Έως τα μέσα του καλοκαιριού το χρίσμα για την υποψηφιότητα του Δημοκρατικού Κόμματος στις προεδρικές εκλογές του 2016 ήταν παράσταση για έναν ρόλο με αδιαμφησβήτητη πρωταγωνίστρια την Hillary Clinton. Η υπουργός εξωτερικών και σύζυγος του πρώην προέδρου των Η.Π.Α. Bill Clinton, μετά την αποτυχία της να διεκδικήσει την Προεδρία το 2008, έμοιαζε να παίζει χωρίς αντίπαλο καθώς ούτε ο νυν αντιπρόεδρος Jo Biden δε φαινόταν ικανός να την απειλήσει.
Όμως απροσδόκητα και μέσα από τη Γερουσία, εμφανίστηκε ένας δυνατός αντίπαλος. Ο αειθαλής, δυναμικός και από καιρό συνειδητά ανεξάρτητος Bernie Sanders. Ο αμερικάνικος τύπος αλλά και η κοινή γνώμη τον αντιμετώπισε αρχικά ως μια γραφική φιγούρα, ακόμα έναν υποψήφιο του 3-4% ο οποίος αναπόφευκτα αργά ή γρήγορα θα αποχωρούσε από την κούρσα. Ο Bernie Sanders όμως είχε εντελώς διαφορετική άποψη.
Ο εβδομηνταδυάχρονος γερουσιαστής από το Vermont αυτοπροσδιορίζεται πολιτικά ως «σοσιαλδημοκράτης» υπό τον αγγλικό όρο δηλαδή “democratic socialist” και έχει ως πρότυπο του το σκανδιναβικό μοντέλο διακυβέρνησης. Αυτό μπορεί να μην κάνει στους ευρωπαίους ιδιαίτερη εντύπωση καθώς συχνά τα ευρωπαϊκά κράτη έχουν σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση ενώ η σοσιαλδημοκρατική παράταξη είναι η δεύτερη ισχυρότερη στο Ευρωπαϊκό κοινοβούλιο. Στις Η.Π.Α. όμως ο «σοσιαλισμός» ως πολιτική ιδεολογία καθώς και όλα του τα παράγωγα αποτελούσαν -και συνεχίζουν να αποτελούν- ένα από τα μεγαλύτερα ταμπού της πολιτικής ζωής, απόρροια του ψυχρού πολέμου και της φοβικής αντιμετώπισης των κομμουνιστικών και των αριστερών-ριζοσπαστικών ιδεών εν γένει από τις αμερικανικές αρχές.
Ελάχιστες φορές τόλμησε Αμερικάνος πολιτικός να δηλώσει κατά οποιονδήποτε τρόπο σοσιαλιστής, πόσο μάλλον δε ένας υποψήφιος για την προεδρεία των Η.Π.Α. . Από την πρώτη στιγμή λοιπόν ήταν ξεκάθαρο πως ο Sanders δεν ήταν απλώς άλλος ένας από τους πολλούς φερέλπιδες υποψηφίους.
Προϊόν της μεσαίας τάξης του Brooklyn γεννήθηκε το 1941 και σπούδασε πολιτική επιστήμη στο Πανεπιστήμιο του Chicago όπου και μετείχε ενεργά στα φοιτητικά κινήματα αναπτύσσοντας έντονη αντιπολεμική δράση και υιοθετώντας ριζοσπαστικό πολιτικό λόγο.
Η πολιτική του καριέρα ξεκίνησε το 1971 όταν και έγινε μέλος του Liberty Union Party, παρακλάδι του -τότε ενεργού- People’s Party. Δέκα χρόνια αργότερα κατέβηκε ως ανεξάρτητος υποψήφιος Δήμαρχος του Burlington και εξελέγη για δέκα μόλις ψήφους. Επανεξελέγη συνεχόμενα για άλλες τρεις θητείες. Το 1987 έθεσε υποψηφιότητα για το Κογκρέσο των Η.Π.Α. αλλά απέτυχε. Δύο χρόνια αργότερα προσπάθησε ξανά, με επιτυχία αυτή τη φορά. Ήταν ο πρώτος ανεξάρτητος εκπρόσωπος που εξελέγη μετά από τέσσερις δεκαετίες. Έκτοτε υπηρέτησε στο Κογκρέσο για δεκαέξι χρόνια νικώντας πάντα τους πολιτικούς του αντιπάλους με μεγάλα ποσοστά.
