Πού μπαίνει το όριο σε αυτό που λέμε ελευθερία του λόγου; Πού χαράσσεται η γραμμή σχετικά με το αν μπορεί ο καθένας να λέει ότι θέλει στη δημόσια σφαίρα, αδιαφορώντας για τις επιπτώσεις κι αγνοώντας την ξεπερασμένη (;) έννοια της πολιτικής ορθότητας; Την εβδομάδα που πέρασε, στις ΗΠΑ έδωσαν την απάντηση. Για την ακρίβεια, η αμερικάνικη (ακρο)δεξιά έθεσε καθυστερημένα και υποκριτικά το όριό της, αφοπλίζοντας τον Milo Yiannopoulos – έναν από τους πρωταγωνιστές αυτής της χαοτικής περιόδου που έδωσε τη βαλίτσα με τους κωδικούς των πυρηνικών στον Donald Trump.
Ο Milo Yiannopoulos είναι ίσως η πιο χαρακτηριστική δημόσια φιγούρα αυτής της μεταβατικής εποχής, στην οποία η πολιτική και το entertainment συγχωνεύθηκαν στο περιβάλλον των μέσων κοινωνικής δικτύωσης.
Είναι πολύ δύσκολο να ορίσει κανείς την ιδιότητά του.
Είναι δημοσιογράφος; Ξεκίνησε από τεχνολογικά sites, πέρασε από τις IT σελίδες της Telegraph, προώθησε το προσωπικό του brand κυρίως μέσα από το twitter ως @nero, ανέλαβε θέση editor στο Breitbart (την ιστοσελίδα που αποτέλεσε το βαρύ πυροβολικό της προπαγάνδας Trump). Δεν έγραψε όμως ποτέ κάποιο συγκλονιστικό ρεπορτάζ, δεν καθιερώθηκε μέσα από τα reviews του σε videogames, δεν έκανε συνεντεύξεις με τεχνολογικούς οραματιστές.
Είναι πολιτικός; Η εμφάνισή του (κι ακόμα το γεγονός ότι προτιμούσε το, τόσο ταιριαστό σε ποπ σταρ, δισύλλαβο Milo) τον μετέτρεψαν σε «Justin Bieber της αναδυόμενης αμερικάνικης εναλλακτικής δεξιάς», αλλά όποτε του ζητείτο να αναλύσει τις πολιτικές του θέσεις πέραν από στοχευμένο οχετό μίσους, πουλούσε τρέλα. Αποδίδοντας όσα έλεγε στη δημόσια περσόνα του, σε έναν «χαρακτήρα» δεν απηχούσε απαραίτητα και τον ίδιο. «Είμαι αυτιστικός και κοινωνιοπαθής», δήλωσε κάποτε, παρουσιάζοντας το άλλοθί του.
Είναι ακτιβιστής; Δεν προκύπτει. Βρέθηκε στο επίκεντρο του Gamergate το 2014, μόνο που αντί να κατακρίνει τη δημοσιογραφική διαπλοκή στο χώρο των βιντεοπαιχνιδιών αυτός εκτόξευσε μισογυνικούς σεξιστικούς λίβελλους, ενώ χαρακτήριζε τους gamers (στη μεριά των οποίων υποτίθεται ότι ανήκε) «θλιβερούς άνεργους που ζουν στα υπόγεια των γονιών τους». Επίσης, είναι ανοικτά gay που ειρωνεύεται τους αγώνες για τα δικαιώματα της LGBTQ κοινότητας και παραληρηματικά ρατσιστής που αντικρούει την σχετική κατηγορία λέγοντας ότι «του αρέσει να γαμάει μαύρους».
