«Σε όλες τις μετρήσεις, οι νέγροι μαθητές βρίσκονται απαρέγκλιτα σε μειονεκτική θέση», αποφαινόταν σε έκθεσή της το 1947 η Επιτροπή Πολιτικών Δικαιωμάτων του αμερικανού προέδρου Τρούμαν. Ήταν μετρήσεις για «δαπάνες ανά μαθητή, μισθούς δασκάλων, αριθμό μαθητών ανά τάξη, μεταφορά μαθητών, καταλληλότητα σχολικού κτιρίου, εκπαιδευτικά εργαλεία, διάρκεια σχολικού τριμήνου, εύρος διδακτέας ύλης».
Έκτοτε, οι αμερικανικές κυβερνήσεις επιδόθηκαν σε σειρά μεταρρυθμίσεων με στόχο την εξάλειψη τέτοιων διαχωρισμών. Όπως μάλιστα μαρτυρούν ιστορικοί, το αμερικανικό υπουργείο Παιδείας ιδρύθηκε ακριβώς γι’ αυτόν τον σκοπό: για να εξαλείψει τις φυλετικές ανισότητες. Για «να κρατά τις πολιτείες και τα σχολικά ιδρύματα υπόλογα για την επανόρθωση των δεινών των διακρίσεων, για τη διαφύλαξη της ισότητας, τη στήριξη των μαθητών με αναπηρία και την ανακούφιση μαθητών και οικογενειών από τη φτώχεια».
Την κατάργηση αυτού του υπουργείου δρομολόγησε ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ με διάταγμά του στις 20 Μαρτίου 2025. Βέβαια, το υπουργείο έχει ιδρυθεί με νόμο του Κογκρέσου, οπότε μόνο αν συναινέσει το Κογκρέσο μπορεί να κλείσει. Ωστόσο, ο πρόεδρος κάλεσε την υπουργό Παιδείας Λίντα ΜακΜέιον να «προχωρήσει σε όλα τα απαραίτητα βήματα για τη διευκόλυνση του κλεισίματος του υπουργείου Παιδείας και την επαναφορά της αρμοδιότητας για την παιδεία στις Πολιτείες και τις τοπικές κοινότητες, με ταυτόχρονη διασφάλιση της αποτελεσματικής και συνεχούς λειτουργίας υπηρεσιών, προγραμμάτων και επιδομάτων στα οποία στηρίζονται πολλοί Αμερικανοί».
Στο διάταγμα γίνεται λόγος για «χειραφέτηση» γονέων, πολιτειών και κοινοτήτων ώστε να «βελτιώσουν την αποτελεσματικότητα της εκπαίδευσης», για «διεύρυνση της εκπαιδευτικής ελευθερίας και ευκαιρίες για τις οικογένειες». Ο Τραμπ υποστηρίζει ότι το «κρατικό εκπαιδευτικό σύστημα έχει απογοητεύσει εκατομμύρια γονείς, μαθητές και δασκάλους», αναφερόμενος σε απογοητευτικά στοιχεία για την εκπαιδευτική πρόοδο.
Σε κάθε περίπτωση, η αμερικανική κυβέρνηση έχει ήδη αρχίσει να ξηλώνει το υπουργείο, χωρίς να περιμένει κανένα Κογκρέσο. Για παράδειγμα, ακύρωσε πρόσφατα περί τα 900 εκατ. δολ. σε συμβόλαια στο Ινστιτούτο Επιστημών Παιδείας (τον ανεξάρτητο ερευνητικό βραχίονα του υπουργείου) και έκοψε 600 εκατ. δολ. επιχορηγήσεων. Ταυτόχρονα, στις 9 Μαρτίου ανακοίνωσε ότι απέλυσε πάνω από 1.300 υπαλλήλους του υπουργείου, «ουσιαστικά ξεκοιλιάζοντας την υπηρεσία που διαχειρίζεται τα ομοσπονδιακά φοιτητικά δάνεια, μελετά τις μαθητικές-φοιτητικές επιδόσεις και εφαρμόζει τη νομοθεσία περί πολιτικών δικαιωμάτων στα σχολεία», έγραφαν οι New York Times.
