Έναν χρόνο πριν δεν θα μπορούσα να φανταστώ ότι τα καλύτερα μου ρούχα για να παρακολουθήσω μια θεατρική πρεμιέρα θα ήταν οι πιτζάμες. Ή ότι θα μπορούσα να κλικάρω και να ζουμάρω πάνω σε ακριβοθώρητα έργα τέχνης, να τα δω από τόσο κοντά, σαν να έβλεπα από την κλειδαρότρυπα του ζωγράφου.
Γιατί έτσι ένιωθα μερικές φορές, σαν παρείσακτος.
Γράφω αυτό το κείμενο ενώ είμαι στην αναμονή για μια παραγγελία που καθυστέρησε. Σχεδόν δεν θυμάμαι πότε πάτησα αυτή την ολοκλήρωση των αγορών. Ελπίζω ότι το έκανα μετά την ολοκλήρωση μιας παράστασης. Αλλά στα αλήθεια έτσι ολοκληρώνεται μια παράσταση; Πατάς ένα κουμπάκι, κλείνει το παράθυρο και πάει; Πως θα τελειώσει αν δεν την πάρεις μέσα σου, αν δεν την κουβαλήσεις μέχρι το σπίτι και δεν σε προβληματίσει έστω και λίγο; Όσα κίτρινα παλαμάκια και αν έστελνα, όσες κουβέντες και αν αντάλλαξα με ένα σκαμπρόζικο άβαταρ, η αμηχανία των ηθοποιών μπροστά σε μια άδεια σκηνή και η δικιά μου από το σπίτι δεν άλλαζε.
Πόσα views κάνουν μια επιτυχία;
Δεν θυμάμαι σε ποια καραντίνα ήταν, στην πρώτη ή στην δεύτερη, που ξαφνικά όλα έγιναν ασφυκτικά και παρόμοια. Άρχισα να κάνω register σε φόρουμ, συνέδρια, παρουσιάσεις βιβλίων, στο Duolingo για μαθήματα ξένων γλωσσών, να προγραμματίζω παραστάσεις και να αγοράζω εισιτήρια για παλιές φευγάτες ταινίες επιστημονικής φαντασίας από την Πολωνία και τελικά να μην προλαβαίνω σχεδόν τίποτα. Κακή σύνδεση, δεν βλέπω καλά, δεν ακούγεται, έχασα την αρχή, γιατί να ξαναβάλω το μέιλ μου, δεν έχετε κλείσει το μικρόφωνο παιδιά, ακούγεστε. Αργά το βράδυ σκότωνα τον χρόνο μου στο Νετφλιξ για να ηρεμήσω.
Το δεύτερο λοκντάουν επιβεβαίωσε αυτό που είχαμε διαισθανθεί από την αρχή, χωρίς ακόμα να το βάλουμε σε λέξεις. Οτι όσο καλά και αν ανέβει μια παράσταση ή μια συναυλία στο διαδίκτυο, όσο καλή παραγωγή και αν είναι, όσο μεγάλη και αν είναι η ανάλυση της οθόνης και το stream απαλό σαν βούτυρο, δεν μπορεί να αντικασταστήσει το ζωντανό θέαμα, όπου ζωντανό σημαίνει κοινωνικό.
Η ιεροτελεστία της συνάντησης, έστω και μεταξύ αγνώστων, η συλλογική προσμονή σε μια σκοτεινή αίθουσα, η θέα ενός μνημείου κάτω από τον ήλιο, τα σώματα που χορεύουν σε απόσταση αναπνοής, η είσοδος των χάλκινων πνευστών μιας συμφωνικής ορχήστρας, το γέμισμα μιας αίθουσας από τη φωνή μιας σοπράνο, τίποτα δεν είναι το ίδιο μέσα από την οθόνη.
Ακόμα και η αναμονή στην ουρά για να ανέβεις στην Ακρόπολη ή για να δεις για λίγα λεπτά τη Μόνα Λίζα στο Λούβρο παρέα με δεκάδες άλλους τουρίστες, προσθέτουν αξία στην εμπειρία μεγαλύτερη από ένα virtual tour στην άλλη άκρη του κόσμου. Είναι ωραίο να ξέρεις ότι μια παράσταση μεταδίδεται Live from Epidaurus σε όλο τον κόσμο, αλλά τίποτα δεν συγκρίνεται με το ταξίδι μέχρι το αρχαίο θέατρο και όλα αυτά που το συνοδεύουν.
ΟΜΩΣ. Θα ήταν άστοχο και γενικά ανόητο να διαγράψουμε όλη την προσπάθεια που έγινε στο Διαδίκτυο. Μπορεί να μην φανταζόμασταν πριν από έναν χρόνο ότι θα βλέπαμε διαδικτυακά παραστάσεις αλλά το ίδιο θα έλεγε και ένας θεατρόφιλος στην ακριτική Ελλάδα και στα νησιά, αλλάζοντας όμως το αρνητικό πρόσημο σε θετικό. Κάποιος που δεν θα είχε ποτέ την οικονομική δυνατότητα να ταξιδέψει στο Παρίσι, στο Λονδίνο ή στη Νέα Υόρκη μπορούσε να δει έστω και από μακριά απρόσιτα έργα τέχνης, να παρακολουθήσει παραστάσεις από σπουδαία θέατρα, έστω και αρχειακές, ή να ακούσει μεγάλους μαέστρους στo digital concert hall της Φιλαρμονικής του Βερολίνου. Η τέχνη έγινε πιο προσιτή και οι καλλιτέχνες αξιοποίησαν μέσα και τρόπους έκφρασης που μέχρι πρότινος θεωρούνταν πειραματικά ή ξεχασμένα. Το ραδιοφωνικό θέατρο και γενικά η επιστροφή του ήχου ως ακουστικό θέαμα, μοιάζει ένα πεδίο ανεξερεύνητο στην εποχή της εικόνας.
Οι πληγές που άνοιξε ο κορωνοϊός στον πολιτισμό παραμένουν ανοιχτές. Δεν είναι εύκολο να κλείσουν διότι ο πολιτισμός δεν είναι κάτι άψυχο αλλά άνθρωποι που παίρνουν ρίσκα, έχουν ιδέες, καταθέτουν την τέχνη τους και κρίνονται. Ο πολιτισμός στην Ελλάδα και διεθνώς υπέφερε την χρονιά που φεύγει με έναν τρόπο που κανείς δεν θα μπορούσε να διανοηθεί έναν χρόνο πριν και νομίζω ότι θα χρειαστεί αρκετό χρόνο μέχρι να βρει τον βηματισμό του. Το διαδίκτυο είναι ένα χρήσιμο εργαλείο αλλά συμπληρωματικό, όπως και οι κρατικές επιχορηγήσεις. Όσα χρήματα κι αν δοθούν τα πράγματα θα καρκινοβατούν εάν δεν επιστρέψει η ζωή σε κανονικούς ρυθμούς με την αποτελεσματική αντιμετώπιση της πανδημίας και το κοινό στις αίθουσες.
Ο Σάκης Ιωαννίδης είναι δημοσιογράφος στην εφημερίδα Καθημερινή.