Προειδοποίηση: ακολουθούν σκληρές εκφράσεις και εικόνες λεκτικής βίας, παρακαλείσθε να απομακρύνεται τα παιδιά και ίσως και τους πιο ευαίσθητους από τους δημοκράτες.
«Δεν θα σε βίαζα καν, δεν το αξίζεις, είσαι άσχημη»/ «Θα μου ήταν αδύνατο να αγαπούσα έναν γιό που είναι ομοφυλόφιλος, θα προτιμούσα να πεθάνει σε ένα αυτοκινητικό δυστύχημα»/ «Είμαι υπέρ των βασανισμών, το ίδιο και ο λαός»/ «Το λάθος της δικτατορίας ήταν το ότι βασάνιζε αντί να σκοτώνει». Αυτές είναι μερικές μόνον από τις τρομακτικές δηλώσεις που έχει κάνει κατά καιρούς ο Ζαΐρ Μπολσονάρο, ο «θρύλος» όπως τον αποκαλούν οι οπαδοί του, ο Bolsomito (από την σύμπτυξη του επωνύμου Bolsonaro και του mito/μύθος), ο νικητής του πρώτου γύρου των εκλογών στη Βραζιλία και πιθανότατα ο επόμενος πρόεδρός της.
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.
Σε μια από τις πιο πολωμένες εκλογικές αναμετρήσεις των τελευταίων χρόνων, στην τέταρτη μεγαλύτερη πληθυσμιακά δημοκρατία του πλανήτη (150 εκατομμύρια ψηφοφόροι), ο Ζαΐρ Μπολσονάρο, είναι ο αδιαμφισβήτητος νικητής του πρώτου γύρου, συγκεντρώνοντας σχεδόν 46% των ψήφων. Κι όλα αυτά παρά τις ευρύτατες κινητοποιήσεις πριν τις εκλογές με κεντρικό σύνθημα: «Όχι αυτόν» («Ele nao»). Αυτός όμως, ή μάλλον «αυτό», κατάφερε να κερδίσει πάνω απ’ τις μισές ψήφους σε Σαο Πάουλο και Ρίο ντε Τζανέιρο και τις 17 από τις συνολικά 27 πολιτείες της χώρας.
Ο Μπολσονάρο τα έχει όλα: ρατσιστής, μισογύνης, ομοφοβικός, αλλά και νοσταλγός της δικτατορίας, προφήτης βίαιων συγκρούσεων, ένθερμος οπαδός της οπλοκατοχής. Την ίδια στιγμή ακροδεξιός και αρεστός στις ελίτ και στις αγορές. Ταυτόχρονα, κατά του υφιστάμενου πολιτικού καθεστώτος, και υπέρ της σκληρής λιτότητας. Αυτός ο λαοφιλής πρώην στρατιωτικός που από καθολικός το 2016 αποφάσισε να ασπαστεί τον Ευαγγελισμό θυμίζει χαρακτήρες από το Mad Max. Απολαμβάνει να λέει τα πλέον εξωφρενικά πράγματα. Εξισώνει τους ομοφυλόφιλους με τους παιδεραστές, αποκαλεί τους Αφρο-Βραζιλιάνους χοντρούς και τεμπέληδες και τους μετανάστες από την Ασία και την Αϊτή αποβράσματα της ανθρωπότητας. Ευχαριστιέται να κάνει δηλώσεις που σοκάρουν, δοκιμάζοντας τις αντοχές του πολιτικού σώματος. Αξιοποιεί τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και, θυμίζοντας σε πολλά τις τακτικές του Τραμπ, ξιφουλκεί σε κάθε ευκαιρία κατά των μεγάλων ομίλων ΜΜΕ της χώρας, κατηγορώντας τους συνεχώς για τα πάντα (ψεύτικες ειδήσεις, δημοσκοπήσεις, αποσιώπηση της στήριξής του από διεθνείς προσωπικότητες, κλπ.). Δεν είναι τυχαίο ότι, σύμφωνα με πηγές, σύμβουλός του είναι ο Στιν Μπάνον, ο πρώην πολιτικός στρατηγός του Τραμπ. Ο Μπάνον που έχει πλέον δικαιωματικά αναχθεί στον Τζιοβάνι Τζεντίλε της παγκόσμιας άκρας δεξιάς. Αν κι ακόμη κι εκείνος – φοβάμαι – ωχριά μπροστά του...
Ο Μπολσονάρο τα έχει όλα: ρατσιστής, μισογύνης, ομοφοβικός, αλλά και νοσταλγός της δικτατορίας, προφήτης βίαιων συγκρούσεων, ένθερμος οπαδός της οπλοκατοχής. Την ίδια στιγμή ακροδεξιός και αρεστός στις ελίτ και στις αγορές.
Ο Bolsomito είναι ο λόγος της οργής: βίαιος, επιθετικός, προκλητικός, ωμός. Ένας ακόμη δήθεν «ειλικρινής» κι «έξω από τα δόντια» πολιτικός που έχει ξεπεράσει κάθε όριο. Ένας ακόμη επιδέξιος χειριστής κι εκμεταλλευτής του θυμού, της κρίσης, του φόβου και της ανασφάλειας. Ένας ακόμη αντισυστημικός. Μόνον ακόμη πιο εκδικητικός, ακόμη πιο απειλητικός, ακόμη πιο επικίνδυνος. Ενώ ζητά τη λαϊκή ψήφο, δεν σταματά να υπενθυμίζει ότι ο στρατός είναι και θα είναι στο πλάι του. Ενώ διαμαρτύρεται για τις αντιδημοκρατικές μεθόδους του συστήματος, κοσμεί προεκλογικά t-shirts με στυγνούς βασανιστές της δικτατορίας όπως ο Ούστρα ή δηλώνει τον θαυμασμό του για τον Αγκούστο Πινοσέτ. Και η Βραζιλία (ναι μέρος της, μεγάλο όμως μέρος της) τον αποδέχεται, τον υποστηρίζει, τον θέλει Πρόεδρό της, τον ψηφίζει.
