Η είδηση έπεσε σαν βόμβα: Τη Δευτέρα 20 Μαΐου, ο επικεφαλής εισαγγελέας του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου Karim Khan ανακοίνωσε ότι αιτείται την έκδοση ενταλμάτων σύλληψης για τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου, τον Ισραηλινό υπουργό Άμυνας Γιοάβ Γκάλαντ, καθώς και για τους ηγέτες της Χαμάς Γιαχία Σινουάρ, Μοχάμεντ Ντέιφ και Ισμαήλ Χανίγια, με αιτιολογικό την πιθανή ποινική τους ευθύνη για εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας που διαπράχθηκαν στο Κράτος της Παλαιστίνης και το Ισραήλ τουλάχιστον μετά τις 8 Οκτωβρίου 2023.
Η απόφαση είναι τεράστιας ιστορικής σημασίας: Για πρώτη φορά το Διεθνές Δίκαιο, το οποίο δημιουργήθηκε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ακριβώς για να μην επαναληφθούν τα ουρλιαχτά της ανθρωπότητας, εφαρμόζεται με ποινικές προεκτάσεις εναντίον χώρας-σύμμαχου της ηγεμονικής δύναμης (ΗΠΑ) της μεταπολεμικής τάξης πραγμάτων.
Μετά την ιστορική αποδοχή της προσφυγής της Νότιας Αφρικής εναντίον του Ισραήλ, με την κατηγορία της γενοκτονίας, από το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης (International Court of Justice / ICJ), τώρα το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο (International Criminal Court / ICC) μιλά για ένταλμα σύλληψης, όχι οποιουδήποτε αξιωματούχου, αλλά του εν ενεργεία ηγέτη κράτους-συμμάχου των ΗΠΑ.
Είναι σημαντικό να μη συγχέεται το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο / ICC με το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης / ICJ. Και τα δύο εδρεύουν στη Χάγη. Όμως, το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο, που διέπεται από το Καταστατικό της Ρώμης, προσάγει άτομα για εγκλήματα πολέμου, γενοκτονία, εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και το έγκλημα της επίθεσης, ενώ το Διεθνές Δικαστήριο, βασικό όργανό του ΟΗΕ, επιλύει διενέξεις μεταξύ κρατών στη βάση του Διεθνούς Δικαίου και διατηρεί συμβουλευτικό ρόλο σε διεθνή νομικά ζητήματα.
Μάλιστα, το αίτημα για έκδοση εντάλματος σύλληψης κορυφαίων Ισραηλινών αξιωματούχων έχει ακόμα μεγαλύτερο ειδικό βάρος, αφού, σε αντίθεση με το Διεθνές Δικαστήριο που έχει μια παράδοση αμεροληψίας, το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο έχει συχνά κατηγορηθεί για ευρωκεντρισμό έως και ρατσισμό. Μεγάλες δυνάμεις όπως οι ΗΠΑ, η Ρωσία και η Κίνα δεν έχουν γίνει μέλη του ΔΠΔ, με αποτέλεσμα να αναλαμβάνει κυρίως υποθέσεις φτωχών χωρών.
«Αυτό το δικαστήριο έχει δημιουργηθεί για την Αφρική και για κακοποιούς όπως ο Πούτιν, μου είπε έμπειρος ηγέτης», δήλωνε στη συνέντευξή του στην Κριστιάν Αμανπούρ και το CNN ο Karim Khan. «Εμείς δεν το βλέπουμε έτσι. Αυτό το δικαστήριο είναι η κληρονομιά της Νυρεμβέργης…».
