
Λίγο πριν το τέλος του, το φετινό καλοκαίρι κλείνει το μάτι στους παραθεριστές των βουνών. Σε αυτούς που δεν ανάρτησαν ηλιοβασιλέματα και ανατολές στη θάλασσα στα αχόρταγα κοινωνικά δίκτυα, δεν χάλασαν τις σαγιονάρες τους στην άμμο, δεν γεύτηκαν την αλμύρα στα χείλη τους.
Σε εκείνους που, όπως ο καλός μου φίλος, Στάθης, στρίμωξαν στη βαλίτσα μπουφάν και μακρυμάνικα και τράβηξαν την ανηφοριά: Βενζινάδικο, διόδια, ψηφιακοί και έντυποι χάρτες, σάντουιτς για το ταξίδι και μια δροσερή τοπική βυσσινάδα στον προορισμό. Διακοπές στο βουνό. Δροσιά. Και κανένα ακτοπλοϊκό εισιτήριο να μεγαλώνει την τρύπα στην τσέπη.
Άσε την ψάθα στο πατάρι
Είναι σκληρό να απαρνιέσαι τις χάρες της θάλασσας, αλλά διόλου δύσκολο να πεις όχι στις «60 (ευρώ) το ζευγάρι» ξαπλώστρες ή να δώσεις κάτι λιγότερο και να βρεθείς «γαλαρία». Μη που απαντήσεις, παρακαλώ, με αυτά που λέει ένας φιλελές, φίλος από τα παλιά: «Αν δεν σου αρέσει μπορείς να απλώσεις πετσέτα στην άμμο».
Στην πραγματικότητα, το ντουέτο «Δήμος-Επιχειρηματίας» επιλέγει να χορέψει ταγκό στις ωραιότερες και εύκολα προσβάσιμες παραλίες του κάθε θέρετρου. Σε δημοφιλείς προορισμούς με λίγα λόγια. Και η αλήθεια είναι ότι, αν έχεις κουραστεί να αναζητάς καβάτζες δίχως τουριστική «ανάπτυξη» στη νησιωτική ή ηπειρωτική χώρα, θα κατηφορίσεις κι εσύ μαζί με το ιδρωμένο λεφούσι σε παραλίες όπου η ελεύθερη ζώνη για να απλώσεις το παρεό σου δεν είναι παρά μια στενή λωρίδα αμμώδους γης στα πόδια του ξύλινου κρεβατιού –ούτε νυφιάτικο, που βυθίζεται λίγο πάνω από τον γιαλό. Σ’ αρέσει;
Ελεύθεροι άνθρωποι είμαστε. Μπορείς να πεις όχι και να πάρεις το κουβαδάκι σου και σε άλλη παραλία, δύσβατη και μακρινή. Αν όμως έχεις παιδιά και κουβαδάκια άντε να τρέχεις… Και τελικά στοιβάζεστε οικογενειακώς δυο ενήλικες και δύο παιδιά στις ξαπλώστρες με θέα τα όχι πάντα ενδιαφέροντα οπίσθια των μπροστινών –όσο πιο μακριά από το νερό τόσο πιο οικονομικά. Και το χειρότερο; Θα το αφήσεις τελικά το ογδοντάρι, γιατί τα σάντουιτς από το σπίτι γέμισαν άμμο και τα μικρά πεινάνε και άνθρωπος είσαι κι εσύ έναν καφέ θα τον πιεις και μετά θα σβήσεις τη δίψα με μία μπύρα…
Τι σου είπε το βουνό τον Αύγουστο;
Το βουνό σαν να σε περίμενε δίχως να έχει διαβάσει στον ξένο τύπο για τη δυσαρέσκειά σου. Ας πούμε, λίγο μετά τον Δεκαπενταύγουστο ο Guardian έγραψε κοντολογίς ότι το φετινό καλοκαίρι δεν είναι για τους Έλληνες. Όσο για την Ελλάδα, την παρουσιάζει στο εκτενές της ρεπορτάζ ως «Ταϊλάνδη της Ευρώπης», στην οποία οι ξένοι ζουν το απλησίαστο για τους ντόπιους -εμάς εννοεί- όνειρο των διακοπών. Και αντανακλαστικά επιστρέφω στις ατέλειωτες πολιτικές συζητήσεις που γίνονταν τις παρέες των «μεγάλων», τότε που ανήκα στους μικρούς, όπου ακουγόταν τρομακτική μια προφητεία: «Θα γίνουμε τα γκαρσόνια της Ευρώπης!».
