
HuaweiGate ακούν οι ευρωβουλευτές και τρέμουν εδώ και δύο εβδομάδες. Και γι’ αυτό ευθύνεται η «Opération Génération» –ή αλλιώς «Επιχείρηση Γενιά». Όχι, δεν είναι ο τίτλος κάποιου κατασκοπικού cyberpunk μυθιστορήματος. Είναι το όνομα που έδωσαν οι βελγικές αρχές στην απόρρητη επιχείρηση που ξεκίνησε το 2023 και κορυφώθηκε στις 13 Μαρτίου 2025, με δεκάδες εφόδους σε Βρυξέλλες, Γερμανία και Πορτογαλία, έχοντας ως στόχο λομπίστες της Huawei, στελέχη της εταιρείας, πρώην και νυν ευρωβουλευτές.
Σύμφωνα λοιπόν με τις αρχές, η Huawei είχε στήσει ένα εκτεταμένο δίκτυο επιρροής μέσα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και πάνω από 15 πολιτικά πρόσωπα και βοηθοί τους φέρονται να έλαβαν χρήματα, δώρα, ταξίδια στην Κίνα και VIP προσκλήσεις για αθλητικά γεγονότα. Με τι αντάλλαγμα; Ευνοϊκές ψήφους, θετικά σχόλια, σιωπή σε κρίσιμες επιτροπές.
Εν τω μεταξύ η Huawei είχε ήδη τεθεί υπό καθεστώς επιφυλακής σε αρκετά κράτη μέλη της ΕΕ, αφού η συμμετοχή της στην ανάπτυξη των δικτύων 5G είχε χτυπήσει καμπανάκι για κατασκοπεία. Η ίδια η εταιρεία αρνείται κάθε κατηγορία και υποστηρίζει ότι «τηρεί τους νόμους και τους κανονισμούς της ΕΕ». Ωστόσο, οι πρόσφατες αποκαλύψεις για το πώς προσπαθούσε να «γλυκάνει» ευρωβουλευτές δείχνουν μια άλλη πραγματικότητα.
Προσπαθώντας τα τελευταία χρόνια να πείσει την ΕΕ ότι δεν αποτελεί απειλή για την κυβερνοασφάλεια, σύμφωνα με στοιχεία του LobbyFacts.eu από το μητρώο διαφάνειας της ΕΕ, είχε επενδύσει πάνω από 3 εκατ. ευρώ ετησίως στο ευρωπαϊκό lobbying. Είχε προσλάβει 19 νέους λομπίστες, μεταξύ των οποίων πρώην συνεργάτες ευρωβουλευτών και υπαλλήλους θεσμικών οργάνων, ώστε να χτίσει «σχέσεις εμπιστοσύνης». Ορισμένοι από αυτούς φέρεται να λειτουργούσαν ως μεσάζοντες για τις πληρωμές, ενώ άλλοι οργάνωναν ταξίδια «ενημέρωσης» με πλούσιο περιεχόμενο, τόσο πολιτικό όσο και γαστρονομικό.
Παράλληλα, η Huawei δαπάνησε τουλάχιστον 1,7 εκατ. ευρώ την τελευταία δεκαετία – σε συνδρομές σε επιχειρηματικούς συνδέσμους και δεξαμενές σκέψης με επιρροή, όπως το Bruegel και το Κέντρο Μελετών Ευρωπαϊκής Πολιτικής (CEPS), που επέτρεπαν στην κινεζική εταιρεία να φιλοξενεί ή να συμμετέχει σε συζητήσεις με αξιωματούχους της ΕΕ.
Αυτό που φαίνεται ιδιαίτερα ανησυχητικό είναι το βάθος της διείσδυσης αφού οι αρχές δεν μιλούν για μεμονωμένα περιστατικά, αλλά για μια συστηματική στρατηγική επιρροής με γεωπολιτικές προεκτάσεις. Και η Ευρωπαϊκή Ένωση, που ήδη προσπαθεί να αποκρούσει κατηγορίες περί soft power από το Κατάρ, το Μαρόκο και τη Ρωσία, βλέπει τώρα την Κίνα να αποκαλύπτεται ως παίκτης πρώτης γραμμής στον «νέο ψυχρό πόλεμο του lobbying».