Το 2006 εξελέγη ως συνεργαζόμενος με τους Δημοκρατικούς στη Γερουσία και το 2011 ανακηρύχθηκε ως ο τρίτος πιο δημοφιλής Γερουσιαστής. Την 30η Απριλίου του 2015 ανακοίνωσε και επίσημα την υποψηφιότητα του για το χρίσμα του Δημοκρατικού Κόμματος.
Ο Sanders από την αρχή της εκστρατείας του χρησιμοποίησε άμεση ρητορική. Εστίασε σε χρόνια προβλήματα που αντιμετωπίζει καθημερινά η κοινωνία όπως τη δωρεάν παιδεία στα δημόσια πανεπιστήμια, την ενίσχυση της δωρεάν δημόσιας ασφάλισης για όλους, την -απατηλή όπως αποδεικνύεται- κοινωνική ισότητα για τον έγχρωμο πληθυσμό και τον αυστηρό έλεγχο της αγοράς όπλων. Κοινωνικά υιοθέτησε προοδευτικές απόψεις όπως την απελευθέρωση της χρήσης της μαριχουάνας και τη νομική θέσπιση του γάμου μεταξύ ομόφυλων ζευγαριών ενώ έδωσε ιδιαίτερη βάση στα δικαιώματα των γυναικών.
Τέλος, ως προτεραιότητα στο οικονομικό του πρόγραμμα έθεσε την ανακατανομή του πλούτου από την κοινωνία των δύο τρίτων προς αυτή του ενός, την αύξηση της φορολογίας στα υψηλά εισοδήματα και στις μεγάλες επιχειρήσεις, τον κρατικό έλεγχο των οικονομικών δραστηριοτήτων της Wall Street και τη θέσπιση κατώτατου μισθού στα 15 δολάρια την ώρα. Τάχθηκε επίσης υπέρ της ενίσχυσης των συνδικαλιστικών οργανώσεων και της θέσπισης κοινών εργασιακών δικαιωμάτων.
Θέτοντας φλέγοντα ζητήματα στον προεκλογικό αγώνα και προτείνοντας ριζοσπαστικές λύσεις, ο Sanders έφερε πολλές φορές την Clinton σε δύσκολη θέση καθώς φάνηκε απροετοίμαστη και ανήμπορη να ανταποκριθεί στον πρακτικό του λόγο μέσω του οποίου κατάφερε να αγγίξει τον μέσο Αμερικάνο ψηφοφόρο.
Πολύ σύντομα άρχισε να ανεβαίνει στις δημοσκοπήσεις και μέσα σε λίγους μήνες από το 3% ανέβηκε στο 30%. Η Clinton βέβαια δεν κινδύνεψε ποτέ δημοσκοπικά, διατηρώντας μια σταθερή διαφορά γύρω στο 20%. Ένας από τους λόγους είναι πως η εκστρατεία του Sanders βασίζεται κατά κύριο λόγο σε δωρεές υποστηρικτών του και όχι στη στήριξη πολυεθνικών όπως συνηθίζεται στις Η.Π.Α. και κατά συνέπεια δεν έχει τις ίδιες δυνατότητες προβολής και πολιτικής διαφήμισης. Ομολογουμένως η Clinton, ως από χρόνια έτοιμη για το 2016, έχει οργανώσει μια εξαιρετική προεκλογική εκστρατεία σε όλη την επικράτεια των Η.Π.Α. μην αφήνοντας έτσι τίποτα στην τύχη. Η Clinton ξέρει πολύ καλά τους κανόνες του πολιτικού παιχνιδιού, αυτούς που ο Sanders δηλώνει συχνά-πυκνά πως ήρθε για να αλλάξει.
