
Ως ένας άνθρωπος χοντρός τις περισσότερες δεκαετίες της ζωής μου, δεν αποδέχτηκα απλώς το σώμα μου, το αγάπησα. Αγάπησα και τις αλλαγές του, γιατί αν δεν αγαπάς τον εαυτό σου, δεν θα βρεις ποτέ γαλήνη και ηρεμία μέσα σου και σίγουρα δεν θα αγαπήσεις και τους άλλους γύρω σου. Αυτό δεν σημαίνει πως αν αυτό το σώμα αδυνάτιζε αισθητά, ξαφνικά θα το μισούσα. Όπως είπα, αγαπάς τον εαυτό σου όπως είναι, με τα πάνω του και τα κάτω του. Τον φροντίζεις όπως μπορείς και τον αγκαλιάζεις. Αν νιώσεις ότι σου προκαλεί δυσκολίες, προσπαθείς να διορθώσεις την κατάσταση και αν δεν τα καταφέρνεις, κοιτάζεις να κάνεις ό,τι μπορείς για να νιώθεις καλά με αυτό. Γιατί δεν είναι για όλους το ίδιο εύκολο να κάνουν τον μεταβολισμό τους και τις ορμόνες να λειτουργήσουν σωστά, ούτε να βρουν το ψυχικό σθένος να αλλάξουν δραστικά κάποια πράγματα στη ζωή τους.
Στα ’90s άκουγες το: “Μη φας, θα παχύνεις”, στα ’00s το: “Έτσι κι αλλιώς δεν χωράς στα πρότυπα, μάθε να αγαπάς τον εαυτό σου” και σήμερα, αν έχεις παραπάνω κιλά από αυτό που ορίζεται ως νορμάλ, όλο και κάποιος θα βρεθεί να σου πει: “Υπάρχει ένεση, κάν’ την”. Και τελικά κάθεσαι και σκέφτεσαι ότι έχεις περάσει μία ζωή ανάμεσα σε διατροφές που κατέστρεψαν τον μεταβολισμό σου, σε influencers που έχτισαν καριέρες πάνω στο body positivity (δεν αναφέρομαι σε όλους φυσικά) και τώρα σε φαρμακοβιομηχανίες που μοσχοπουλάνε λύσεις με παρενέργειες πιο βαριές κι από το ίδιο το βάρος.
Όπως σε κάθε κίνημα, έτσι και στο κίνημα του fat acceptance που ξεκίνησε πριν από δύο δεκαετίες υπάρχουν πολλές πτυχές. Για εμάς τους χοντρούς ανθρώπους, ήταν μία επανάσταση. Και τώρα που όλο και περισσότεροι στρέφονται στο Ozempic και τις υπόλοιπες ενέσεις απώλειας βάρους για διαβητικούς, όλο και περισσότεροι φίλοι με ρωτούν: “Μα καλά, όλοι αυτοί που μιλούσαν για αποδοχή, γιατί τώρα τρυπιούνται”;
Το Ozempic –δραστική ουσία semaglutide– είναι το φάρμακο που σάρωσε τα πάντα. Εγκρίθηκε για διαβήτη τύπου 2, έγινε trend για αδυνάτισμα. Από τη μία, άλλαξε τη ζωή πολλών που δεν μπορούσαν να χάσουν κιλά με κανέναν άλλο τρόπο. Από την άλλη, ήρθε με μια λίστα παρενεργειών που μόνο υποσημειώσεις δεν είναι: γαστροπάρεση (παράλυση στομάχου), προβλήματα όρασης, νεφρών, χοληδόχου κύστης, κατηγορίες για παγκρεατίτιδα. Στις ΗΠΑ έχουν ήδη ξεκινήσει δεκάδες αγωγές κατά της Novo Nordisk. Μια γυναίκα ισχυρίστηκε ότι της αφαίρεσαν τμήμα του εντέρου λόγω επιπλοκών. Κι όμως, οι ενέσεις συνεχίζουν να γίνονται trend, με celebrities και απλούς ανθρώπους να ανεβάζουν το “πριν και μετά” σαν να ήταν η μόνη αλήθεια.
Τελικά το δέχομαι το σώμα μου ή όχι;
Το κίνημα της αποδοχής σώματος δεν ξεκίνησε για να γίνει φίλτρο στο Instagram. Ξεκίνησε ως απάντηση στη βιομηχανία του αδυνατίσματος, στις δίαιτες της πείνας, στα ψυχολογικά τραύματα που άφησαν τα περιοδικά μόδας. Έδωσε φωνή σε ανθρώπους που για χρόνια άκουγαν ότι δεν αξίζουν επειδή δεν μπαίνουν σε small νούμερο. Είπε: “Σταματήστε να κάνετε shaming σε σώματα που δεν χωράνε στο στενό καλούπι σας”.