Δεν είναι τυχαίο ότι οι περικοπές έπληξαν ιδιαίτερα σκληρά την υπηρεσία του υπουργείου για τα Πολιτικά Δικαιώματα. Αυτή διαφυλάσσει το δικαίωμα για ίσες ευκαιρίες στην εκπαίδευση. Εκπαραθυρώθηκε δε όλο το προσωπικό της που διερευνούσε καταγγελίες από γονείς και μαθητές, οι οποίες ανήλθαν πέρσι σε περισσότερες από 22.600, αυξημένες κατά πάνω από 200% από την προηγούμενη πενταετία.
Το Παιδείας είναι το μικρότερο αμερικανικό υπουργείο σε μέγεθος ανθρώπινου δυναμικού. Είχε περίπου 4.133 υπαλλήλους στην έναρξη της θητείας Τραμπ. Μέσα σε λιγότερο από τρεις μήνες έμεινε σχεδόν με το μισό προσωπικό. Πλέον των 1.300 απολυμένων, έφυγαν 572 υπάλληλοι με εθελουσία και 63 που βρίσκονταν σε δοκιμαστική περίοδο.
Το υπουργείο διαχειρίζεται ετήσιο προϋπολογισμό 268 δισ. δολ. Το μεγαλύτερο μέρος του πηγαίνει απευθείας σε πολίτες, Πολιτείες και σχολεία με τη μορφή οικονομικής βοήθειας σε μαθητές-φοιτητές από οικογένειες με χαμηλά εισοδήματα, σε επιδοτήσεις για βελτίωση των σχολείων και επιχορήγηση προγραμμάτων ειδικής εκπαίδευσης για παιδιά με αναπηρία. Επιβλέπει επίσης τα φοιτητικά δάνεια ύψους 1,6 τρισ. δολ.
Ένα υπουργείο-απάντηση στη ρατσιστική Αμερική
Το διάταγμα Τραμπ έρχεται ως επιστέγασμα της μακρόχρονης προσπάθειας των υπερσυντηρητικών χριστιανών στις ΗΠΑ, οι οποίοι εδώ κι έναν αιώνα διακηρύττουν ότι η εκπαίδευση πρέπει να περιλαμβάνει χριστιανική κατήχηση και ότι δεν είναι κατάλληλα γι’ αυτό τα δημόσια σχολεία.
Το διάταγμα απηχεί όμως ιδέες που ανιχνεύονται ακόμα πιο παλιά στην αμερικανική ιστορία.
Το πρώτο αμερικανικό υπουργείο Παιδείας ιδρύθηκε το 1867, μετά το τέλος του αμερικανικού Εμφυλίου. Ήταν «παιδί» των Βορείων και των υπέρμαχων της καθολικής παιδείας, που ήθελαν να παρέχουν μόρφωση στους απελεύθερους (πρώην σκλάβους) του Νότου. «Τότε, καμία από τις πρώην ομοσπονδιακές πολιτείες δεν επέτρεπε στους μαύρους να εγγράφονται στο σχολείο, και όλες αντιστάθηκαν στο νέο υπουργείο Παιδείας με το επιχείρημα της “κατάχρησης της ομοσπονδιακής εξουσίας”, έναν ευφημισμό για τον τρόμο τους μπροστά στην ιδέα να μορφωθούν οι πρώην σκλάβοι που αποτελούσαν το 40% του πληθυσμού του Νότου», γράφει το Time.
Έτσι, το υπουργείο έκλεισε μέσα στον χρόνο, για να επανιδρυθεί από τον πρόεδρο Τζίμι Κάρτερ 112 χρόνια αργότερα, το 1979, με θεσμικό ρόλο να επιβλέπει την εθνική πολιτική για την παιδεία και να διανέμει τα ομοσπονδιακά κονδύλια στα σχολεία της χώρας. Καρδιά της αποστολής του εξαρχής ήταν να διασφαλίζει ότι τα δημόσια σχολεία εφαρμόζουν την ομοσπονδιακή νομοθεσία για την προστασία των ευάλωτων μαθητών.