Ο Bernie Sanders άλλωστε είναι μέλος ενός πολύ κλειστού κλαμπ πολιτικών οι οποίοι μένουν πιστοί στις θέσεις και τις ιδέες τους και δεν αποδέχονται να τις αλλοιώσουν ή χειρότερα, να τις απαρνηθούν, μπροστά στον κίνδυνο του πολιτικού κόστους. Ένας από τους κυριότερους λόγους που ήταν ανέκαθεν ανεξάρτητος ήταν πως δεν ήθελε να ελέγχεται από κάποια κομματική γραμμή. Εύλογα βέβαια γεννάται το εξής ρώτημα: όσο έντιμη στάση και να είναι αυτή απέναντι στον ψηφοφόρο μήπως υποδεικνύει μια έλλειψη διπλωματικής ικανότητας απαραίτητη για τη θέση του προέδρου των ΗΠΑ; Οι πολιτικές ιδεολογίες όσο καθαρές και να είναι δεν έχουν πλέον την ίδια σημασία που είχαν τον 20ο αιώνα και το πολιτικό παιχνίδι έχει περάσει παγκοσμίως σε πρακτικό επίπεδο όπου συχνά απαιτείται πολιτική ευελιξία την οποία μέχρι σήμερα ο Sanders δεν έχει επιδείξει. Στα εβδομήντα δύο του χρόνια ο Sanders μπορεί να μιλάει καλύτερα απ’ όλους στους νεαρούς ψηφοφόρους όμως είναι μάλλον απίθανο να αλλάξει τον αυθόρμητο τρόπο με τον οποίο ανέκαθεν λειτουργούσε στην πολιτική του σταδιοδρομία.
Εκτός συγκλονιστικού απροόπτου λοιπόν ο συμπαθής σε όλους Sanders δε θα κερδίσει το χρίσμα του Δημοκρατικού Κόμματος. Η Clinton επεβίωσε του σκανδάλου με τα emails και μπροστά στην απειλή του Donald Trump πιθανότατα θα επικρατήσει χωρίς πρόβλημα με βάση τις τρέχουσες συνθήκες. Ο Sanders όμως έχει ήδη νικήσει κατά κάποιον τρόπο. Θίγοντας ζητήματα από καιρό ξεχασμένα από την πολιτική σκηνή μίλησε στους ακομματίκ νέους ψηφοφόρους και τους επανάφερε στο προσκήνιο. Η παρουσία του στην κούρσα για το χρίσμα ανάγκασε το Δημοκρατικό Κόμμα να έρθει πιο κοντά στην εκλογική του βάση και να προβληματίσει τόσο τα στελέχη του όσο και τους ψηφοφόρους του. Με κεντρικό του σύνθημα το “Feel the Bern” (από το burn, κάψιμο στα αγγλικά) ο Sanders αλλάζει εδώ και μήνες την πολιτική ζωή στις Η.Π.Α. και θα συνεχίσει να το κάνει όσο θα έχει μαθηματικές ελπίδες. Οι μεγάλες κοινωνικές αλλαγές που ανέκαθεν οραματιζόταν πιθανότατα δε θα πραγματοποιηθούν ποτέ στο σύνολο τους. Όμως η μεγάλη νίκη του Bernie Sanders είναι η ίδια του η παρουσία καθώς άλλαξε τον προεκλογικό αγώνα και έφερε την πολιτική πιο κοντά στην πραγματικότητα. Όταν όλα τελειώσουν θα είναι στο χέρι της Clinton να αξιοποιήσει τη δυναμική που δημιούργησε ο Sanders και να διατηρήσει τους Δημοκρατικούς στον Λευκό Οίκο για άλλα τέσσερα χρόνια.
Δε με ενδιαφέρει να αρέσω σε όλους. Έρχονται στιγμές που πρέπει να τα βάλεις με το σύστημα και όχι να γίνεις μέρος του.
Εάν μια τράπεζα είναι πολύ ισχυρή για να καταρρεύσει τότε είναι πολύ ισχυρή για να υπάρχει.
Είναι πλέον ξεκάθαρο πως δεν ελέγχει το Κογκρέσο τη Wall Street αλλά η Wall Street το Κογκρέσο.
Κινούμαστε ολοταχώς προς μια ολιγαρχική κοινωνία όπου οι δισεκατομμυριούχοι θα ελέγχουν την οικονομική και την πολιτική ζωή των Η.Π.Α. .
Κανένας άνθρωπος που εργάζεται 40 ώρες την εβδομάδα δε θα πρέπει να ζει στη φτώχεια.
Το δικαίωμα ενός Αμερικάνου πολίτη στην ελευθερία του λόγου δε μπορεί να είναι ανάλογο με το ύψος του τραπεζικού του λογαριασμού.
Οι εθισμένοι στις ουσίες είναι άρρωστοι, όχι εγκληματίες.
Η έκτρωση πρέπει να αποτελεί απόφαση της γυναίκας και όχι της εκάστοτε Κυβέρνησης.
Οι νέοι πρέπει να μπορούν να λαμβάνουν παιδεία υψηλού επιπέδου ανεξάρτητα από το εισόδημα τους. Τι το ριζοσπαστικό έχει αυτό;