Τι εντοπίστηκε κατά τη διάρκεια των ερευνών; Σύμφωνα με ρεπορτάζ του Reporters United, βρέθηκαν emails, έγγραφα, ακόμα και τραπεζικές συναλλαγές που αποδεικνύουν επαφές υψηλόβαθμων στελεχών της Huawei με πολιτικά πρόσωπα. Σε αρκετές περιπτώσεις, τα ταξίδια στην Κίνα παρουσιάζονταν ως «σεμινάρια ανταλλαγής τεχνογνωσίας», όμως υπάρχουν αναφορές από μυστικές υπηρεσίες που κάνουν λόγο για χλιδάτα δείπνα και «ιδιωτικές» συναντήσεις χωρίς παρουσία μεταφραστών.
Οι αντιδράσεις στις Βρυξέλλες φυσικά ήταν ύποπτα έντονες. Πολλοί ευρωβουλευτές έσπευσαν να καταδικάσουν κάθε απόπειρα επιρροής από τρίτα μέρη, λες και δεν είναι οι ίδιοι που δέχονται διαρκώς προσκλήσεις από think tanks με αμφίβολη χρηματοδότηση. Οι προσπάθειες για ένα ενιαίο όργανο δεοντολογίας στο Ευρωκοινοβούλιο παραμένουν στο συρτάρι, όχι λόγω τεχνικών δυσκολιών, αλλά προφανώς επειδή κανείς δεν θέλει πραγματικά να ανοίξει τους φακέλους.
Ήδη έχουν ασκηθεί διώξεις για διαφθορά, ξέπλυμα χρήματος, συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση και παραβίαση κανονισμών περί lobbying. Η υπόθεση βρίσκεται υπό την αιγίδα της Eurojust και θεωρείται μία από τις μεγαλύτερες έρευνες διαφθοράς που έχει διεξαχθεί ποτέ σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Η πορτογαλική αστυνομία συνέδραμε στην έρευνα εναντίον μιας συμβουλευτικής εταιρείας που συνεργαζόταν με τη Huawei για «τεχνικές αναλύσεις», οι οποίες τελικά αποδείχθηκαν πλατφόρμες μεταφοράς πληρωμών. Στη Γερμανία, πραγματοποιήθηκαν έρευνες σε πανεπιστημιακά ιδρύματα και εταιρείες που δέχθηκαν επιχορηγήσεις με «κινεζική σφραγίδα».
Όμως οι εξελίξεις δεν σταματούν εδώ. Νέα στοιχεία που ήρθαν στο φως δύο εβδομάδες μετά τις εφόδους, αποκαλύπτουν συγκεκριμένα ονόματα και πολιτικές ομάδες –αυτή τη φορά με ονοματεπώνυμο και πολιτική ταυτότητα. Ανάμεσά τους, μέλη της πολιτικής ομάδας του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (EPP), της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, αλλά και δύο μέλη της ομάδας των Σοσιαλιστών & Δημοκρατών (S&D).
Σύμφωνα με τους Βέλγους εισαγγελείς, ο βασικός ύποπτος είναι ο Valerio Ottati, πρώην κοινοβουλευτικός βοηθός από την Ιταλία και λομπίστας για λογαριασμό της Huawei. Ο Ottati φέρεται να χρησιμοποίησε εικονικά τιμολόγια προς εταιρεία events με έδρα τις Βρυξέλλες για να μεταφέρει χρήματα σε πορτογαλικούς τραπεζικούς λογαριασμούς, τα οποία στη συνέχεια διοχετεύθηκαν ως πληρωμές σε ευρωβουλευτές που συνυπέγραψαν επιστολή προς την Κομισιόν υπέρ της Huawei το 2021.