Κι αν νομίζετε πως ο δρόμος προς την ίδρυση του υπουργείου ήταν αναίμακτος, γελιέστε. Όταν το 1954 στην υπόθεση Brown v. Board of Education εκδόθηκε η ιστορική δικαστική απόφαση που τερμάτιζε τον φυλετικό διαχωρισμό στα αμερικανικά σχολεία ως αντισυνταγματικό, λευκοί υπέρμαχοι της φυλετικής υπεροχής έκαψαν σχολεία μαύρων. Τους είχε «κάτσει στο λαιμό» πως το Ανώτατο Δικαστήριο αναγνώρισε τη δημόσια εκπαίδευση ως ‘το βασικό θεμέλιο του καλού πολίτη’.
Οι τότε πολέμιοι του υπουργείου δεν μιλούσαν βέβαια εναντίον της διαφορετικότητας, της ισότητας και της συμπερίληψης (Diversity, Equity, Inclusion – DEI), όπως ο τραμπιστές σήμερα, ο πυρήνας όμως της επιχειρηματολογίας τους ήταν πανομοιότυπος: η «ελευθερία» ενάντια στην ομοσπονδιακή εξουσία. Και ο στόχος τους, ολόιδιος: Η συνέχιση της κυριαρχίας των εύπορων λευκών, με τον αποκλεισμό των ευάλωτων μαθητών και όσων βρίσκονταν στο κοινωνικό περιθώριο.

Στον αέρα η προστασία των πολιτικών δικαιωμάτων
Το αμερικανικό υπουργείο Παιδείας λοιπόν «έχει διαδραματίσει κρίσιμο ρόλο ιστορικά στην προστασία των πολιτικών δικαιωμάτων, την προώθηση της ισότητας και την παροχή ίσων ευκαιριών για όλους τους μαθητές – περιλαμβανομένων όσων ανήκουν σε περιθωριοποιημένες κοινότητες, των ΛΟΑΤΚΙ+ και των ανάπηρων και εμποδιζόμενων μαθητών», σύμφωνα με την Αμερικανική Ένωση για τις Πολιτικές Ελευθερίες ACLU.
Το υπουργείο εφάρμοζε γι’ αυτόν το σκοπό συγκεκριμένη νομοθεσία. Για παράδειγμα το νόμο Title VI για τα πολιτικά δικαιώματα που απαγορεύει τη χρήση ομοσπονδιακών κονδυλίων για φυλετικές διακρίσεις, αλλά και τον Title IX, που απαγορεύει τις διακρίσεις με βάση το φύλο.
Τι θα συμβεί αν καταργηθεί; Χωρίς το υπουργείο, η κυβέρνηση δεν θα μπορεί να συλλέγει κρίσιμα στοιχεία για να αναγνωρίζει και να αποκαθιστά ανισότητες στην εκπαίδευση, τονίζει η ACLU. Εκτιμάται επίσης ότι, απουσία υπουργείου, «οι σχολικές περιφέρειες ίσως ενθαρρυνθούν να περιορίσουν την πρόσβαση σε ποιοτική εκπαίδευση και να αγνοούν καταγγελίες για διακρίσεις ή μίσος εναντίον μαθητών εξαιτίας φυλής, ταυτότητας φύλου, αναπηρίας, θρησκείας ή επειδή είναι μετανάστες». Για παράδειγμα, τα σχολεία δεν θα είναι υποχρεωμένα να παρέχουν σε παιδιά με αναπηρία τους πόρους που χρειάζονται, όπως διασφάλιζε το υπουργείο εφαρμόζοντας την ομοσπονδιακή νομοθεσία. Ακόμα, καθώς το υπουργείο διασφαλίζει ότι οι μαθητές που τώρα μαθαίνουν την αγγλική γλώσσα έχουν πρόσβαση σε εκπαιδευτικό υλικό και υπηρεσίες μετάφρασης, αυτοί ενδέχεται πλέον να περιθωριοποιηθούν.