Πώς φθάσαμε στα εντάλματα;
Από το 2002 που ιδρύθηκε, στον απόηχο της γενοκτονίας στη Ρουάντα και του πολέμου στη Γιουγκοσλαβία, το ΔΠΔ έχει εκδώσει εντάλματα σύλληψης για τους εξής ηγέτες κρατών: το 2009, για τον τότε εν ενεργεία πρόεδρο του Σουδάν Omar al-Bashir, με την κατηγορία της ενορχήστρωσης εκστρατείας μαζικής βίας εναντίον μη αραβικών πληθυσμών στο Νταρφούρ από το 2003. Το 2011, για τον Λίβυο ηγέτη Μουαμάρ Καντάφι για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας επειδή διέταξε τη δολοφονία διαδηλωτών κατά τη διάρκεια εξεγέρσεων στη χώρα. Για τον πρώην πρόεδρο της Ακτής Ελεφαντοστού Laurent Gbagbo γιατί η μη αποδοχή της ήττας του στις εκλογές του 2010 οδήγησε σε εμφύλιο πόλεμο που στοίχισε τη ζωή σε 3.000 ανθρώπους. Και το 2023, για τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν για τη φερόμενη ευθύνη του στην παράνομη απέλαση παιδιών από την κατεχόμενη Ουκρανία στη Ρωσική Ομοσπονδία.
Οι χώρες στις οποίες το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο έχει δικαιοδοσία και οι οποίες δεσμεύονται από τις αποφάσεις του είναι οι 124 χώρες που έχουν επικυρώσει το Καταστατικό της Ρώμης, το οποίο διέπει τη λειτουργία του. Σε αυτές περιλαμβάνονται τα κατεχόμενα Παλαιστινιακά Εδάφη, αφού το 2015 η Παλαιστίνη έγινε επισήμως το 123ο μέλος στη Συνθήκη της Ρώμης.
Πώς φθάσαμε όμως στο αίτημα ενταλμάτων σύλληψης για αξιωματούχους του Ισραήλ και της Χαμάς;
Τον Μάρτιο του 2021, το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο ξεκίνησε επισήμως έρευνα μετά από σχετικό αίτημα που είχε καταθέσει η Παλαιστίνη το 2018 και ζητούσε από τον εισαγγελέα τη διερεύνηση τυχόν εγκλημάτων εντός της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου στα κατεχόμενα Παλαιστινιακά Εδάφη.
Στις 29 Οκτωβρίου 2023, ο εισαγγελέας Karim Khan εξέδωσε δήλωση για την κατάσταση στην Παλαιστίνη και το Ισραήλ και στις 17 Νοεμβρίου 2023, δήλωσε πως παρέλαβε αναφορά για την κατάσταση στην Παλαιστίνη από τη Νότια Αφρική, το Μπαγκλαντές, τη Βολιβία, τις Κομόρες και το Τζιμπουτί.
Κι έπειτα, ήρθε η ανακοίνωση της 20ής Μαΐου.
Δικαστές και «καουμπόιδες»
Τέτοιο «χαστούκι» από το ΔΠΔ μάλλον δεν το περίμεναν Τελ Αβίβ και Ουάσιγκτον, παρόλο που γνώριζαν τις διεργασίες σε εξέλιξη. Οι δύο χώρες δεν είναι μέλη του ΔΠΔ και δεν αναγνωρίζουν τη δικαιοδοσία του.
Ο Νετανιάχου δήλωσε ότι καταδικάζει με αηδία την απόφαση στην οποία το «δημοκρατικό Ισραήλ» συγκρίνεται με αυτούς που αποκάλεσε «μαζικούς δολοφόνους». Και τόνισε ότι θα συνεχίσουν «να χτυπούν εκείνους που επιχειρούν να τους καταστρέψουν».
Στο ίδιο μήκος κύματος, ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν χαρακτήρισε την απόφαση «εξοργιστική», λέγοντας ότι το Διεθνές Δικαστήριο εξισώνει ηθικά το Ισραήλ με τη Χαμάς. Έπειτα, απεφάνθη ότι η στρατιωτική επιχείρηση του Τελ Αβίβ στη Γάζα «δεν είναι γενοκτονία».
