μια εξαιρετική υπηρεσία στη Δημοκρατία μας. Όχι μόνο για το αυτονόητο της θωράκισης της έναντι μιας εγκληματικής οργάνωσης που επί χρόνια πορευόταν και αναπαραγόταν μέσα από τη βία σε βάρος των αδύναμων και τη φαντασίωση της κατάλυσης του πολιτεύματος. Αυτό είναι προφανώς το κύριο και το άμεσο. Αλλά υπάρχει κάτι άλλο. Η σημερινή απόφαση είναι μια πολύτιμη υπόμνηση της σημασίας να τηρούνται οι κανόνες του παιχνιδιού. 

Στη χώρα μας είμαστε καχύποπτοι με τους θεσμούς και ειδικά με το θεσμό της δικαιοσύνης. Υπάρχουν λόγοι για αυτό. Η συλλογική σοφία ότι η καταφυγή στη δικαιοσύνη είναι ένα αχρείαστο “μπλέξιμο” αποτελεί τη συνισταμένη διαδοχικών εμπειριών όπου η ατελέσφορη αναζήτηση του “δίκιου” διαπλέκεται με γραφειοκρατικές -μέχρι τελικής εξάντλησης- διαδικασίες και την πεποίθηση ότι στο τέλος νικούν οι ισχυροί ή αυτοί που έχουν τη στήριξη των ισχυρών. Η Δικαιοσύνη φαντάζει κάπως σαν το ελληνικό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου. Θα ασχοληθείς, αλλά είναι δηλητηριασμένη η πίστη σου σε αυτό.  

Αυτό το κράτημα έναντι της Δικαιοσύνης ήταν ορατό τον Σεπτέμβριο του 2013. Για όσους και όσες δεν κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλο μας, είναι ζωντανή η ανάμνηση αντιλήψεων μέσα στην αριστερά ότι δεν έχουμε να περιμένουμε πολλά από την ποινική δίωξη της Χρυσής Αυγής. Η ήττα του φασισμού όφειλε να είναι υπόθεση του κινήματος, η δίκη θα μετέτρεπε τους διωκόμενους σε αντισυστημικούς ήρωες, η δίωξη της Χρυσής Αυγής θα άνοιγε το δρόμο για γενίκευση των πολιτικών διώξεων. Την ίδια περίοδο οι δημοσιολόγοι του ακραίου κέντρου είχαν μετατρέψει την επίκληση της Βαϊμάρης και της θεωρίας των δύο άκρων σε καθημερινή τελετουργία, αναζητούσαν το διαχωρισμό της “κακής” και της “καλής” Χρυσής Αυγής και συγκαταβατικά παρουσίαζαν τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα στο Κερατσίνι ως μια υπόθεση ποδοσφαιρικής παρεξήγησης. Η εξοργιστική αυτή στάση ανατροφοδοτούσε την πεποίθηση ότι η ποινική δίωξη της Χρυσής Αυγής θα οδηγούσε σε ένα μεγάλο φιάσκο από το οποίο ο Μιχαλολιάκος θα έβγαινε, στο τέλος, θριαμβευτής 

Αν τα θυμίζω αυτά δεν είναι για να βγάλουμε το υποδεκάμετρο του “σταλεγάκια” και να δούμε ποιοι είχαν δίκιο και ποιοι άδικο. Το κάνω για να ξανασκεφτούμε την ανάγκη η ριζοσπαστική, αριστερή, προοδευτική πολιτική δράση να συναρθρώνει την κινηματική αντίληψη με τη θεσμική διεκδίκηση. Θεωρώ ότι συχνά υστερούμε στο δεύτερο σκέλος. Το κίνημα δεν σκέφτεται θεσμικά, δεν έχει μάθει να αναζητεί ρωγμές στους θεσμούς, δεν διεκδικεί το αίτημα της Δικαιοσύνης εντός του κατεξοχήν γηπέδου της. Υπάρχουν ιστορικά προηγούμενα που ίσως συγκροτούν μια γενεαλογία. Το παράδειγμα της δικτατορίας του 1967-1974 είναι χαρακτηριστικό. Η μεταπολιτευτική του διαχείριση το μετέτρεψε σε “στιγμιαίο έγκλημα”, οι δίκες της χούντας περιορίστηκαν σε συγκεκριμένα πρόσωπα που πρωταγωνίστησαν την 21η Απριλίου του 1967 και το αίτημα της Δικαιοσύνης έμεινε μετέωρο. Η αίσθηση -ειδικά των θυμάτων της δικτατορίας- ήταν ότι το διαβατήριο της ομαλής μετάβασης στη νέα πραγματικότητα ήταν η λήθη και η συγκάλυψη.

Έτσι, παρότι η ελληνική πρώτη μεταπολίτευση ήταν μια εξαιρετικά φορτισμένη περίοδος κινηματικών και συλλογικών διεκδικήσεων, το αίτημα της απόδοσης Δικαιοσύνης -ένα αίτημα που εμπεριέχει και τη θεσμική διεκδίκηση- για τα όσα συνέβησαν ανάμεσα στο 1967 και στο 1974 δεν ήταν αυτό που έβαλε τη σφραγίδα του στις εξελίξεις. Η καχυποψία για τους θεσμούς, η αίσθηση ότι η πολιτική σκοπιμότητα υπερέχει του δικαίου, ο κινηματικός κυνισμός για τα όρια της “αστικής δικαιοσύνης” κατέστησαν τα αιτήματα της τιμωρίας των ενόχων, της διερεύνησης των αιτιών, της ιστορικής αποκατάστασης των θυμάτων αόριστα συνθήματα δίχως χειροπιαστά αποτελέσματα. Πάνω σε αυτό το προβληματικό υπόστρωμα -που την ευθύνη της διαμόρφωσης του είχε η μεταπολιτευτική Δεξιά, αλλά και η Αριστερά έκανε λίγα για να το διορθώσει- φύτρωσε η λογική της αυτοδικίας και η πεποίθηση ότι το παιχνίδι είναι από πριν ξεπουλημένο (που έλεγε και ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου). 

Δεν ξέρω αν η σημερινή καταδικαστική απόφαση για τη Χρυσή Αυγή αρκεί για να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη μας στη Δικαιοσύνη. Αλλά η λυτρωτική χαρά του τεράστιου πλήθους στο άκουσμα της απόφασης -μιας δικαστικής απόφασης- υπενθυμίζει τη συλλογική επιθυμία να ζούμε σε μια κοινωνία ασφάλειας, δημοκρατίας και δικαιοσύνης. Μια κοινωνία που οι κανόνες του παιχνιδιού θα ισχύουν. Και που το κίνημα θα βρίσκεται έξω από το δικαστήριο -κυριολεκτικό και συμβολικό- απαιτώντας την εφαρμογή τους. 

Ο Κωστής Καρπόζηλος είναι Διευθυντής των Αρχείων Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας (ΑΣΚΙ).

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΑΠΟ ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΑ
NEWS
Save