Διακυβεύεται ακόμα και η προστασία της ιδιωτικότητας μαθητών και φοιτητών, την οποία ήταν επιφορτισμένο από το Σύνταγμα να εφαρμόζει το υπουργείο Παιδείας. «Χωρίς αυτή την προστασία, πληροφορίες για τους μαθητές όσον αφορά στο εισόδημα, την πειθαρχία, το ιατρικό ιστορικό τους και το οικογενειακό εισόδημα μπορεί να χρησιμοποιηθούν για σκοπούς στους οποίους ποτέ δεν συναίνεσαν – και ακόμα να γίνουν όπλο για τη μηχανή απέλασης του Τραμπ», υποστηρίζει η ACLU.
Στον αέρα βρίσκεται όμως και η εφαρμογή σε όλη τη χώρα κοινών κριτηρίων για τη σχολική διδακτέα ύλη. Για την εφαρμογή αυτών των κριτηρίων επίσης δόθηκε σκληρή μάχη στις ΗΠΑ: Τη δεκαετία του ’60, οι θρησκόληπτοι εναντιώθηκαν στην καθιέρωση της κοσμικής εκπαίδευσης (τότε καταργήθηκε η προσευχή και η ανάγνωση της Βίβλου). Στη συνέχεια, η μάχη επεκτάθηκε εξαιτίας του φόβου για τις αλλαγές που θα μπορούσε να επιφέρει η κυβέρνηση σε θέματα από τις αμβλώσεις μέχρι την άρση των φοροαπαλλαγών για τα χριστιανικά σχολεία, υποστηρίζουν ιστορικοί.
Στο όνομα της ελευθερίας, μια κοινωνία διαχωρισμών
Όπως ήδη γίνεται κατανοητό, μπορεί ο Τραμπ να υποστηρίζει ότι η απόφασή του να κλείσει το υπουργείο Παιδείας συνιστά κάποιου είδους θρίαμβο για την εκπαιδευτική ελευθερία, η πραγματικότητα ωστόσο δεν θα μπορούσε να απέχει περισσότερο.
Στο διάταγμα τονίζεται ότι, με το κλείσιμο του υπουργείου, «επιστρέφεται η εξουσία στις οικογένειες αντί για τη γραφειοκρατία» και αναφέρεται η δήλωση του προέδρου πως θα χρησιμοποιήσει «κάθε εξουσία» για να δώσει στους γονείς το «δικαίωμα» να στέλνουν το παιδί τους σε δημόσιο, ιδιωτικό ή θρησκευτικό σχολείο «της επιλογής τους».
Για αυτόν το σκοπό, και εν όψει του πλάνου του για κατάργηση του υπουργείου Παιδείας, ο Τραμπ είχε ήδη εκδώσει εκτελεστικό διάταγμα στις 29 Ιανουαρίου 2025, σύμφωνα με το οποίο το υπουργείο Παιδείας θα έπρεπε να βρει τρόπους η ομοσπονδιακή χρηματοδότηση να διοχετεύεται σε μαθητές που παρακολουθούν ιδιωτικά και θρησκευτικά σχολεία. Οι γονείς θα μπορούν μέσα από ένα είδος «κουπονιών» να διαθέτουν την όποια κρατική επιδότηση δικαιούνται για την εκπαίδευση των παιδιών τους και σε ιδιωτικά σχολεία, περιλαμβανομένων των θρησκευτικών.
Το νομοσχέδιο του Άινταχο, που προβλέπει έως 5.000 δολάρια σε φορολογικές εκπτώσεις για μαθητές που πηγαίνουν σε ιδιωτικά σχολεία «έχει την απόλυτη και πλήρη υποστήριξή μου, ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΡΑΣΕΙ!» έγραφε ο Τραμπ στο Truth Social στα μέσα Φεβρουαρίου. Και πέρασε.