Σε επίσημη ανακοίνωσή του, δε, το αμερικανικό Στέιτ Ντιπάρτμεντ ισχυρίστηκε μεταξύ άλλων ότι το ΔΠΔ «δεν έχει δικαιοδοσία γι’ αυτό το θέμα» και πως σε άλλες περιπτώσεις ο Εισαγγελέας πρώτα απευθυνόταν στις εθνικές αρχές και τους έδινε χρόνο να ερευνήσουν.
Αφενός είναι αδιανόητος ο ισχυρισμός ότι το ΔΠΔ έπρεπε πρώτα να απευθυνθεί στη δύναμη κατοχής, δηλαδή το Ισραήλ, για να «ερευνήσει» πιθανά εγκλήματα του στρατού του.
Αφετέρου, το Δικαστήριο έχει δικαιοδοσία στα κατεχόμενα Παλαιστινιακά Εδάφη, αφού η Παλαιστίνη είναι μέλος του. Μάλιστα, στις 5 Φεβρουαρίου 2021, κατόπιν σχετικού αιτήματος του Εισαγγελέα, το Προδικαστικό Τμήμα Ι του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου αποφάσισε κατά πλειοψηφία ότι «η εδαφική δικαιοδοσία αναφορικά με την Κατάσταση στην Παλαιστίνη εκτείνεται στα εδάφη που κατέχονται από το Ισραήλ από το 1967, δηλαδή τη Γάζα και τη Δυτική Όχθη, περιλαμβανομένης της Ανατολικής Ιερουσαλήμ.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι ΗΠΑ δεν είχαν ανάλογο προβληματισμό όταν το Διεθνές Δικαστήριο εξέδωσε ένταλμα σύλληψης για τον Ρώσο πρόεδρο Πούτιν. Τότε, όχι μόνο ο Αμερικανός πρόεδρος Μπάιντεν καλωσόρισε το ένταλμα, αλλά σε μια πρωτοφανή κίνηση έδωσε εντολή στην κυβέρνησή του να μοιραστεί στοιχεία για πιθανά εγκλήματα πολέμου της Ρωσίας με το δικαστήριο.
«Θα σας στοχοποιήσουμε. Έχετε προειδοποιηθεί»
Την ίδια μέρα της ανακοίνωσης του Khan, ο πρόεδρος της αμερικανικής Βουλής των Αντιπροσώπων Ρεπουμπλικανός Μάικ Τζόνσον απείλησε ευθέως το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο. Δήλωσε ότι εν όψει «της απουσίας ηγεσίας από τον Λευκό Οίκο, το Κογκρέσο εξετάζει όλες τις επιλογές, περιλαμβανομένων των κυρώσεων, για να τιμωρήσει το Διεθνές Δικαστήριο και να διασφαλίσει ότι η ηγεσία του θα αντιμετωπίσει συνέπειες αν προχωρήσει». Συμπλήρωσε πως εάν «επιτραπεί στο Διεθνές Δικαστήριο να απειλήσει Ισραηλινούς ηγέτες, οι δικοί μας μπορεί να ακολουθήσουν».
Την επομένη, ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Μπλίνκεν δήλωνε ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν είναι διατεθειμένη να συνεργαστεί με το Κογκρέσο για την πιθανή επιβολή κυρώσεων στο ΔΠΔ.
