
Σκηνή από την πειραματική ταινία διάρκειας περίπου τριών λεπτών της Εύας Στεφανή, το οποίο βρίκεται στη μόνιμη συλλογή της Εθνικής Πινακοθήκης και στους χώρους της μετά την ανακαίνιση της στις 25 Μαρτίου του 2021. Τα πλάνα είναι από ταινία του 1964, ενώ το βίντεο δημιουργήθηκε το 2001 και έχει τον τίτλο «Εγερτήριον».
Όσοι δεν γνωρίζαμε τον βουλευτή της Νίκης, Νίκο Παπαδόπουλο, μείναμε εμβρόντητοι παρακολουθώντας τον σε μία από τις εκατοντάδες προβολές του βίντεο, που λήφθηκε από κάμερες ασφαλείας του χώρου, να ξεκρεμάει και να πετάει με μένος στο έδαφος εκθέματα της Εθνικής Πινακοθήκης από την έκθεση «Σαγήνη του Αλλόκοτου».
Εννοιολογικά, ο τίτλος τελικά εμπεριείχε και το «δρώμενο», τον αλλόκοτο βανδαλισμό, δηλαδή, τεσσάρων έργων του Χριστόφορου Κατσαδιώτη τα οποία ο κ. Παπαδόπουλος θεώρησε βλάσφημα. (Η Παναγία δεν είναι προσβάσιμη σε προσβολές, φαντάζομαι).
Έχοντας κάπου βαθιά στη μνήμη μου ένα έργο της Αναγέννησης με την Παρθένο Μαρία γυμνόστηθη, έφαγα τον διαδικτυακό κόσμο να το βρω και εκμηδενίζοντας την απόσταση Αθήνα-Λος Άντζελες στάθηκα μπροστά στον πίνακα του Simon Marmion, Saint Bernard’s Vision of the Virgin and Child, ο οποίος φιλοτεχνήθηκε μεταξύ 1475 και 1480 και εκτίθεται στο Μουσείο του J. Paul Getty. Με μερικά ακόμη χτυπήματα στο πληκτρολόγιο βρέθηκα από το Λος Άντζελες στη Μαδρίτη και στο Εθνικό Μουσείο του Prado, όπου το κοινό έχει την ευκαιρία να θαυμάσει το έργο που φιλοτέχνησε το 1650 ο Alonso Cano, The Miraculous Lactation of Saint Bernard. Σε αυτό, ένας πίδακας γάλακτος από το γυμνό στήθος της Παναγίας λούζει τον Άγιο Βερνάρδο. Πολύ φοβάμαι ότι αν η Εθνική Πινακοθήκη δανειζόταν από τα μεγάλα αυτά μουσεία ένα από τα δύο αυτά έργα, μισαλλόδοξα πλήθη θα κατηφόριζαν ενδεχομένως τη λεωφόρο Βασιλέως Κωνσταντίνου κραδαίνοντας σταυρούς και εκκλησιαστικά λάβαρα. Ποιος τολμάει να δείξει το στήθος της Παναγίας, ε;

Saint Bernard's Vision of the Virgin and Child,
Simon Marmion, 1475
Δεν είμαι κριτικός τέχνης, δεν κατανοώ πάντα τι θέλει να πει ο καλλιτέχνης, αλλά σέβομαι απόλυτα την ανάγκη του να εκφραστεί και να μοιραστεί τις ανησυχίες του. Η ανακοίνωση που συντάχθηκε λίγο μετά τα γεγονότα είναι σαφής ως προς τα δικαιώματα των καλλιτεχνών και την συνεπαγόμενη προστασία των έργων τους: «Η Εθνική Πινακοθήκη, στο πλαίσιο του θεσμικού της ρόλου και της αποστολής της, παραμένει απαρέγκλιτα αφοσιωμένη στο άρθρο 16 του Συντάγματος, το οποίο κατοχυρώνει ανεπιφύλακτα την ελευθερία της καλλιτεχνικής έκφρασης, στο άρθρο 10 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και την πάγια Νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου καθώς και τη Νομολογία των Δικαστηρίων της χώρας…».
Φιλότεχνη φίλη από την ταραχώδη εφηβεία, βιάστηκε να σχολιάσει: «Καλά τα γράφει, αλλά δεν τα πράττει». Τι εννοεί; Ότι, ενώ αρχικά αποφασίστηκε η ανάδειξη του βανδαλισμού και της βίας ως κοινωνικό σύμπτωμα και τα έργα αφέθηκαν πεσμένα στο δάπεδο, στη συνέχεια η Εθνική Πινακοθήκη κυριολεκτικά «τα μάζεψε» δίνοντας χώρο στο σκοτάδι. (Δεν ξέρω τι απέγινε το συνοδευτικό του «χάους» κείμενο, που εκτιθόταν στον χώρο μεταφρασμένο και στην αγγλική γλώσσα που εξηγούσε την εικόνα των πεσμένων έργων: «η επιλογή αυτή δεν αποτελεί παράλειψη αποκατάστασης, αλλά συνειδητή απόφαση που επιδιώκει να αναδείξει τη βία ως κοινωνικό σύμπτωμα»).