Όμως, πολύ γρήγορα το σύστημα έπιασε το κόλπο. Οι ίδιες εταιρείες που πουλούσαν σκευάσματα “0% λιπαρά” άρχισαν να βάζουν στα μοντέλα τους plus size κορίτσια, όχι γιατί ξαφνικά πίστεψαν στην επανάσταση, αλλά γιατί “πουλούσε”. Το body positivity έγινε μόδα, τάση, άλλο ένα hashtag που μπορούσε να κάνει viral ένα brand στο TikTok. Και μαζί με αυτό, ήρθαν οι “influencers της διαφορετικότητας”: γυναίκες που φωτογραφίζονταν με καμπύλες, αλλά πάντοτε μέσα σε αποδεκτά όρια, σφιχτές, λαμπερές, με τέλειο δέρμα. Η “διαφορετικότητα” έγινε τόσο ρυθμισμένη, που έπρεπε να μοιάζει αψεγάδιαστη για να είναι αποδεκτή. Και έγινε ένας αχταρμάς.
Ας μην κρυβόμαστε, ζούμε σε εποχή fast everything. Fast food, fast fashion, fast dating. Γιατί να μην έχουμε και fast weight loss; Το Ozempic ενσαρκώνει ακριβώς αυτό: τη φαντασίωση ότι με μία ένεση την εβδομάδα, η ζωή σου αλλάζει. Το μόνο που χρειάζεσαι είναι μία συνταγή ή στη χειρότερη, τη μαύρη αγορά. Γιατί εκεί έχει φτάσει η κατάσταση, να υπάρχουν ντίλερς που πουλάνε αυτές τις ενέσεις, ακόμα και μέσα σε γυμναστήρια. Και ξαφνικά, ολόκληρη η ιδεολογία της αποδοχής μοιάζει “παλιομοδίτικη”.
Κι όμως δεν είναι όλοι οι άνθρωποι ίδιοι
Δεν μπορούμε να τσουβαλιάσουμε τα πάντα, γιατί πίσω από κάθε: “Αποδέχομαι το σώμα μου αλλά πήρα Ozempic” κρύβονται διαφορετικές ιστορίες:
- Εκείνοι που δεν μπορούσαν να χάσουν κιλά με τίποτα: Παθολογικά αίτια, ορμονικές διαταραχές, χρόνιες παθήσεις. Γι’ αυτούς, η αποδοχή σώματος ήταν ανάσα ζωής και όχι ένα σύνθημα. Αν δεν αγαπούσαν τον εαυτό τους όπως ήταν, το εναλλακτικό σενάριο θα ήταν να παραιτηθούν από τη ζωή. Όταν λοιπόν ήρθε ένα φάρμακο που τους έδωσε επιλογή, το δοκίμασαν και μάλιστα όχι από ματαιοδοξία, αλλά από ανάγκη.
- Εκείνοι που ποτέ δεν αποδέχθηκαν το σώμα τους στ’ αλήθεια: Έλεγαν “Ναι, αγαπώ το σώμα μου” αλλά κάθε φορά που έβλεπαν φωτογραφία τους πάγωναν. Έκαναν αποδοχή με τα χείλη, αλλά όχι με την ψυχή τους. Για εκείνους, το Ozempic ήταν σαν τον πειρασμό που δεν μπόρεσαν να αντισταθούν. “Αν μπορώ να αλλάξω, γιατί να μην το κάνω”;
- Εκείνοι που έκαναν σημαία την αποδοχή γιατί πουλούσε: Influencers, brands, άνθρωποι που έβγαιναν και έλεγαν “Δεν με νοιάζουν τα κιλά, είμαι περήφανη/ος” επειδή η αγορά το ζητούσε. Και μόλις ήρθε το trend του Ozempic, έκαναν pivot. Από τα σλόγκαν body positivity στο “Νέο ξεκίνημα της ζωής μου με 15 κιλά λιγότερα”. Αυτή είναι η πιο οδυνηρή αντίφαση, γιατί αποκαλύπτει πόσο συχνά η “διαφορετικότητα” γίνεται προϊόν.
