«Τη λέω Θεωρία του Τρελού, Μπομπ. Θέλω να πιστέψουν οι Βορειοβιετναμέζοι ότι έχω φτάσει στο σημείο που θα κάνω οτιδήποτε για να σταματήσω τον πόλεμο»: Αυτά εξομολογούνταν ο Ρίτσαρντ Νίξον στον επικεφαλής του επιτελείου του Χ. Ρ. Χέιντλμαν κατά την προεκλογική εκστρατεία του 1968, όπως αναφέρει στο βιβλίο «Ο Πόλεμος του Νίξον στο Βιετνάμ» ο Τζέφρι Κίμπαλ.
Ο Κίμπαλ εξηγεί την πολιτική του Αμερικανού προέδρου με τη «Θεωρία του Τρελού». Με δυο λόγια, ο Νίξον έκανε τους άλλους να πιστεύουν ότι μπορεί να συμπεριφερθεί σαν τρελός, προκειμένου να φοβηθούν και να υποκύψουν στις απαιτήσεις του.
Τη συγκεκριμένη τακτική μάς θύμισε η ρητορική του νεοεκλεγέντα Αμερικανού προέδρου Ντοναλντ Τραμπ που, πριν ακόμα αναλάβει καθήκοντα, δήλωσε ότι δεν αποκλείει τη χρήση στρατιωτικής ισχύος για να θέσει υπό αμερικανικό έλεγχο τη Διώρυγα του Παναμά και τη Γροιλανδία, καθώς και τη χρήση οικονομικής ισχύος για να προσαρτήσει τον… Καναδά.
Ο Τραμπ επανέλαβε κάτι που είχε πει στην πρώτη θητεία του, ότι θέλει να αγοράσει τη Γροιλανδία, ενώ ταυτόχρονα ο γιος του, Ντόναλντ Τραμπ Τζούνιορ, βρισκόταν σε ταξίδι εκεί. «Είναι απίστευτο μέρος , οι άνθρωποι εκεί θα ωφεληθούν φοβερά αν και όταν γίνει μέρος του έθνους μας», έγραφε ο νέος πρόεδρος στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για την αυτόνομη αυτή περιοχή που ανήκει στη Δανία.
Για τη Διώρυγα του Παναμά ισχυρίστηκε ότι οι ΗΠΑ πληρώνουν περισσότερα από άλλες χώρες για να τη διασχίσουν κι ότι αυτό παραβιάζει τη συμφωνία τους με τον Παναμά. «Ουσιαστικά, [η Διώρυγα] περιέρχεται υπό τον έλεγχο της Κίνας» και η επιστροφή της υπό αμερικανικό έλεγχο είναι «κρίσιμη» για την εθνική ασφάλεια, πρόσθεσε.
Δεν είναι ξεκάθαρο σε ποια συμφωνία αναφερόταν, ωστόσο οι ΗΠΑ διατηρούν το δικαίωμα να υπερασπιστούν τη Διώρυγα (η οποία περιήλθε στον Παναμά οριστικά το 1999 με βάση Συμφωνία του 1977 με τις ΗΠΑ), αν δεν τηρείται καθεστώς ουδετερότητας. «Δώσαμε τη Διώρυγα του Παναμά στον Παναμά. Δεν τη δώσαμε στην Κίνα», τόνισε ο Τραμπ.
Όσον αφορά στον Καναδά, αποκάλεσε τον πρωθυπουργό του Τζάστιν Τριντό «κυβερνήτη» γιατί –όπως είπε- πρεπει «να γίνουν η 51η Πολιτεία. Θα ήταν τρομερή Πολιτεία. Κι αρέσει αυτό στους Καναδούς».
Όταν ρωτήθηκε από ρεπόρτερ αν μπορεί να διαβεβαιώσει τους πολίτες ότι δεν θα χρησιμοποιήσει στρατιωτικά μέσα εναντίον του Παναμά ή της Γροιλανδίας, απάντησε απερίφραστα: «Όχι, δεν μπορώ να σας διαβεβαιώσω για κάτι τέτοιο γι’ αυτές τις δύο [χώρες], αλλά μπορώ να πω ότι τις χρειαζόμαστε για την οικονομική ασφάλεια». Για τον Καναδά, θα μετέλθει μόνο «οικονομική πίεση».