Με δυο λόγια, η κυβέρνηση Τραμπ ενισχύει την ιδιωτική εκπαίδευση με κρατικό χρήμα. Ή, όπως το έθεσε το Time, «προτάσσει το να βάλει λεφτά στις τσέπες οικογενειών που ήδη έχουν αρκετά ώστε να στέλνουν τα παιδιά τους σε ιδιωτικό σχολείο και να διαβρώσει περαιτέρω την ιδέα του σχολείου ως δημόσιου αγαθού».
Πάνω από είκοσι πολιτείες έχουν κάποια μορφή κρατικής ενίσχυσης για τα ιδιωτικά σχολεία, σύμφωνα με το EdWeek. Δεκατρείς Πολιτείες προσφέρουν τέτοια προγράμματα σχολικής επιλογής με κουπόνια.
Ο Τραμπ είχε ξεκινήσει τη «δουλειά» από την προηγούμενη θητεία του, τοποθετώντας υπουργό Παιδείας την υπερσυντηρητική χριστιανή Μπέτσυ ΝτεΒος, η οποία προηγουμένως προωθούσε τα ιδιωτικά χριστιανικά σχολεία ως ιδεολογική εναλλακτική στα δημόσια σχολεία. Κατά το Time, η ΝτεΒος χρησιμοποίησε τη θέση της για τη συρρίκνωση της δημόσιας παιδείας.
Το 2011, το 87% των μαθητών στις ΗΠΑ φοιτούσε σε δημόσιο σχολείο. Εξαιτίας των προγραμμάτων «επιλογής σχολείου», ο αριθμός αυτός το 2021 είχε πέσει στο 83%.
Σύμφωνα με το Conversation, τα προγράμματα αυτά διέπονται από τους νόμους της εκάστοτε Πολιτείας, οι οποίοι συχνά δεν περιλαμβάνουν διατάξεις εναντίον των διακρίσεων, σε αντίθεση με το νομοθετικό πλαίσιο στο οποίο υπάγονται τα δημόσια σχολεία. Με την προωθούμενη κατάργηση και του υπουργείου Παιδείας, ούτε τα δημόσια σχολεία θα λογοδοτούν για τυχόν διακρίσεις.
Τα κουπόνια -γράφει το Conversation- έχει αποδειχθεί ότι μειώνουν τη χρηματοδότηση για τα δημόσια σχολεία, ειδικά στην επαρχία, και αποβαίνουν επιζήμια για τη δημόσια εκπαίδευση. Το ίδιο υποστηρίζουν η Εθνική Ένωση Παιδείας και η Αμερικανική Διδασκαλική Ομοσπονδία.

Το χτύπημα Τραμπ στη δημόσια εκπαίδευση είναι μελετημένα διπλό: Κατάργηση του υπουργείου Παιδείας και ταυτόχρονα διεύρυνση της χρήσης κρατικού χρήματος για την επιλογή ιδιωτικού σχολείου.
Και θα πλήξει περισσότερο τους πιο ευάλωτους. Για παράδειγμα τους μαύρους μαθητές, που πηγαίνουν σε μακράν μεγαλύτερα ποσοστά σε φυλετικά διαχωρισμένα και υποχρηματοδοτούμενα σχολεία.
Πιστή εφαρμογή του Project 2025
Πίσω από τις πολιτικές αποφάσεις του προέδρου Τραμπ για την εκπαίδευση, βρίσκεται το εγχειρίδιο των σκοταδιστών σταυροφόρων του Heritage Foundation: το Project 2025. «Οικογένειες και μαθητές πρέπει να είναι ελεύθεροι να επιλέγουν» το σχολείο που ανταποκρίνεται στις ανάγκες τους – γι’ αυτό πρέπει να υπάρχουν φορολογικές εκπτώσεις στα δίδακτρα και κουπόνια ώστε με κρατική ενίσχυση οι μαθητές να μπορούν να επιλέγουν ιδιωτικό σχολείο, διακηρύσσει. Tα κρατικά εκπαιδευτικά προγράμματα πρέπει να καταργηθούν ή να υπαχθούν σε άλλα υπουργεία.