Ποια είναι η νόσος; Η μισαλλοδοξία και ο φανατισμός, θα απαντούσα άκοπα, αν με ρωτούσε η φιλόλογος στο γυμνάσιο, που είχε κάνει και κοινωνιολογία σε γαλλικό πανεπιστήμιο. Θα είχα μάλιστα και ως απόδειξη τις εικόνες όπου υπερορθόδοξοι προσπαθούν να μπουκάρουν στην Πινακοθήκη και, στην περίπτωση της Θεσσαλονίκης, άτομα με εκκλησιαστικές εικόνες και σταυρούς στα χέρια να στήνουν σκηνές έντασης έξω από το Θέατρο Αριστοτέλειο στη Θεσσαλονίκη ψάλλοντας τον εθνικό ύμνο και «Τη Υπερμάχω». Ο λόγος; Η εμφάνιση του Χριστόφορου Ζαραλίκου στην παράσταση «Κι εγώ υπάλληλος είμαι», όπου πάλι ελλοχεύει η βλασφημία.
«Η Τέχνη θέτει ερωτήματα, δεν δίνει απαντήσεις», δήλωσε στους δημοσιογράφους την Πέμπτη 13 Μαρτίου η διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης, Συραγώ Τσιάρα, ξεναγώντας τους στην τραυματισμένη έκθεση. Για τους φανατικούς της Ορθοδοξίας, θέσεις σαν αυτές τραβούν τη σκανδάλη. Και ενώ είμαστε στον Μάρτιο και περιμένουμε το φως της άνοιξης για να ξεφορτωθούμε λίγο από το σκοτάδι, ο Πρόεδρος της Νίκης διεκδίκησε τη δόξα του βουλευτή του και κατέθεσε μήνυση για βίντεο ερωτικού περιεχομένου, που προβάλλεται στον τρίτο όροφο του κτιρίου της Πινακοθήκης και κατά τη γνώμη του είναι ασεβές.
Και πλέον μία συζήτηση στην κοινωνία έχει ανοίξει. Άλλος ένας διχασμός για εμάς τους Βαλκάνιους που αγαπάμε να τσακωνόμαστε. Ευθεία βολή στα ιερά και τα όσια ή ένας προβληματισμός για τη σχέση μας με τα θεία; Ξάφνου κάποιοι που τους θεωρούσες «προοδευτικούς» εξίστανται: «Ε, όχι και την Παναγία!» Και άλλοι, που γελάνε δήθεν με ακροδεξιά τρολ, τονίζουν με σοβαρό τόνο στη φωνή τους ότι «η Εθνική Πινακοθήκη πρέπει να διαδίδει τις αξίες του Έθνους». Και μεταφέρομαι στον χρόνο και στο σχολείο της δεκαετίας του εβδομήντα, με «Αμαλίες», τσολιάδες και εμβατήρια στη διαπασών κάτι μαρτιάτικες μέρες σαν κι αυτή, όπου τα απογεύματα γίνονταν υπερεντατικά μαθήματα στο κατηχητικό σχολείο της Αγίας Ζώνης στην Κυψέλη, όπου μας δώριζαν για τον Ευαγγελισμό γυαλιστερά τετράδια με εξώφυλλο τον Χριστό. Δεν συγκρατούσα τίποτα από τα ακατάληπτα που άκουγα εκείνες της ώρες της κατήχησης (ευτυχώς, ανάμεσα στους πολλούς γονείς, που τότε «αντιστάθηκαν», ήταν και οι δικοί μου που με πήραν από το κατηχητικό γιατί, όπως έλεγαν, έσπερνε στο διηνεκές όχι σπόρους αγάπης, αλλά μίσους και διχόνοιας και γιατί το «αγαπάτε αλλήλους» δεν ίσχυε αν ο άλλος ήταν αριστερός, ομοφυλόφιλος, είχε στη βιβλιοθήκη του τον Τελευταίο Πειρασμό του Καζαντζάκη και στο πικ-απ του τον Επιτάφιο του Μίκη Θεοδωράκη σε ποίηση Γιάννη Ρίτσου).
Γιατί τα λέω όλα αυτά; Επειδή παίρνοντας τον πρωινό μου καφέ την περασμένη Κυριακή, πέτυχα μία «παρέλαση» από τα παιδάκια του κατηχητικού της γειτονιάς μου: Σφιχτά κουμπωμένοι γιακάδες τα αγόρια, μακριές φούστες τα κορίτσια -μη τυχόν και η χαρά της ήβης τα πλησιάσει- και πίσω τους αγέλαστοι γονείς να τα οδηγούν στην εκκλησία. Εκεί όπου λειτουργεί και το κατηχητικό σχολείο, σημείο αναφοράς των υπερορθόδοξων των βορείων προαστίων, φυτώριο όλων εκείνων που μια μέρα ίσως και να τα κάνουν γυαλιά-καρφιά μπροστά σε ένα έργο τέχνης για το Πατρίς, Θρησκεία, Οικογένεια.
Μέχρι τότε; «Κάνε κλικ στη χαρά μαζί με τον Χριστό», όπως προτρέπει η ιστοσελίδα του ψηφιακού κατηχητικού. Ο κόσμος προχωράει. Τι νομίζατε.