«Είναι η οικονομία, ηλίθιε»
Ποια συμφέροντα διακυβεύονται για να εκτοξεύει τέτοιες απειλές ο νεοεκλεγείς Αμερικανός πρόεδρος;
Ο Τραμπ αναφέρθηκε στο έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου των ΗΠΑ με τον Καναδά. Έλλειμμα που πράγματι υπάρχει, δεν είναι όμως 200 δισ. δολ., όπως ισχυρίστηκε ο Τραμπ, αλλά 40,6 δισ. δολ. (2023), σύμφωνα με επίσημα στοιχεία των ΗΠΑ. Οφείλεται δε κυρίως στην αθρόα εισαγωγή φθηνού καναδικού πετρελαίου, που συμβάλλει στη διατήρηση χαμηλών τιμών βενζίνης στις ΗΠΑ, σημειώνει το CNN.
Έπειτα, ο Τραμπ κατηγόρησε τον Καναδά ότι συγκαταλέγεται στις χώρες με τη χαμηλότερη συνεισφορά (ως ποσοστό του ΑΕΠ) στο ΝΑΤΟ (πράγματι, είναι στις πέντε τελευταίες χώρες).
Η απειλή για προσάρτηση του Καναδά λοιπόν αποσκοπεί στη μείωση του αμερικανικού εμπορικού ελλείμματος και τη δέσμευση του Καναδά για αύξηση των εισφορών στο ΝΑΤΟ.
Στις 14 Ιανουαρίου, λίγο μετά τις αδιανόητες δηλώσεις Τραμπ, η πρέσβειρα του Καναδά στην Ουάσιγκτον δήλωνε ότι η χώρα είναι διατεθειμένη να αγοράζει περισσότερα αγαθά από τις ΗΠΑ, περιλαμβανομένου του επόμενου στόλου υποβρυχίων της, προκειμένου να καθησυχάσει τις ανησυχίες του Αμερικανού προέδρου.
Για τη Γροιλανδία, τα πράγματα είναι πιο ξεκάθαρα, αφού η γεωπολιτική και οικονομική αξία της αναβαθμίζεται λόγω κλιματικής αλλαγής. Εξαιτίας της ανόδου της θερμοκρασίας, έχουν λιώσει χιλιάδες στρέμματα πάγου εκεί. Ως αποτέλεσμα, αφενός αναδύεται γη που προσφέρεται για εξόρυξη υδρογονανθράκων και πολύτιμων ορυκτών, αφετέρου έχουν δημιουργηθεί 37% περισσότερες εμπορικές οδοί στην Αρκτική σε σχέση με την προηγούμενη δεκαετία.
Κίνα και Ρωσία μάλιστα συνεργάζονται για να αναπτύξουν νέες θαλάσσιες οδούς στην Αρκτική.
Ο ίδιος ο Τραμπ, διαβόητος αρνητής της κλιματικής αλλαγής, αναγνώρισε εμμέσως πλην σαφώς ότι αυτή υπάρχει, αφού –όπως επισημαίνουν οι New York Times- είχε πει στο Fox News ότι η Γροιλανδία είναι στρατηγικά κρίσιμη για την Αρκτική, «η οποία θα γίνει το καθοριστικό πεδίο μάχης στο μέλλον καθώς, επειδή το κλίμα γίνεται πιο ζεστό, η Αρκτική θα γίνει η δίοδος που ίσως μειώσει τη χρήση της Διώρυγας του Παναμά».
Η Διώρυγα του Παναμά, κρίσιμη εδώ και δεκαετίες για το παγκόσμιο εμπόριο, αφού ενώνει Ατλαντικό και Ειρηνικό Ωκεανό (αλλιώς τα πλοία θα έπρεπε να κάνουν άλλα 11.000 χλμ.), κινδυνεύει κι αυτή από την κλιματική αλλαγή. Η παρατεταμένη ξηρασία το 2023, μείωσε δραματική τη στάθμη του νερού με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί «συμφόρηση» από τα πλοία που περίμεναν για εβδομάδες να δημιουργηθούν οι κατάλληλες συνθήκες για να περάσουν. Η κλιματική αλλαγή μπορεί να αυξήσει τη συχνότητα τέτοιων φαινομένων, αλλά μπορεί να πλήξει τη Διώρυγα κι αλλιώς, καθώς η αυξανόμενη στάθμη της θάλασσας ενδέχεται να διαβρώσει τις όχθες της, σημειώνουν οι NYT.