Φυσικά, δεν είναι τίποτα απ’ όλα αυτά. Υπήρξε μια μασκότ του μίσους, ωστόσο χαρισματικός στην κατανοήση των μηχανισμών του ίντερνετ και των social media. Δε μαθαμε ποτέ τι πρεσβεύει. Μάθαμε μόνο τι εχθρεύεται – τις φεμινίστριες, τους μαύρους, τους ακτιβιστές, τους φιλελεύθερους πάσης φύσεως, τους μετριοπαθείς συνομήλικούς του που θεωρούσε εκπροσώπους μιας «μαλθακής γενιάς» και τους βάφτιζε χλευαστικά «χιονονυφάδες». Βασικά όλους, αρκεί να τον εξυπηρετούσαν προκειμένου να γίνει trending topic. Σε μια Αμερική πληγείσα από την οικονομική κρίση που ψάχνει ακόμα να βρει φταίχτες, ο Yiannopoulos έγινε το poster boy των θυμωμένων λευκών που κοροϊδεύουν τους «μαχητές για την κοινωνική δικαιοσύνη». Η συμπόρευση του με τον Donald Trump, τον οποίο αποκαλεί "daddy", ήταν μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Οι «ψεκασμένοι» του Tea Party, χρειάζονταν ένα καλύτερο pop icon από την Sarah Palin με συνεχή παρουσία στα media και φυσικά το βρήκαν στο πρόσωπο του Milo.
Συνεχής παρουσία στα media; Εδώ, φυσικά, υπάρχει πολύ ψωμί. Ο Yiannopoulos δεν αντιμετωπίστηκε ποτέ ως αυτό που ήταν: ως μια γραφική, κι επικίνδυνη, «αρσενική πόρνη για δημοσιότητα». Το λόγο του πολλοί αρνήθηκαν, το hype του ουδείς. Στο σύγχρονο επικοινωνιακό «Σύνδρομο της Στοκχόλμης» που τα media αυτοπαγιδεύονται, το δάχτυλο μπήκε βαθιά στο βάζο με το απαγορευμένο μέλι. Ο Yiannopoulos, όπως καθετί εξωφρενικό, είναι δημοφιλής. Συνέβαλλε στο χάος της μετα-αλήθειας ως editor μάστορας στους παραπλανητικούς και προσβλητικούς τίτλους. Εγινε θαμώνας της mainstream τηλεόρασης, ο Bill Maher –από τους διασημότερους αμερικάνους talk show παρουσιαστές- τον παρομοίασε πριν λίγο καιρό με τον Μεγάλο Βρετανό Αφοριστή Christopher Hitchens σε ένα κρεσέντο αστοχίας (ή/και ξεπλύματος). Ο αξιοσέβαστος εκδοτικός κολοσσός Simon & Schuster υπέγραψε μαζί του συμφωνία για βιβλίο-α, το American Conservative Union τον κάλεσε να μιλήσει στο ετήσιο συνεδριό του γιατί «η οπτική του είναι σημαντική».
Κι όπως συνήθως συμβαίνει, αυτή η σκοτεινή πορεία προς τη δόξα διακόπηκε όταν κάποιος –φυσικά στο ίντερνετ- αποφάσισε να μαγειρέψει λίγο θόρυβο γύρω από ένα βίντεο στο οποίο ο Yiannopoulos δικαιολογεί τις σεξουαλικές σχέσεις εφήβων με μεγαλύτερους άνδρες λέγοντας μέχρι και ότι «βοηθάει στην ενηλικίωσή τους». Εκεί, η συντηρητική Αμερική έβαλε την κόκκινη γραμμή της. «Σοκαρίστηκε». Το βίντεο βέβαια ήταν γνωστό εδώ κι ένα χρόνο. Η συμφωνία για βιβλία αποσύρθηκε, η πρόσκληση στο συνέδριο ανακλήθηκε, οι μεγάλες εφημερίδες τον στόλισαν με προφίλ αποκαθήλωσης. Η αμερικάνικη κοινή γνώμη ουσιαστικά ομολόγησε ότι είναι ΟΚ π.χ. να σε κόβει το twitter επειδή ξεφτιλίζεις την πρωταγωνίστρια του Ghostbusters remake, απλά με το που θίξεις τα παιδιά της αυτόματα είσαι τελειωμένος. Σωστό το δεύτερο σκέλος, βαθιά προβληματικό το πρώτο. Και φυσικά ήδη μετακινημένο το κοινά αποδεκτό όριο σχετικά με το τι επιτρέπεται να λέγεται δημοσίως. Έτοιμο, πακεταρισμένο για τον επόμενο Milo Yiannopoulos...