Το Heritage Foundation βρισκόταν και πίσω από την πρόταση στις αρχές του ’80 ενός άλλου Ρεπουμπλικανού προέδρου, του Ρόναλντ Ρέιγκαν, να καταργηθεί το υπουργείο Παιδείας. Τελικά, ο Ρέιγκαν δεν τόλμησε να κινήσει επίσημα τη διαδικασία γιατί συνάντησε τη σφοδρή αντίδραση του Κογκρέσου.
Υπενθυμίζεται ότι στη συγγραφή του Project 2025 συνέβαλε μια στρατιά υπερσυντηρητικών οργανώσεων, όπως η Turning Point USA, που προωθεί την ακροδεξιά συντήρηση στην εκπαίδευση, και η χριστιανοεθνικιστική Moms for Liberty που εναντιώνεται στα σχολικά προγράμματα με μαθήματα για τα δικαιώματα ΛΟΑΤΚΙ+, τα φυλετικά δικαιώματα, τις διακρίσεις κ.λπ.
Για όσους διατηρούν ακόμα αμφιβολίες για το ποιους εξυπηρετεί ο Τραμπ με τις αποφάσεις του για την εκπαίδευση, σημειώνεται ότι το Project 2025 προτείνει να καταργηθεί και το πρόγραμμα Title I, στο πλαίσιο του οποίου επιδοτούνται φτωχές Πολιτείες, περιφέρειες και σχολεία. Εάν καταργηθεί, τρία εκατομμύρια παιδιά στις ΗΠΑ θα χάσουν κρίσιμες επιδοτήσεις 18 δισ. δολ. Περισσότερα από τα μισά σχολεία της χώρας έχουν μεγάλο ποσοστό μαθητών από οικογένειες με χαμηλό εισόδημα. Το Project 2025 προτείνει ακόμα να μπλοκαριστούν προγράμματα διαγραφής φοιτητικού χρέους και να αυξηθούν οι μηνιαίες δόσεις των φοιτητικών δανείων.
Εάν καταργηθεί το υπουργείο Παιδείας, στον αέρα θα βρεθούν και τα κοινά κριτήρια για το σχολικό curriculum - με προβλεπόμενα αποτελέσματα στις περιοχές που επικρατούν οι τραμπιστές. Να υπενθυμίσουμε, για παράδειγμα, ότι το Project 2025 προτείνει την ποινικοποίηση της «πορνογραφίας», χωρίς όμως να διευκρινίζει τι θεωρεί πορνογραφία, που σημαίνει ότι ως τέτοια οι συντάκτες μπορούν να ορίζουν οτιδήποτε δεν εμπίπτει στο δικό τους αξιακό πλαίσιο. Αναφέρει ότι η «πορνογραφία έχει εισβάλει στις σχολικές βιβλιοθήκες», ενώ τονίζεται ότι οι «εκπαιδευτικοί και οι βιβλιοθηκάριοι του δημοσίου που την παρέχουν πρέπει να κατηγοριοποιηθούν ως καταγεγραμμένοι σεξουαλικοί παραβάτες».
Αντιλαμβάνεστε πόσα βιβλία από το σχολικό curriculum θα μπορούσαν να «ριχτούν στην πυρά» απλώς γιατί κάποιοι εμμονικοί τα βάφτισαν «ανήθικα».
Αυτή τη στιγμή στις ΗΠΑ, όπως τονίζει το Time, βρίσκεται σε εξέλιξη «μια ιδεολογική μάχη μεταξύ εκείνων που θα έχτιζαν μια Αμερική που φροντίζει και προστατεύει όλα τα παιδιά και σε εκείνους που θέλουν να εξαφανίσουν τη συνεισφορά κάποιων Αμερικανών, να απαγορεύσουν την αντιμετώπιση της άθλιας ιστορίας μας της λευκής υπεροχής και να καταφύγουν σε πολιτικές που στο παρελθόν κατέληξαν σε φυλετικά διαχωρισμένα σχολεία».
Για τη μάχη αυτή, το στρατόπεδο Τραμπ έχει οργανωθεί προ πολλού και άριστα. Η αμερικανική ιστορία όμως έχει αποδείξει ότι δεν θα την κερδίσει όσο εύκολα νομίζει.