Η επιστολή καλούσε την Επιτροπή να μην αποκλείσει την Huawei από την ανάπτυξη του ευρωπαϊκού δικτύου 5G, κάνοντας λόγο για «τεχνολογικό ρατσισμό» κατά εταιρειών με βάση την εθνική τους προέλευση. Το ύφος της επιστολής έμοιαζε βγαλμένο από δελτίο Τύπου του Πεκίνου. Και τώρα ξέρουμε γιατί: το κείμενο εντοπίστηκε σε προσχέδιο στον υπολογιστή του Ottati, ενώ το αρχικό αρχείο είχε δημιουργηθεί από τον ‘Nuno W.M.’, πρώην βοηθό του ευρωβουλευτή Fulvio Martusciello (EPP), που φέρεται να έπαιξε ρόλο μεσάζοντα στις πληρωμές.
Οι απολαβές δεν ήταν αμελητέες: €15.000 υποσχέθηκαν στον συγγραφέα της επιστολής, €1.500 σε κάθε ευρωβουλευτή που την υπέγραψε, ενώ ο ίδιος ο Martusciello φέρεται να έλαβε €6.700, με επιπλέον €1.000 για τη βοηθό του, Lucia Simeone – η οποία έχει ήδη συλληφθεί. Ο Nuno W.M. φέρεται να έλαβε περίπου €50.000 μέσω βρετανικής και βελγικής εταιρείας με τακτική συνεργασία με την Huawei.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, από τους 8 ευρωβουλευτές που υπέγραψαν την επιστολή, οι έξι ανήκαν στο EPP – τέσσερις Ιταλοί και δύο Ρουμάνοι – ενώ οι άλλοι δύο προέρχονταν από το S&D, ένας από κάθε χώρα. Ο Martusciello, ο Nuno W.M. και ο πρώην Ρουμάνος ευρωβουλευτής Cristian Busoi (EPP) αρνούνται τις κατηγορίες. Ο δικηγόρος του Ottati δήλωσε ότι δεν μπορεί να σχολιάσει λόγω μυστικότητας της έρευνας.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το επεισόδιο της επιστολής θεωρείται μόνο το πρώτο «κεφάλαιο» του HuaweiGate που γίνεται δημόσιο. Οι βελγικές αρχές επιβεβαιώνουν ότι ερευνούν τουλάχιστον 15 πρώην και νυν ευρωβουλευτές που εμπλέκονται σε ένα πολυετές και πολύπλευρο σχέδιο επιρροής εκ μέρους της Huawei. Το όνομα του Martusciello, μάλιστα, δεν περιλαμβανόταν καν στους αρχικούς υπόπτους.
Η αποκάλυψη αυτών των λεπτομερειών αλλάζει τη δυναμική της υπόθεσης. Πλέον δεν μιλάμε μόνο για ανώνυμες διαρροές ή γενικές κατηγορίες. Μιλάμε για πρόσωπα, ποσά, διαδρομές χρήματος και φυσικά μία Κομισιόν που δεν μπορεί να κάνει ότι δεν βλέπει. Η ουσία είναι ότι το HuaweiGate δείχνει, για ακόμα μια φορά, πόσο ευάλωτοι είναι οι δημοκρατικοί θεσμοί απέναντι σε οικονομικά συμφέροντα και γεωπολιτικές στρατηγικές. Με λίγα λόγια δεν χρειάζεται στρατός για να κατακτήσεις την Ευρώπη, μόνο καλοπληρωμένοι λομπίστες και πολιτικοί με διάθεση για συνεργασία.
Η Επιτροπή δεν μπορεί πια να ισχυρίζεται ότι δεν γνώριζε. Το ερώτημα που τίθεται τώρα είναι: πόσα ακόμα «Huawei» υπάρχουν εκεί έξω; Και πόσο εύκολα μπορούν να διεισδύσουν στα θεσμικά όργανα της Ένωσης; Το αν αυτή η υπόθεση θα οδηγήσει σε βαθιές θεσμικές αλλαγές ή θα καταλήξει στα αζήτητα, θα φανεί τους επόμενους μήνες. Αλλά για την ώρα, ένα είναι σίγουρο: οι Βρυξέλλες δεν είναι πλέον απλώς η πρωτεύουσα της ΕΕ, είναι το νέο κέντρο του παγκόσμιου lobbying. Και αυτό δεν είναι απαραίτητα κάτι για το οποίο μπορεί να υπερηφανεύεται κανείς.