Είναι απολύτως σαφές λοιπόν γιατί ο Τραμπ εποφθαλμιά τον έλεγχο της Γροιλανδίας και της Διώρυγας του Παναμά.
Θα κηρύξει πράγματι πόλεμο;
«Δεν θα ξεκινήσω πολέμους. Θα σταματήσω πολέμους. Δεν είχαμε πολέμους, για τέσσερα χρόνια δεν είχαμε πολέμους. Εκτός από τη νίκη μας εναντίον των ISIS»: Αυτά δήλωνε ο Τραμπ στην ομιλία του μετά την εκλογή του στην προεδρία των ΗΠΑ.
Πράγματι, τον Τραμπ ακολουθεί μέχρι σήμερα η φήμη ότι είναι ο μόνος Αμερικανός πρόεδρος που δεν ξεκίνησε πολέμους. Ακόμα και μέρος της Αριστεράς ομνύει σε αυτό το συμπέρασμα.
Ο σημερινός αντιπρόεδρος της επερχόμενης κυβέρνησης Τραμπ Τζ. Ντ. Βανς έγραφε στην Washington Post ότι ο Τραμπ «έκανε περισσότερα για να περιορίσει την αμερικανική κυριαρχία από οποιονδήποτε πολιτικό τα τελευταία 75 χρόνια».
Είναι όμως έτσι;
Καταρχάς, οι πρόσφατες δηλώσεις του για Παναμά, Γροιλανδία, Καναδά, πριν ακόμα αναλάβει καθήκοντα δείχνουν διαφορετικές προθέσεις. Δεν γνωρίζουμε βέβαια αν θα πραγματοποιήσει τις απειλές του ή αν απλώς εφαρμόζει τη «Θεωρία του Τρελού». Γνωρίζουμε ωστόσο ότι στην πρώτη του θητεία δεν ήταν «αντιιμπεριαλιστής», όπως παρουσιάζεται.
Όντως δεν ξεκίνησε νέους πολέμους. Κλιμάκωσε όμως ήδη υπάρχοντες και παραλίγο να ξεκινήσει καινούργιους.
Μάλιστα, επί Τραμπ, ο κόσμος «έφθασε πιο κοντά… σε πυρηνικό πόλεμο, τότε πιο πολύ από ποτέ μετά την Κρίση των Πυραύλων της Κούβας», έγραφε σε βιβλίο του ο πρώην αξιωματούχους του Πενταγώνου, ειδικός στην Ασία, Βαν Τζάκσον.
Όταν το 2017 η Βόρεια Κορέα ανέπτυξε έναν Διηπειρωτικό Βαλλιστικό Πύραυλο με εμβέλεια μέχρι τις ΗΠΑ, η αμερικανική στρατιωτική ηγεσία συμβούλευσε τον πρόεδρο να μετέλθει αμυντικά μέτρα. Ο Τραμπ όμως ξεκίνησε να αποκαλεί τον ηγέτη της χώρας Κιμ-Γιονγκ-Ουν «Μικρό πυραυλάνθρωπο» και να απειλεί για «Φωτιά και οργή που δεν έχει ξαναδεί ο κόσμος». Ταυτόχρονα, διέταξε τρεις ομάδες μάχης αεροπλανοφόρων να μετακινηθούν στην περιοχή και πραγματοποίησε πολλές προσομοιώσεις αεροπορικών επιθέσεων κατά της χώρας.
Σύμφωνα με το βιβλίο του Μπομπ Γούντγορντ «Οργή», οι συζητήσεις στον Λευκό Οίκο για μια αμερικανική επίθεση με πυρηνικά εναντίον της Βόρειας Κορέας ήταν τόσο προχωρημένες, που ο υπουργός Άμυνας Τζιμ Ματίς σταματούσε στον καθεδρικό ναό της Ουάσιγκτον καθώς πήγαινε σπίτι, να προσευχηθεί για φώτιση καθώς σχεδίαζε «να αποτεφρώσει δύο εκατομμύρια ανθρώπους».
Ο πόλεμος αποφεύχθηκε κυριολεκτικά στο παρά πέντε, ίσως γιατί ο Τραμπ δελεάστηκε από αόριστες υποσχέσεις και την ευκαιρία να συναντήσει τον ηγέτη της Βόρειας Κορέας σε τρεις συνόδους κορυφής στις οποίες θα ήταν στραμμένα επάνω τους όλα τα φώτα της δημοσιότητας.