Κάτι θυμίζουν όλα αυτά, τις συζητήσεις εντός των τειχών. Μόνο που πια στην Ελλάδα δε συζητάμε αν είναι θεμιτό να δίνεται, στο πλαίσιο της ελευθερίας του λόγου, βήμα στη Χρυσή Αυγή. Η κανονικοποίηση του χρυσαυγιτισμού είναι οριστικό γεγονός. Ο πρωθυπουργός χαμογελά στο πλευρό των κυβερνητικών του εταίρων ακόμα κι αν αυτοί έχουν μέλη που χαρακτηρίζουν «πουσταριά» Ευρωπαίους ηγέτες. Η Νέα Δημοκρατία, όπως διάβασα σε ένα εύστοχο tweet, προκειμένου να δείξει αντιπολιτευτικό σθένος «έχει μετατραπει από κόμμα σε εκπομπή του Άδωνι Γεωργιάδη» (του οποίου το παρελθόν πρέπει να συγχωρεθεί, γιατί εσχάτως θυμήθηκε τη συγγνώμη βλ. Ολοκαύτωμα).
Δεν πάνε και πολλά χρόνια που θαυμάζαμε τον Τράγκα να τραπεζώνει την dream team της Χρυσής Αυγής, τον Μπογδάνο να ντεμπουτάρει τρώγοντας τηλεοπτικό ξύλο από τον Μιχαλολιάκο και τον Θέμο να χαριεντίζεται με τον Καιάδα. Πια, κι εδώ άλλαξε ο κανόνας. Λέει ο οποιοσδήποτε κάτι εξωφρενικό, μετά απο λίγες μέρες είναι στα αστεία ελληνικά talk shows, όπως Κωστόπουλος-Γιατζόγλου και «Στιβάρα μου ξέρω ότι δεν είσαι τέτοιος». Τρέχει αυτή η παρανοϊκή, αλλά και τόσο προφανής, ιστορία με τον Σώρρα; Βήμα και σε αυτόν, για το δικό του «αντισυστημικό σόου». Δέρνουν οι «νομπελίστες του Ωραιοκάστρου» τον ρεπόρτερ μας, ας τους βγάλουμε μετά στο δελτίο να μας εξηγήσουν πως το έκαναν.
Ακόμα και στην απο δω μεριά που έχει διαλέξει –υποτίθεται- μεριά και δεν έπαιζε μέχρι πρότινος σε αυτό το τερέν, εξαντλούμε την αυστηρότητά μας στην «κακή ερώτηση για τον Αντετοκούνμπο», άσχετα αν ο Giannis έσβησε γρήγορα τη φωτιά ξεκαθαρίζοντας ότι ο δημοσιογράφος υπέπεσε σε πατάτα άνευ προθέσεως. Ξινίζουμε με το αντιρατσιστικό βίντεο της Συνατσάκη γιατί «μωρέ είναι του MAD, άσε που αυτοπροβάλλεται», δε μας απσχολεί ότι με 500.000 followers στο instagram –στην πλεοψηφία τους έφηβοι- είναι πολύ πιο χρήσιμη από κάθε διανοουμενίστικη αποψάρα. Και φυσικά αναπαράγουμε το βίντεο-απάντηση της Ουρανίας Μιχαλολιάκου, γιατί ποιος μπορεί να πει όχι στα κλικ που φέρνει μια ρατσιστική μπαρούφα;
Ο ορισμός του «ακριβοί στα πίτουρα και φτηνοί στ’ αλεύρι», κυρία μου…