Είχαν όμως προηγηθεί ακόμα πιο επιθετικές κινήσεις. Στις 24 Απριλίου, και αφού είχαν πληροφορηθεί το ενδεχόμενο έκδοσης ενταλμάτων σύλληψης για Ισραηλινούς αξιωματούχους, δώδεκα Ρεπουμπλικανοί γερουσιαστές υπέγραφαν επιστολή προς τον εισαγγελέα Karim Khan, στην οποία απειλούσαν χωρίς περιστροφές όλους στο ΔΠΔ:
«Εάν εκδώσετε ένταλμα για τη σύλληψη της ισραηλινής ηγεσίας, θα το ερμηνεύσουμε, όχι μόνο ως απειλή στην κυριαρχία του Ισραήλ, αλλά και στην κυριαρχία των ΗΠΑ», έγραφαν. Και κατέληγαν: «Οι ΗΠΑ δεν θα ανεχτούν πολιτικοποιημένες επιθέσεις από το ΔΠΔ εναντίον των συμμάχων μας. Στοχοποιήστε το Ισραήλ και θα στοχοποιήσουμε εσάς. Εάν προχωρήσετε με τα μέτρα που υποδεικνύονται στην έκθεσή σας, θα τερματίσουμε όλη την αμερικανική υποστήριξη για το ΔΠΔ, θα επιβάλλουμε κυρώσεις σε υπαλλήλους και συνεργάτες σας, και θα απαγορεύσουμε την είσοδο τη δική σας και των οικογενειών σας στις ΗΠΑ. Έχετε προειδοποιηθεί».
Ο «Νόμος Εισβολής στη Χάγη»
Στην ανεκδιήγητη αυτή επιστολή, αναφερόταν ακόμα: «Η χώρα μας έδειξε στον Νόμο περί Προστασίας Μελών των Αμερικανικών Ενόπλων Δυνάμεων [American Service-Members’ Protection Act] μέχρι πού μπορεί να φθάσει για να προστατεύσει αυτή την κυριαρχία».
Τι προβλέπεται σε αυτόν; Γνωστός ως «Νόμος Εισβολής στη Χάγη», ψηφίστηκε επί προεδρίας Τζορτζ Μπους το 2002 και εξουσιοδοτεί τον πρόεδρο «να χρησιμοποιήσει όλα τα απαραίτητα και κατάλληλα μέσα για να απελευθερώσει [αμερικανικό ή σύμμαχο προσωπικό] που κρατείται ή έχει φυλακιστεί από ή για λογαριασμό ή κατόπιν αιτήματος του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου». Με δυο λόγια, τον εξουσιοδοτεί και για χρήση στρατιωτικών μέσων, όπως σημείωνε το Human Rights Watch.
Ο νόμος απαγορεύει επίσης στην αμερικανική κυβέρνηση να παρέχει στήριξη στο ΔΠΔ, να συνεργάζεται για τα αιτήματά του (αναιρέθηκε για την περίπτωση της Ουκρανίας) ή να παρέχει στρατιωτική στήριξη σε όποια χώρα-μέλος του. Μέχρι το 2018, δε, οι ΗΠΑ είχαν υπογράψει τουλάχιστον 100 διμερείς συμφωνίες με χώρες για να μην εκδίδουν νυν ή πρώην κυβερνητικά στελέχη, στρατιωτικό προσωπικό ή πολίτες του άλλου μέρους στο ΔΠΔ.
Μέχρι πού θα μπορούσαν να φθάσουν οι ΗΠΑ βάσει του «Νόμου για Εισβολή στη Χάγη»; «Όλη η ιδέα μιας στρατιωτικής επέμβασης στην Ολλανδία για την απελευθέρωση ενός Αμερικανού πολίτη, θα έπρεπε να ανήκει στη σφαίρα της φαντασίας», έλεγε επί προεδρίας Τραμπ ο πρόεδρος της Συμμαχίας για το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο William Pace. «Αλλά έχουμε τώρα ένα πρόεδρο που λειτουργεί σε αυτή τη σφαίρα όλη την ώρα. Υπό την παρούσα κυβέρνηση, όλα είναι πιθανά».
Τι είναι πιθανό υπό την κυβέρνηση Μπάιντεν; Το μόνο σίγουρο είναι πως ο νόμος λειτουργεί «εχθρικά» προς το ΔΠΔ και εκφοβιστικά προς τις χώρες-μέλη του (στις οποίες περιλαμβάνεται η Ελλάδα) που έχουν την υποχρέωση να συλλαμβάνουν τα άτομα για τα οποία έχει εκδοθεί σχετικό ένταλμα από το δικαστήριο.