- Και αυτοί που αγαπάνε το σώμα τους, όπως είναι: Σήμερα μπορώ να είμαι 120 κιλά, σε έναν χρόνο μπορώ να είμαι 70 κιλά, τώρα θέλω μαύρα μακριά μαλλιά, αύριο τα θέλω ροζ πρόκες. Με αγαπώ μαυρισμένη το καλοκαίρι, με αγαπώ νεκρολευκή τον Φεβρουάριο. Θέλω κοντά νύχια, θέλω μακριά νύχια. Γιατί πρέπει να αγαπάω ένα μόνο πράγμα; Ποιος το ορίζει αυτό;
Εδώ λοιπόν είναι που υπάρχει μια λεπτή γραμμή. Είναι εύκολο να κατηγορήσεις: “Μα καλά, δεν έλεγες ότι αγαπάς το σώμα σου; Τώρα γιατί κάνεις ενέσεις;” Όμως οι άνθρωποι δεν είναι σταθερά μανιφέστα, είναι αντιφάσεις. Μπορεί κάποιος να έχει περάσει χρόνια να πείθει τον εαυτό του ότι αξίζει όπως είναι και να λυγίσει μπροστά σε μια ευκαιρία αλλαγής. Μπορεί κάποιος να έχει μιλήσει δημόσια για αποδοχή, και να το εννοούσε εκείνη τη στιγμή, αλλά μετά να μην άντεξε την πίεση. Μπορεί κάποιος να μην έχει πρόβλημα που είναι χοντρός, αλλά να έχει ο γιατρός του. Η ζωή δεν είναι ιδεολογική συνέπεια, είναι μωσαϊκό επιλογών, φόβου, ματαιοδοξίας, ανάγκης και, ναι, και λίγης υποκρισίας. Είναι ανθρώπινο όλο αυτό.
Ας μη γελιόμαστε: η παχυσαρκία μακροπρόθεσμα επιβαρύνει την υγεία. Καρδιά, αρθρώσεις, ορμονικό σύστημα, ψυχική αντοχή, όλα δοκιμάζονται. Ναι, λοιπόν, στο αδυνάτισμα, αλλά όχι με λύσεις που υπόσχονται θαύματα και καταλήγουν να φθείρουν τον οργανισμό περισσότερο απ’ όσο τον “σώζουν”. Το ζητούμενο δεν είναι η εικόνα στον καθρέφτη, αλλά η δυνατότητα να ζούμε περισσότερο και καλύτερα.
Όπως λοιπόν δεν είναι όλοι όσοι μιλούν για body positivity “υποκριτές”, έτσι δεν είναι όλοι όσοι παίρνουν Ozempic “προδότες της αποδοχής”. Υπάρχουν εκείνοι που σώθηκαν ψυχολογικά αγαπώντας τον εαυτό τους, κι ας μην έχασαν ποτέ κιλά. Υπάρχουν εκείνοι που σώθηκαν βιολογικά βρίσκοντας μια θεραπεία που τους λειτούργησε. Και υπάρχουν και εκείνοι που πουλήθηκαν στην αγορά της μόδας. Δεν χρειάζεται να τα βάλουμε όλα στο ίδιο σακί.
Ποια είναι τα πραγματικά προβλήματα
Δεν είναι μόνο οι παρενέργειες, είναι και η ψευδαίσθηση. Το να πιστεύεις ότι η αξία σου θα κριθεί από το νούμερο στη ζυγαριά. Το να βλέπεις τον εαυτό σου σαν project που ολοκληρώνεται μόνο αν αδυνατίσει. Η Novo Nordisk και οι υπόλοιποι κολοσσοί ξέρουν πολύ καλά τι πουλάνε. Τα press releases μιλάνε για “επαναστατική αλλαγή ζωής”, τα δικαστήρια, όμως, γεμίζουν από ανθρώπους που λένε ότι δεν ενημερώθηκαν για τους κινδύνους. Η κουλτούρα του Instagram και το μάρκετινγκ κάνουν τη βρώμικη δουλειά, να σου δείξουν ότι αν δεν το δοκιμάσεις, είσαι απλά πίσω. Πώς να αντισταθείς όταν η κοινωνία σού λέει ότι υπάρχει “μαγική λύση” και όλοι γύρω σου την κάνουν; Αυτό που χρειάζεται είναι περισσότερη κατανόηση και διαφάνεια από γιατρούς και φαρμακοβιομηχανίες, αλλά και λιγότερη πίεση από την κοινωνία που κοιτάει κοιλιές και περιφέρειες.
Για μένα, που σήμερα ζυγίζω 20 κιλά λιγότερο από πέρυσι και όχι χάρη σε κάποια ένεση, αλλά με αργή και σταθερή προσοχή στη διατροφική ρουτίνα μου, η αποδοχή σώματος παραμένει μία επανάσταση, αλλά όχι ως trend. Ως δικαίωμα να υπάρχουμε όπως είμαστε και να μη χρειαζόμαστε “εξήγηση” για κάθε κιλό που παίρνουμε ή χάνουμε. Και αν κάποιος επιλέξει να αλλάξει το σώμα του, αυτό δεν αναιρεί ότι οφείλουμε να τον αποδεχόμαστε. Όχι επειδή είναι λεπτός ή χοντρός, αλλά επειδή είναι άνθρωπος.
Το ερώτημα δεν είναι αν κάποιος είναι “σωστός” ή “λάθος” επειδή αποδέχτηκε ή επειδή αδυνάτισε. Το ερώτημα είναι αν μπορούμε να μάθουμε να βλέπουμε τον εαυτό μας και τους άλλους χωρίς το φίλτρο του βάρους. Κι αυτό, καμία ένεση δεν μπορεί να το πετύχει.