Αναμενόμενο; Ίσως. Η χώρα έχει βυθιστεί στην απόγνωση. H ημιπεριφερειακή Βραζιλία, της ύστερης εκβιομηχάνισης των αχανών εκτάσεων και των μεγάλων γαιοκτησιών, των δικτατοριών και των πολυάριθμων επεμβάσεων του στρατού, βρίσκεται για άλλη μια φορά σε οδυνηρή και πολλαπλή κρίση: ασθμαίνουσα οικονομία, 13 περίπου εκατομμύρια άνεργοι, κατακόρυφη αύξηση στα ποσοστά της φτώχειας, της παιδικής θνησιμότητας και της εγκληματικότητας (μόνον τον τελευταίο χρόνο σημειώθηκαν 60.000 ανθρωποκτονίες), αλλά κι εκτεταμένη διαφθορά σε ανώτερους πολιτικούς αξιωματούχους, με αναρίθμητους πολιτικούς ήδη στη φυλακή.
Σε μια χώρα όπου όλοι τρέμουν τον θάνατο, την απώλεια των όποιων προνομίων τους, τους μετανάστες, αλλά κι έχουν χάσει την πίστη τους στη Δημοκρατία (μόνο ένας στους δέκα Βραζιλιάνους δηλώνει ικανοποιημένος με τη Δημοκρατία), ο Bolsomito πείθει. Πείθει ότι είναι ισχυρός, ικανός, έτοιμος να τα βάλει με όλους κι όλα. Γι’ αυτό και τον λατρεύουν οι οπαδοί του. Γι’ αυτό και τον θεωρούν την «ελπίδα της Βραζιλίας, το φώς στην άκρη του τούνελ», τον «νέο ορίζοντα». Γι’ αυτό και όσοι του εναντιώνονται είναι το κακό. Όσοι δεν είναι μαζί του είναι ορκισμένοι εχθροί τους. Σε αυτή τη χώρα και σε αυτές τις συνθήκες η πολιτική της οργής είναι μια κάποια λύση. Κι ο Τραμπ των Τροπικών, εκτοξεύοντας μύδρους και απειλές, είναι η φρικτή ενσάρκωσή της.
Ο πολιτικός επιστήμονας της εποχής μας, αναζητά απαντήσεις. Πώς είναι δυνατόν; Πώς μπορεί ένας τέτοιος πολιτικός να οικειοποιείται τη βούληση του λαού; Ποιες είναι οι τομές και οι νέοι διαχωρισμοί τις οποίες εκμεταλλεύεται; Ο πλουραλισμός; Τα δικαιώματα; Η ισότητα; Υπάρχει πλέον ελάχιστη δημοκρατική συναίνεση; Μπορούμε να θεωρήσουμε τις κατακτήσεις του Διαφωτισμού δεδομένες; Ποιοι τελικά τον ψηφίζουν; Και γιατί; Είναι νέοι; Είναι αστοί; Είναι μορφωμένοι; Είναι οπαδοί μίας λιγότερο σύνθετης, και σχεδόν απλοϊκής προνεωτερικής ζωής; Είναι εκτός του συστήματος; Πολιτικά άστεγοι; Μήπως ανήκουν στα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα; Είναι αυταρχικές προσωπικότητες; Είναι «προσωπικότητες χαμηλής αποδοχής»; Κι ο θυμός, η απογοήτευση, η αγανάκτηση δικαιολογούνται ή καλλίτερα αιτιολογούνται; Είναι απλά συναισθήματα ή έχουν αιτίες και λόγους από πίσω; Ζούμε άραγε τους τελευταίους σπασμούς του παρελθόντος, πριν αυτό χαθεί οριστικά; Ή μήπως είναι μια νέα ζοφερή εποχή που ανατέλλει; Ζούμε ξανά τον εφιάλτη του μεσοπολέμου ή μήπως το τέλος μιας δεύτερης υπερτεχνολογικής και υπερδικτυωμένης belle epoque;
Το μόνο σίγουρο είναι ότι το παγκόσμιο καρνάβαλι της πολιτικής των άκρων έχει έναν ακόμη προσκεκλημένο, ίσως τον πιο στυγερό και επικίνδυνο. Φαντάζομαι τον Μπολσονάρο να χορεύει ήδη σάμπα, γελώντας. Σχεδόν τα κατάφερε. Θα μπει κι αυτός στην παρέα του Πούτιν, του Τραμπ, του Μαδούρο, του Ερντογάν, του Ντουτέρτε, του Ορμπάν, του Κατσίνσκι, του Μόντι. Μπορεί και να μην κάτσει για πολύ. Μπορεί ακόμη και για αυτούς να είναι ένας επικίνδυνος, αποτρόπαιος, τρομακτικός ακραίος. Και ίσως να το καταλάβουν και οι Βραζιλιάνοι, έστω αυτή την ύστατη ώρα.
Οψόμεθα. Στις 28 Οκτωβρίου, στον δεύτερο γύρο, θα ξέρουμε.