Δεν είναι όμως η πρώτη φορά που οι Αμερικανοί «επιτίθενται» στο ΔΠΔ. Τον Σεπτέμβριο του 2018, ο σύμβουλος εθνικής ασφαλείας των ΗΠΑ Τζον Μπόλτον είχε απειλήσει με κυρώσεις και ποινική δίωξη αξιωματούχων του καθώς η τότε εισαγγελέας του, Φατού Μπενσούντα, είχε αιτηθεί έρευνα για πιθανά εγκλήματα πολέμου του στρατού και των μυστικών υπηρεσιών των ΗΠΑ κατά τον πόλεμο στο Αφγανιστάν.
Με δυο λόγια, οι ΗΠΑ θεωρούν ότι η διεθνής κοινότητα οφείλει σε αυτές και τους συμμάχους τους όπως το Ισραήλ προνομιακή μεταχείριση σε περίπτωση γενοκτονιών, εγκλημάτων πολέμου, εγκλημάτων εναντίον της ανθρωπότητας.
Ιστορική ρωγμή στο τείχος της ατιμωρησίας
Ίσως επειδή ανέμενε σφοδρές αντιδράσεις για την αίτηση ενταλμάτων, ο εισαγγελέας του ΔΠΔ Khan προσέλαβε για πρώτη φορά μια επιτροπή οκτώ εξωτερικών εμπειρογνωμόνων που εξέταζαν τα στοιχεία για μήνες, ώστε η απόφασή του, επικυρωμένη και από αυτούς, να μη θεωρηθεί μεροληπτική. Η επιτροπή τόνισε ότι οι αιτίες του πολέμου πρέπει να διαχωριστούν από τον τρόπο διεξαγωγής των εχθροπραξιών (Με άλλα λόγια είπε πως όποιος κρατά όπλο έχει ευθύνη βάσει Διεθνούς Δικαίου). Το Δικαστήριο βέβαια θα αποφασίσει αν το κατηγορητήριο ευσταθεί.
Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι Ισραηλινοί αξιωματούχοι είχαν υποστηρίξει την υποψηφιότητα του Khan για το ΔΠΔ γιατί τον θεωρούσαν πραγματιστή που αποφεύγει την πολιτικοποίηση. Αυτό τουλάχιστον είχε αναφέρει ο δημόσιος ραδιοτηλεοπτικός φορέας του Ισραήλ (KAN), σύμφωνα με τους Times του Ισραήλ.
Θα αποφασίσουν τελικά οι ΗΠΑ να σώσουν τον Νετανιάχου με κάθε κόστος, ακόμα και προβαίνοντας αν χρειαστεί στην ενεργοποίηση του «Νόμου Εισβολής στη Χάγη», ξηλώνοντας έτσι εκ θεμελίων το Διεθνές Δίκαιο τώρα που στέκεται πια εμπόδιο και στις δικές τους παραβιάσεις;
Σε κάθε περίπτωση, η τωρινή ενέργεια του ΔΠΔ απονομιμοποιεί ηθικά πλήρως τη συστηματική προσπάθεια Ισραήλ και ΗΠΑ να χαράξουν σε «μαρμάρινη πλάκα» την «εντολή» πως οποιαδήποτε κριτική στο Ισραήλ για τον πόλεμο στη Γάζα ή ακόμα και η υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των Παλαιστινίων ισοδυναμεί με «αντισημιτισμό» και «υποστήριξη στη Χαμάς».
Όπως δήλωσε ο Khan σε ανακοίνωσή του για το Παλαιστινιακό, η Δικαιοσύνη «είναι πατρογονικό δικαίωμα κάθε παιδιού, δικαίωμα κάθε πολίτη». Το ΔΠΔ απλώς υπενθύμισε πως όλοι είναι ίσοι ενώπιον του Διεθνούς Δικαίου, ακόμα και οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους. Και υποσχέθηκε στον κόσμο ότι θα λογοδοτήσουν.