Η Guardian βάζει στο ίδιο καλάθι με εμάς και τους Ιταλούς, που άφησαν μαγιό και μάσκες θαλάσσης έξω από τη βαλίτσα και πήραν τα βουνά. Κι είχαν τον λόγο τους: Στη δημοφιλή ακτογραμμή της Απουλίας, ένα ζευγάρι μπορεί να πληρώσει μέχρι και 90 ευρώ για να σκιαστεί οριζοντιωμένο στα πίσω «ντιβάνια» μιας οργανωμένης παραλίας.
Το βουνό, λοιπόν, δεν έχει ξαπλώστρες και «κρατήσεις». Και γι’ αυτό δεν έχει και ανάγκη από ακτιβιστικά κινήματα. Κι όταν το καλοκαίρι του 2023 διαδηλωτές στην Πάρο κράδαιναν πανό που έγραφε «Διεκδικήστε την παραλία», βουνά και λαγκάδια χαμογελούσαν. Ήξεραν ότι το κίνημα της πετσέτας όπου να ‘ναι θα τους έφερνε μουσαφίρηδες: τους απανταχού εξαντλημένους οικονομικά και ψυχολογικά λουόμενους των παραθαλάσσιων τουριστικών προορισμών.
Και ξαφνικά φέτος το καλοκαίρι οι αλγόριθμοι τρελάθηκαν. Στις μηχανές αναζήτησης ένας σημαντικός αριθμός επισκεπτών έψαχναν για διαμονή σε ορεινούς και ημιορεινούς προορισμούς. Φίλος με τη φαμελιά του έκλεισε στο Άγκιστρο Σερρών, με τιμές τίμιες και θερμές ιαματικές πηγές για να γιάνει και η μέση του.
Τι σημαίνει τίμιες τιμές; Ότι η χωριάτικη λογίζεται σαν σαλάτα και όχι σαν κυρίως πιάτο, ότι τα σουβλάκια δεν είναι κατεψυγμένα και υπερτιμημένα, τα δωμάτια με θέα δεν είναι ημιυπόγεια με κατσαρίδες και τα αλκοολούχα κοκτέιλ δεν κοστίζουν δέκα ευρώ σερβιρισμένα σε πλαστικά ποτήρια.

Οι ταβέρνες κάτω από τα πλατάνια
Άσε με θάλασσα και μη με ξεμυαλίζεις
Και τα γράφω όλα αυτά γιατί πονώ που η «ανάπτυξη» παίρνει τη θάλασσα -και τα οικεία καλοκαίρια- μακριά μας. Και τίποτα δεν είναι «οικονομικό» σε εκείνα τα κομμάτια γης που βρέχει το Αιγαίο ή το Ιόνιο, εκτός αν έχεις σπίτι της γιαγιάς στο νησί που σε περιμένει με αράχνες και ποντικούς γιατί δεν αντέχει η τσέπη σου τη συντήρησή του και «μια γυναίκα να στο προσέχει τον χειμώνα». Κι εσύ που λατρεύεις το νησί σου, φέτος κουράστηκες να κάνεις αιματηρές οικονομίες για να ποτίσει το σώμα σου ιώδιο και να θρέψεις την ψυχή σου με ένα καλοκαίρι όπως εκείνα τα παιδικά, τα ανέμελα.
«Έλα», σου είπε το βουνό κι εσύ πάρκαρες στους πρόποδές του. Και δεν το μετάνιωσες στιγμή. Βρήκες και νερά στο ποτάμι και βούτηξες. Και το βράδυ δεν σου έφτασε η πικέ κουβερτούλα και ζήτησες και άλλη. Και δεν ξέρεις τι θέλεις να παίζει στα ακουστικά σου: η Θάλασσα τραγουδισμένη από τον Νίκο Ξυλούρη ή το Thunder on the mountain, με Bob Dylan.
Διάλεξε το σάουντρακ και πες όχι αντίο, αλλά στο επανιδείν στην ακριβή μας θάλασσα.