Το 2018, ο Τραμπ απέσυρε την υποστήριξη των ΗΠΑ από τη Συμφωνία για τα Πυρηνικά του Ιράν, επιβάλλοντας κυρώσεις στην Τεχεράνη. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα το Ιράν να επιταχύνει το πυρηνικό του πρόγραμμα. Σύμφωνα με τον απερχόμενο υπουργό Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν, σήμερα το Ιράν μπορεί να παράγει ατομική βόμβα σε λιγότερο από δύο εβδομάδες αν το αποφασίσει, ενώ όσο ίσχυε η συμφωνία χρειαζόταν έναν χρόνο.
Έπειτα, ο Τραμπ κλιμάκωσε ήδη υπάρχοντες πολέμους. «Στο Αφγανιστάν, αύξησε τις αεροπορικές επιδρομές - και μαζί κατά 330% τους θανάτους πολιτών. Στην Υεμένη, κλιμάκωσε τις αντιτρομοκρατικές ενέργειες των ΗΠΑ και την υποστήριξη του καταστροφικού πολέμου υπό την Σαουδική Αραβία εναντίον των Χούθι. Σύμφωνα με το Bureau of Investigative Journalism του Ηνωμένου Βασιλείου, τα δύο πρώτα χρόνια της προεδρίας Τραμπ πραγματοποιήθηκαν 2.243 επιθέσεις με drones, σε σύγκριση με 1.878 επιθέσεις κατά τη διάρκεια ολόκληρης της οκταετούς θητείας της κυβέρνησης Ομπάμα», έγραφε το Foreign Policy.
Σε κάθε περίπτωση, διατήρησε την αμερικανική εμπλοκή στους πολέμους του Αφγανιστάν, της Συρία και του Ιράκ, ενώ διέταξε αεροπορικές επιδρομές μεταξύ άλλων σε Σομαλία, Υεμένη, Λιβύη, Πακιστάν και Ιράκ.
Ο Τραμπ αποδείχθηκε τόσο επικίνδυνος, που για πρώτη φορά στην ιστορία το αμερικανικό Κογκρέσο ενέκρινε –με ψήφους Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικανών- Απόφαση για τις Εξουσίες Πολέμου, προκειμένου να τερματίσει τη στήριξη Τραμπ στη Σαουδική Αραβία για τον πόλεμο στην Υεμένη.
Σχεδόν έναν χρόνο αργότερα, το Κογκρέσο ενέκρινε δεύτερη τέτοια απόφαση (πάλι με ψήφους και από τα δύο κόμματα) για να αποτρέψει τον Τραμπ από πιθανό πόλεμο με το Ιράν, αφού εκείνος είχε εγκρίνει τη δολοφονία στο Ιράκ του διοικητή των Φρουρών της Ισλαμικής Επανάστασης του Ιράν, Κασέμ Σουλεϊμανί. Σε αυτή, καλούσε τον πρόεδρο «να τερματίσει τη χρήση των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων ή οποιουδήποτε τμήματος της κυβέρνησης ή του στρατού, για εχθροπραξίες εναντίον της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Ιράν, παρεκτός αν εγκριθεί ευθέως από μια κήρυξη πολέμου ή συγκεκριμένη αδειοδότηση για χρήση στρατιωτικής ισχύος εναντίον του Ιράν».
«Τρελός» ή όχι, σίγουρα επικίνδυνος
Είναι άγνωστο αν ο Τραμπ θα πραγματοποιήσει τις απειλές του για πόλεμο. Το παρελθόν του όμως δεν προμηνύει ευοίωνες μέρες.
Ο Νίξον –γράφει ο Κίμπαλ- έπασχε από κάποια διαταραχή προσωπικότητας που τον έσπρωχνε προς τη «διπλωματία της απειλής», γι’ αυτό κι εφάρμοζε τη «Θεωρία του Τρελού». Μπορεί ο Τραμπ να μην έχει διαγνωστεί με κάτι τέτοιο, ξεχειλίζει όμως τόσο το υπερτροφικό Εγώ του, όσο και η λατρεία του γι’ αυτόν τον τύπο «διπλωματίας». Συνδυασμός που μπορεί να αποδειχθεί μοιραίος.